Οικονομία|14.01.2020 18:25

Ομίχλη στην οικονομία από τη διεθνή κρίση - Ρίσκα και στοιχήματα

Ελευθερία Αρλαπάνου

Στη χειρότερη, χρονική, στιγμή για το σχέδιο ανάκαμψης βρίσκει την ελληνική οικονομία, η εκτίναξη της αβεβαιότητας διεθνώς λόγω των ισχυρών γεωπολιτικών αναταράξεων που προκαλεί η δολοφονία του Ιρανού Σολεϊμανί από τις ΗΠΑ και ο φόβος για τον «πόλεμο» αντιποίνων. Παρά το γεγονός ότι είναι ακόμη νωρίς για να φανεί η έκταση που μπορεί να πάρει η κατάσταση στη Μέση Ανατολή η ανησυχία για τις εξελίξεις είναι στο προσκήνιο, ειδικά αφού ο «πόλεμος» αυτός μπορεί να πλήξει την ομαλή ροή της τροφοδοσίας πετρελαίου, σε λογικές τιμές, στη Δύση καθώς η αντιπαράθεση μπλέκεται, έμμεσα ή άμεσα, γύρω από βασικούς ενεργειακούς παγκόσμιους παίκτες.

Αν και η θετική πορεία της ελληνικής οικονομίας και η ύπαρξη σημαντικών, φθηνών ευκαιριών για επενδύσεις, δεν αμφισβητείται στα «σαλόνια» των οίκων και των επενδυτών με την κυβέρνηση να κινείται με ιδιαίτερα θετικό τρόπο σύμφωνα με τα κριτήρια των αγορών, το μεγάλο ερώτημα είναι εάν το θετικό ελληνικό story θα είναι το ίδιο ελκυστική όσο ήταν πριν την επίθεση των ΗΠΑ στο Ιράν. Ή κατά πόσο θα χρειαστεί να χαθεί επιπλέον χρόνος για να γίνουν κινήσεις που θα προχωρούσαν ταχύτερα εάν δεν προέκυπτε η έκρηξη του γεωπολιτικού ρίσκου στην περιοχή.

Αυτό είναι ένα ερώτημα στο οποίο δεν μπορεί να απαντήσει κανείς αυτή τη στιγμή καθώς βρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη ένα σκληρό πόκερ στην ευρύτερη περιοχή την ώρα που διασταυρώνονται τα «ξίφη» διαφορετικών ενεργειακών project και συμφερόντων διαμορφώνοντας ένα περιβάλλον κινούμενης άμμου. Η μεγάλη ανησυχία, διεθνώς, είναι κατά πόσο η αβεβαιότητα και η έντονη ανησυχία λόγω της αντιπαράθεσης Ιράν – ΗΠΑ έχει τη δυναμική να εξελιχθεί σε θύελλα που θα σαρώσει τις αγορές ομολόγων και μετοχών, προκαλώντας μεγάλη άνοδο στην  τιμή του πετρελαίου και θα οδηγήσει σε αποφυγή ρίσκου και αναστολή επενδυτικών σχεδίων μικρών ή μεγάλων στην ευρύτερη περιοχή.

Η Ελλάδα που βρίσκεται πρακτικά κάπου μεταξύ αναδυόμενων και ώριμων αγορών, μετά τη δεκαετή κρίση, θέλει να πετύχει φέτος ρυθμούς ανάπτυξης τουλάχιστον 2,8% προκειμένου να ξεφύγει με ασφάλεια από τη μαύρη εποχή των μνημονίων, προσελκύοντας επενδύσεις και εκκινώντας σημαντικά μεγάλα επενδυτικά έργα που θα δώσουν σημαντικά οφέλη στην οικονομία για την επόμενη δεκαετία όπως το Ελληνικό, η κατασκευή του νέου αγωγού, η πώληση ποσοστού του Διεθνούς Αερολιμένα και άλλες σημαντικές κινήσεις.

Ευκαιρίες υπάρχουν αλλά...

