Πολιτική|21.03.2022 07:00

Εκλογές: Η ακρίβεια απομακρύνει τα σενάρια - Τα ανοιχτά μέτωπα της κυβέρνησης

Κατερίνα Κοκκαλιάρη

Με την έξοδο από το οικονομικό τούνελ να μην είναι κοντά η κυβέρνηση εστιάζει στην αντιμετώπιση του κύματος των ανατιμήσεων, καθώς δημιουργείται ένα εκρηκτικό μείγμα για νοικοκυριά και επιχειρήσεις. Σε αυτή την χρονική συγκυρία προβλέψεις δεν μπορεί να γίνουν για την διάρκεια του πολέμου στην Ουκρανία αλλά και τη γενικότερη πορεία της οικονομίας. Μπροστά σε αυτό το ρευστό σκηνικό τα σενάρια για εκλογικό αιφνιδιασμό μέσα στην Άνοιξη υποχωρούν και αυτό που προέχει είναι να βρεθεί η χρυσή τομή ανάμεσα στα μέτρα στήριξης και την πολυπόθητη δημοσιονομική ισορροπία.

Το πλέγμα στήριξης που ανακοινώθηκε έχει δεχθεί κριτική από την αντιπολίτευση, που μιλά για ανεπαρκή μέτρα τα οποία λαμβάνονται με καθυστέρηση. Την ίδια στιγμή στο κυβερνητικό στρατόπεδο έχουν επεξεργαστεί και εναλλακτικά σενάρια για πρόσθετα μέτρα σε περίπτωση που το ντόμινο αυξήσεων συνεχιστεί.

Ωστόσο, πρόκειται για μια δύσκολη εξίσωση, όπως φαίνεται και από τη συζήτηση που διεξάγεται για τη δεύτερη αύξηση του κατώτατου μισθού το Μάιο. Για το ποσοστό αυτής της αύξησης από την μια πλευρά πρέπει να ληφθούν υπόψη οι αντοχές των επιχειρήσεων και από την άλλη πλευρά η επιτακτική ανάγκη για περαιτέρω ενίσχυση των χαμηλόμισθων.

Δεδομένο είναι πως σε αυτή τη συγκυρία η πορεία της οικονομίας αποτελεί τον βασικό «πονοκέφαλο» της κυβέρνησης. Δεν είναι μόνο η συνεχιζόμενη αναζήτηση δημοσιονομικού χώρου για πρόσθετα μέτρα στήριξης αλλά και ο πολιτικός αντίκτυπος που έχει το κύμα ακρίβειας.

Ένα μεγάλο μέρος των ψηφοφόρων πηγαίνει στην κάλπη με το βλέμμα στραμμένο στην οικονομία και μέχρι τώρα η κυβέρνηση εστίαζε σε ένα θετικό οικονομικό αφήγημα για την επόμενη ημέρα. Ωστόσο, με τον πληθωρισμό να έχει πάρει την ανηφόρα και τους αναπτυξιακούς ρυθμούς να υποχωρούν δεν είναι εύκολο να «τρέξουν» άμεσα περαιτέρω φοροαπαλλαγές. Υπενθυμίζεται πως οι υποσχέσεις για μείωση των φόρων και των ασφαλιστικών εισφορών είχαν κεντρική θέση στο προεκλογικό πρόγραμμα της Νέας Δημοκρατίας το 2019 και είχαν παίξει ρόλο κλειδί στην προσέγγιση της μεσαίας τάξης.

