Πολιτική|29.10.2019 11:17

Τα έξι «μηνύματα» της Αθήνας στα Σκόπια μετά το «όχι» των Ευρωπαίων

Γιώργος Σκαφιδάς

Διαψεύδοντας τις προσδοκίες πολλών όχι μόνο στα Σκόπια αλλά διεθνώς, η ΕΕ είπε προ δεκαημέρου για ακόμη μία φορά «όχι» στην έναρξη ενταξιακών διαπραγματεύσεων με τη Βόρεια Μακεδονία.

Τα συμπεράσματα  της Συνόδου Κορυφής της 17ης-18ης Οκτωβρίου ήταν ως προς αυτό σαφή: «Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο θα επανέλθει στο ζήτημα της διεύρυνσης πριν από τη σύνοδο κορυφής Ε.Ε.-Δυτικών Βαλκανίων στο Ζάγκρεμπ τον Μάιο του 2020», όπως σημειώνεται σχετικά.

Εν τω μεταξύ, βέβαια, έως τότε (τον ερχόμενο Μάιο), πίσω στη Βόρεια Μακεδονία θα έχουν προηγηθεί πολιτικές εξελίξεις... εάν όχι ανατροπές.

Η χώρα οδεύει προς πρόωρες εκλογές στις 12 Απριλίου. Από τις αρχές του 2020 δε, στα Σκόπια θα έχει αναλάβει τα ηνία μια νέα... υπηρεσιακή κυβέρνηση, η σύνθεση και οι διαθέσεις της οποίας παραμένουν προς το παρόν άγνωστες.

Πλέον, τα ερωτήματα που ανακύπτουν σε ό,τι μας αφορά ως Ελλάδα είναι κατά βάση δύο:

  • Δύναται μια υπηρεσιακή βορειομακεδονική κυβέρνηση να συνεχίσει να υλοποιεί τη Συμφωνία των Πρεσπών έως και τις εκλογές του ερχόμενου Απριλίου;
  • Και πρόκειται να εμφανιστεί διατεθειμένη, από τον Απρίλιο και μετά, η οποία μελλοντική βορειομακεδονική κυβέρνηση (ενδεχομένως υπό το VMRO-DPMNE το οποίο εμφανίζεται άλλωστε να προηγείται και στις δημοσκοπήσεις) να σεβαστεί το γράμμα και το πνεύμα της Συμφωνίας που υπέγραψε η κυβέρνηση του Αλέξη Τσίπρα με τον Ζόραν Ζάεφ τον Ιούνιο του 2018 στις Πρέσπες;

Το τοπίο πλέον, έπειτα από το «όχι» των Ευρωπαίων και τη συνακόλουθη προκήρυξη πρόωρων εκλογών στη Βόρεια Μακεδονία, φαντάζει ανησυχητικά αβέβαιο. Ο Νίκολα Γκρούεφσκι μπορεί να βρίσκεται, πια, φυγόδικος στην Ουγγαρία, η παράταξή του ωστόσο επιμένει σε εκείνον τον ανιστόρητο αρχαΐζοντα αλυτρωτισμό έναντι της Ελλάδας που είχε οδηγήσει στο ελληνικό βέτο στο Βουκουρέστι το 2008 και σε βαθιά κρίση τις σχέσεις των δύο χωρών τη δεκαετία 2006-2016.

Το VMRO-DPMNE βέβαια, από την πλευρά του, θα ήθελε και την πίτα ολόκληρη και τον σκύλο χορτάτο. Θα ήθελε, με άλλα λόγια, την ένταξη στην ΕΕ σε συνδυασμό με τη de-facto ακύρωση του erga omnes της Συμφωνίας των Πρεσπών και τη διαιώνιση της ονομασίας «Μακεδονία» χωρίς επιθετικούς προσδιορισμούς.

