Τηλεόραση|09.05.2024 17:10

Eurovision: Ενα ασφαλές καταφύγιο, ένα μεγάλο μουσικό πάρτι με πολύχρωμες παρουσίες

Άγγελος Γεραιουδάκης

Η Eurovision δεν είναι απλώς ένας διαγωνισμός τραγουδιού, αλλά ένα σημείο συνάντησης για τους λαούς της Ευρώπης και όχι μόνο, όπου γιορτάζεται η αναγνώριση και η αποδοχή της διαφορετικότητας. Σ' ένα εκτενές άρθρο, το France 24 αναδεικνύει πώς η Eurovision έχει γίνει σύμβολο για την κοινότητα LGBTQ+, δίνοντας την ευκαιρία να εκφράσει τα δικαιώματά της και να επικοινωνήσει με τον κόσμο. Ο καθηγητής Brian Singleton, που μελέτησε την κοινωνιολογία της Eurovision σε σχέση με την queer κοινότητα, αναφέρει ότι στις δεκαετίες του 1960 και του 1970, όταν οι κοινωνικές συμβάσεις πίεζαν τους άνδρες να καταπιέζουν τα έντονα συναισθήματα, η Eurovision παρείχε έναν χώρο απελευθέρωσης και εκφραστικότητας.

Με την πάροδο του χρόνου, τόσο η Ευρωπαϊκή Ενωση όσο και η Eurovision άρχισαν να εκδηλώνουν μεγαλύτερη ευαισθησία και στήριξη για τα δικαιώματα της LGBTQ+ κοινότητας. Ο διαγωνισμός μεταφέρει το αίσθημα της συμμετοχής σε μια κοινότητα, όπου όλοι έχουν ίσα δικαιώματα και αντιπροσωπεύονται ισότιμα. Όπως επισημαίνει ο Robert Deam Tobin, ο θεσμός αυτός προσφέρει σε άτομα από την LGBTQ+ κοινότητα και σε άλλες μειονότητες την ευκαιρία να νιώσουν ότι ανήκουν σε μια ευρύτερη κοινότητα, να βρουν τη φωνή τους και να διεκδικήσουν τα δικαιώματά τους.

Ανάγκη για αλλαγή και αποδοχή

Η δεκαετία του '60 χαρακτηρίζεται από έναν κοινωνικό και πολιτισμικό αναστοχασμό, με νέες ιδέες ν' αναδεικνύονται γύρω από την ελευθερία επιλογών, τον πλουραλισμό, τη διαφορετικότητα, και την έκφραση των επιθυμιών και της σεξουαλικότητας. Αυτές οι ιδεολογικές αλλαγές βρίσκουν διέξοδο στη μουσική σκηνή της Eurovision, όπου το 1961, το τραγούδι που κερδίζει την πρώτη θέση είναι το «Nous, Les Amoureux» (Εμείς, οι ερωτευμένοι) του Jean Claude Pascal, εκπροσωπώντας τη Γαλλία. Το τραγούδι, που αναφέρεται στον ομοφυλοφιλικό έρωτα, αποτέλεσε θέμα συζήτησης στο συνέδριο «Performing Sexual Identities. Nationalities on the Eurovision Song Contest Stage», που διοργανώθηκε από το Πανεπιστήμιο της Βιέννης τον Μάρτιο του 2016.

Σε αυτό το συνέδριο, περίπου εξήντα καθηγητές από διάφορα ευρωπαϊκά πανεπιστήμια, κοινωνιολόγοι, εθνομουσικολόγοι και ιστορικοί εστίασαν στη σχέση μεταξύ σεξουαλικής ταυτότητας και Eurovision. Ο Dean Vuletic, ιστορικός από το Πανεπιστήμιο της Βιέννης και ειδικός στα τραγούδια της Eurovision, τόνισε πως από τα πρώτα χρόνια του διαγωνισμού, η σκηνή χρησιμοποιήθηκε για να εκφραστούν πολιτικά και κοινωνικά μηνύματα. Στην παρουσίασή του, ο Vuletic έδειξε το «Nous, Les Amoureux» και επισήμανε πως οι στίχοι του Jean Claude Pascal μιλούν για την επιθυμία δύο ερωτευμένων να παραμείνουν μαζί, παρά τα εμπόδια που αντιμετωπίζουν. Με στίχους όπως «Εμάς τους ερωτευμένους, θέλουν να μας χωρίσουν, θέλουν να εμποδίσουν την ευτυχία μας», το τραγούδι καταδικάζει τις προκαταλήψεις και την καταπίεση που βίωναν τα άτομα της LGBTQ+ κοινότητας στη δεκαετία του '60.

