Τεχνολογία|19.02.2019 10:25

Slow news: Η χελώνα που εγγυάται την εγκυρότητα

Χρήστος Ιερείδης

Οι νέες επιχειρηματικές εξελίξεις στον χώρο των µίντια παγκοσµίως, που µόλις έχουν αρχίσει να διαµορφώνονται, δηµιουργούν ταυτοχρόνως ενθαρρυντικές ενδείξεις για την αρχή του τέλους των fake news και των κατασκευασµένων ρεπορτάζ. Παράλληλα, υπογραµµίζουν το αναντικατάστατο του παραδοσιακού Τύπου, τείνοντας έτσι να διαψεύσουν τις Κασσάνδρες. Στον µιντιακό ορίζοντα έχει αρχίσει να διαµορφώνει χαρακτηριστικά το κίνηµα των «slow news», κατ’ αναλογία του slow food ως απάντησης στο -ανθυγιεινό- fast food. Το κίνηµα αυτό (των slow news) ενθαρρύνει τους αναγνώστες σε ποιοτικότερη ενηµέρωση, υπογραµµίζοντας ότι µια είδηση έχει εξίσου µεγάλη σηµασία και εγκυρότητα µε την ταχύτητα µετάδοσής της, αν όχι λίγο περισσότερο.

Μέσα στο 2019 θα ακούµε όλο και συχνότερα για slow news. Τον ερχόµενο Απρίλιο θα παρουσιαστεί σε πλήρη λειτουργική ανάπτυξη το ηλεκτρονικό Μέσο Tortoise, της οµώνυµης επιχείρησης ενηµέρωσης, που εµπνεύστηκε ο πρώην διευθυντής Ειδήσεων του BBC Τζέιµς Χάρντινγκ και συνίδρυσε µε την Κέιτι Βάνικ Σµιθ, πρόεδρο έως πρόσφατα της «Wall Street Journal» και της επενδυτικής εταιρείας Dow Jones. ∆εν θα αποδυθεί στο κυνήγι της είδησης µε ενηµέρωση έκτακτης επικαιρότητας, αλλά θα δηµοσιεύει τέσσερα-πέντε εκτενή ρεπορτάζ ηµερησίως µέσω της ιστοσελίδας και της εφαρµογής για κινητά, καθώς και ενηµερωτικό υλικό µέσω ηλεκτρονικού ταχυδροµείου.

Το εγχείρηµα ήδη χρηµατοδοτούν 2.500 µέλη, πολλοί κάτω των 30 ετών, χάρη στους οποίους συγκεντρώθηκε κεφάλαιο σχεδόν 580.000 ευρώ για την εκκίνησή του. Τα µηνύµατα µόνο αισιόδοξα είναι. Και δεν πρέπει να περνά απαρατήρητο το στοιχείο των νέων ηλικιακά ανθρώπων που εµφανίστηκαν και εµπράκτως ως ένθερµοι υποστηρικτές αυτής της επιχειρηµατικής µιντιακής δραστηριότητας. Αν το εγχείρηµα λάβει µεγάλες διαστάσεις και εντέλει αποδειχθεί πανάκεια κατά της µάστιγας των ψευδών ειδήσεων, µένει να φανεί. Τα slow news είναι κάτι καινούργιο, τουλάχιστον ως προς τον τρόπο που θα λανσαριστούν, αλλά, αν το καλοσκεφτείτε, η Tortoise «κοµίζει γλαύκα εις Αθήνας». Γιατί τι άλλο µπορεί να είναι ένα παραδοσιακό µέσο ενηµέρωσης, όπως η εφηµερίδα, αν δεν είναι slow news; Το Ιντερνετ είναι ασυναγώνιστο ως προς την ταχύτητα µετάδοσης των γεγονότων, αλλά πάνω στη βιασύνη µετάδοσης ειδήσεων και στον διαγκωνισµό για το ποιος θα έχει τους περισσότερους «µοναδικούς χρήστες», έχουν καταγραφεί γκάφες και απιθανότητες. Γκουρού των µίντια, εξάλλου, έχουν υπογραµµίσει την αναγκαιότητα ύπαρξης εφηµερίδων µε αναφορά στην ίδια τη ζωή. «Οσο κι αν ο άνθρωπος θέλει να αυξήσει τις ταχύτητες που κινείται, η ζωή θα συνεχίσει να έχει τους δικούς της, αργούς ρυθµούς» έχουν αποφανθεί.

