Κόσμος|21.06.2025 11:00

«Η Νάκμπα δεν ανήκει στο παρελθόν - Είναι το παρόν που συνεχίζει να συμβαίνει και να οξύνεται»

Αφροδίτη Γκόγκογλου

Δεν πρόκειται απλώς για εθνοτική σύγκρουση ή «μακροχρόνια αντιπαράθεση» σε μια μακρινή γωνιά του πλανήτη. Η ιστορία της Παλαιστίνης παραμένει ανοιχτή πληγή στην καρδιά της διεθνούς πολιτικής, καθρέφτης της αποικιοκρατικής βίας, και ανοιχτό πολιτικό τραύμα που αφορά όλους μας — είτε το αναγνωρίζουμε είτε όχι.Η αναγνώριση της καταπίεσης και της βίας εναντίον του παλαιστινιακού λαού παραμένει απαραίτητη προϋπόθεση για την κατανόηση του παγκόσμιου πολιτικού τοπίου.

Το βράδυ της Τρίτης 17 Ιουνίου 2025, ακριβώς 620 ημέρες μετά τον πλήρη αποκλεισμό της Γάζας από το Ισραήλ, πραγματοποιήθηκε η εκδήλωση «Τα μάτια στη Γάζα», στην Τεχνόπολη του Δήμου Αθηναίων, με θέμα την κατάσταση στη Γάζα και τη Δυτική Όχθη, καθώς και τη διεθνή αντίδραση στα ανθρώπινα δικαιώματα των Παλαιστινίων. Κατά την τοποθέτησή της στην εκδήλωση, η διδακτόρισσα του Τμήματος Πολιτικής Επιστήμης και Διεθνών Σχέσεων του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου και διευθύντρια έκδοσης του Κέντρου Μεσογειακών, Μεσανατολικών και Ισλαμικών Σπουδών (ΚΕΜΜΙΣ), Ζακία Άκρα, σημείωσε: «Αυτό που συμβαίνει στη Δυτική Όχθη είναι εθνοκάθαρση, ενώ αυτό που συμβαίνει στη Γάζα είναι γενοκτονία. Δεν υπάρχει αμφιβολία. Το ένα στοχοποιεί με σκοπό τον θάνατο και το άλλο τον εκτοπισμό».

Ο λιμός, ο θάνατος, η καταπάτηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, βρίσκονται σε εξέλιξη μόλις δύο ώρες μακριά από την Αθήνα.  Η συνεχιζόμενη τραγωδία των Παλαιστίνιων έχει τις ρίζες της στη Νάκμπα, την «Καταστροφή» του 1948, όταν 750.000 Παλαιστίνιοι εκτοπίστηκαν βίαια από τα εδάφη τους κατά τη δημιουργία του κράτους του Ισραήλ. Η Νάκμπα είναι ένα κομβικό σημείο στην ιστορία του παλαιστινιακού λαού, όχι μόνο επειδή σήμανε την αρχή της προσφυγιάς για εκατομμύρια ανθρώπους, αλλά και επειδή ανέδειξε τη συστηματική διαδικασία αφαίρεσης της γης τους και την απόρριψη της ανθρώπινης ζωής ως αξία. Όσο και αν έχουν περάσει δεκαετίες, δεν πρόκειται απλώς για ένα ιστορικό γεγονός. Είναι η εμβληματική αναφορά στις αιτίες της σημερινής καταπίεσης και των συνεχιζόμενων διωγμών, καθώς η παλαιστινιακή κοινωνία συνεχίζει να υποφέρει υπό τη σκιά ενός κράτους που αδιαφορεί για τα ανθρώπινα δικαιώματα και την αξιοπρέπεια. Αυτό που συμβαίνει σήμερα στη Γάζα δεν είναι απλώς η επανάληψη της ιστορίας. Είναι μια εξελιγμένη μορφή της, όπου οι στρατηγικές εθνοκαθαρτικής πολιτικής και εκδίωξης που ξεκίνησαν στη Νάκμπα, εντείνονται με ακόμη πιο βίαιες μεθόδους και με την πλήρη στήριξη της διεθνούς κοινότητας, η οποία φαίνεται να παρακολουθεί αμήχανη και απαθής τη συνεχιζόμενη καταστροφή.

