Οικονομία|11.06.2020 16:50

Έκθεση ΕΜΣ για Ελλάδα: Δυναμικές μεταρρύθμισης με επιτάχυνση ιδιωτικοποιήσεων

Μαρία Ψαρά

«Μην εμπιστεύεστε πολιτικούς δημαγωγούς που μόνο θα σας πουν ιστορίες που δεν έχουν σχέση με την πραγματικότητα. Υποστηρίξτε τους πολιτικούς ηγέτες που έχουν στόχο τις υγιείς μακροοικονομικές πολιτικές, που θα προσπαθήσουν να αποτρέψουν τις δημοσιονομικές ανισορροπίες και που θα φροντίσουν οι μεταρρυθμίσεις να είναι κοινωνικά δίκαιες».

Το παραπάνω είναι το μήνυμα του πρώην Επιτρόπου και ανεξάρτητου εκτιμητή για τα ελληνικά προγράμματα Χοακίν Αλ Μούνια στον ελληνικό λαό. Απαντώντας σε ερώτηση του ethnos.gr και OPEN TV για τα μαθήματα που μπορεί η ΕΕ να πάρει από την ελληνική κρίση, ο Χοακίν Αλ Μούνια ήταν σαφής: ευρείς πολιτικές συναινέσεις για το καλό της (κάθε) χώρας.

Για τα μελλοντικά προγράμματα διάσωσης ο πρώην Επίτροπος Χοακίν Αλ Μούνια συστήνει, ξεκάθαρους στρατηγικούς μακροπρόθεσμους στόχους, σαφείς προσδοκίες, οδηγίες για τα θεσμικά όργανα αλλά και ένα ισχυρό, συνεκτικό πλαίσιο παρακολούθησης μετά το πρόγραμμα , με βάση το ελληνικό. Ο Αλ Μούνια είχε διοριστεί από το διοικητικό Συμβούλιο του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας ως «εκτιμητής» των προγραμμάτων για την Ελλάδα και σήμερα, το συμβούλιο των εκπροσώπων του ΕΜΣ υιοθέτησε την έκθεσή του.

Για μια «ισορροπημένη έκθεση» έκανε λόγο ο Πρόεδρος του Eurogroup Μάριο Σεντένο. «Τα προγράμματα κράτησαν την Ελλάδα στην Ευρωζώνη. Η ελληνική κρίση ωστόσο κλόνισε στο νόμισμά μας. Να πάρουμε μαθήματα από όσα έγιναν. Είναι μια εμπειρία που κανείς δεν πρέπει να αγνοήσει. Η έκθεση θα συνεχίσει να αποτελεί βάση συζήτησης για τις αναλύσεις μας», πρόσθεσε ο Πρόεδρος Σεντένο.

«Τα πρόγραμμα κράτησε την Ελλάδα στην Ευρωζώνη. Υπάρχουν πράγματα που θα μπορούσαμε να έχουν γίνει καλύτερα και αυτό είναι μάθημα για το μέλλον», είπε ο επικεφαλής του ΕΜΣ Κλάους Ρέγκλινγκ.

«Η εξαιρετική στήριξη που δόθηκε στην Ελλάδα την τελευταία δεκαετία βοήθησε την ελληνική οικονομία να σταθεροποιηθεί και να αναπτυχθεί - παρά τα σημερινά σοκ. Η οικονομική βοήθεια έδωσε επίσης τη δυνατότητα στα θεσμικά όργανα της Ελλάδας να βελτιώσουν και να ανταποκριθούν καλύτερα στα ευρωπαϊκά πρότυπα» δήλωσε ο Χ.Αλμούνια, ο οποίος ευχαρίστησε τον ΕΜΣ για την αυτονομία που του έδωσε στην έρευνά του.

