Κόσμος|10.08.2023 16:43

Ακυρώθηκε έκθεση για τις απελάσεις της Ίμβρου το ‘64 λόγω πιέσεων

Μαρία Ζαχαράκη

Η έκθεση «Θα ξανασυναντηθούμε: Η Μνήμη της Ίμβρου του 1964», που είχε προγραμματιστεί να ανοίξει στην Ίμβρο στις 17 Αυγούστου, από την Τουρκάλα δημοσιογράφο, Μελικέ Τσαπάν, ακυρώθηκε λόγω πιέσεων.

Η έκθεση κατέγραφε τα δεινά και ταυτόχρονα τις μνήμες του ’64, παρουσιάζοντας την άλλη οπτική, που δεν περιλαμβάνεται στην επίσημη ιστοριογραφία της Τουρκίας σχετικά με τις τραγικές καταστάσεις που βίωσε το νησί πριν από περίπου 60 χρόνια.

Tα εγκαίνια είχαν γίνει τον Νοέμβριο του 2022, με την παρουσία της Α.Θ.Π. του Οικουμενικού Πατριάρχη κ. Βαρθολομαίου. Το σχετικό ρεπορτάζ είχε παρουσιαστεί από το ethnos.gr στις 12 Νοεμβρίου. Το οπτικό υλικό της έκθεσης αποτελείται κυρίως από φωτογραφίες που σενέλεξε η δημοσιογράφος, κατά τις περιηγήσεις της στο νησί, μέσα από ερειπωμένα Ρωμαίικα σπίτια.

Η δεύτερη παρουσίαση της έκθεσης είχε προγραμματιστεί και οργανωθεί να γίνει στο χωριό του Οικ. Πατριάρχη στην Ίμβρο, τους Αγίους Θεοδώρους. Ωστόσο, η πρωτοβουλία της, προσέκρουσε στις εθνικιστικές αντιλήψεις ορισμένων Τούρκων κατοίκων του νησιού, που μέσω πιέσεων στα Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης, οδήγησαν την Τουρκάλα δημοσιογράφο στην ακύρωση της πραγματοποίησης της έκθεσης.

Η έκθεση στοχοποιήθηκε δημοσίως από τον Μπουλέντ Αϊλί, πρόεδρο του «Συμβουλίου Πόλης Ίμβρου» που είναι ένας αυτοδιοικητικός θεσμός, που διατηρεί δεσμούς με τις τοπικές αυτοδιοικήσεις, αλλά δεν είναι νομικά εξουσιοδοτημένος να λαμβάνει αποφάσεις στις τοπικές κοινωνίες. Η στοχοποίηση της έκθεσης ξεκίνησε από τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, στις 8 Αυγούστου, και συνεχίστηκε με μία απειλητική ανακοίνωση του Μπουλέντ Αϊλί προς τη δημοσιογράφο Μελικέ Τσαπάν.

«Η έκθεση τεκμηρίων της δημοσιογράφου Μελικέ Τσαπάν, που αφηγείται την δήθεν πολιτική αποξένωσης από την ταυτότητά της, που εφαρμόστηκε στην Ίμβρο μετά τα γεγονότα της Κύπρου, επίκειται να εγκαινιαστεί γεμάτη με προσβολές και συκοφαντίες. Αυτή η έκθεση που πρωτίστως στοχοποιεί την ηθική προσωπικότητα του κράτους μας, ενώ χειροκροτείται θερμά από την μερίδα των συγγραφέων και διανοουμένων εραστών του Ρωμαίικου και του Ελληνικού, προσβάλλει την Τουρκική εθνότητα που ζει στο νησί και είναι Οθωμανικό κατάλοιπο. Το κράτος μας για να ρυθμίσει το δικαίωμα στην εκπαίδευση, των Ρωμηών που ζουν στο νησί, άνοιξε δημοτικό, γυμνάσιο και λύκειο. Επέστρεψε τις βακουφικές περιουσίες. Οι Ρωμηοί είναι άνετα όσο δεν ήταν ποτέ. Συγκριτικά με τους Τούρκους της Δυτικής Θράκης που υποφέρουν, (οι Έλληνες Ίμβριοι) ζουν σε ηρεμία. Στην Ίμβρο υπάρχουν εκκλησίες, πυρπολημένες, κατεδαφισμένες, που έχουν μετατραπεί με διάφορα προσχήματα σε μπαρ και καπηλειά; Ενώ στην Ελλάδα υπάρχουν χιλιάδες τζαμιά. Ενώ η ελληνική πλευρά κλείνει αναίτια εκατοντάδες τουρκικά σχολεία, εμείς στο νησί τα ανοίξαμε. Εάν πρόκειται το 2023 να συζητήσουμε για το 1964, να ερευνήσουμε τους Οθωμανούς Τούρκους του νησιού που εξαφανίστηκαν ξαφνικά. Να ερευνήσουμε τους νησιώτες Ρωμηούς που παρείχαν έμπρακτη υποστήριξη στους Άγγλους κατά την διάρκεια των πολέμων στα Δαρδανέλια. Για κάποια άτομα που προκειμένου να είναι αρεστοί στον Πατριάρχη, και για να τον κολακεύσουν, ανοίγουν εκθέσεις, δεν έχουμε να πούμε κάτι. Αυτοί προσπαθούν για τον μισθό τους.

