Κόσμος|19.01.2023 18:40

Στα βάθη του Αμαζονίου παράγεται το καουτσούκ για τα αγαπημένα παπούτσια των celebrities

Newsroom
Σετ φωτογραφιών, σύρετε προς τα αριστερά
Associated Press
Associated Press
Associated Press
Associated Press
Associated Press
Associated Press
Associated Press
Associated Press
Associated Press
Associated Press
Associated Press
Associated Press
Associated Press
Associated Press
Associated Press

O Raimundo Mendes de Barros ετοιμάζεται να φύγει από το σπίτι του, μέσα στο τροπικό δάσος του Αμαζονίου της Βραζιλίας. Ο 77χρονος λαστιχοποιός φοράει ένα ζευγάρι αθλητικά παπούτσια του διάσημου γαλλικού brand Veja.

Τα ακριβά, λευκά sneakers του είναι σίγουρα ένα θέαμα αντιφατικό μέσα στο λασπωμένο, τροπικό δάσος. Ωστόσο, το αστικό τοπίο των δυτικών πρωτευουσών και το άγριο δάσος του Αμαζονίου συγκλίνουν, ακριβώς σε αυτό το σημείο: οι σόλες των δημοφιλών Veja παράγονται από καουτσούκ του νοτιοαμερικανικού δάσους.

Η Veja συνεργάζεται με τον τοπικό συνεταιρισμό Cooperacre, ο οποίος έχει καταφέρει να αναζωογονήσει την παραγωγή του βιώσιμου δασικού προϊόντος αλλά και να βελτιώσει τις συνθήκες διαβίωσης εκατοντάδων οικογενειών που εξαρτώνται από την παραγωγή του καουτσούκ. Η παραγωγή των Veja, αν και μέτριας κλίμακας, αποτελεί υπόδειγμα βιώσιμης εκμετάλλευσης του τροπικού δάσους.

«Η Veja και η Cooperacre κάνουν μια ουσιαστική δουλειά για εμάς που ζούμε στο δάσος. Συμβάλλουν στην επιστροφή στον τόπο τους των νέων που έφυγαν. Έχουν ζωντανέψει ξανά την ελπίδα μας να δραστηριοποιούμαστε στην παραγωγή καουτσούκ», λέει ο 24χρονος γιος του Raimundo, Rogerio Barros, στο Associated Press. Τα εξορυκτικά αποθέματα στη Βραζιλία είναι εκτάσεις που ανήκουν στην κυβέρνηση και έχουν διατεθεί, ώστε οι κάτοικοι της περιοχή να βγάζουν τα προς το ζην, αλλά και να εκμεταλλεύονται το δάσος με βιώσιμο τρόπο.

Το καουτσούκ κομβικής σημασίας για την οικονομία του Αμαζονίου

Η οικονομία του Αμαζονίου κάποτε περιστρέφονταν γύρω από το καουτσούκ. Η πρώτη «έκρηξη» έγινε στις αρχές του 20ου αιώνα. Τότε, χιλιάδες κάτοικοι άνθρωποι μετανάστευσαν στην ενδοχώρα από το φτωχό βορειοανατολικό τμήμα της Βραζιλίας, προκειμένου να εργαστούν στο δάσος - συχνά σε συνθήκες «γαλέρας». Ωστόσο, η άνθηση έληξε απότομα τη δεκαετία του 1910, όταν οι φυτείες καουτσούκ της Ασίας άρχισαν να παράγουν σε μεγάλη κλίμακα. Κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, όμως, η Ιαπωνία σταμάτησε τις εξαγωγές, ωθώντας τις ΗΠΑ να χρηματοδοτήσουν την επανεκκίνηση της παραγωγής καουτσούκ στον Αμαζόνιο.

Το εμπόριο λάτεξ του Αμαζονίου μετά τον πόλεμο γνώρισε ξανά αισθητή πτώση παρότι χιλιάδες οικογένειες συνέχισαν να εργάζονται για τους μεγαλογαιοκτήμονες του δάσους, σε εξαιρετικά αντίξοες συνθήκες. Τη δεκαετία του 1970, οι μεγαλογαιοκτήμονες άρχισαν να πωλούν εκτάσεις της γης σε κτηνοτρόφους από τον νότο παρότι, στις περισσότερες περιπτώσεις, οι εκτάσεις δεν τους ανήκαν καν, απλώς κατείχαν τίτλους ιδιοκτησίας λόγω των διασυνδέσεών τους με ανωτάτους κυβερνητικούς αξιωματούχους. 

