Οικονομία|06.04.2022 19:32

«Εμφύλιος» στον τουριστικό κλάδο για τη βραχυχρόνια μίσθωση

Μαρία Λιλιοπούλου

«Εμφύλιος» έχει ξεσπάσει μεταξύ των επιχειρηματιών του τουρισμού και των εταιριών βραχυχρόνιας μίσθωσης ακινήτων στο πάρα πέντε της τουριστικής περιόδου και ενώ ο κλάδος ήδη προσπαθεί να αντισταθμίσει τις προβλεπόμενες απώλειες από τους Ρώσους τουρίστες, οι οποίοι το 2019 είχαν ξεπεράσει το μισό εκατομμύριο στη χώρα μας.

Η αρχή έγινε με τον Σύνδεσμο Τουριστικών Επιχειρήσεων Ελλάδας (ΣΕΤΕ), ο οποίος με επιστολή του προέδρου του, Γιάννη Ρέτσου προς τους υπουργούς Επικρατείας, Τουρισμού, Οικονομικών, Ανάπτυξης και Επενδύσεων και Εργασίας ζήτησε περαιτέρω ρύθμιση της αγοράς βραχυχρόνιας μίσθωσης. Αλλωστε και σε προ ημερών τοποθέτησή του ο επικεφαλής του ΣΕΤΕ είχε τονίσει ότι η βραχυχρόνια μίσθωση έχει υπερβεί την κόκκινη γραμμή που είχε θέσει ο Σύνδεσμος συμπληρώνοντας ότι πλέον συγκροτήματα με δεκάδες δωμάτια, που προφανώς προσφέρουν υπηρεσίες φιλοξενίας, εκμεταλλεύονται τη γκρίζα ζώνη της βραχυχρόνιας μίσθωσης και αντί να δραστηριοποιούνται ως ξενοδοχεία, επιλέγουν αυτον τον δρόμο με αποτέλεσμα να δημιουργούν συνθήκες αθέμιτου ανταγωνισμού απέναντι στα ξενοδοχεία αλλά και να προκαλούν την απώλεια εσόδων και για το Δημόσιο.

Η επιστολή πυροδότησε αντιδράσεις από την πλευρά των εταιριών βραχυχρόνιας μίσθωσης, οι οποίες με δική τους ανακοίνωση σημειώνουν ότι οι προτάσεις του ΣΕΤΕ ισοδυναμούν ούτε λίγο ούτε πολύ με αίτημα κατάργησης της βραχυχρόνιας μίσθωσης.

Την ίδια στιγμή, στη Βουλή συζητήθηκε για ακόμα μία φορά το ζήτημα επιβολής του τέλους παρεπιδημούντων και στα καταλύματα βραχυχρόνιας μίσθωσης ύστερα από την ερώτηση που υπέβαλε ο βουλευτής Ηρακλείου του ΜέΡΑ 25, Γιώργος Λογιάδης. Ο αναπληρωτής υπουργός Εσωτερικών, Στέλιος Πέτσας απαντώντας παρέπεμψε τη σχετική συζήτηση για το μέλλον, αφήνοντας, πάντως, «παράθυρο» αλλαγών στη νομοθεσία.

Ο ΣΕΤΕ στην επιστολή του παρουσίασε δέσμη προτάσεων, οι οποίες αποτελούν είτε προθήκες σε υφιστάμενες διατάξεις ή συμπληρωματικές ρυθμίσεις και σχετίζονται τόσο με θέματα λειτουργίας και φορολόγησης όσο και με ζητήματα περιορισμού των υπό μίσθωση καταλυμάτων ανά περιοχή.

Συγκεκριμένα, ο ΣΕΤΕ υποστηρίζει πως

  • τα ακίνητα που ενοικιάζονται στο πλαίσιο της οικονομίας διαμοιρασμού θα πρέπει να εκμισθώνονται επιπλωμένα, χωρίς την παροχή οποιασδήποτε υπηρεσίας πλην αυτής των κλινοσκεπασμάτων και αυτό μόνο κατά την άφιξη των μισθωτών και όχι κατά τη διάρκεια της βραχυχρόνιας μίσθωσης. Σε διαφορετική περίπτωση το ακίνητο θα πρέπει να θεωρείται τουριστικό κατάλυμα και να διαθέτει Ειδικό Σήμα Λειτουργίας ή Βεβαίωση Συνδρομής Νομίμων Προϋποθέσεων, αλλιώς θα σφραγίζεται και θα επιβάλλεται αυτοτελές διοικητικό πρόστιμο 10.000 ευρώ.

