Θέατρο|17.06.2022 07:35

Χρηστος Λούλης στο ethnos.gr: «Όλες οι κρίσεις που εκφέρουμε, περιγράφουν κυρίως εμάς και όχι αυτό που σχολιάζουμε»

Άγγελος Γεραιουδάκης

Πολλές φορές, ο Χρήστος Λούλης νιώθει ότι κοιτάζει τον εαυτό του από ψηλά σαν να βλέπει ντοκιμαντέρ. Γεννήθηκε στον Κορυδαλλό, ζει στο Μαρούσι. Είναι ανταγωνιστικός, μαχητικός και θέλει κάθε μέρα να γίνεται καλύτερος άνθρωπος και επαγγελματίας. Πολλοί τον έχουν συνδέσει με τις τηλεοπτικές σειρές του Χριστόφορου Παπακαλιάτη, ενώ υπάρχουν και εκείνοι που έχουν μείνει στο ρόλο του Γιάνη Βαρουφάκη στο «Ενήλικοι στην Αίθουσα» του Κώστα Γαβρά. Φέτος, πρωταγωνιστεί στη μίνι σειρά «Ψέματα» του Alpha, η οποία βασίζεται στη βρετανική σειρά «Liar» του BBC, ενώ στο Netflix προβάλλεται η ισπανική εκδοχή του. «Η αλήθεια είναι πως δεν μπήκα στη διαδικασία να δω καμία από τις ξένες σειρές που είναι βασισμένη η ιστορία. Δεν ήθελα να επηρεαστώ. Η πρόταση δεν ήρθε εντελώς αναπάντεχα. Γνώριζα χρόνια τον σκηνοθέτη Γιώργο Γκικαπέππα και είχαμε εκφράσει την επιθυμία και οι δύο να συνεργαστούμε κάποια στιγμή. Επίσης, ήξερα και την παραγωγή της σειράς από πέρυσι, με τον "Σιωπηλό δρόμο"» λέει, χαρακτηριστικά, ο ηθοποιός στο ethnos.gr.

Η εξαιρετικά γοητευτική εμφάνιση του Ανδρέα, τον ήρωα που υποδύεται ο Χρήστος Λούλης, σε συνδυασμό με την ηρεμία του χαρακτήρα του είναι τα στοιχεία εκείνα που τον κάνουν να είναι δημοφιλής στους ασθενείς αλλά και τους συναδέλφους του στο νοσοκομείο όπου εργάζεται ως καρδιοχειρουργός. Όταν βγαίνει ραντεβού με την Έλενα, καθηγήτρια του γιου του, Άρη, περνάει μαγευτικά, αλλά η Έλενα δεν έχει την ίδια άποψη. Όταν εκείνη δημοσιοποιεί τη δική της εκδοχή για τη βραδιά που πέρασαν μαζί, καταφέρνει να γκρεμίσει τον κόσμο του. Η ζωή του Ανδρέα κρέμεται από μια κλωστή και θα χρησιμοποιήσει κάθε μέσο που διαθέτει για ν’ αποδείξει την αθωότητά του και να την προστατεύσει. «Η πρόκληση και η δυσκολία που αντιμετώπισα μέσα από αυτό τον ρόλο είναι μία και δεν είναι απλή. Επειδή υποδύομαι έναν αρνητικό χαρακτήρα, δεν ήθελα να δημιουργήσω μία καρικατούρα κακού ούτε να υπονομεύσω την προσωπικότητα τού ήρωά μου, διότι αυτό είναι σαν να δικαιολογώ τον εαυτό μου, λέγοντας στο κοινό ότι ξέρετε εγώ δεν είμαι κακός».

Παράλληλα, δηλώνει πως του αρέσουν και τον ιντριγκάρουν περισσότερο οι ρόλοι των κακών, καθώς δεν έχουν καμία αναστολή. «Οι χαρακτήρες αυτοί ακούν την παρόρμηση και τις ανάγκες τους. Πάνε ενάντια στα ήθη της κοινωνίας και όπως και να το κάνουμε, όλοι μας σαν άνθρωποι, για να συνυπάρξουμε με τους άλλους κάτι μέσα μας καταπιέζουμε. Είτε κάτι λιγότερο είτε κάτι περισσότερο υπάρχει αυτή η έννοια της λογοκρισίας προκειμένου να συμβιώσουμε. Ποτέ δεν θα πούμε τι ακριβώς αισθανόμαστε, τι σκεφτόμαστε ή θα κάνουμε ακριβώς αυτό που θέλουμε διότι δεν είναι σωστό εκείνη τη στιγμή. Ο κακός ρόλος είναι ο φορέας της απελευθέρωσης από τα όρια που μας βάζει η κοινωνία. Βέβαια, αυτό έχει ένα τίμημα στο τέλος».