«Ταυτόχρονα, η Ελλάδα και οι πολίτες της υπέστησαν τις συνέπειες οκτώ ετών οικονομικής προσαρμογής. Η Ελλάδα μπήκε στα πρωτοσέλιδα του κόσμου με τη μεγαλύτερη αναδιάρθρωση του χρέους στην ιστορία, και την άνευ προηγουμένου δημοσιονομική εξυγίανση, και την επακόλουθη απώλεια παραγωγής και τις κοινωνικές συνέπειες. Τα προγράμματα έθεσαν θεμελιώδη ερωτήματα σχετικά με την οικονομική, χρηματοπιστωτική και πολιτική αλληλεξάρτηση της νομισματικής περιοχής», τόνισε.

Αυτή είναι η δεύτερη αξιολόγηση σχετικά με την οικονομική βοήθεια EFSF και ESM. Η πρώτη έκθεση δημοσιεύθηκε το 2017 και επικεντρώθηκε και στις πέντε χώρες της ζώνης του ευρώ που έλαβαν υποστήριξη σταθερότητας: την Ιρλανδία, την Πορτογαλία, την Ισπανία, την Κύπρο και το ελληνικό πρόγραμμα EFSF έως την αρχική λήξη του τον Δεκέμβριο του 2014.

Πιο αναλυτικά, σε αυτήν την έκθεση, ο Χ.Αλμούνια, ζητά από  τον ESM «τα μελλοντικά προγράμματα να καθορίζουν σαφώς τους στρατηγικούς στόχους με βάση μια μακροπρόθεσμη άποψη», ζητά από το ΔΣ του ESM «να αναπτύξει καθοδήγηση υψηλού επιπέδου για το σχεδιασμό προγραμμάτων», «να βελτιώσουν τη διακυβέρνηση του προγράμματος καθορίζοντας σαφείς προσδοκίες και οδηγίες για τα θεσμικά όργανα», «τα θεσμικά όργανα με την υποστήριξη των εθνικών αρχών θα πρέπει να συντονίζουν τις φάσεις προετοιμασίας και εφαρμογής ενός προγράμματος» και «ένα ισχυρό, συνεκτικό πλαίσιο παρακολούθησης μετά το πρόγραμμα για τη διασφάλιση των κερδών προσαρμογής και τη διασφάλιση της βιωσιμότητας στο πλαίσιο του μακροπρόθεσμου ρόλου του ΕSM πιστωτής».

Όπως ο ίδιος αναφέρει, «ο γενικός στόχος των ελληνικών προγραμμάτων ήταν η διατήρηση της ακεραιότητας της ζώνης του ευρώ και η αποκατάσταση της χρηματοοικονομικής σταθερότητας στην Ελλάδα». Αναγνωρίζει ότι «βοήθησαν στην επίτευξη αυτού του στόχου και επέτρεψαν στην Ελλάδα να αποχωρήσει από την σχεδόν επί δεκαετία εξάρτησή της από την επίσημη χρηματοδότηση, αλλά με σημαντικό οικονομικό και κοινωνικό κόστος». 

«Παρά τον ήπιο στόχο δημοσιονομικής εξυγίανσης, το πρόγραμμα δεν πέτυχε να επιταχύνει γρήγορα την οικονομική δραστηριότητα κοντά στο δυναμικό, αν και ενίσχυσε την εστίαση στη μεταρρύθμιση της αγοράς προϊόντων εφαρμόζοντας μια σειρά από μέτρα», αναφέρεται στην έκθεση. «Τα μέτρα για την αντιμετώπιση προβλημάτων του χρηματοπιστωτικού τομέα αποκατέστησαν τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα, αλλά το σύστημα εξακολουθεί να είναι εύθραυστο». Τονίζει  δε ότι «παρά την πρόοδο, η εισοδηματική ανισότητα παρέμεινε πάνω από τον μέσο όρο της ζώνης του ευρώ και τα συνολικά ποσοστά φτώχειας και ανεργίας παρέμειναν σχετικά υψηλά λόγω των αναποτελεσματικών πολιτικών ένταξης στην εργασία».