Στο μεταξύ μια σειρά δημοσκοπήσεων το τελευταίο διάστημα δείχνουν πως η κυβέρνηση διατηρεί το καθαρό προβάδισμα από το ΣΥΡΙΖΑ, ωστόσο ένα μεγάλο μέρος της κοινής γνώμης ανέμενε περισσότερα στη μάχη με την ακρίβεια. Μέσα σε αυτό το τοπίο οι όποιες σκέψεις μπορεί να υπήρχαν στο «γαλάζιο» στρατόπεδο για εκλογικό αιφνιδιασμό μέσα στην Άνοιξη υποχωρούν και όπως όλα δείχνουν μια τέτοια κίνηση δεν αναμένεται να γίνει πριν το φθινόπωρο. Τότε θα επαναξιολογηθεί εκ νέου η πολιτική κατάσταση, με την κυβέρνηση να εστιάζει στην πορεία του τουρισμού - που μένει να φανεί το κατά πόσο θα επηρεαστεί από τις γεωπολιτικές εξελίξεις- για να στείλει μήνυμα αλλαγής σελίδας στην οικονομία.

Ο αναπληρωτής υπουργός Εσωτερικών Στέλιος Πέτσας σημείωσε το Σάββατο πως δεν βλέπει εκλογές , λέγοντας χαρακτηριστικά πως σε περίοδο αναταραχής όπως αυτή «είναι λογικό όταν κάποιος δυσκολεύεται να βγάλει το μήνα, να θέλει να τιμωρήσει την κυβέρνηση ασχέτως αν τα έχει πάει εξαιρετικά σε άλλα πεδία». Για κυνική παραδοχή έκανε λόγο ο ΣΥΡΙΖΑ, με τον αναπληρωτή υπουργό να επανέρχεται χθες κάνοντας λόγο για διαστρέβλωση των όσων είπε.

Οι διπλές κάλπες και ο εκλογικός νόμος

Οι επόμενες εκλογές θα γίνουν με την απλή αναλογική και αν δεν σχηματιστεί κυβέρνηση θα υπάρξει νέα προσφυγή στις κάλπες. Ωστόσο με τον εκλογικό νόμο που ψηφίστηκε το 2020 - και ο οποίος θα ισχύσει από τη μεθεπόμενη αναμέτρηση- απαιτείται ένα ποσοστό κοντά στο 37.5% με 38% για να κερδίσει το πρώτο κόμμα πάνω από 151 έδρες (ανάλογα και με το ποσοστό των κομμάτων που μένουν εκτός Βουλής).

Μια σειρά δημοσκοπήσεων που έχουν δει το φως της δημοσιότητας δείχνουν τη Νέα Δημοκρατία να προηγείται αλλά στην πρόθεση ψήφου δεν φαίνεται να κατακτά τις απαιτούμενες έδρες για αυτοδύναμη κυβέρνηση. Με αυτά τα δεδομένα η εφαρμογή ενός διαφορετικού μαθηματικού μοντέλου για το bonus στο πρώτο κόμμα βρίσκεται στο επίκεντρο των «γαλάζιων» συζητήσεων.

Με τον εκλογικό νόμο του 2020 το πρώτο κόμμα με 25% παίρνει 20 έδρες και από εκεί και πέρα μια επιπλέον έδρα για κάθε μισή μονάδα πάνω από το ποσοστό αυτό (και μέχρι 50 έδρες). Σύμφωνα με πληροφορίες έχουν υπάρξει «γαλάζιες» προτάσεις το μπόνους των 50 εδρών να δίνεται με μικρότερο ποσοστό και να υπολογίζεται και σε σχέση με τη διαφορά από το δεύτερο κόμμα.

Ωστόσο υπάρχει και ο αντίλογος πως μια αλλαγή του εκλογικού νόμου που πέρασε από τη Βουλή το 2020 -και δεν έχει ακόμα προλάβει να εφαρμοστεί - θα έστελνε μήνυμα ηττοπάθειας. Σε κάθε περίπτωση η κυβέρνηση καλείται να κλείσει με τον ένα ή τον άλλο τρόπο τη σχετική συζήτηση, καθώς δεν μπορεί να συνεχίζεται για μεγάλο διάστημα η σεναριολογία.

μέτραειδήσεις τώραμέτρα στήριξηςΚυριάκος Μητσοτάκηςεκλογέςακρίβεια