Το ethnos.gr συνομίλησε με την Ζακία Άκρα για την ανθρωπιστική καταστροφή, την ιστορική συνέχεια του τραύματος, τις πρακτικές καταναγκασμού και εξόντωσης των Παλαιστίνιων, τον ρόλο της διεθνούς κοινότητας, την Παλαιστινιακή Αρχή αλλά και τη μετατόπιση του παγκόσμιου ενδιαφέροντος, από τη Λωρίδα της Γάζας, στις πυρηνικές εγκαταστάσεις του Ιράν.

Το τραύμα που δεν σβήνει

Από τη Νάκμπα έως σήμερα ο παλαιστινιακός λαός υπάρχει και εξελίσσεται φέροντας την 15η Μαΐου του 1948 ως διαρκές υπαρξιακό βίωμα. Πώς επηρεάζει αυτό το τραύμα τη διαμόρφωση της ταυτότητας των παλαιστίνιων, και τι ρόλο έπαιξε στο να φτάσουμε στην 7η Οκτωβρίου;

Το τραύμα των Παλαιστινίων ξεκίνησε το 1948 με τη Νάκμπα (Καταστροφή στα αραβικά). Άλλοι την χαρακτηρίζουν ως την αρχή της εθνοκάθαρσης, η οποία συνεχίζεται έως σήμερα. Είναι σημαντικό να μην το βλέπουμε ως ένα ιστορικό γεγονός αλλά ως μια πραγματικότητα που συνεχίζει να υφίσταται. Δεν είναι ένα τραύμα του παρελθόντος, το οποίο μπορούμε να μάθουμε να διαχειριζόμαστε αλλά αντιθέτως, οξύνεται όλο και περισσότερο χρόνο με τον χρόνο. Για να καταλάβουμε την ταυτότητα του Παλαιστίνιου πρέπει να καταλάβουμε το βίωμα του, και το πώς είναι να ζει κανείς κάτω από την μόνιμη απειλή της εθνοκάθαρσης, δηλαδή τον αφανισμό των Παλαιστινίων από τη γη τους.

Το 1948 σκότωσαν 15.000 Παλαιστίνιους και εκτόπισαν 750.000, για να ιδρυθεί το κράτος του Ισραήλ περίπου στο 77% της ιστορικής Παλαιστίνης. Φεύγοντας, οι Παλαιστίνιοι κλείδωσαν τα σπίτια τους, πήραν μερικά πράγματα και πήγαν σε γειτονικές χώρες έχοντας την αυταπάτη ότι θα επέστρεφαν σύντομα. Αν και δεν το ήξεραν τότε, αποτέλεσαν το πρώτο κύμα Παλαιστινίων προσφύγων. Όχι μόνο δεν επέστρεψαν, αλλά το 1967, σε μια ακόμα μεγάλη προσπάθεια επέκτασης του κράτους του Ισραήλ δημιουργήθηκε νέο κύμα προσφύγων αλλά και εσωτερικά εκτοπισμένων Παλαιστινίων όταν έθεσαν υπό την κατοχή τους τη Λωρίδα της Γάζας, τη Δυτική Όχθη και την Ανατολική Ιερουσαλήμ. Από τότε ο παλαιστινιακός λαός άρχισε να βιώνει και την κατοχή. Η έννοια της κατοχής είναι συνώνυμη  με την καταστολή, τον εκφοβισμό, την καταπίεση και τον περιορισμό μετακίνησης είτε εντός των πόλεων είτε από την μια πόλη στην άλλη, λόγω των αναρίθμητων στρατιωτικών σημείων ελέγχου που αποσκοπούν στην ταπείνωση και στο να καταστήσουν την καθημερινότητα των Παλαιστινίων ανυπόφορη.

