Κόσμος|18.02.2019 10:04

Ισπανία: 80 χρόνια από τη «Retirada» - Μια άγνωστη ιστορία προσφυγιάς

Σπύρος Σεραφείμ

Είναι άλλη μια μαύρη σελίδα στην Ευρώπη, μια «μαχαιριά» στην καρδιά της Ισπανίας.

Ο ισπανικός εμφύλιος πόλεμος, ο οποίος διήρκεσε από τις 17 Ιουλίου 1936 μέχρι την 1 Απριλίου 1939, ήταν ο πόλεμος μεταξύ των Ισπανών Εθνικιστών -υπό την καθοδήγηση του στρατηγού Φρανθίσκο Φράνκο- και των Δημοκρατικών, δηλαδή των υπερασπιστών της νόμιμα εκλεγμένης κυβέρνησης - αριστερών, σοσιαλιστών, αναρχικών και κομμουνιστών.
Οι Δημοκρατικοί καθοδηγούνταν από τον Πρόεδρο της Β΄ Ισπανικής Δημοκρατίας Μανουέλ Αθάνια. Νικήτριες, όμως, αναδείχθηκαν οι εθνικιστικές-φασιστικές δυνάμεις του Φράνκο που υποστηρίχτηκαν ανοιχτά από τη χιτλερική Γερμανία και τη φασιστική Ιταλία.

Αν και ο πόλεμος κράτησε 3 χρόνια, οι μνήμες από τις κάθε λογής βιαιότητες στη χώρα είναι ακόμα νωπές. Ο αριθμός των θυμάτων, μέχρι σήμερα, είναι αμφισβητήσιμος και κυμαίνεται από 300.000 μέχρι 1.000.000 ανθρώπους. Ταυτόχρονα, τότε ξέσπασε μία από τις μεγαλύτερες, αλλά λιγότερο γνωστές προσφυγικές κρίσεις στον πλανήτη. Αυτές τις ημέρες συμπληρώνονται ογδόντα χρόνια από τη “Retirada” (απόσυρση, υποχώρηση). Περίπου 500.000 Ισπανοί Δημοκρατικοί και ξένοι εθελοντές (brigadistas) έφυγαν κυνηγημένοι μετά τη νίκη των φασιστικών στρατευμάτων του Φράνκο. Φιλοξενήθηκαν σε στρατόπεδα στη Γαλλία και έζησαν σε άθλιες συνθήκες. Σε μια άθλια ιστορία…

Λίγο πριν από τα Χριστούγεννα του 1938, ο Φράνκο εξαπολύει το σύνολο σχεδόν των δυνάμεών του, περίπου 300 χιλιάδες άνδρες, κατά της Καταλονίας. Στα μέσα του Ιανουαρίου του 1939, οι δυνάμεις των Δημοκρατικών αρχίζουν να υποχωρούν. Στις 23 Ιανουαρίου ο Εθνικός Στρατός εισέρχεται θριαμβευτικά στη Βαρκελώνη. Σχεδόν μισό εκατομμύριο άνθρωποι, μαχητές και άμαχοι, παίρνουν τον δρόμο της προσφυγιάς, καταδιωκόμενοι από τα στρατεύματα του Φράνκο και υπό τους συνεχείς βομβαρδισμούς της γερμανικής και ιταλικής αεροπορίας. Οι τυχεροί περνούν τα γαλλικά σύνορα, εκεί που τους περιμένουν οι ταπεινώσεις και τα γαλλικά στρατόπεδα συγκέντρωσης. Η φυγή αυτή θα στιγματίσει τη συλλογική μνήμη με την ονομασία “Retirada”.

«'Ήμασταν πεινασμένοι, φοβισμένοι και κρυώναμε», θυμάται -αλλά και πώς να ξεχάσει- η Μαντλέν Μορένα, η οποία τότε ήταν έξι ετών. «Πολλά παιδιά πέθαναν από το κρύο... Ο πατέρας και ο θείος μου ήταν Δημοκρατικοί, οπότε έπρεπε να φύγουμε από το χωριό μας, κοντά στα γαλλικά σύνορα. Έφυγα με τη μητέρα μου, τον αδελφό μου, τη θεία μου και τους παππούδες μου. Ο παππούς μου ήταν εξοργισμένος: ‘’Γιατί πρέπει να φύγουμε; Δεν κάναμε τίποτα λάθος’’. Όλοι είχαν πανικοβληθεί και ήμουν πολύ φοβισμένη. Ξέραμε ότι είμαστε σε κίνδυνο. Πήραμε μαζί μας μόνο τα ρούχα μας και λίγα υπάρχοντα. Εγώ κρατούσα στα χέρια μόνο την κούκλα μου», λέει με δάκρυα στα μάτια στον Guardian η Μορένα, 86 ετών σήμερα.

