Απόψεις|03.02.2020 13:08

Λάδι στη φωτιά το σχέδιο Τραμπ - Νετανιάχου για την Παλαιστίνη

Νίκος Μπίστης

Όταν το 1993 Ράμπιν και Αραφάτ προχώρησαν στην ιστορική χειραψία στον κήπο του Λευκού Οίκου, υπό το βλέμμα του Μπιλ Κλίντον και όλης της ανθρωπότητας, όλοι θεώρησαν ότι η δύσκολη ειρήνη και συνύπαρξη των δύο λαών είχε έρθει εγγύτερα. Επί επτά χρόνια συνεχίστηκαν συνομιλίες για την εφαρμογή των Συμφωνιών του Οσλο, συχνά διακοπτόμενες από εντάσεις και βίαιες συγκρούσεις.

Και τον Ιούλιο του 2000, στο τέλος της θητείας του Αμερικανού προέδρου -και ενώ είχε μεσολαβήσει η δολοφονία του Ράμπιν- Εχούντ Μπαράκ και Γιάσερ Αραφάτ πήγαν στο Καμπ Ντέιβιντ για την υπογραφή της Συμφωνίας που θα έθετε οριστικά τέλος σε μια διαμάχη-μόνιμη πηγή έντασης σε όλη τη Μέση Ανατολή. Δεν υπέγραψαν την «Ειρήνη των γενναίων». Το ναυάγιο των συνομιλιών σήμανε ουσιαστικά και το τέλος της προσέγγισης, παρά τις προσπάθειες του Μπαράκ Ομπάμα κατά τη διάρκεια της θητείας του. Οι συσχετισμοί είχαν αλλάξει στο εσωτερικό των δύο στρατοπέδων.

Σαρόν και Νετανιάχου απομακρύνθηκαν από την ουσιαστική αναζήτηση λύσης στη βάση της συνύπαρξης δύο κρατών. Το 2000 ο Εχούντ Μπαράκ είχε την υποστήριξη όλης της Αριστεράς, του κοσμικού Ισραήλ και ενός ισχυρού κινήματος ειρήνης. Αυτοί οι προωθητικοί για την επίτευξη ενός συμβιβασμού παράγοντες βίωσαν το ναυάγιο ως ήττα και διάψευση των ελπίδων τους και της πολιτικής τους. Εκτοτε ουδέποτε συνήλθαν σε αντίθεση με τα ακραία δεξιά και θρησκευτικά κόμματα που ενισχύθηκαν. Στην παλαιστινιακή πλευρά επίσης ενισχύθηκαν οι αδιάλλακτοι σε βάρος της «Φατάχ» και τώρα το κλίμα του 1993 και του 2000 θυμίζει σενάριο επιστημονικής φαντασίας.

Ουδείς γνωρίζει πώς θα εξελίσσονταν τα πράγματα αν είχε υπογραφεί η συμφωνία. Μπορούμε όμως να στοιχηματίσουμε ότι χειρότερα δεν θα ήταν. Αποδείχθηκε με τον πιο δραματικό -κυρίως για τους Παλαιστινίους- τρόπο ότι αν μια ηγεσία δεν αδράξει την ευκαιρία, δεν τολμήσει τον συμβιβασμό, φοβούμενη το πολιτικό κόστος (αν υπέγραφα θα ήταν η πολιτική μου αυτοκτονία, είπε αργότερα ο Αραφάτ), θα επικρατήσει το χειρότερο σενάριο.

Κάπου εκεί είμαστε τώρα, με πρωταγωνιστή τον Ντόναλντ Τραμπ, που παρουσίασε την κατ’ ευφημισμόν «συμφωνία του αιώνα», ένα σχέδιο διά χειρός Νετανιάχου, που ουδείς Παλαιστίνιος δέχεται να συζητήσει. Σε αντίθεση με τις αποφάσεις του ΟΗΕ, το Ισραήλ προσαρτά μέρος της κατεχόμενης Δυτικής Οχθης, το σύνολο σχεδόν των παράνομων εβραϊκών εποικισμών, διατηρεί τον έλεγχο ασφαλείας στη στρατηγικής σημασίας Κοιλάδα του Ιορδάνη και παγιώνει την κυριαρχία του στην Ιερουσαλήμ.

Στους Παλαιστινίους δίνουν υπόσχεση για μελλοντική δημιουργία κράτους που θα αναπνέει με αναπνευστήρα τον οποίο θα ελέγχει το Ισραήλ. Η Ουάσιγκτον με διακυμάνσεις επί μισό αιώνα προσπάθησε να διατηρήσει μια διαμεσολαβητική αξιοπιστία. Ο Τραμπ την πετάει επιδεικτικά στα σκουπίδια και ο κίνδυνος επικίνδυνης κλιμάκωσης και μεγαλύτερης αποσταθεροποίησης είναι ορατός.

Για πρώτη φορά έπειτα από εννέα χρόνια, σε μια πρωτοφανή επίδειξη πολιτικής ενότητας, η παλαιστινιακή ηγεσία στη Ραμάλα συνεδρίασε με εκπροσώπους της Χαμάς και της Ισλαμικής Τζιχάντ. Η Ουάσιγκτον ελπίζει ότι φιλικές της χώρες, όπως η Σαουδική Αραβία, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και η Αίγυπτος, θα στηρίξουν το σχέδιό της. Παραβλέπει την κοινή γνώμη των χωρών αυτών, μια κοινή γνώμη -ιδιαίτερα στην Αίγυπτο- φιλική προς τους Παλαιστινίους. Το πιο σημαντικό, βέβαια, είναι ότι οξύνει ακόμα ένα μέτωπο στην ευαίσθητη αυτή περιοχή.

Μπενιαμίν ΝετανιάχουΙσραήλΠαλαιστίνηΝτόναλντ Τραμπ