Κόσμος|29.10.2018 08:14

Συντριβή αεροσκάφους στην Ινδονησία: Βρέθηκαν συντρίμμια

Newsroom

Συντρίμμια βρέθηκαν επίσης κοντά στο σημείο όπου βρισκόταν το Μπόινγκ όταν χάθηκε η επαφή με τους ελεγκτές εναέριας κυκλοφορίας στο έδαφος, δήλωσε ο Μουχάμαντ Σιάουγκι, ο επικεφαλής της υπηρεσίας έρευνας και διάσωσης.

«Δεν γνωρίζουμε εάν και κατά πόσον υπάρχουν επιζώντες», δήλωσε ο Σιάουγκι κατά τη διάρκεια συνέντευξης Τύπου. Πρόσθεσε ότι δεν καταγράφηκε ακόμη σήμα από τον πομπό εντοπισμού έκτακτης ανάγκης του αεροσκάφους. «Ελπίζουμε, προσευχόμαστε, αλλά δεν μπορούμε να επιβεβαιώσουμε.»

Αξιωματούχος της υπηρεσίας ασφάλειας των μεταφορών της Ινδονησίας είπε ότι δεν είναι ακόμα σε θέση να εκτιμήσει ποια ήταν τα αίτια της συντριβής. Εξήγησε ότι για αυτό θα χρειαστεί διεξοδική ανάλυση των δεδομένων που περιέχονται στα «μαύρα κουτιά», όπως αποκαλούνται ο αποτυπωτής συνομιλιών πιλοτηρίου και ο καταγραφέας δεδομένων πτήσης στην ορολογία των αερομεταφορών.

Επίσης «θα συλλέξουμε όλα τα δεδομένα από τον πύργο ελέγχου», συμπλήρωσε ο αξιωματούχος, ο Σεργιάντο Τιαχιόνο. «Το αεροσκάφος είναι τόσο σύγχρονο που μεταδίδει τα δεδομένα του, θα τα μελετήσουμε κι εμείς. Αλλά το σημαντικότερο είναι (να βρεθούν) τα μαύρα κουτιά», συμπλήρωσε.

Οι αρχές της Αυστραλίας επίσης δεν έχουν καταγράψει σήματα από τον πομπό εντοπισμού έκτακτης ανάγκης του αεροπλάνου ως τώρα, όπως ενημέρωσαν τις ινδονησιακές όταν τους υποβλήθηκε σχετικό αίτημα, σημείωσε ο Σιάουγκι.

Η προσπάθεια ανάκτησης των συντριμμιών του αεροσκάφους και των μαύρων κουτιών θα είναι η δεύτερη που θα χρειαστεί να κάνουν στη θάλασσα και σε μεγάλο βάθος οι ινδονησιακές αρχές. Η πρώτη τέτοια επιχείρηση ήταν εκείνη μετά τη συντριβή ενός Airbus της AirAsia στη θάλασσα της Ιάβας τον Δεκέμβριο του 2015.

Βάσει των διεθνών κανονισμών, η αμερικανική ομοσπονδιακή υπηρεσία ασφάλειας των μεταφορών (National Transporation Safety Board, NTSB) θα συμμετάσχει στην έρευνα, με την υποστήριξη της Μπόινγκ και της γαλλικής εταιρείας CFM International, που κατασκευάζει τους κινητήρες (είναι θυγατρική των General Electric και Safran).

Η Μπόινγκ, η αμερικανική βιομηχανία που κατασκευάζει το αεροσκάφος που κατέπεσε, διαβεβαίωσε ότι είναι ενήμερη για τις πληροφορίες σχετικά με το δυστύχημα και «παρακολουθεί στενά» την κατάσταση.

Σύμφωνα με τον Σιντού Ραχάγιου, επικεφαλής της διεύθυνσης πολιτικής αεροπορίας του ινδονησιακού υπουργείου Μεταφορών, το πλήρωμα του αεροσκάφους «ζήτησε να επιστρέψει» στο αεροδρόμιο πριν αυτό «χαθεί από τα ραντάρ».

Το 737 απογειώθηκε από την Τζακάρτα περί τις 06:20 κι αναμενόταν να προσγειωθεί στην Πανγκάλ Πινάν, την πρωτεύουσα του νησιού Μπανγκά, περί τις 07:20, σύμφωνα με τον ιστότοπο Flightradar24.

«Δεν μπορούμε να κάνουμε κανένα σχόλιο αυτή τη στιγμή», ανέφερε νωρίτερα ο Έντουαρντ Σιράιτ, διευθύνων σύμβουλος του ομίλου στον οποίο ανήκει η Λάιον, προσθέτοντας πως θα δοθεί συνέντευξη Τύπου αργότερα εντός της ημέρας. «Προσπαθούμε να συγκεντρώσουμε όλες τις πληροφορίες και τα δεδομένα», πρόσθεσε.

Σύμφωνα με τα δεδομένα της πτήσης όπως τα κατέγραψε ο ιστότοπος Flightradar24, το αεροσκάφος ανέβηκε σε ύψος περίπου 5.000 ποδών (1.524 μέτρων), έχασε ύψος, κατόπιν το ανέκτησε, πριν αρχίσει να πέφτει προς τη θάλασσα. Η τελευταία θέση στην οποία καταγράφηκε ότι βρισκόταν ήταν σε ύψος 3.650 ποδών (1.113 μ.) με την ταχύτητά του να έχει αυξηθεί στους 345 κόμβους, ενώ σύμφωνα με γεωγραφικά δεδομένα από το Google Maps απείχε 15 χιλιόμετρα βόρεια της ινδονησιακής ακτογραμμής.

Αυτό είναι το πρώτο δυστύχημα στο οποίο ενεπλάκη Boeing 737 Max, ένα νέο και τεχνολογικά προηγμένο αεροσκάφος, ιδιαίτερα αποδοτικό σε ό,τι αφορά την οικονομία καυσίμου. Τα πρώτα αεροπλάνα του τύπου τέθηκαν σε υπηρεσία το 2017 και το πρώτο παρελήφθη μάλιστα από τη Malindo Air, θυγατρική του ομίλου Λάιον στη Μαλαισία.

ΙνδονησίαLion Air