Αλλά η οικογένειά της δεν ήταν η μόνη… Διαδοχικά κύματα προσφύγων πέρασαν τα σύνορα της χώρας ζητώντας άσυλο στις γειτονικές -προς την Ισπανία- χώρες. Από τα 25.000 παιδιά από τη Χώρα των Βάσκων που εκκενώθηκαν το 1937, έως τους 500.000 πρόσφυγες της τελικής ‘’La Retirada’’, στις αρχές του 1939, πλήθη ανθρώπων πήραν τους δρόμους της προσφυγιάς.

Οι γύρω χώρες, βασικά η Γαλλία και η Βρετανία, υποδέχτηκαν τους πρόσφυγες ως ανεπιθύμητους, ίσως φοβούμενες τη μετάδοση «μολυσματικών» -όπερ κομμουνιστικών- ιδεών. Μάλιστα, ο γαλλικός ακροδεξιός Τύπος, υποστήριξε ότι οι περισσότεροι πρόσφυγες είναι εσωστρεφείς, εγκληματίες ή σοφοί κομμουνιστές, χλευάζοντάς τους. Τα παιδιά από τη Χώρα των Βάσκων αφέθηκαν -στην καλύτερη περίπτωση- στα χέρια της Καθολικής Εκκλησίας, κλείστηκαν σε στρατόπεδα και σκορπίστηκαν στις βρετανικές αποικίες. Από εκείνα που έφτασαν στη Γαλλία, τα πιο τυχερά ήταν τα 2.500 που προωθήθηκαν στη Σοβιετική Ένωση έπειτα από αίτημα της σοβιετικής κυβέρνησης στη Γαλλία. Εκεί τα υποδέχτηκαν ως αθώα θύματα του ανελέητου αγώνα ενάντια στον ναζισμό που μόλις ξεκινούσε. Το ίδιο έκανε και η κυβέρνηση του Μεξικού, προσπαθώντας να σώσει όσα περισσότερα παιδιά μπορούσε. Όσα έμειναν στη Γαλλία, παραδόθηκαν στο καθεστώς του Φράνκο, μέσα από απάνθρωπα προσχήματα.

Πιο συγκεκριμένα, στις αρχές του 1939, όταν άρχισε να περνά τα σύνορα της Γαλλίας το τεράστιο κύμα προσφύγων, η τότε γαλλική κυβέρνηση - όπου κυριαρχούσαν οι «σοσιαλιστές» και οι «αριστεροί ριζοσπάστες» του Λαϊκού Μετώπου - αντιμετώπισε τους πρόσφυγες σχεδόν ως εισβολείς: οργάνωσε πρόχειρα στρατόπεδα συγκέντρωσης, χωρίς μπάνια, δίχως φαγητό, με ένα φλιτζάνι νερό που τους έδιναν στις τρεις το μεσημέρι. Εκεί οι πρόσφυγες της Ισπανίας έζησαν για λίγους μήνες κάτω από άθλιες συνθήκες στα στρατόπεδα στην Τουλούζη, τη Μασσαλία, το Αϊξ. Πολλοί πέθαναν από αρρώστιες, κρυολογήματα, δυσεντερία, τύφο, στερήσεις και αφρόντιστα τραύματα. Στον πόλεμο πολλοί, επίσης, έπεσαν στα χέρια των Γερμανών και οδηγήθηκαν στα στρατόπεδα του θανάτου - σταλμένοι εκεί και από το ναζιστικό κράτος του Βισύ. Μερικοί κατάφεραν να διαφύγουν στα βουνά -στις Κάτω Αλπεις ιδιαίτερα- όπου, λίγο αργότερα, δημιούργησαν μαζί με Γάλλους και Ιταλούς αντιφασίστες ομάδες αντίστασης. Ακόμα και σήμερα - αν και τα στρατόπεδα εγκλεισμού τους αποτελούν τουριστικό αξιοθέατο - η τύχη των εκατοντάδων χιλιάδων ανθρώπων αυτών εξακολουθεί να τυλίγεται σε πέπλα ένοχης σιωπής. Πολλοί λίγοι επιβίωσαν για να συντηρήσουν τις εφιαλτικές μνήμες αυτής της σκοτεινής εποχής.