Την ίδια ώρα το κόστος δανεισμού είναι ήδη σε ιστορικά χαμηλά επίπεδα εξαιτίας των πρωτοβουλιών που έχει πάρει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα τις οποίες λόγω της βελτίωσης που έχει γίνει στην οικονομία είναι πια σε θέση να τις παρακολουθεί και η Ελλάδα. Οι αποτιμήσεις παραμένουν χαμηλές και υπάρχουν αξιόλογες ευκαιρίες σε καίριους τομείς για την ελληνική οικονομία, μεταξύ αυτών και τα ακίνητα. Ταυτόχρονα όμως η ελληνική οικονομία δεν έχει κατακτήσει την επενδυτική βαθμίδα από τους ξένους οίκους αξιολόγησης, που είναι ένα πιστοποιητικό για την επενδυτική της αξιοπιστία ενώ δεν αποδυναμώνεται ένας ακόμη σημαντικός λόγος έντονης ανησυχίας για τους επενδυτές που είναι η ένταση στις ελληνοτουρκικές σχέσεις.

Όπως έχει γράψει η Ημερησία είναι χαρακτηριστικό ότι ξένοι επενδυτικοί οίκοι, που κατευθύνουν τις επενδυτικές επιλογές μεγάλων διεθνών επιχειρήσεων και funds, το πρώτο πράγμα που ρωτούν σε επισκέψεις που κάνουν στην Ελλάδα τον τελευταίο καιρό είναι τα ελληνοτουρκικά. Είναι δε επίσης βέβαιο πως στους επενδυτές δεν αρέσει η αβεβαιότητα, επιθυμούν να εξασφαλίσουν τις αποδόσεις τους σε περιβάλλον σταθερότητας που δεν υποβοηθείται από μια κατάσταση έντονης μεταβλητότητας όπως η σημερινή όπου οι μεταβλητές μπορεί να αλλάξουν από μέρα σε μέρα καθώς μετατοπίζονται οι κατευθύνσεις γεωπολιτικών αποφάσεων.

Σε επιφυλακή με ψυχραιμία

Στο κυβερνητικό στρατόπεδο επικρατεί ψυχραιμία αν και η κατάσταση παρακολουθείται στενά καθώς οι εξελίξεις στη Μέση Ανατολή δεν είναι ακριβώς αυτό που έλεγε κανείς μια ήπια άνοδος του γεωπολιτικού ρίσκου στην  περιοχή. Την ώρα που τα «στοιχήματα» διεθνώς παίζονται ακόμη γύρω από το πόσο ψηλά μπορεί να φθάσει η τιμή του πετρελαίου και πόσο διατηρήσιμη θα αποδειχθεί εν τέλει η όποια άνοδος, επηρεάζοντας το κόστος μεταφορών και λειτουργίας των επιχειρήσεων και την επενδυτική τους διάθεση, είναι νωρίς να εξαχθούν ασφαλή συμπεράσματα. Ο ελληνικός προϋπολογισμός έχει συνταχθεί με παραδοχή για μέση τιμή πετρελαίου γύρω στα 57,5 δολάρια το βαρέλι.

Αυτό σημαίνει ότι θα χρειαστεί ένα ικανό χρονικό διάστημα εκτίναξης των τιμών του πετρελαίου σε υψηλότερα επίπεδα 70 δολαρίων ή και υψηλότερα προκειμένου να ανατραπούν οι προβλέψεις του προϋπολογισμού. Είναι όμως επίσης νωρίς να αποτιμηθεί κατά πόσο θα επιτευχθεί ο στόχος για σημαντική, διψήφια άνοδο των επενδύσεων στην οποία πρέπει να στηριχθεί η ανάπτυξη. Ο μεγαλύτερος προβληματισμός εντοπίζεται ωστόσο στην ένταση της αβεβαιότητας που θα παραμείνει στο προσκήνιο ακόμη και εάν εκτονωθεί και δεν κλιμακωθεί μεσοπρόθεσμα η κατάσταση μεταξύ Ιράν – ΗΠΑ επηρεάζοντας τη συμπεριφορά των επενδυτών παγκοσμίως, καθιστώντας ευάλωτες τις όποιες προβλέψεις.

πετρέλαιοΚασέμ Σουλεϊμανίελληνική οικονομία