Η σειρά του Alpha απευθύνεται σε όσα μας απασχολούν, ειδικά από τη στιγμή που το κίνημα #MeToo έκανε τη δυναμική του εμφάνιση και στην Ελλάδα. H ιστορία επικεντρώνεται στη συναίνεση, στις κοινωνικές συμβάσεις, στη διάκριση μεταξύ των δύο φύλων, στην οικογενειακή ζωή, στην εξαπάτηση, στη σεξουαλική κακοποίηση και στον βιασμό. Η κοινωνία εξακολουθεί να βλέπει διαφορετικά τον άνδρα από τη γυναίκα και η Τέχνη είναι ένα μέσο που μπορεί να βοηθήσει ώστε να μην υπάρχει αυτή η διαφορά; «Η ελληνική κοινωνία έβλεπε εντελώς διαφορετικά τον άντρα από τη γυναίκα πριν από είκοσι χρόνια, σε σχέση με τον τρόπο που τους αντιμετωπίζει σήμερα. Αν και είμαι πολύ αισιόδοξος για το μέλλον, έχουμε ακόμα πολύ δρόμο. Η Τέχνη, για μένα, ασχολείται κυρίως με το άτομο και με την προσωπική θέση του καθενός σε αυτόν τον κόσμο. Υπάρχει για να μας κάνει καλύτερους, να μας συμφιλιώσει με τον άγνωστο εαυτό μας και να μας φέρει σε επαφή με τους υπόλοιπους. Εάν το καταφέρει αυτό, τότε όλοι μας θα βλέπουμε τους γύρω μας το ίδιο, δεν θα μας ενδιαφέρει αν σε μια ιστορία ο άλλος είναι άνδρας ή γυναίκα, δεν θα υπεισέρχονται θέματα φύλου ή κοινωνικής τάξης».

Οι δύο βασικοί χαρακτήρες του σήριαλ, καταθέτουν με την ίδια πίστη, σθένος και επιχειρήματα την άποψή τους πάνω στο ίδιο γεγονός. «Διαβάζοντας το σενάριο, ενθουσιάστηκα καθώς έβλεπα πόσο καλογραμμένο, πυκνό και προοικονομημένο είναι. Σε κάθε σκηνή υπάρχει αυτό που λέμε σασπένς. Αφήνει την ιστορία ανοιχτή προς κάθε κατεύθυνση και μπορεί ν’ ανατραπεί ανά πάσα στιγμή» υπογραμμίζει. Υπήρχαν σκηνές και κομμάτια στο σενάριο που τον επηρέασαν ψυχολογικά; «Η αλήθεια είναι πως τα έβλεπα όλα από τη μεριά του ρόλου μου. Δεν μπορούσα να δω από την πλευρά του ευσυνείδητου πολίτη, διότι δεν θα έκανα τη δουλειά μου σωστά. Ωστόσο, αν κάτι με επηρέασε είναι η σχέση του Ανδρέα με τον γιο του, καθώς έχω και εγώ έναν γιο και μία κόρη. Είναι κάτι που με άγγιξε». Ο Χρήστος Λούλης είναι παντρεμένος με την ηθοποιό Έμιλυ Κολιανδρή, με την οποία έχουν αποκτήσει δύο παιδιά κι αυτός είναι ίσως ο πιο απαιτητικός ρόλος για τον οποίο, όπως παραδέχεται, προσπαθεί αρκετά. «Ως πατέρας προσπαθώ να είμαι όσο χρειάζεται αυστηρός και ελαστικός. Ακούω τα παιδιά μου και προσπαθώ να τους κεντρίσω το ενδιαφέρον για να με ακούνε και αυτά».

«Οι "Πέρσες" του Αισχύλου είναι ένα αρκετά επίκαιρο έργο»

Το καλοκαίρι, ο Χρήστος Λούλης ετοιμάζεται ν’ ανέβει στη σκηνή της Επιδαύρου με το έργο «Πέρσες» του Αισχύλου. Στελεχωμένη από μια πλειάδα εξαιρετικών ηθοποιών, η παράσταση του Δημήτρη Καραντζά θέτει κρίσιμα ερωτήματα για το τι συνιστά «κοινωνία» και τι ισότιμη συμπερίληψη όλων των πολιτών, τι σημαίνει η επίμονη προσκόλληση στην εξουσία και η ανάγκη της πίστης σ’ έναν οδηγό, άνθρωπο ή Θεό, σε έναν συντετριμμένο κόσμο. Ο Αισχύλος ξεκινά την αφήγηση, περιγράφοντας με μεγαλειώδη τρόπο την περσική δύναμη, για να περιγράψει λίγο παρακάτω με τον ίδιο τρόπο την πτώση και την καταστροφή. Την ίδια στιγμή επανειλημμένα μιλά για τον πόνο και τον θρήνο των συγγενών των νεκρών, σαν να είναι Πέρσης και ο ίδιος. Ταυτόχρονα, όμως, σ’ ένα άλλο επίπεδο παραθέτει το νόημα του πολέμου για τους Έλληνες και τους Πέρσες, ενώ την ίδια στιγμή συγκρίνει δύο πολιτικά καθεστώτα, τη δημοκρατία και την απολυταρχία.