Παράλληλα σημειώνεται ένας συνεχής επεκτατισμός του ισραηλινού κράτους μέσω των εποικισμών τόσο στη Λωρίδα της Γάζας (μέχρι το 2005) όσο -και κυρίως- στη Δυτική Όχθη και στην Ανατολική Ιερουσαλήμ. Θα πρέπει να σημειωθεί επίσης ότι από το 2008 η Γάζα βρίσκεται σε αποκλεισμό, με 2.2 εκατομμύρια Παλαιστίνιους εγκλωβισμένους στο έλεος του Ισραήλ. Ο επεκτατισμός αυτός μεταφράζεται στη σιωπηρή αποδοχή ή και ενεργή ενθάρρυνση των ισραηλινών αρχών προς τους ισραηλινούς εποίκους (περίπου 12% του ισραηλινού πληθυσμού) να εκδιώκουν Παλαιστίνιους από τα σπίτια τους και τα χωράφια τους όπου στην συνέχεια χτίζουν οικισμούς, αποκλείοντας–φυσικά–την παρουσία των Παλαιστινίων. Οι έποικοι είναι οπλισμένοι Ισραηλινοί πολίτες που οργανωμένα κάνουν επιθέσεις και τις περισσότερες φορές συνοδεύονται από τον ισραηλινό στρατό. Ένα άλλο στοιχείο του βιώματος του παλαιστινιακού λαού είναι ο εκφοβισμός μέσω φυλάκισης, καθώς υπολογίζεται ότι από το 1967 πάνω από ένα εκατομμύριο Παλαιστίνιοι έχουν περάσει από τις ισραηλινές φυλακές.

Συνεπώς, ένα βασικό στοιχείο που ορίζει τον παλαιστινιακό λαό είναι η συνεχόμενη  υπαρξιακή απειλή που βιώνει από τις πολιτικές των ισραηλινών αρχών από το 1948 έως σήμερα. Για αυτό θα μπορούσε κανείς να πει ότι η διαρκής υπαρξιακή απειλή στοιχειώνει την παλαιστινιακή ταυτότητα και ως εκ τούτου η αντίσταση σε αυτήν είναι βασικό χαρακτηριστικό της ταυτότητας του. Παράλληλα ο παλαιστικός λαός ταυτίζεται και με την αντίσταση σε αυτή την υπαρξιακή απειλή. Η αντίσταση έχει περάσει από διαφορετικά στάδια με ποικίλα ιδεολογικά υπόβαθρα και εργαλεία όπως ο ένοπλος αγώνας και η πολιτική ανυπακοή. Τα πιο γνωστά ήταν τα παλαιστινιακά αριστερά αντιστασιακά κινήματα από τη δεκαετία του 1960 έως τη δεκαετία του 1980, που εκφράζονταν κυρίως μέσω του «ένοπλου αγώνα» δεδομένης της βιαιότητας των ισραηλινών αρχών. Τα τελευταία χρόνια είδαμε την άνοδο και ισλαμιστικών ένοπλων κινημάτων όπως η Χαμάς και η Ισλαμική Τζιχάντ, και στο μέλλον μπορεί να δούμε και  νέα ένοπλα κινήματα με άλλα χαρακτηριστικά, π.χ. φεμινιστικά, όπως αυτό στη Ροζάβα.

Όσον αφορά την επίθεση της 7ης Οκτωβρίου, αναμφισβήτητα δεν δικαιολογείται ο θάνατος αμάχων, ακριβώς επειδή η βία δεν πρέπει να αναπαράγεται και η θυματοποίηση κάποιου δεν θα πρέπει να αποτελεί λευκή επιταγή για την θυματοποίηση κάποιου άλλου. Στην ίδια λογική, είναι ανεπίτρεπτο να εργαλειοποιείται το  τραύμα του Ολοκαυτώματος που προκάλεσε η Δύση για να δικαιολογηθεί η βία εναντίον των Παλαιστινίων τα τελευταία 77 χρόνια.