Αυτές οι αγοραπωλησίες της γης προκάλεσαν, τελικά, και τη μεγάλης κλίμακας εκδίωξη των εργατών του καουτσούκ από το δάσος. Η αποψίλωση του Αμαζονίου αλλά και η απώλεια για τους κατοίκους μέσων διαβίωσης ήταν που ώθησαν τον διάσημο περιβαλλοντολόγο Chico Mendes να ηγηθεί, μαζί με τον ξάδελφό του, Barros, του κινήματος υπέρ των καουτσουκόχαρτων. Ο Βραζιλιάνος περιβαλλοντολόγος ακτιβιστής δολοφονήθηκε για τη δράση του το 1988. Μετά τη δολοφονία, η ομοσπονδιακή κυβέρνηση προχώρησε στη συγκέντρωση αποθεμάτων εξορυκτικών πόρων, ώστε να καταστεί αδύνατο να πωληθεί το δάσος ως βοσκότοπος βοοειδών. Στις εκτάσεις που αξιοποιήθηκαν ήταν και το καταφύγιο του Mendes. Η ιστορία, ωστόσο, δεν τελείωσε με τη δημιουργία αποθεμάτων, καθώς οι κυβερνητικές προσπάθειες για την προώθηση του λατέξ, στο πλαίσιο των οποίων δημιουργήθηκε και το κρατικό εργοστάσιο παραγωγής προφυλακτικών στο Xapuri, δεν κατάφεραν να εξασφαλίσουν ένα αξιοπρεπές εισόδημα για τους ντόπιους.

Η συνεργασία με τη Veja σηματοδοτεί ένα σημείο καμπής στην ιστορία του καουτσούκ του Αμαζονίου. Οι συνεργάτες καλλιεργητές πληρώνονται αισθητά καλύτερα από την τιμή πώλησης του καουτσούκ. Το 2022, η οικογένεια Barros έλαβε 4,20 δολάρια ΗΠΑ ανά κιλό καουτσούκ, από την έκτασή της. Στο παρελθόν, εισέπρατταν το ένα δέκατο του ποσού, για την ίσια ποσότητα. Στις πληρωμές της Veja μπορεί να συμπεριληφθούν bonus για βιώσιμη καλλιέργεια. Οι εργάτες της γης λαμβάνουν, ακόμα, ομοσπονδιακά και κρατικά επιδόματα ανά κιλό καουτσούκ. Περίπου 1.200 οικογένειες – μέλη τοπικών συνεταιρισμών, από πέντε πολιτείες του Αμαζονίου, παράγουν το καουτσούκ της Veja.

Το ακατέργαστο προϊόν αποστέλλεται στο εργοστάσιο Cooperacre στη Sena Madureira στην πολιτεία Acre, όπου τελικά κόβεται, πλένεται, τεμαχίζεται σε μικρότερα κομμάτια, θερμαίνεται, ζυγίζεται, συσκευάζεται. Στο τελικό στάδιο, αποστέλλεται σε εργοστάσια με τα οποία συνεργάζεται η Veja στις πολιτείες Rio Grande Sul και Ceara. Εκεί παράγονται τα iconic παπούτσια τα οποία και αποστέλλονται σε κάθε γωνιά του κόσμου. Τα τελευταία 20 χρόνια η Veja έχει πουλήσει περισσότερα από 8 εκατομμύρια ζευγάριααπό τα sneakers της. Το brand διατηρεί καταστήματα σε Παρίσι, Νέα Υόρκη και Βερολίνο. Η ποσότητα καουτσούκ Αμαζονίου που χρησιμοποιεί, έχει εκτοξευθεί: από 5 τόνους το 2005, το 2021, σύμφωνα με τα στοιχεία της εταιρείας, η Veja χρησιμοποίησε στην παραγωγή των παπουτσιών της 709,5 τόνους καουτσούκ.

ΟΛΕΣ ΟΙ ΕΙΔΗΣΕΙΣ

ειδήσεις τώραΑμαζόνιοςπαπούτσιαΒραζιλία