Δηλώνω προσωπικά και εκ μέρους των φίλων μου: Εάν διαπιστώσουμε στην έκθεση μια προσέγγιση κατά του κράτους και του έθνους μας, που αποτελεί προσβολή, θα ξεκινήσουμε νομικό αγώνα. Θα μηνύσουμε τους ηθικούς και φυσικούς αυτουργούς που την οργάνωσαν.
Κανένας δεν μπορεί να ταπεινώσει το κράτος και το έθνος μας. Και μάλιστα στη γη μας. Το κράτος μας επίσης θα πρέπει να εξετάσει εκ νέου τα δικαιώματα που έχει δώσει στους Ρωμηούς. Ενώ η Δυτική Θράκη κλαίει, αυτοί εδώ πάνε να μας βρίσουν μέσα στην χώρα μας. Ποιος τολμά».

Σημειώνεται ότι ο δήμαρχος του νησιού προέρχεται από το ακροδεξιό Κόμμα Εθνικιστικής Δράσης (ΜΗΡ).

Δημοσιογράφος/Οργανώτρια της έκθεσης: "Πήρα την απόφαση να ακυρώσω την έκθεση για να μην βλάψω την ελληνική κοινότητα"
Η Μελικέ Τσαπάν μετά την αρνητική διάσταση που πήρε το θέμα αποφάσισε την ακύρωση της διεξαγωγής της έκθεσης, προκειμένου να προστατεύσει -όπως δήλωσε- την ελληνορθόδοξη κοινότητα της Πόλης.

«Δυστυχώς τα υπολείμματα του 1964, σήμερα μας αναγκάζουν να ακυρώσουμε αυτή την έκθεση. Μίλησα απευθείας με τον Μπουλέντ Αϊλί, πρόεδρο του «Συμβουλίου Πόλης Ίμβρου». Αν και προσπάθησα να του εξηγήσω την έκθεσή μας και τον σκοπό της, θεώρησε ως στοιχείο απειλής τον τίτλο της έκθεσης και μου εξέφρασε την δυσαρέσκεια του για τον όρο «Θα Βρεθούμε Ξανά». Επίσης μου μετέφερε ότι είναι ενοχλημένοι από την επαναφορά στην επικαιρότητα του 1964. Μας είπαν ότι εάν πραγματοποιηθεί η έκθεση, θα υποβάλλουν μήνυση στην εισαγγελία. Ο ισχυρισμός τους είναι ότι προδίδω το κράτος. Εγώ είμαι δημοσιογράφος. Είμαι υπεύθυνη μόνο για να προσφέρω υπηρεσία στον λαό και μόνο στον λαό απολογούμαι. Κατά την δεκαετή επαγγελματική μου σταδιοδρομία, έγραψα πολλές ειδήσεις, ρεπορτάζ, γύρισα πολλά ντοκιμαντέρ – ειδήσεις, στον τομέα της ειδικότητας μου, που είναι οι μειονότητες στην Τουρκία. Ποτέ αυτά δεν τα έκανα ως μια κίνηση κατά του κράτους. Αντιθέτως προσπάθησα, χωρίς να παραβλέπω τα δικαιώματά τους να γίνω η φωνή των κοινοτήτων, όποια και αν είναι η θρησκεία, η γλώσσα, η πίστη τους. Ο δημοσιογράφος παρουσιάζοντας ακριβείς πληροφορίες στο λαό, ταυτόχρονα έχει και την ευθύνη να προστατεύσει αυτό τον λαό. Ακυρώνοντας την έκθεση εκπληρώνω αυτή την υποχρέωση μου. Ακυρώνω αυτή την έκθεση για να μην υποστούν ζημία η Ρωμαίικη κοινότητα στο νησί, είτε στην Πόλη».

Το ζήτημα της ακύρωσης της έκθεσης, που στόχο είχε να τιμήσει και μόνο τις μνήμες των ανθρώπων που εκδιώχθηκαν από τις πατρογονικές τους εστίες πριν από 60 χρόνια για πολιτικούς λόγους, έλαβε διαστάσεις στον τύπο και την κοινωνία της Τουρκίας, γεγονός που καταδεικνύει για άλλη μια φορά τις ανοιχτές ιστορικές πληγές που υπάρχουν ακόμη μεταξύ των δύο λαών και των διοικούντων τους.

Όπως σχολιάζει ο εκδότης της ομογενειακής εφημερίδας «Ανατολή», Γρηγόρης Κεσίσογλου, «ο Μπουλέντ Αϊλί και οι όμοιοί του, αποτελούν ένα ποσοστό εποίκων που κατοικούν στο νησί και αντιδρούν σε εκδηλώσεις ή έκφραση γνώμης σχετικά με τις μειονότητες. Όμως υπάρχει και μερίδα της τοπικής και εν γένει της Τουρκικής κοινωνίας, στην οποία ανήκει και η δημοσιογράφος Μελικέ Τσαπάν, που έχει διαφορετική αντίληψη. Το αντίδοτο στο ‘δηλητήριο’ των ‘Μπουλέντ Αϊλί’, είναι η στενότερη συνεργασία και η αλληλεγγύη με αυτή την μερίδα της Τουρκίας».

Οικουμενικός Πατριάρχης ΒαρθολομαίοςέκθεσηΊμβροςειδήσεις τώρα