  • Εάν πρόκειται για μίσθωση του συνόλου των διαμερισμάτων μιας πολυκατοικίας ή ενός συγκροτήματος κατοικιών, τότε αυτό επίσης θα θεωρείται τουριστικό κατάλυμα και θα απαιτείται Ειδικό Σήμα Λειτουργίας ή Βεβαίωση Συνδρομής Νομίμων Προϋποθέσεων, αλλιώς προτείνεται η επιβολή προστίμου ύψους 10.000 ευρώ.

  • Πρότείνεται η επιβολή ΦΠΑ στο εισόδημα το οποίο αποκτάται μέσω των βραχυχρόνιων μισθώσεων, στην περίπτωση που ο δικαιούχος είναι νομικό πρόσωπο ή στην περίπτωση που ο δικαιούχος του εισοδήματος είναι φυσικό πρόσωπο και έχει καταχωρίσει περισσότερα των δύο ακίνητα στον ΑΦΜ του. Εξαίρεση θα αποτελούν οι περιπτώσεις που το ένα εκ των δύο ακινήτων ιδιοκατοικείται.

  • Οι βραχυχρόνιες μισθώσεις μέσω ψηφιακών πλατφορμών προτείνεται να υπόκεινται σε παρακράτηση φόρου 5% -που θα βαρύνει τον μισθωτή- επί του συνολικού αντιτίμου της μίσθωσης.

Μέγιστος Αριθμός Ακινήτων

Ο ΣΕΤΕ προτείνει επίσης να δοθεί η δυνατότητα στους δήμους να ορίσουν τον μέγιστο αριθμό ακινήτων που μπορούν να εγγράφονται στο Μητρώο Ακινήτων Βραχυχρόνιας Μίσθωσης για την περιοχή εντός των ορίων του Δήμου τους. Η απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου και η σχετική μελέτη θα πρέπει να ανανεώνονται ανά έτος.

Επιπροσθέτως προτείνει την επιβολή φόρου υπέρ ΟΤΑ Α΄ Βαθμού για τις βραχυχρόνιες μισθώσεις που συνάπτονται μέσω ψηφιακών πλατφορμών με την ονομασία «φόρος βραχυχρόνιων μισθώσεων». Ο φόρος βραχυχρόνιας μίσθωσης θα βαρύνει τον μισθωτή και θα επιβάλλεται κατά την ηλεκτρονική αποπληρωμή της μίσθωσης μέσω της πλατφόρμας, η οποία θα τον αποδίδει στη Φορολογική Διοίκηση με μηνιαίες δηλώσεις και μετά θα αποδίδεται από τη Φορολογική Διοίκηση στον ΟΤΑ Α’ βαθμού της περιοχής εντός της οποίας βρίσκεται το ακίνητο.

Ο Σύνδεσμος επαναλαμβάνει επίσης την υποχρέωση η μίσθωση του ακινήτου να μην υπερβαίνει τις 90 ημέρες ανά έτος και τις 60 μέρες για νησιά κάτω των 10.000 κατοίκων εκτός εάν το συνολικό εισόδημα του εκμισθωτή ή του υπεκμισθωτή, από το σύνολο των ακινήτων που διαθέτει για μίσθωση ή υπεκμίσθωση, δεν ξεπερνά τα 12.000 ευρώ κατά το τρέχον φορολογικό έτος.

Οι εταιρίες βραχυχρόνιας μίσθωσης

Αμεση ήταν η αντίδραση του Συνδέσμου Εταιριών Βραχυχρόνιας Μίσθωσης Ακινήτων, ο οποίος μέσω των μελών του ελέγχει 2.457 ακίνητα σε οκτώ περιοχές της χώρας. Σχολιάζοντας την επιστολή του ΣΕΤΕ, ο Σύνδεσμος επισημαίνει ότι «εν συντομία ζητάει ουσιαστικά την κατάργηση της δραστηριότητας της βραχυχρόνιας μίσθωσης. Λίγο ή πολύ, ένας θεσμικός φορέας - κοινωνικός εταίρος για την ακρίβεια - ζητάει να παύσουν τη δραστηριότητά τους εκατοντάδες αμιγώς ελληνικές επιχειρήσεις (Property Managers) που δρουν σε νόμιμο φορολογικό πλαίσιο, να απωλέσουν το συμπληρωματικό τους εισόδημα χιλιάδες ιδιοκτήτες ανά τη χώρα που φορολογούνται και να σταματήσει κάθε δραστηριότητα περιφερειακή της βραχυχρόνιας μίσθωσης όπως κατασκευές, ανακαινίσεις, εξοπλισμός, εταιρείες τεχνολογίας, συνεργαζόμενες εταιρείες από το εξωτερικό κ.λπ. Κυρίως όμως να χάσει το ελληνικό δημόσιο χρήματα από τον εισερχόμενο τουρισμό και τη φιλοξενία των τουριστών».