Σε κάθε περίπτωση, η 7η Οκτωβρίου δεν έγινε εν κενώ. Η Χαμάς αντιλαμβάνεται την επίθεση της 7ης Οκτωβρίου ως απάντηση στην ολοένα αυξανόμενη βία του Ισραήλ ενάντιων των Παλαιστινίων, όχι μόνο στη Γάζα αλλά και στα υπόλοιπα κατεχόμενα εδάφη. Δεν μπορούμε να απομονώσουμε την 7η Οκτωβρίου από την μακρά ιστορία βίας και συνεχόμενης καταπίεσης. Αλλά επίσης δεν μπορούμε να παραλείψουμε τα πιθανά «προσωπικά» κίνητρα της Χαμάς. Την τελευταία δεκαετία, λόγω της διαφθοράς αλλά και της ανικανότητάς της να βελτιώσει την ζωή 2.2 εκατομμυρίων ανθρώπων, είχε χάσει τη νομιμοποίηση και την εμπιστοσύνη των κατοίκων στη Γάζα. Ήδη από το 2017 και έπειτα βλέπαμε συνέχεια διαμαρτυρίες εναντίον της Χαμάς. Πολλοί αναλυτές πιστεύουν ότι η 7η Οκτωβρίου πήγαζε από την επιθυμία της Χαμάς να επανακτήσει το στάτους της ως μια αντιστασιακή δύναμη επαναφέροντας το Παλαιστινιακό Ζήτημα στο διεθνές προσκήνιο. Ένα επιπλέον στοιχείο που δεν πρέπει να παραβλεφθεί είναι η συγκυρία που προέκυψε ιδίως σε σχέση με την επέκταση των εποικισμών στη Δυτική Όχθη, στο πλαίσιο της οποίας μετακινήθηκαν στρατιωτικές μονάδες από τη Γάζα στη Δυτική Όχθη.

Ο πόλεμος της Γάζας δεν συνδέεται αποκλειστικά με την εξόντωση της Χαμάς αλλά εξυπηρετεί το ήδη υφιστάμενο ισραηλινό σχέδιο του εκτοπισμού ή και αφανισμού των Παλαιστινίων. Η εξελισσόμενη γενοκτονία αποτελεί προέκταση της εθνοκάθαρσης και, πλέον, και αυτή αποτελεί πτυχή του τραύματος του παλαιστινιακού λαού και της ταυτότητας του.

«Τεράστια η ασυμμετρία ισχύος μεταξύ Παλαιστινιακής Αρχής και ισραηλινής κυβέρνησης»

Ποιος είναι ο ρόλος σήμερα της Παλαιστινιακής Αρχής; Πόσο «γειωμένη» είναι στην κοινωνική της βάση;

Η Παλαιστινιακή Αρχή ήταν και είναι σε μία πολύ δύσκολη θέση, ακόμα και πριν την κλιμάκωση της σύγκρουσης. Η πολιτική του Μαχμούντ Αμπάς με επίκεντρο τη διπλωματία αποδείχθηκε αποτυχημένη. Όσο έκανε παραχωρήσεις στα παλαιστινιακά αιτήματα τόσο μειωνόταν η ανάγκη για συνομιλίες από την πλευρά των ισραηλινών ομολόγων του. Η Παλαιστινιακή Αρχή ήταν αφοσιωμένη στην ειρηνευτική διαδικασία και παρέμεινε πιστή στις συμφωνίες με την ισραηλινή κυβέρνηση για τον συντονισμό των επιχειρήσεων της δεύτερης στη Δυτική Όχθη. Το βασικό αίτημα της Παλαιστινιακής Αρχής είναι η δημιουργία του ανεξάρτητου παλαιστικού κράτους, με άλλα λόγια προωθεί την λύση των δύο κρατών, κάτι το οποίο οι ισραηλινές κυβερνήσεις τις τελευταίες δύο δεκαετίες δεν επιδίωκαν και μάλιστα πέρσι το καλοκαίρι, η ισραηλινή βουλή ψήφισε νόμο που απορρίπτει την λύση των δύο κρατών.

Όσον αφορά τις επιδρομές των εποίκων, η Παλαιστινιακή Αρχή δεν έχει την δυνατότητα να προστατέψει τον πληθυσμό της και, αν το έκανε αυτό, στην ουσία η Δυτική Όχθη θα γινόταν Γάζα, στοιχείο που αποτελεί το κύριο επιχείρημα της για τη συνέχιση του παραπάνω συντονισμού. Η ασυμμετρία ισχύος μεταξύ της Παλαιστινιακής Αρχής και της ισραηλινής κυβέρνησης είναι τεράστια. Επί Αραφάτ υπήρχε μια πίεση προς το Ισραήλ λόγω της συνεχούς αμφιταλάντευσης μεταξύ διπλωματίας και της απειλής χρήσης βίας όταν η πρώτη δεν λειτουργούσε. Ο Μαχμούντ Αμπάς επένδυσε αποκλειστικά στη διπλωματία την οποία όπως απέρριψαν οι ισραηλινές κυβερνήσεις εξόφθαλμα από το 2009, περιφρονώντας την Παλαιστινιακή Αρχή. Εάν το πολιτικό σκηνικό στο Ισραήλ (είτε πριν, είτε μετά την 7η Οκτωβρίου) ήταν διαφορετικό και επιδίωκαν την επίλυση της σύγκρουσης τότε η Παλαιστινιακή Αρχή θα ήταν ένας καλός εταίρος.  