Περίπου 200.000 πρόσφυγες επέστρεψαν στην Ισπανία - αφού οι Γάλλοι τους ενθάρρυναν να επιστρέψουν λέγοντάς τους ότι ο Φράνκο δεν θα τους σκοτώσει. Αυτοί που παρέμειναν υπέφεραν πολύ, μετακινήθηκαν μεταξύ στρατοπέδων ή χρησιμοποιήθηκαν ως καταναγκαστική εργασία. Για παράδειγμα, οι Γάλλοι χρησιμοποίησαν τους Ισπανούς κρατούμενους ως εργάτες για να μετατρέψουν 600 στρέμματα στο Ρισβάλτ σε καταυλισμό (φυλακές), όπου θα έφερνε άλλους 50.000 φυλακισμένους στην περιοχή, κυρίως Εβραίους και άλλους ανεπιθύμητους από τη γαλλική τοπική κοινωνία: τσιγγάνους, ομοφυλόφιλους και κομμουνιστές. «Θεωρήθηκαν χειρότεροι από αιχμαλώτους πολέμου», έχει γράψει ο ιστορικός του ισπανικού εμφύλιου πολέμου, David Wingeate Pike.

Το 2015, η Γαλλία έκανε ένα μεγάλο βήμα απέναντι στην ιστορία της και σε ένα, αντίστοιχα, σημαντικό μέρος της κοινής ιστορίας της Ευρώπης. Ο τότε πρωθυπουργός της χώρας, Μανουέλ Βαλς -ισπανικής καταγωγής ο ίδιος, από την Καταλονία- εγκαινίασε ένα μνημείο στο στρατόπεδο συγκέντρωσης του Ριβσάλτ, στην περιοχή του Περπινιάν, μόλις τριάντα χιλιόμετρα από τα ισπανικά σύνορα.

Η Γαλλία, λοιπόν, για πρώτη φορά αναγνώρισε και αποδοκίμασε δημόσια -και με κάθε επισημότητα- την απάνθρωπη συμπεριφορά σε χιλιάδες Ισπανούς πρόσφυγες του Εμφυλίου πολέμου, με τα λόγια του Πρωθυπουργού της: «Ταπεινώθηκαν. Θέλησαν να τους στερήσουν την αξιοπρέπειά τους, με πλήρη υποτίμηση της ανθρωπιάς. Σε αυτούς που έφευγαν αναζητώντας ελευθερία και περίμεναν άλλη υποδοχή. Αυτό δεν είναι η Γαλλία. Η Γαλλία δεν είναι έτσι, είναι γη ασύλου», συνέχισε, και ως απόδειξη έφερε τον εαυτό του που ήταν επικεφαλής της κυβέρνησης αυτής της χώρας, παρότι δεν γεννήθηκε σε αυτήν.

Το χρονολόγιο της ‘’Retirada’’

26 Ιανουαρίου 1939: Η Βαρκελώνη πέφτει μετά την επέλαση από τα φασιστικά στρατεύματα του Φράνκο, προκαλώντας την έξωση των Ρεπουμπλικανών μαχητών και των οικογενειών τους.

27-28 Ιανουαρίου: Η Γαλλία ανοίγει τα σύνορά της σε πρόσφυγες - γυναίκες, παιδιά και τραυματίες.

30 Ιανουαρίου: Η Γαλλία ανοίγει ένα στρατόπεδο για να υποδεχθεί τους πρόσφυγες στην παραλία Αρζελές Σιρ Μερ.

5-9 Φεβρουαρίου: Η Γαλλία δέχεται τον στρατό που υποχωρεί, κρατώντας τα όπλα και τα οχήματά τους.

9 Φεβρουαρίου: Ο στρατός του Φράνκο, κυνηγώντας τους πρόσφυγες, φτάνει στα σύνορα.

13 Φεβρουαρίου: Οι τελευταίοι πρόσφυγες περνούν τα σύνορα, θέτοντας τέλος στη ‘’Retirada’’.

Ογδόντα χρόνια αργότερα, μπορεί τα φαντάσματα του εμφυλίου πολέμου να έχουν «εξορκιστεί» από την απόσταση που γέννησε ο χρόνος, αλλά η Ισπανία κλαίει ακόμα για την ανοιχτή πληγή που λέγεται “Retirada”.

Ακολουθήστε το ethnos.gr στο Instagram

ισπανικός εμφύλιοςΦρανθίσκο ΦράνκοπρόσφυγεςRetirada