Απόψεις|03.02.2020 15:58

Οι Βρετανοί ξανάρχονται!

Ρόμπερτ Πεφάνης

Στις 31 Ιανουαρίου έκλεισε συμβολικά μια σχέση 47 ετών. Η Βρετανία μαζί με την Ιρλανδία και τη Δανία είχαν προσχωρήσει στην τότε ΕΟΚ (Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα), το 1973.

Οι λόγοι συμμετοχής της Βρετανίας ήταν πρωτίστως οικονομικοί, καθώς αδυνατούσε να ορθοποδήσει  από το τέλος του B’ Παγκοσμίου Πολέμου. Από το 1944 η οικονομία παρέπαιε λόγω συσσωρευμένων χρεών -κυρίως προς τις ΗΠΑ- για αγορά όπλων και πολεμικού υλικού, τη συνεχιζόμενη απώλεια αποικιών και, τέλος, του υπερβολικού κόστους του κράτους προνοίας, που είχε δημιουργηθεί από τις Εργατικές κυβερνήσεις, κυρίως μεταξύ 1946-1960.

Μονόδρομος ήταν, λοιπόν, η ένταξη της Βρετανίας στην Οικονομική Κοινότητα. Με την πάροδο των ετών, διαφαινόταν ότι η Ε.Ε επικεντρωνόταν στη στενότερη σχέση μεταξύ των μελών της, πέραν της Εμπορικής-Οικονομικής.

Όπως θα ενθυμούνται οι παλαιότεροι, συχνά η Βρετανία αντιστεκόταν σε ενέργειες που ξέφευγαν από το οικονομικό πλαίσιο. Η προοπτική μιας Ευρωπαϊκής Ένωσης η οποία θα ελέγχει την οικονομία μέσω του κοινού νομίσματος, την ελευθερία κίνησης ανθρώπων και κεφαλαίων εντός των διευρυμένων συνόρων της, πάντα υπό τη γερμανική -πρωτίστως- επιρροή, δεν συμφωνούσε με τη βρετανική πολιτική, ούτε και με την ψυχοσύνθεση του μέσου Βρετανού. Η αυξανόμενη δυσαρέσκεια των πολιτών ανάγκασε τον Συντηρητικό πρωθυπουργό Ντέιβιντ Κάμερον να προχωρήσει στη διεξαγωγή του σχετικού δημοψηφίσματος, το 2016, κυρίως για να κατευνάσει την δεξιά πτέρυγα του κόμματός του.

Η αίσθηση είναι ότι η πλειονότητα των πολιτικών κομμάτων δεν περίμενε να υπερψηφιστεί η επιλογή Brexit. Η εκτίμηση ήταν πως το Bremain θα λάμβανε περίπου 55%, οπότε η Βρετανία θα παρέμενε στην Ε.Ε, έχοντας πετύχει αφενός μεν τον κατευνασμό των πολιτών, αφετέρου δε ισχυρό διαπραγματευτικό όπλο έναντι των Βρυξελλών. Ήτοι, το οριακό ποσοστό της παραμονής θα εξυπηρετούσε τη βρετανική πολιτική της  a la carte συμμετοχής στην Ένωση: Euro για τα λοιπά κράτη-μέλη, στερλίνα για εμάς και ούτω καθεξής.

Η καταμέτρηση, όπως κατέγραψε η Ιστορία, έδωσε 52% στην αποχώρηση από την Ε.Ε. Ο πανικός από το εν λόγω αποτέλεσμα διήρκεσε αρκετό καιρό. Συζητήσεις επί συζητήσεων, για την ανάγκη νέου δημοψηφίσματος, την αδυναμία υλοποίησης της εξόδου, την επερχόμενη διάλυση της Ένωσης και λοιπών σεναρίων κράτησαν, μέχρι που ο νέος Βρετανός πρωθυπουργός, Μπόρις Τζόνσον, ρίσκαρε πιέζοντας για άμεση έξοδο, έστω και χωρίς τις απαραίτητες συμφωνίες που θα ορίζουν πλέον το modus operandi Βρετανίας και Ε.Ε.

Μέσα σε αυτό το κλίμα συμφωνήθηκε εκατέρωθεν η συμβολική αποχώρηση στις 31 Ιανουαρίου 2020 και μια ενδιάμεση περίοδος (transition period) η οποία θα διαρκέσει ως την 31η Δεκεμβρίου του τρέχοντος έτους. Οι Βρετανοί θα ξανάρθουν για να διαπραγματευτούν τα πέραν της ημερομηνίας αυτής. Τι θα ισχύσει όσον αφορά τις εμπορικές σχέσεις με τα κράτη της Ε.Ε, τις συμφωνίες για το Περιβάλλον, την Ασφάλεια, τη συνεργασία σε διάφορους τομείς κ.λπ.

Πιστοί στην ελεύθερη κίνηση αγαθών, «laissez-faire, laissez-passer», οι Βρετανοί θα επιδιώξουν τη συνέχιση του εν λόγω καθεστώτος, όπου τα αγαθά και οι υπηρεσίες δεν επιβαρύνονται και δεν εμποδίζονται μεταξύ των κρατών-μελών της Ε.Ε. Εκτιμάται ότι το εν λόγω καθεστώς θα παραμείνει, λαμβάνοντας υπόψη τη σημασία της Βρετανικής Αγοράς για πλείστα κράτη-μέλη. Δημιουργείται εύλογα μια συζήτηση για το μέλλον της Ε.Ε, αλλά και την πιθανή δημιουργία αντίπαλου δέους, με επικεφαλής τη Βρετανία. Θα έχουμε αρκετό χρόνο να τα συζητήσουμε αυτά, στο προσεχές μέλλον!

BrexitΗνωμένοBrexit χωρίς συμφωνία