Σε ό,τι αφορά την παλαιστινιακή πολιτική σκηνή, η νυν κυβέρνηση έχει απωλέσει τη νομιμοποίησή της προ πολλού ακριβώς επειδή η κατάσταση χειροτερεύει και χρεώνεται, τόσο την ισραηλινή βία, όσο και την οικονομική δυσπραγία. Δεν θα πρέπει να ξεχνάμε ότι η οικονομία της Παλαιστίνης επιβαρύνεται από την κατοχή και συγκεκριμένα από την αρπαγή γης, δεδομένου του ότι στηρίζεται κυρίως στην αγροτική παραγωγή. Η κατοχή επηρεάζει την πρόσβαση στο νερό, το ρεύμα και το εμπόριο με αποτέλεσμα να μην μπορεί να ορθοποδήσει η οικονομία. Υπάρχουν και άλλα ζητήματα όπως π.χ. η διαφθορά, αν και τα τελευταία χρόνια υπάρχουν θεσμικές πρωτοβουλίες για την αντιμετώπισή της. Ωστόσο, κάθε θετική πολιτική και κοινωνική πρωτοβουλία πέφτει θύμα της κατοχής και υπάρχει οπισθοδρόμηση.

Αν και ο κρατικός μηχανισμός υφίσταται και το πολιτικό σύστημα παραμένει ενεργό, η μη πραγματοποίηση εθνικών εκλογών από το 2006 (αν και έχουν λάβει χώρα τοπικές εκλογές) σημαίνει ότι εδώ και χρόνια έχει παύσει να εκπροσωπεί τον παλαιστινιακό λαό. Το 2021, προκηρύχθηκαν εθνικές εκλογές οι οποίες επρόκειτο να διεξαχθούν στη Δυτική Όχθη, τη Γάζα και την Ανατολική Ιερουσαλήμ, και στις οποίες συναίνεσε η Χαμάς. Το Ισραήλ απέρριψε το ενδεχόμενο διεξαγωγής τους στην Ανατολική Ιερουσαλήμ, επιχείρημα το οποίο επικαλέστηκε η Παλαιστινιακή Αρχή για την αναβολή τους.

Ακούστηκε και στην εκδήλωση «Τα μάτια στη Γάζα» την Τρίτη, αλλά γενικώς πολλές (μάλλον δυτικές) φωνές υποστηρίζουν ότι, εκτός από τη Δύση, υπάρχουν και αραβικές χώρες που είναι εξίσου υπεύθυνες για το Παλαιστινιακό. Υπάρχει αραβική «συνενοχή» αλλά και συνοχή στη συνέχιση της κατοχής και της γενοκτονίας;

Είναι εύλογο να αναρωτιόμαστε γιατί τα αραβικά κράτη δεν έχουν κάνει κάτι για το παλαιστινιακό. Συνήθως ακούμε «όλο μιλάμε για τις ευθύνες τις Δύσης και όχι για εκείνες των αραβικών κρατών». Ωστόσο, οι ευθύνες των δύο διαφέρουν σημαντικά. Η ευθύνη της Δύσης, και ιδίως η οικονομική και στρατιωτική ενίσχυσή του Ισραήλ, δεν μπορεί να συγκριθεί με την στάση των αραβικών κρατών, τα οποία δεν έχουν καμία ουσιαστική δυνατότητα πίεσης στο Ισραήλ και τις ΗΠΑ, με εξαίρεση ενδεχομένως τη Σαουδική Αραβία και τα ΗΑΕ.

