Κόσμος|21.10.2018 00:30

100 εταιρείες -κολοσσοί πνίγουν τη Γη

Newsroom

Μόλις λίγες ηµέρες µετά την τελευταία δυσοίωνη για το µέλλον του πλανήτη έκθεση της ∆ιακυβερνητικής Επιτροπής για την Κλιµατική Αλλαγή (IPCC) του ΟΗΕ, µια άλλη έκθεση έρχεται να αποδώσει ευθύνες στους µεγαλύτερους ρυπαντές. Στην έκθεση «Carbon Majors Report» παρουσιάζονται επίσηµα στοιχεία των τελευταίων 30 ετών που καταδεικνύουν ότι µόλις 100 γνωστές εταιρείες-κολοσσοί είναι οι µεγαλύτεροι ρυπαντές του πλανήτη και ότι αυτές ευθύνονται για το 70% των συνολικών εκποµπών αερίων του άνθρακα τα τελευταία 30 χρόνια, που συµβάλλουν αρνητικά στο φαινόµενο του θερµοκηπίου και έτσι στην υπερθέρµανση του πλανήτη.

Πετρελαϊκές εταιρείες

Πιο συγκεκριµένα, από την έκθεση που συνέταξε η µη κερδοσκοπική οργάνωση «Πρόγραµµα Αποκάλυψης Aνθρακα» (CDP) σε συνεργασία µε το Ινστιτούτο Κλιµατικής Λογοδοσίας, για περισσότερο από το 50% των εκποµπών άνθρακα στην ατµόσφαιρα (και άρα για την κλιµατική αλλαγή) από το 1988 µέχρι και το 2017 ευθύνονται 25 ιδιωτικές και δηµόσιες εταιρείες που δραστηριοποιούνται στον κλάδο της παραγωγής ενέργειας από ορυκτά καύσιµα. Στην κορυφή της λίστας των βιοµηχανικής κλίµακας ρυπαντών του πλανήτη είναι όπως αναµένεται οι µεγαλύτερες ιδιωτικές πετρελαϊκές εταιρείες του πλανήτη, δηλαδή η Exxon Mobil, η BP, η Shell και η Chevron. Oπως σηµειώνουν οι συγγραφείς της συγκεκριµένης έρευνας, προκαλώντας πραγµατικά εφιάλτες  στους γνωρίζοντες, σε περίπτωση που αυτές οι 100 εταιρείες που βρέθηκαν να ευθύνονται για το 70% της συνολικής παραγωγής ρύπων άνθρακα, συνεχίσουν να εξορύσσουν, να επεξεργάζονται και να πουλούν καύσιµα µε τον ίδιο ρυθµό µέσα στα επόµενα 28 χρόνια, η θερµοκρασία του πλανήτη θα αυξηθεί κατά περισσότερους από 4 βαθµούς Κελσίου µέχρι το τέλος του 21ου αιώνα. Σηµειώνεται ότι η ∆ιακυβερνητική Επιτροπή του ΟΗΕ για την Κλιµατική Αλλαγή (IPCC) έκρουσε προ ηµερών τον κώδωνα του κινδύνου µε την έκθεσή της, υποστηρίζοντας ότι η ανθρωπότητα έχει µόλις 12 χρόνια περιθώριο για να λάβει τα απαραίτητα µέτρα κατά της εξάρτησης της παραγωγής από τα ορυκτά καύσιµα, εάν θέλει να περιορίσει την άνοδο της θερµοκρασίας του πλανήτη κατά 1,5 βαθµούς Κελσίου, που είναι και ο επιθυµητός στόχος των κυβερνήσεων που συνυπέγραψαν τη Συµφωνία των Παρισίων για το Κλίµα (η άλλη αποδεκτή πιθανότητα από τους ιθύνοντες είναι µια αύξηση της τάξεως των 2 βαθµών Κελσίου, η οποία όµως αποτελεί το πιο κακό σενάριο). Μάλιστα η IPCC στην έκθεσή της περιγράφει λεπτοµερώς και τη σφοδρότητα των συνεπειών που θα έχει για τον πλανήτη µια αύξηση της τάξεως του 1,5 βαθµού Κελσίου. Επί παραδείγµατι, οι κοραλλιογενείς ύφαλοι διατρέχουν κίνδυνο από µια αύξηση 1,5 βαθµού Κελσίου, ενώ ο Αρκτικός Κύκλος κινδυνεύει να επηρεαστεί. Οι κίνδυνοι για πληµµύρες στις παράκτιες περιοχές είναι επίσης σοβαροί (σε περίπτωση ανόδου της θερµοκρασίας κατά 2 βαθµούς Κελσίου, ο κίνδυνος πληµµυρών είναι κατά πολύ µεγαλύτερος). Επιπλέον, µε µια άνοδο της τάξεως του 1,5 βαθµού Κελσίου, µεγάλη µερίδα των φτωχότερων πληθυσµιακών οµάδων πρόκειται να πληγεί ακόµη περισσότερο τόσο από την έλλειψη πόσιµου νερού όσο και από τη γενικότερη επίσης επιδεινούµενη έλλειψη πόρων.