Ο Χ.Αλμούνια αναγνωρίζει ότι ο ESM «έδειξε επίσης ευελιξία στην προσαρμογή των όρων, μεσοπρόθεσμα, τα μέτρα EFSF / ESM συνέβαλαν στη μείωση των ελληνικών δανειακών κινδύνων, υποστηρίζοντας έτσι τη βιωσιμότητα του χρέους. Ο ESM έδειξε ευελιξία και κατάφερε να μετριάσει τους κινδύνους μέσω της εφαρμογής μέτρων ελάφρυνσης του χρέους, αλλά η αναπαραγωγή παρόμοιων συναλλαγών θα ήταν απαιτητική από επιχειρησιακή σκοπιά». Ωστόσο καταγράφει ότι «το πρόγραμμα ESM απέτυχε να επιδιώξει συστηματικά και σθεναρά τον στόχο της μακροπρόθεσμης μακροοικονομικής βιωσιμότητας και ανθεκτικότητας». 

«Ο μακροοικονομικός αντίκτυπος των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων δεν ελήφθη υπόψη συστηματικά από τα θεσμικά όργανα στις προβλέψεις τους, στο σχεδιασμό προγραμμάτων ή στην ατζέντα μεταρρυθμίσεων. Τα οφέλη των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων υλοποιήθηκαν πολύ αργότερα από το αναμενόμενο. Η ανθεκτικότητα στα σοκ των κύριων μακροοικονομικών δεικτών και θεσμών βελτιώθηκε, αλλά οι προοπτικές μακροπρόθεσμης ανάπτυξης είναι συγκρατημένες λόγω της αργής αύξησης της παραγωγικότητας και της ανταγωνιστικότητας καθώς και της ελλιπούς εφαρμογής των μεταρρυθμίσεων», αναφέρει. 

Έκθεση ΕΜΣ

Η Ελλάδα ήταν η χώρα που επωφελήθηκε περισσότερο, από τη χρηματοδότηση του ESM, με την εξοικονόμηση προϋπολογισμού να φθάνει το 7,5% του ΑΕΠ το 2019, ή τα 14 δισεκατομμύρια ευρώ, λόγω των προνομιακών όρων δανεισμού με τα σχεδόν μηδενικά επιτόκια και τη μακρά περίοδο αποπληρωμής. Αυτό αναφέρει η ετήσια έκθεση του ΕΜΣ.

«Ύστερα από μια δεκαετία προσαρμογής, η οικονομική ανάκαμψη σταθεροποιήθηκε το 2019. Η ανάπτυξη οφείλεται κυρίως στις καταναλωτικές δαπάνες και στις καθαρές εξαγωγές, ενώ η εγχώρια ζήτηση αυξήθηκε μετρίως. Η Ελλάδα πέτυχε τον δημοσιονομικό της στόχο για πέμπτη συνεχή χρονιά και ενίσχυσε την πρόσβαση στην αγορά. Η βελτιωμένη εμπιστοσύνη της αγοράς σε ένα καλό εξωτερικό περιβάλλον επέτρεψε στην Ελλάδα να προπληρώσει μέρος του χρέους της από το ΔΝΤ», αναφέρει η έκθεση. 

«Η συνέχιση της πορείας της μεταρρύθμισης που ακολουθείται από το πρόγραμμα θα εδραιώσει τα επιτεύγματα του οικονομικού και χρηματοπιστωτικού τομέα της Ελλάδας», επισημαίνει η έκθεση. Όσον αφορά το μέλλον, η έκθεση προειδοποιεί ότι «οι πολιτικές ενίσχυσης της ανάπτυξης είναι ζωτικής σημασίας για την επίτευξη μιας αειφόρου αναπτυξιακής πορείας, επίσης μέσω των δημόσιων επενδύσεων, ενισχύοντας παράλληλα την κοινωνική ασφάλεια και τηρώντας τους στόχους μετά το πρόγραμμα».

Η έκθεση τονίζει ότι «η δυναμική της μεταρρύθμισης πρέπει να μεταφραστεί σε τολμηρές και συγκεκριμένες δράσεις για τη διασφάλιση της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας, την ενίσχυση της παραγωγικότητας μέσω μεταρρυθμίσεων στην αγορά εργασίας και προϊόντων, την επιτάχυνση των ιδιωτικοποιήσεων και τον εκσυγχρονισμό της δημόσιας διοίκησης».

Ευρωπαϊκή Ένωσηελληνική οικονομία