Οι αραβικές χώρες σήμερα είναι εξουθενωμένες – από τη Λιβύη, την Τυνησία, την Αίγυπτο, την Ιορδανία, τον Λίβανο, τη Συρία μέχρι και το Ιράκ- και σε καμία περίπτωση δεν είναι ικανές στρατιωτικά να κάνουν κάτι. Όλες οι αραβικές χώρες καταδικάζουν την πολιτική του Ισραήλ κυρίως επειδή το παλαιστινιακό – ιδίως μετά την 7η Οκτωβρίου – έχει επανέλθει στον «αραβικό δρόμο» ως μείζον ζήτημα. Πέρα από την εξουθένωσή τους, οι πολιτικές των αραβικών κρατών είναι εγκλωβισμένες σε διάφορα διλήμματα ασφαλείας και καλούνται να ισορροπήσουν μεταξύ διαφόρων ζητημάτων, όπως τον τρόπο στήριξης του παλαιστινιακού λαού χωρίς παράλληλα να ενισχύουν τη Χαμάς και άλλους ισλαμιστές, καθώς οι περισσότερες αραβικές κυβερνήσεις τους θεωρούν ως απειλή για τα δικά τους καθεστώτα. Επιπλέον, πρέπει να ισορροπήσουν μεταξύ της άσκησης κριτικής στο Ισραήλ και της ανάγκης τους να μην διακινδυνέψουν την οικονομική και στρατιωτική στήριξη που τους παρέχουν οι ΗΠΑ. Συνεπώς, είναι περιορισμένες και συνήθως βλέπουμε τις προσπάθειες άσκησης πίεσης να μην πιάνουν τόπο πέρα από ορισμένες προτάσεις για την παροχή ανθρωπιστικής βοήθειας.

Η Σαουδική Αραβία έχει μεγαλύτερο περιθώριο άσκησης πίεσης και πλέον – μετά την 7η Οκτωβρίου -  έχει συνδέσει το τέλος του πολέμου και τη λύση των δύο κρατών με την ομαλοποίηση των σχέσεων με το Ισραήλ.

Από την περασμένη Παρασκευή, όταν το Ισραήλ επιτέθηκε στο Ιράν και τις εντάσεις έκτοτε, παρατηρούμε μία (στρατηγική;) μετατόπιση της διεθνούς προσοχής από τη γενοκτονία που συντελείται στη Γάζα. Μπορούμε να μιλήσουμε για έναν «διπλωματικό αποπροσανατολισμό»; Υπάρχει κίνδυνος να ξεχαστεί το δράμα των παλαιστίνιων, στο αφήγημα περί «περιφερειακής ασφάλειας» και «πυρηνικών απειλών» από το Ιράν;

Είναι φυσιολογικό να τραβάει την προσοχή μια καινούργια εξέλιξη, ιδίως όταν αφορά μία σύγκρουση όπως αυτή που θα επηρεάσει σε μεγάλο βαθμό τις νέες ισορροπίες ισχύος στη Μέση Ανατολή. Ωστόσο αν και η διεθνής προσοχή έχει φύγει από το παλαιστινιακό, η βαρβαρότητα του κράτους του Ισραήλ έχει συγκλονίσει τη διεθνή κοινότητα και το σύστημα διεθνών θεσμών με τέτοιο τρόπο που πλέον το παλαιστινιακό μας αφορά όλους. Εξάλλου δεν είναι η πρώτη φορά που το παλαιστινιακό παραγκωνίζεται, όπως συνέβη μετά την 11η Σεπτεμβρίου και τις αραβικές εξεγέρσεις του 2011. Βέβαια κάθε φορά που στρέφουμε τα μάτια μας από την Παλαιστίνη βρισκόμαστε αντιμέτωποι με μια οξεία χειροτέρευση της κατάστασης,  με αποτέλεσμα  μία μέρα να ξυπνήσουμε και να βρεθούμε μπροστά σε μία γενοκτονία και να αναρωτιόμαστε ακόμα πως φτάσαμε μέχρι εδώ.

ΠαλαιστίνηΛωρίδα της ΓάζαςΜαχμούντ ΑμπάςΔυτική Όχθηειδήσεις τώραΙσραήλΓενοκτονίαΠαλαιστίνιοι