«Είναι εύκολο να παρεξηγηθεί για πατριωτικό έργο και είναι πολλοί άνθρωποι που περιμένουν ν’ ακούσουν αυτή την κραυγή που λέει ο Αγγελιοφόρος, τον οποίο υποδύομαι στο έργο. "Ω τέκνα των Ελλήνων προχωρείτε. Ελευθερώστε την πατρίδα, τους παίδας, τας γυναίκας, τους ναούς των πατρώων Θεών, τους τάφους των προγόνων. Τώρα υπεράνω όλων ο αγών". Ωστόσο, δεν είναι τόσο απλό. Είναι ένα έργο, που ως γνωστών, διαδραματίζεται στην αυλή των Περσών και μιλάνε οι ίδιοι. Θεωρούν ότι είναι παντοδύναμοι και αποκλείεται να χάσουν από οποιονδήποτε αντίπαλο, αλλά τελικά χάνουν από μία μικρή δύναμη, η οποία απαρτίζονταν όχι από υπηκόους αλλά από ελεύθερους πολίτες. Είναι εξωφρενικό να βλέπεις πόσο επίκαιρο είναι. Βέβαια, σε αυτήν εδώ την περίπτωση, συντελείται μία κάθαρση, με την έννοια ότι οι Πέρσες το καταλαβαίνουν, θρηνούν και βέβαια ο Αισχύλος απευθυνόμενος στους Αθηναίους πολίτες που θα έβλεπαν το έργο, τους προειδοποιεί ότι κοιτάξτε, μπορεί να νικήσατε τώρα μία μεγάλη δύναμη αλλά μην το παίρνετε ψηλά τον αμανέ γιατί δείτε τι έπαθαν εκείνοι. Καλύτερα να είμαστε ταπεινοί παρά αλαζόνες. Είναι ότι καλύτερο μπορούμε σαν μήνυμα να περάσουμε σήμερα. Και δεν έχει να κάνει μόνο με τον πόλεμο, έχει να κάνει με τα πάντα, όπως με την κλιματική κρίση. Οι άνθρωποι πλέον χρειάζεται ν’ αλλάξουμε τον τρόπο ζωής μας. Δεν θα είμαστε εδώ για πάντα και δεν φτιάχτηκε η Γη για εμάς. Εμείς φτιαχτήκαμε από τη Γη. Χρειάζεται λίγο να μικρύνουμε το μπόι μας. Καλό θα μας κάνει».

«Ο Δημήτρης Καραντζάς είναι ένας άνθρωπος που αγαπώ πολύ»

Αν και μικρός σε ηλικία, ο Δημήτρης Καραντζάς έχει ήδη μια πολυετή πορεία στη θεατρική σκηνοθεσία, έχοντας ξεκινήσει από τα 19 του. Οι δυο τους έχουν συνεργαστεί αρκετές φορές στο παρελθόν. «Είναι ένας άνθρωπος που τον αγαπώ πολύ. Υπάρχουν φορές που αναγνωρίζω στον Δημήτρη τον εαυτό μου, όταν ήμουν 15 με 20 χρόνια νεότερος. Έχει κάτι που δεν είχα ποτέ εγώ. Έχει μία πάρα πολύ διαυγή οπτική, σε σχέση με αυτό που θέλει να κάνει και όχι μόνο αυτό, αλλά ξέρει και πώς να το κάνει. Σχεδόν όλες τις φορές το κάνει πάρα πολύ πετυχημένα. Είναι ένας άνθρωπος, από τους λίγους που έχουν μείνει στην Ελλάδα, ο οποίος ασχολείται με το κείμενο. Όχι τόσο πολύ με την όψη και το εφέ, αλλά έχει μία ομάδα ηθοποιών που τους εμπιστεύεται βαθιά και θέλει να δουλεύει μαζί τους. Τον εμπνέουν και τους εμπνέει. Γι’ αυτό τον λόγο μου αρέσει να δουλεύω με τον Δημήτρη. Ελπίζω να μην σταματήσουμε να συνεργαζόμαστε».