Η εφηµερίδα -ακόµα και η ηλεκτρονική µορφή της- ακολουθεί τους ρυθµούς της ζωής, δίνει ψύχραιµη ενηµέρωση χωρίς το στοιχείο της δραµατοποίησης που επιλέγουν να προσθέτουν στις ειδήσεις τηλεοπτικά δίκτυα. Εχει την ανάλυση των γεγονότων, φιλοξενεί απόψεις, κάνει έρευνες. Και ενώ η παγκόσµια µιντιακή κοινότητα αναµένει την άφιξη των slow news, τα ευρήµατα έρευνας του Ινστιτούτου Ρόιτερ για τη ∆ηµοσιογραφία του Πανεπιστηµίου της Οξφόρδης, που διενεργήθηκε σε περίπου 30 χώρες του κόσµου (µε τη συµµετοχή τουλάχιστον 200 δηµοσιογράφων σε επιτελικές ή διοικητικές θέσεις σε παραδοσιακά και ψηφιακά ΜΜΕ), δηµιουργούν σκεπτικισµό για το µέλλον της διαδικτυακής δηµοσιογραφίας. Εξι στους δέκα εκπροσώπους -κυρίως- του ιντερνετικού Τύπου που συµµετείχαν στην έρευνα ανησυχούν για την κόπωση του δηµοσιογραφικού προσωπικού. Η διατήρηση του προσωπικού και η προσέλκυση νέων εργαζοµένων στον χώρο των ψηφιακών ΜΜΕ (σε ποσοστά 73% και 75%, αντιστοίχως), εξαιτίας των χαµηλών µισθών και των ασφυκτικών συνθηκών που αναπτύσσονται στα newsrooms από την πίεση για διαρκώς µεγαλύτερο όγκο αναρτήσεων, προκαλούν πονοκέφαλο σε υψηλόβαθµα στελέχη.

Η περσινή χρονιά, εξάλλου, µε το σκάνδαλο Cambrige Analytica - Facebook αλλά και µε την έξαρση των fake news, επέδρασσε καταλυτικά στη σχέση εµπιστοσύνης µε χρήστες του ∆ιαδικτύου. Η κατάσταση αντανακλάται στην κάµψη της διαφηµιστικής απορρόφησης, ενώ τα ψηφιακά Μέσα µοιάζουν ανίκανα να αναπτύξουν χαρακτηριστικά ώστε να εξελιχθούν σε µαγνήτες διαφήµισης, παρατηρούν οι ερευνητές. «Η εξάπλωση των ψευδών ειδήσεων, η παραπληροφόρηση, το περιεχόµενο µε ακραία χαρακτηριστικά θα συνεχίσουν να υπονοµεύουν το δηµοκρατικό πολίτευµα σε πολλές χώρες του κόσµου, οξύνοντας την πόλωση» τονίζει ο διακεκριµένος Αγγλος δηµοσιογράφος Μπεν Ντιπίαρ, διευθυντής του ειδησεογραφικού Channel 4 News (επίσης µε πολλές διακρίσεις), συµπληρώνοντας ότι «η δηµοσιογραφία θα εξακολουθήσει να επηρεάζεται από δοµικές αλλαγές, οι οποίες ήδη έχουν προκαλέσει µείωση των διαφηµιστικών εσόδων». ΑΥΞΗΤΙΚΕΣ ΤΑΣΕΙΣ Η διαφηµιστική δαπάνη, αν και καταγράφει αυξητικές τάσεις στο ∆ιαδίκτυο, επενδύεται κατά µόλις ένα µικρό µέρος της σε ηλεκτρονικές εκδόσεις παραδοσιακών ΜΜΕ – κυρίως επειδή µηχανές αναζήτησης και κολοσσιαίες τεχνολογικές πλατφόρµες (Google, Facebook κ.ά.) στοχεύουν το κοινό πιο αποτελεσµατικά και σε µεγαλύτερη κλίµακα, µε αποτέλεσµα να προσφέρουν χαµηλές τιµές στη διαφηµιστική αγορά και µεγάλη διεισδυτικότητα.

Ο χώρος και των ψηφιακών ΜΜΕ βρίσκεται σε περίοδο αναδιαµόρφωσης. Προσφάτως ο Μαρκ Ζάκερµπεργκ αποφάσισε να ενοποιήσει κάτω από την ίδια πλατφόρµα τις δηµοφιλείς εφαρµογές Facebook Μessenger, Instagram και WhatsApp, κυρίως για λόγους ασφάλειας και ιδιωτικότητας των χρηστών, όπως υποστηρίζεται. Από την κίνηση αυτή, όµως, διαµορφώνονται µονοπωλιακά χαρακτηριστικά στην αγορά των µέσων κοινωνικής δικτύωσης, που εκτιµάται ότι θα επηρεάσει τον κλάδο των οργανισµών και επιχειρήσεων ενηµέρωσης. Την ίδια στιγµή, η ενηµέρωση µέσω συνδροµών -ταυτισµένη µε αναβαθµισµένο και ποιοτικότερο περιεχόµενο- φαίνεται να αποδίδει ως πρακτική σε διεθνές επίπεδο (απόρροια κουλτούρας καταναλωτών σε Ευρώπη, ΗΠΑ και άλλες χώρες του κόσµου), αλλά οι ερευνητές του Ινστιτούτου Ρόιτερς θεωρούν ότι αρχίζει να αγγίζει τα όριά της. Σύµφωνα µε το Ρόιτερ, τα έσοδά τους το 2019 θα προέρχονται από συνδροµές σε ποσοστό 52%, ενώ το µερίδιο της διαφήµισης (σε ιστοσελίδες, εφαρµογές κινητών, εικόνων, βίντεο ή ηχητικών µηνυµάτων) εκτιµάται στο 27%.

slow newsδημοσιογραφία