Οι εταιρίες του κλάδου επισημαίνουν ότι μπορεί ο ΣΕΤΕ να ιδρύθηκε από Έλληνες ξενοδόχους, αλλά ο ρόλος του πλέον δεν είναι να εκπροσωπεί μόνο αυτούς: «Θα πρέπει να καταλάβουμε ότι το τουριστικό προϊόν αλλάζει καθώς αλλάζουν οι ανάγκες των ταξιδιωτών και δεν μπορεί κανείς να εμποδίσει την ελεύθερη μετακίνηση των επισκεπτών παγκοσμίως και τη βούλησή τους να επιλέγουν τον τρόπο διακίνησης και διαμονής τους».

Ο Σύνδεσμος αναρωτιέται μάλιστα εάν η βραχυχρόνια μίσθωση δε θεωρείται τουριστικό προϊόν και πρέπει να εκλείψει, προσθέτοντας με νόημα ότι σε αυτήν την περίπτωση «θα προτείναμε να συζητήσουν με μέλη τους ξενοδόχους που έχουν δει τις δυνατότητες της και έχουν μπει σε αυτήν, έστω και αν δεν το διαφημίζουν».

Το τέλος παρεπιδημούντων

Το ζήτημα του τέλους διαμονής παρεπιδημούντων, το οποίο αποδίδεται στους ΟΤΑ και αντιστοιχεί σε ποσοστό 0,5% επί του ακαθάριστου κύκλου εργασιών για ξενοδοχειακές επιχειρήσεις και τη στάση της κυβέρνησης ως προς την ενδεχόμενη διεύρυνση της επιβολής του και στη βραχυχρόνια μίσθωση, η οποία εξαιρείται, έφερε στη Βουλή με ερώτησή του προς το υπουργείο Εσωτερικών ο βουλευτής του ΜέΡΑ25, Γιώργος Λογιάδης.

«Ο επιχειρήσεις βραχυχρόνιας μίσθωσης, κοινώς Airbnb, δεν καταβάλλουν το 0,5% των εισπράξεών τους ως τέλος παρεπιδημούντων προς τους δήμους, προκειμένου τα ποσά αυτά να κατευθυνθούν σε δράσεις για στήριξη του τουρισμού, όπως γίνεται με όλες τις άλλες επιχειρήσεις τουριστικών καταλυμάτων. Δεν καταβάλλουν ΦΠΑ, δεν καταβάλλουν φόρο διαμονής», σημείωσε ο κ. Λογιάδης προσθέτοντας ότι σύμφωνα με μελέτη του οίκου Grant Thornton «η πλειονότητα των μισθώσεων αυτών -τύπου Airbnb- έχει παύσει να γίνεται από μεμονωμένα ακίνητα, αλλά από οργανωμένες πολύ μεγάλες επιχειρήσεις, οι οποίες εκμεταλλεύονται ολόκληρες πολυκατοικίες, εκατοντάδες διαμερίσματα, κατοικίες και αυτοτελή δωμάτια τα οποία λειτουργούν ως καταλύματα υπό το μανδύα των βραχυχρόνιων μισθώσεων και τα εκμισθώνουν αυτά 365 μέρες τον χρόνο χωρίς φορολογικές και κανονιστικές διατάξεις και υποχρεώσεις που έχουν όλα τα άλλα κύρια τουριστικά καταλύματα, υπονομεύοντας τη λειτουργία του ξενοδοχειακού κλάδου και αποσπώντας όλο και μεγαλύτερο μερίδιο από την τουριστική αγορά».

«Εύλογο» χαρακτήρισε το ερώτημα ο αναπληρωτής Υπουργός Εσωτερικών, Στελιος Πέτσας, ο οποίος αφού αναφέρθηκε σε περιορισμούς που έχουν ήδη τεθεί (υποχρέωση εγγραφής του διαχειριστή του ακινήτου στο Μητρώο Ακινήτων Βραχυχρόνιας Διαμονής της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων, περιορισμοί στους ιδιοκτήτες των ακινήτων βάσει γεωγραφικών περιοχών, δυνατότητα στη Φορολογική Διοίκηση να ζητά από κάθε διαχειριστή ψηφιακής πλατφόρμας που δραστηριοποιείται στην οικονομία του διαμοιρασμού πληροφορίες και στοιχεία σχετικά με πρόσωπα που χρησιμοποιούν την πλατφόρμα και προβλέφθηκαν οι σχετικές διοικητικές κυρώσεις), επεσήμανε πως βάσει της υφιστάμενης νομοθεσίας, οι βραχυχρόνιες εκμισθώσεις δεν συνιστούν τουριστικά καταλύματα και ως εκ τούτου με το ισχύον πλαίσιο δεν μπορεί να επιβληθεί το τέλος παρεπιδημούντων.