Ο ίδιος, όμως, έχει σκεφτεί να σκηνοθετήσει; «Δεν νομίζω πως θα το έκανα ποτέ. Δεν έχω αυτό το ταλέντο ούτε μου έχει δημιουργηθεί αυτή η ανάγκη. Βέβαια, δεν ξέρεις ποτέ τι θα σου φέρει το μέλλον. Είναι μία ανάγκη που σου γεννιέται. Δεν είναι μία προαγωγή, δηλαδή από ηθοποιός γίνομαι σκηνοθέτης. Είναι μία τελείως διαφορετική δουλειά με άλλες παραμέτρους και προκλήσεις. Μπορώ βέβαια να κρίνω σκηνοθεσίες άλλων από την οπτική του ηθοποιού και του θεατή που έχει δει τόσες πολλές παραστάσεις» λέει χαριτολογώντας και συνεχίζει: «Το λέω με λίγο χιούμορ, με την έννοια ότι μπορούμε πάρα πολύ εύκολα πια να κρίνουμε τις δουλειές των ανθρώπων χωρίς να ξέρουμε όμως τις δυσκολίες και τι ακριβώς χρειάζεται αυτή η δουλειά για να γίνει».

«Είναι στη δική μας ευθύνη να αξιολογούμε αυτά που ακούμε»

Το γεγονός ότι ο καθένας μας δικαιούται να έχει άποψη για τα φλέγοντα κοινωνικά θέματα που σε μεγάλο ή μικρό βαθμό επηρεάζουν την καθημερινότητά μας δεν σημαίνει ότι όλες οι απόψεις έχουν ίση βαρύτητα ή την ίδια αξία. Συχνά ορισμένοι δημοσιογράφοι και αρκετοί τηλεπαρουσιαστές αντιμετωπίζουν όλους ανεξαιρέτως τους καλεσμένους τους ως να είναι ειδικοί σε ζητήματα, όπως η οικονομική κρίση, το προσφυγικό, η έμφυλη βία, η εγκληματικότητα, ο πόλεμος. «Εμείς που είμαστε λίγο αναγνωρίσιμοι ως ηθοποιοί, κάποιοι μας ρωτάτε για κάποια πράγματα και λέμε την άποψή μας. Αυτό δεν σημαίνει ότι είμαστε αλάνθαστοι, ούτε είναι κακό να έχουμε άποψη για τα πράγματα που συμβαίνουν γύρω μας. Είμαστε πολίτες αυτού εδώ του κόσμου και οφείλουμε να ενημερωνόμαστε. Τώρα, αν μία γνώμη συνοδεύεται από μία αίσθηση ότι εγώ είμαι καλύτερος και τα ξέρω όλα, εκεί υπάρχει θέμα και αρχίζει το κακό. Εμένα δεν θα με πειράξει αν μου πει κάποιος ότι δεν του άρεσα σε μία παράσταση ή σειρά. Είναι απόλυτα δεκτό. Δε γίνεται ν’ αρέσουμε και σε όλους. Αρκεί, όμως, αυτή η γνώμη να μην είναι επηρεασμένη από κάτι άλλο. Όλες οι κρίσεις που εκφέρουμε, περιγράφουν κυρίως εμάς και όχι αυτό που σχολιάζουμε. Τώρα αν σε κάποιον δεν του άρεσα σε μία παράσταση γιατί είναι επηρεασμένος από τον ρόλο που κάνω στη σειρά, τι να πούμε, δεν έχει νόημα. Αυτό είναι το θέμα με τη δημοκρατία, ο καθένας έχει δικαίωμα να έχει άποψη, ακόμα και όταν δεν έχει ικανότητα να έχει άποψη. Και εμείς που ακούμε τη γνώμη όλων, είναι στο χέρι μας και στη δική μας ευθύνη να αξιολογούμε αυτά που ακούμε. Είναι και θέμα χαρακτήρα».

Κλείνοντας την κουβέντα μας, τον ρωτάω αν υπάρχουν στιγμές που σκέφτεται πώς θα είναι η ζωή του σε λίγα χρόνια. «Ναι υπάρχουν. Αν και τις περισσότερες φορές προσπαθώ να είμαι ψύχραιμος και να επικεντρώνομαι στο τώρα, με όλα αυτά που συμβαίνουν γύρω μας, υπάρχουν στιγμές που έχω κάποιες φλασιές άγχους. Στο τέλος, όμως, καταλαβαίνω πως, ότι κι αν έχει συμβεί, η ζωή θα έχει πάντα έναν τρόπο να συνεχίζεται».

ΕπίδαυροςΧρήστος ΛούληςAlphaσεξουαλική κακοποίησηΔημήτρης ΚαραντζάςΠέρσεςηθοποιόςMeToo