Το «Nous, Les Amoureux» μπορεί να θεωρηθεί προπομπός των πολιτικών και κοινωνικών κινημάτων που θ' αναπτυχθούν αργότερα, με στόχο την καταπολέμηση των διακρίσεων και της καταπίεσης. Σε μια εποχή που η κοινωνία καθόριζε τη σεξουαλική συμπεριφορά και ταυτότητα βάσει αυστηρών κανόνων φύλου, το τραγούδι αυτό σηματοδοτεί την ανάγκη για αλλαγή και αποδοχή της ποικιλομορφίας. Εγινε σύμβολο για τη διεκδίκηση των δικαιωμάτων των περιθωριοποιημένων και καταπιεσμένων ομάδων, προσφέροντας μια νότα ελπίδας για όσους αγωνίζονταν για ισότητα και δικαιοσύνη.

H Madonna, η ΑΒΒΑ και η ποπ μουσική

Λίγα χρόνια μετά το τολμηρό μήνυμα της γαλλικής συμμετοχής στον διαγωνισμό, η ποπ μουσική άρχισε να κυριαρχεί στη σκηνή, με τη Madonna και άλλους διεθνείς αστέρες να καθοδηγούν το νέο μουσικό κύμα. Η ποπ, πέρα από την ψυχαγωγική της ιδιότητα, έγινε ένας κοινωνικός δεσμός για διάφορες υποκουλτούρες ή κουλτούρες με συγκεκριμένα μουσικά γούστα, και η κατανάλωσή της έγινε σχεδόν το ίδιο συνηθισμένη με εκείνη της «σοβαρής» μουσικής. Στο πλαίσιο της Eurovision, το ντίσκο και η αισθητική camp (ένας τρόπος αντίδρασης στη βαρετή πραγματικότητα) ανέβηκαν στο προσκήνιο με τη νίκη των ABBA το 1974, που συνδύαζαν τη ντίσκο με το ιδιαίτερο στυλ των μελών του συγκροτήματος. Αυτό το καλλιτεχνικό μείγμα έγινε σημείο αναφοράς για τις μετέπειτα συμμετοχές στον διαγωνισμό.

Η δημόσια αναγνώριση της σεξουαλικής διαφορετικότητας στη Eurovision ξεκίνησε το 1997, με τη συμμετοχή της Ισλανδίας. Ο Paul Oscar, ερμηνευτής του «Minn Hinsti Dans» (Ο τελευταίος μου χορός), ήταν ο πρώτος δηλωμένος ομοφυλόφιλος διαγωνιζόμενος, και η τότε σχολιάστρια της ΕΡΤ, Δάφνη Μπόκοτα, τον παρουσίασε ως «χαρισματικό» στο ελληνικό κοινό. Η ερμηνεία του ήταν πρωτοποριακή, τόσο λόγω του έντονου σεξουαλικού περιεχομένου της παράστασης, όσο και λόγω των τεχνολογικών καινοτομιών που χρησιμοποιήθηκαν. Ο Paul Oscar χρησιμοποίησε ηλεκτρονικό backing track για τη μουσική του τραγουδιού και χρησιμοποίησε διάφορα αντικείμενα για τη σκηνική του παρουσία στο Δουβλίνο, καταλαμβάνοντας σχεδόν όλο το χώρο. Αυτό το στυλ σκηνοθεσίας αποτέλεσε προάγγελο για τις περισσότερες εμφανίσεις στη Eurovision από τα μέσα της δεκαετίας του 2000.

Η εσωστρέφεια που χαρακτήριζε παλαιότερα τη Eurovision όσον αφορά την ετεροκανονικότητα άρχισε να υποχωρεί. Με την εμφάνιση του Paul Oscar, η queer κουλτούρα εξωτερικεύτηκε, ταυτίστηκε με το ιβέντ, και έγινε προϋπόθεση για τη δημιουργία ενός διαγωνισμού που θα λειτουργούσε ως κόμβος συζήτησης για την ευρωπαϊκή ταυτότητα, την ασφάλεια και την πολιτική των LGBTQ δικαιωμάτων.