Το VMRO-DPMNE καραδοκεί 

Το πως θα πορευθεί το VMRO-DPMNE, όχι προεκλογικά αλλά μετεκλογικά, σε περίπτωση που έρθει πρώτο κόμμα, μένει να φανεί. Αναφερόμενοι πάντως στη Συμφωνία των Πρεσπών, κορυφαίοι αξιωματούχοι της παράταξης έχουν υπονοήσει πολλά και διαφορετικά:

  • ότι θα πρέπει να σεβαστούν τη Συμφωνία αφού εκείνη ψηφίστηκε
  • ότι θα επιχειρήσουν απλώς να περιορίσουν τις «αρνητικές της επιπτώσεις», με ό,τι μπορεί να σημαίνει αυτό
  • ότι θα επιδιώξουν να ακυρώσουν στην πράξη την εσωτερική διάσταση του erga omnes (χρησιμοποιώντας δηλαδή εντός των συνόρων της χώρας την ονομασία «Μακεδονία» σκέτο)
  • αλλά και ότι μπορεί να τολμήσουν να ακυρώσουν μονομερώς τη Συμφωνία ως «αντισυνταγματική» και «επιζήμια», αλλάζοντας ξανά το Σύνταγμα της χώρας και μαζί τη συνταγματική της ονομασία (αν και το πιθανότερο είναι πως δεν θα έχουν αρκετές έδρες/ψήφους στο βορειομακεδονικό κοινοβούλιο για να κάνουν κάτι τέτοιο)

Πίσω στην Αθήνα, η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας από την πλευρά της μπορεί να έχει αποκηρύξει τη Συμφωνία των Πρεσπών ως «επιζήμια» για τα εθνικά συμφέροντα, πλην όμως πλέον, από τη στιγμή που η Συμφωνία υπεγράφη και έπειτα, αξιώνει την πιστή εφαρμογή της. Η ελληνική κυβέρνηση υπογραμμίζει δε με νόημα, ότι η έναρξη ενταξιακών διαπραγματεύσεων με τη γειτονική χωρά θα μπορούσε να συμβάλει σε αυτόν τον σκοπό, καθώς η πιστή εφαρμογή της Συμφωνίας θα συνδεόταν ως προαπαιτούμενο και με το άνοιγμα και κλείσιμο ενταξιακών κεφαλαίων της γειτονικής χώρας στο δρόμο της προς την ΕΕ. Το βέτο του ΝΑΤΟ που είχε μέχρι πρότινος στα χέρια της η Ελλάδα έχει, άλλωστε, εν τω μεταξύ χαθεί. Αυτό που απομένει πια είναι - το περισσότερο φλέγον και κρίσιμο ως ζητούμενο - βέτο της ένταξης της Βόρειας Μακεδονίας στην ΕΕ.  

Το VMRO-DPMNE, ωστόσο, από την πλευρά του δεν φαίνεται διατεθειμένο να εφαρμόσει πιστά όσα υπεγράφησαν στις Πρέσπες το καλοκαίρι του 2018. Κάθε άλλο μάλιστα.

Η ελληνική θέση 

Μέσα σε ένα τέτοιο πλαίσιο, η Αθήνα πλέον πορεύεται πάνω σε έξι άξονες στέλνοντας ισάριθμα μηνύματα.