Ωστόσο ο κ. Πέτσας άφησε ανοιχτό ένα παράθυρο επανεξέτασής του στο μέλλον και αφού έχει ολοκληρωθεί η μεταρρύθμιση στην ηλεκτρονική καταβολή του: «Εμείς ως Υπουργείο Εσωτερικών έχοντας υπόψη ότι το τέλος παρεπιδημούντων είναι έσοδο των ΟΤΑ θέλουμε να εναρμονίσουμε και να διευκολύνουμε την είσπραξη όλων των εσόδων των ΟΤΑ. Όταν θα φτάσουμε τα υφιστάμενα έσοδα να τα έχουμε τακτοποιήσει με τέτοιον τρόπο ώστε να αποδίδονται απευθείας μέσω της ΑΑΔΕ, θα μπορούσαμε να συζητήσουμε ενδεχομένως και τη διεύρυνση αυτής της βάσης με τέλος παρεπιδημούντων στις βραχυχρόνιες μισθώσεις. Αυτό είναι ζήτημα ευρύτερης κυβερνητικής πολιτικής και είναι ένα θέμα το οποίο θα πρέπει να συζητηθεί σε επόμενο χρονικό διάστημα» κατέληξε.

Η βραχυχρόνια μίσθωση στην Ελλάδα

Σύμφωνα με έρευνα του Ινστιτούτου του Συνδέσμου Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων (ΙΝΣΕΤΕ), η οποία δημοσιοποιήθηκε στα τέλη του 2020, η βραχυχρόνια μίσθωση στη χώρα μας κινείται πλέον σε επαγγελματικό πλαίσιο εμφανίζοντας υψηλή τουριστική δραστηριότητα ειδικά στην Αττική, την Κρήτη και τις Κυκλάδες.

Δεν αποτελεί πλέον αποκλειστικά δραστηριότητα εκμετάλλευσης κάποιων αχρησιμοποίητων πόρων για λίγο επιπλέον εισόδημα, αλλά αντιθέτως, με την επαγγελματική διαχείριση και αξιοποίηση των σχετικών πλατφορμών, αποτελεί δραστηριότητα που διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στη διαμόρφωση του τουριστικού προϊόντος της χώρας, ιδιαίτερα σε ορισμένες σημαντικές τουριστικές περιοχές, όπου οι διαθέσιμες κλίνες βραχυχρόνιας μίσθωσης υπερβαίνουν, εν δυνάμει, και τις διαθέσιμες κλίνες σε ξενοδοχεία.

Για το λόγο αυτό επισημαινόταν στην έρευνα ότι «είναι απαραίτητο να υπάρξει ρύθμιση της δραστηριότητας της βραχυχρόνιας μίσθωσης ως μέρος του συνολικού τουριστικού προϊόντος».

Η ποσοστιαία κατανομή μεταξύ κλινών σε καταλύματα βραχυχρόνιας μίσθωσης και κλινών σε ξενοδοχεία για την περίοδο Ιούλιος 2019 - Ιούνιος 2020, αποκαλύπτει ότι στο σύνολο της χώρας, ο αριθμός κλινών στα καταλύματα βραχυχρόνιας μίσθωσης ισούταν με αυτόν στα ξενοδοχεία.

Στο σύνολο της χώρας υπήρξαν διαθέσιμα στις πλατφόρμες βραχυχρόνιας μίσθωσης Airbnb και HomeAway, 179.000 καταλύματα με 854.000 κλίνες (στην έρευνα είχαν ληφθεί υπόψιν μόνο καταλύματα που υπήρξαν διαθέσιμα στις πλατφόρμες Airbnb και HomeAway έστω και μια μέρα την εξεταζόμενη περίοδο). Συνεπώς, τα ανωτέρω μεγέθη απεικονίζουν τη μέγιστη δυναμικότητα των καταλυμάτων βραχυχρόνιας μίσθωσης, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι για 12 μήνες υπήρχε συνεχώς διαθέσιμο το σύνολο καταλυμάτων και κλινών.

Περισσότερα από τα μισά καταλύματα συγκεντρώνονται στην Αττική, την Κρήτη και τις Κυκλάδες. Από το σύνολο των καταλυμάτων, το 89% ήταν αυτόνομα καταλύματα, το 2% δωμάτια ξενοδοχείων και το 9% ιδιωτικά δωμάτια σε μεγαλύτερο κοινόχρηστο σπίτι ή διαμέρισμα.

ειδήσεις τώραAirbnbβραχυχρόνιες μισθώσειςβραχυχρόνια μίσθωσηξενοδοχειακές επιχειρήσειςτουρισμόςΣΕΤΕ