Η δυνατή εμφάνιση της Dana International

Την επόμενη χρονιά, η Eurovision στέφει νικήτρια τη Dana International, μια τρανσέξουαλ καλλιτέχνιδα από το Ισραήλ, με το τραγούδι «Diva». Η ερμηνεία και η νίκη της έφεραν στο προσκήνιο την τρανς ορατότητα τόσο στη Eurovision όσο και στις χώρες όπου μεταδίδεται ο διαγωνισμός. Ωστόσο, η επιτυχία της είχε και πολιτικές προεκτάσεις, καθώς ορισμένοι ανέφεραν ότι η νίκη της χρησιμοποιήθηκε για να προβληθεί το Ισραήλ ως μια χώρα που αναγνωρίζει την LGBTQ κοινότητα.

Ο Maynard Solomon επισημαίνει ότι οι κριτικές μελέτες για την πολιτική του σεξουαλικού εθνικισμού στο Ισραήλ παρουσιάζουν μια σύνθετη εικόνα, αναγνωρίζοντας μεν ότι η επιτυχία της Dana International θα μπορούσε να είναι μια στρατηγική επιλογή, αλλά τονίζοντας επίσης ότι η προσωπική της ιστορία και η μουσική της ταυτότητα, που συμπεριλαμβάνει στοιχεία Mizrahi, αραβικά, ισραηλινά και queer, συνέβαλαν στο ν' ανοίξει ο δρόμος για πιο βαθιές κριτικές από ριζοσπαστικούς ακτιβιστές για την ευρύτερη συλλογική ταυτότητα των Εβραίων.

Το 2000, στο διαγωνισμό της Στοκχόλμης, η queer κουλτούρα έκανε αισθητή την παρουσία της με την ισραηλινή συμμετοχή του συγκροτήματος Ping Pong, όπου δύο άντρες μουσικοί φιλήθηκαν επί σκηνής. Το 2002 στο Ταλίν, η Σλοβενία έφερε στη Eurovision το τραγούδι «Samo Ljubezen» (Μόνο αγάπη) με τις τρεις τρανς ερμηνεύτριες Sestre, ντυμένες ως αεροσυνοδοί. Το 2003, στη Λετονία, το ρωσικό συγκρότημα t.A.T.u κέρδισε την προσοχή με την προκλητική τους στάση. Παρόλο που τελικά δεν φιλήθηκαν επί σκηνής, οι εικασίες για το σεξουαλικό τους προσανατολισμό συνέβαλαν στη δημιουργία αίσθησης γύρω από τη συμμετοχή τους.

Τέσσερα χρόνια αργότερα, στο Ελσίνκι, οι δύο πρώτες θέσεις στη βαθμολογία καταλήφθηκαν από καλλιτέχνες που αντιπροσώπευαν την κουλτούρα queer, εκπροσωπώντας τη Σερβία και την Ουκρανία. Η Σερβία κέρδισε με τη Marija Serifovic και το τραγούδι «Molitva» (Προσευχή). Η Serifovic ερμήνευσε μια ρομαντική μπαλάντα φορώντας σμόκιν και αθλητικά παπούτσια, συνοδευόμενη από μια γυναικεία ομάδα που επίσης φορούσε κοστούμια. Υπήρχαν ήδη εικασίες σχετικά με τη σεξουαλικότητά της, αν και η ίδια δεν αποκάλυψε την queer ταυτότητά της μέχρι το 2013. Την ίδια χρονιά, τη δεύτερη θέση κατέλαβε η Ουκρανία με το τραγούδι «Dancing Lasha Tumbai», ένα σατιρικό alter ego του Ουκρανού κωμικού Andriy Danilko. Η Verka Serduchka έγινε σύμβολο του διαγωνισμού, συμμετέχοντας ως guest σε μετέπειτα διαγωνισμούς.