  • Αφήνει να εννοηθεί ότι δεν πρέπει να δραματοποιούμε την κατάσταση, υπό την έννοια ότι η ευρωπαϊκή προοπτική της Βόρειας Μακεδονίας παραμένει στο τραπέζι και κάποια στιγμή θα γίνει πραγματικότητα. Μια ενδεχόμενη επίσκεψη του Γάλλου προέδρου Εμανουέλ Μακρόν στα Σκόπια το προσεχές διάστημα ίσως να λειτουργούσε ενισχυτικά προς μια τέτοια κατεύθυνση, ενώ την πρωτεύουσα της Βόρειας Μακεδονίας επισκέπτεται στις 29 Οκτωβρίου και ο ειδικός απεσταλμένος των ΗΠΑ για τα Δυτικά Βαλκάνια, Μάθιου Πάλμερ.
  • Η Αθήνα επικρίνει μεν το γαλλικό «όχι» στην έναρξη των ενταξιακών διαπραγματεύσεων όπως εκείνο διατυπώθηκε στην τελευταία Σύνοδο Κορυφής του Οκτωβρίου, αλλά ακούει με ενδιαφέρον (και σε σημαντικό βαθμό συμμερίζεται) το αίτημα της Γαλλίας για αλλαγές στην «υπερβολικά μηχανιστική και τεχνική» μεθοδολογία/διαδικασία της ευρωπαϊκής διεύρυνσης.
  • Καλεί τον βόρειο γείτονά μας να παραμείνει σε τροχιά μεταρρυθμίσεων.
  • Ξεκαθαρίζει ότι δεν προτίθεται σε καμία περίπτωση να εμπλακεί στις εσωτερικές υποθέσεις της Βόρειας Μακεδονίας.
  • Ξεκαθαρίζει ότι πιθανό πισωγύρισμα από την πλευρά της όποιας νέας βορειομακεδονικής κυβέρνησης στο ονοματολογικό πρόκειται να τινάξει στον αέρα την ευρωπαϊκή προοπτική της γειτονικής χώρας με το βέτο σε μια τέτοια περίπτωση να μην προέρχεται πια μόνο από τους Γάλλους (τους Ολλανδούς και τους Δανούς) αλλά και από την Ελλάδα.
  • Η Ελλάδα βλέπει, όμως, με συγκρατημένο σκεπτικισμό και κάποιες από τις υπεραισιόδοξες ή ευκαιριακές πρωτοβουλίες που φαίνεται να δρομολογούνται ή ενδεχομένως να δρομολογηθούν το προσεχές διάστημα σε ευρωπαϊκό επίπεδο (από χώρες όπως είναι για παράδειγμα η Ιταλία την οποία επισκέπτεται στις 29 Οκτωβρίου ο Ζόραν Ζάεφ), πρωτοβουλίες που εμφανίζονται να στοχεύουν στην επίτευξη ενός συμβιβασμού υπέρ της έναρξης των ενταξιακών διαπραγματεύσεων με τη Βόρεια Μακεδονία το συντομότερο δυνατό, με το βλέμμα στραμμένο στο Συμβούλιο Γενικών Υποθέσεων της 19ης Νοεμβρίου και τη Σύνοδο Κορυφής της 12-13 Δεκεμβρίου. «Δεν έχει νόημα να αναληφθούν προσπάθειες εάν πρόκειται να αποτύχουν… Ο Μακρόν δεν μπορεί άλλωστε να αλλάξει ξαφνικά θέση μέσα σε έναν μήνα», δηλώνει στο ethnos.gr άνθρωπος με γνώση των εξελίξεων.  

Η ελληνική θέση, από την άλλη, παραμένει σταθερή απέναντι στα Δυτικά Βαλκάνια ήδη από τις αρχές του 21ου αιώνα. «Η ευρωπαϊκή προοπτική των Δυτικών Βαλκανίων αποτελεί ελληνική πρωτοβουλία και σταθερή ελληνική θέση ήδη από το 2003 και τη Σύνοδο Ε.Ε.-Δυτικών Βαλκανίων που είχε πραγματοποιηθεί τότε στη Θεσσαλονίκη. Καμία ελληνική κυβέρνηση δεν έχει διαφοροποιηθεί ως προς αυτό», σημειώνει κυβερνητική πηγή στο ethnos.gr, αφήνοντας να εννοηθεί ότι θα πρέπει να περιμένουμε από την Αθήνα και άλλες πρωτοβουλίες στο συγκεκριμένο μέτωπο το προσεχές διάστημα.

ενταξιακές διαπραγματεύσειςΣυμφωνία των ΠρεσπώνΒόρεια ΜακεδονίαΕΕ