Kαταστροφή αν ανέβει η θερµοκρασία κατά 4° C

Είναι σαφές ότι η ανησυχητική εικόνα του πλανήτη στην περίπτωση αύξησης της θερµοκρασίας κατά 1,5 µε 2 βαθµούς Κελσίου, θα γίνει δραµατική σε περίπτωση αύξησης της τάξεως των 4 βαθµών Κελσίου, όπως είναι εκείνη που προβλέπεται στην έκθεση του «Προγράµµατος Αποκάλυψης Ανθρακα» (CDP) και του Ινστιτούτου Κλιµατικής Λογοδοσίας για το 2100. Μια τέτοια αύξηση θα οδηγήσει σε σχεδόν πλήρη αποσταθεροποίηση των ανθρώπινων κοινωνιών, αφού σε ένα τέτοιο σενάριο προβλέπονται µαζικές εξαφανίσεις ειδών και ελλείψεις βασικών προϊόντων διατροφής σε παγκόσµια κλίµακα. Παρότι είθισται οι κυβερνήσεις να είναι αυτές που συγκεντρώνουν στοιχεία για τις βιοµηχανικής κλίµακας εκποµπές ρύπων του άνθρακα, η έκθεση του CDP και του Ινστιτούτου Κλιµατικής Λογοδοσίας στηρίχθηκε σε δηµόσια έγγραφα και µετρήσεις ρύπων. Οι συγγραφείς της υποστηρίζουν ότι στόχος της είναι να αποτελέσει παράδειγµα και για άλλες αντίστοιχες έρευνες που θα υπογραµµίζουν τον ρόλο που µπορούν να διαδραµατίσουν οι εταιρείες και οι επενδυτές στην καταπολέµηση της κλιµατικής αλλαγής.

Επενδύσεις σε ΑΠΕ

Σε αυτό το σηµείο αξίζει να σηµειωθεί ότι σχεδόν όλες οι µεγάλες εταιρείες που δραστηριοποιούνται στην παραγωγή ενέργειας και στον τοµέα των ορυκτών καυσίµων, τα τελευταία χρόνια επενδύουν παράλληλα και σε πρότζεκτ ανανεώσιµων πηγών ενέργειας, χωρίς βέβαια να σταµατούν να «ρίχνουν» χρήµατα και στις παραδοσιακές τους δραστηριότητες. Επιπλέον, και άλλες παγκόσµιας εµβέλειας εταιρείες, προερχόµενες κυρίως από τον τοµέα της τεχνολογίας, επενδύουν µαζικά  στην «πράσινη» ενέργεια. Μένει να φανεί βέβαια εάν οι όποιες «πράσινες» επενδύσεις θα καταφέρουν στην πράξη να ανακόψουν την πορεία της υπερθέρµανσης του πλανήτη. 

Η ΛΙΣΤΑ ΜΕ ΤΟΥΣ 20 ΜΕΓΑΛΥΤΕΡΟΥΣ ΡΥΠΑΝΤΕΣ 

1 China (Coal)

2 Saudi Arabian Oil Company (Aramco)

3 Gazprom OAO

4 National Iranian Oil Co

5 ExxonMobil Corp

6 Coal India

7 Petroleos Mexicanos (Pemex)

8 Russia (Coal)

9 Royal Dutch Shell PLC

10 China National Petroleum Corp (CNPC) 

11 BP PLC 

12 Chevron Corp

13 Petroleos de Venezuela SA (PDVSA)

14 Abu Dhabi National Oil Co

15 Poland Coal

16 Peabody Energy Corp

17 Sonatrach SPA

18 Kuwait Petroleum Corp

19 Total SA

20 BHP Billiton Ltd