Στη Eurovision του 2012, στο Αζερμπαϊτζάν, οι προσδοκίες της EBU ότι ο διαγωνισμός θα ενθάρρυνε τον εκδημοκρατισμό και την ανεκτικότητα απέναντι στον σεξουαλικό πλουραλισμό και τα δικαιώματα των LGBTQ δεν εκπληρώθηκαν. Αντίθετα, προέκυψαν πολιτικές διαμάχες, καθώς αποκαλύφθηκαν παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων από τις τοπικές αρχές κατά τις εκδηλώσεις γύρω από το διαγωνισμό. Ενα χρόνο μετά, στο Μάλμε, η queer κουλτούρα εμφανίστηκε στη σκηνή με το φιλί που έδωσε η Φινλανδή ερμηνεύτρια Krista Siegfrids σε μια γυναίκα back vocalist στο τέλος του τραγουδιού «Marry Me» (Παντρέψου με). Η Siegfrids ανέφερε ότι το τραγούδι ήταν μια αντίδραση στην απόφαση της φινλανδικής κυβέρνησης να μην εγκρίνει τη νομοθεσία για την ισότητα στον γάμο των ομόφυλων ζευγαριών.

H Drag persona με το μούσι

Το μουσικό έθιμο της Ευρώπης χρησιμοποιείται τόσο ως σύμβολο ελευθερίας, προοδευτικότητας και νεωτερικότητας, όσο και ως εργαλείο που τα ευρωπαϊκά κράτη αξιοποιούν για ν' αποσπάσουν την προσοχή από τη βίαιη ιστορία της Δύσης. Το 2014, ήταν η χρονιά που η queer κοινότητα έκανε αισθητή την παρουσία της στη Eurovision, με την πιο εμφανή και πολυσυζητημένη συμμετοχή όλων των εποχών. Η drag queen, Conchita Wurst, κέρδισε το διαγωνισμό με το τραγούδι «Rise Like A Phoenix», εκπροσωπώντας την Αυστρία. Σε μια περίοδο που πολλές ευρωπαϊκές χώρες αντιμετώπιζαν διχασμούς σχετικά με την πρόοδο στα δικαιώματα των ομοφυλόφιλων, η παρουσία της Conchita στη σκηνή της Eurovision προκάλεσε αίσθηση.

Το τραγούδι ήταν ένας ύμνος στην ανεκτικότητα, με συμβολική χρήση του φοίνικα, που αντιπροσωπεύει την ικανότητα του ανθρώπου ν' αναγεννιέται μετά από δυσκολίες και να βγαίνει πιο δυνατός. Κατά τη βράβευσή της, η Conchita Wurst απευθύνθηκε σε όσους πιστεύουν σ' ένα μέλλον με ειρήνη και ελευθερία, δηλώνοντας ότι «είμαστε ενωμένοι, τίποτα δεν μας σταματά». Αυτή η δήλωση σηματοδότησε την αρχή μιας εκστρατείας υπεράσπισης της LGBTQ+ κοινότητας. Η εικόνα της έγινε συνώνυμη με την ευρύτερη γεωπολιτική που αφορά τα ανθρώπινα δικαιώματα και τη δημοκρατία. Καλλιτέχνες βρήκαν έμπνευση στη φιγούρα της.

Η LGBTQ+ κοινότητα αγαπά τη Eurovision επειδή περιλαμβάνει δυνατές προσωπικότητες, ανθρώπους που έχουν υποστεί καταπίεση ή έχουν βρεθεί στο περιθώριο. Σε αυτούς τους σταρ, πολλοί βρίσκουν ένα κομμάτι του εαυτού τους. Όταν μεγαλώνεις κρύβοντας την ταυτότητά σου, θες να δεις κάποιον που να σε αντιπροσωπεύει. Η Eurovision, με τα φώτα, τα φτερά και το εντυπωσιακό θέαμα, προσφέρει κάτι με το οποίο μπορείς να ταυτιστείς. Σε κάνει να νιώθεις μέρος μιας ευρύτερης κοινότητας, κάτι που δίνει κουράγιο σε πολλούς που ένιωθαν μόνοι.

Ο καλλιτέχνης που βρίσκεται στη σκηνή για τρία λεπτά δίνει ό,τι έχει και το πνεύμα της ανεξαρτησίας και της αυτονομίας που εκπέμπει είναι κάτι με το οποίο πολλοί queer άνθρωποι ταυτίζονται. Αυτό το λαμπερό σόου είναι ένας χώρος όπου η ελευθερία και η αυθάδεια μπορούν ν' ανθίσουν, μια πλατφόρμα για την απελευθέρωση μιας καταπιεσμένης ταυτότητας. Μπορεί να ακούγεται κλισέ, αλλά η Eurovision είναι σαν μια οικογένεια, ένα ασφαλές καταφύγιο όπου όσοι βρίσκονται μέσα της νιώθουν προστατευμένοι και αποδεκτοί.

Nemo και Bambie Thug

Η φετινή σκηνή της Eurovision φιλοξενεί δύο ανοιχτά μη-δυαδικούς καλλιτέχνες. Το μεγάλο φαβορί του διαγωνισμού προέρχεται από την Ελβετία και ονομάζεται Nemo Mettler. Το Nemo, που χρησιμοποιεί ουδέτερες αντωνυμίες, αυτοπροσδιορίζεται ως ουδέτερο φύλο. Το τραγούδι του, «The Code», αναφέρεται στο προσωπικό του ταξίδι προς την αποδοχή του μη-δυαδικού του φύλου. Όπως εξηγεί, «Το The Code αφορά το ταξίδι που ξεκίνησα όταν συνειδητοποίησα ότι δεν είμαι ούτε άνδρας ούτε γυναίκα. Η πορεία προς την αυτογνωσία ήταν μακρά και συχνά δύσκολη, αλλά τίποτα δεν με κάνει να νιώθω πιο ελεύθερο από το γεγονός ότι είμαι μη-δυαδικό άτομο». Το Nemo Mettler δήλωσε ότι είναι τιμή του να εκπροσωπεί την Ελβετία στη Eurovision και ότι η πλατφόρμα αυτή προσφέρει την ευκαιρία να συνδεθούν διαφορετικοί πολιτισμοί και γενιές. Για το Nemo, ως gender-queer άτομο, είναι σημαντικό να υπερασπίζεται ολόκληρη την κοινότητα LGBTQ+.

Ο δεύτερος μη-δυαδικός καλλιτέχνης του φετινού διαγωνισμού είναι το Bambie Thug, που εκπροσωπεί την Ιρλανδία. Το Bambie Thug, που σταδιακά ανεβαίνει στις στοιχηματικές προβλέψεις, μίλησε για το πώς η συνειδητοποίηση ότι δεν είναι δυαδικό άτομο επηρέασε τη μουσική του. Σε συνέντευξή του, δήλωσε: «Επέτρεψα στον εαυτό μου να είμαι πιο ελεύθερο ως άνθρωπος και αυτό αντανακλάται και στη μουσική μου». Σχετικά με την αναπαράσταση των τρανς και μη-δυαδικών ατόμων στη μουσική βιομηχανία, το Bambie Thug εξέφρασε την επιθυμία να δει περισσότερους queer καλλιτέχνες στο προσκήνιο, επειδή πιστεύει ότι συχνά οι cis άνθρωποι έχουν περισσότερη ορατότητα. Αναφέρθηκε επίσης στην απογοήτευσή του από τη συγγραφέα J.K. Rowling, λόγω της ρητορικής μίσους κατά των τρανς που συχνά εκφράζει.

Η Eurovision έχει εξελιχθεί σε κάτι πολύ περισσότερο από ένα απλό μουσικό γεγονός. Η ενσωμάτωση της queer κουλτούρας και η αποδοχή της διαφορετικότητας την έχουν καταστήσει ένα πεδίο, όπου η ποικιλομορφία και η ελευθερία μπορούν να εκφραστούν ανοιχτά. Μέσα από τη λάμψη και τα act, η Eurovision αποτελεί πλέον έναν καθρέφτη για τις κοινωνικές αλλαγές, δίνοντας βήμα σε φωνές που έχουν μείνει για καιρό στο περιθώριο. Αυτός ο διαγωνισμός, με την αγκαλιά του προς την LGBTQ+ κοινότητα, αποδεικνύει πως η τέχνη μπορεί να είναι ένας ισχυρός καταλύτης για κοινωνική πρόοδο και αποδοχή. Κάθε εμφάνιση είναι μια ευκαιρία να γκρεμίσουμε τα τείχη της προκατάληψης και να γιορτάσουμε την ποικιλομορφία που μας κάνει ξεχωριστούς και μοναδικούς.

EurovisionΜαντόναειδήσεις τώραqueerABBADana InternationallgbtqEurovision 2024