All About History|12.02.2020 18:46

Συμφωνία της Βάρκιζας: Η συνθήκη που αφόπλισε τους αντάρτες του ΕΛΑΣ

Γεώργιος Σαρρής

Νύχτα Τρίτης 12 Φεβρουαρίου 1945, μόλις δύο χιλιόμετρα μακριά από την παραλία της Βάρκιζας. Μια σειρά από σκουρόχρωμα αυτοκίνητα φθάνει με διαφορά λίγων λεπτών σε μια ολόλευκη γραφική έπαυλη που διακρίνεται καθαρά στο βάθος μιας μακριάς αλέας από πεύκα. Παρά το γεγονός ότι η ώρα κοντεύει μεσάνυχτα και η τοποθεσία είναι ερημική, οι οδηγοί εντοπίζουν εύκολα το σημείο της συνάντησης, αφού τα εξωτερικά φώτα της πολυτελούς οικίας είναι αναμμένα από νωρίς. Ιδιοκτήτης της είναι ο Πέτρος Κανελλόπουλος, γιος του ιδρυτή της τσιμεντοβιομηχανίας «Τιτάν», αλλά αυτό λίγη σημασία έχει εν προκειμένω.

Για τις επόμενες δέκα ημέρες το ευρύχωρο σαλόνι της βίλας θα γινόταν το δεύτερο σπίτι των συγκεντρωμένων, που διαβουλεύονταν τους όρους της ανακωχής, μετά τον τερματισμό των πολύνεκρων συγκρούσεων που είχαν αιματοκυλήσει από τις αρχές Δεκεμβρίου του 1944 και για πάνω από έναν μήνα τους δρόμους της πρωτεύουσας και των γύρω περιοχών. Είναι η στιγμή που η νεότερη πολιτική ιστορία περνάει από τα «Δεκεμβριανά» στη «Συμφωνία της Βάρκιζας», έναν συμβιβασμό που εξακολουθεί να προκαλεί αντιδράσεις. Ήταν όντως επώδυνος (όπως πιστεύει η Αριστερά μέχρι και σήμερα) ή τίμιος (όπως υποστήριζαν οι κυβερνητικές δυνάμεις της εποχής);

Για να αντιληφθούμε το κλίμα που επικράτησε στη βίλα της Βάρκιζας, θα πρέπει πρώτα να εξετάσουμε, έστω και ακροθιγώς, τα όσα προηγήθηκαν. Στις αρχές Δεκεμβρίου του 1944 ξεσπά στην Αθήνα πολυήμερη σφοδρή μάχη. Από τη μια πλευρά βρίσκονται οι αριστερές αντάρτικες δυνάμεις του Ελληνικού Λαϊκού Απελευθερωτικού Μετώπου (ΕΛΑΣ) που αποτελούν το στρατιωτικό σκέλος του ελεγχόμενου από το ΚΚΕ, Εθνικού Απελευθερωτικού Μετώπου (ΕΑΜ). Από την άλλη, αντιπαρατάσσονται οι πολυπληθείς κυβερνητικές δυνάμεις που ανήκουν σε ένα ευρύ πολιτικό φάσμα (από τη σοσιαλδημοκρατία έως τη φιλομοναρχική δεξιά και τους δωσίλογους) και βρίσκονται σε αγαστή συνεργασία με τα σταλθέντα στην Ελλάδα βρετανικά σώματα στρατού. 

Βρετανικό άρμα εισβάλει στα γραφεία του ΕΑΜ κατά τα Δεκεμβριανά (Πηγή: Wikipedia)

17.000 νεκροί μέσα στην Αθήνα

Αντικείμενο της διαμάχης είναι ο τρόπος με τον οποίον θα πρέπει να διοικηθεί η χώρα μετά την απελευθέρωση από τους Γερμανούς, μόλις τον περασμένο Οκτώβριο. Η ανταλλαγή πυρών είναι σφοδρή. Τα πτώματα των ένστολων, των ανταρτών και των αθώων πολιτών ξεπερνούν τον ιλιγγιώδη αριθμό των 17.000. Οι Άγγλοι υπολόγιζαν ότι οι συγκρούσεις θα διαρκούσαν μόλις και μετά βίας δύο εικοσιτετράωρα, αλλά τελικά κρατούν 33 ολόκληρες ημέρες. Ο εμπειροπόλεμος ΕΛΑΣ όχι απλά άντεξε, αλλά επέφερε και καίρια πλήγματα. Με την άφιξη όμως εκ νέου βρετανικών ενισχύσεων από την άλλη πλευρά, η πλάστιγγα έγειρε γρήγορα υπέρ των κυβερνητικών δυνάμεων.

Η ανακωχή ήταν θέμα χρόνου. Στις 5 Ιανουαρίου του 1945 αποφασίζεται κατάπαυση πυρός. Λήγει επισήμως η μάχη της Αθήνας, η μοναδική περίπτωση σύγκρουσης μεταξύ συμμαχικών δυνάμεων στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και όπως συμβαίνει συνήθως σε αυτές τις περιπτώσεις, οι νικητές έχουν τη διαπραγματευτική ισχύ να επιβάλλουν τους όρους.

Μαχητές του ΕΛΑΣ (πηγή: Wikipedia)

Κάπως έτσι, φθάνουμε στο βράδυ της 2ας Φεβρουαρίου 1945 όπου ξεκινούν στην πολυτελή βίλα της Βάρκιζας οι σχετικές συζητήσεις για τη σύνταξη συμφωνίας ανάμεσα στο ΕΑΜ-ΕΛΑΣ και τη νεοπαγή κυβέρνηση του στρατηγού Νικολάου Πλαστήρα που έχει διαδεχθεί εδώ και περίπου έναν μήνα τον κεντρώο Γεώργιο Παπανδρέου. Στο μεγάλο τραπέζι, ως κύριοι εκπρόσωποι της Αριστεράς βρίσκονται ο γραμματέας της Κεντρικής Επιτροπής του ΚΚΕ Γιώργης Σιάντος, ο γραμματέας της Κεντρικής Επιτροπής του ΕΑΜ Δημήτρης Παρτσαλίδης και ο γενικός γραμματέας του σοσιαλιστικών τάσεων κόμματος της Ενώσεως Λαϊκής Δημοκρατίας, Ηλίας Τσιριμώκος, του οποίου ο ρόλος κρίνεται τουλάχιστον ύποπτος όπως θα δούμε παρακάτω. Την κυβερνητική σύνθεση απαρτίζουν οι υπουργοί Εξωτερικών Ιωάννης Σοφιανόπουλος, Εσωτερικών Περικλής Ράλλης και Γεωργίας Ιωάννης Μακρόπουλος. 

Ο σκοτεινός ρόλος του Τσιριμώκου 

Μετά τις τυπικές προσφωνήσεις και τα ευχολόγια για ειρήνευση στον τόπο, ξεκινά η κουβέντα για το εύρος χορήγησης αμνηστίας των εμπλεκόμενων στα Δεκεμβριανά και για το εάν θα μετέχουν στην κυβέρνηση στελέχη της Αριστεράς. Από νωρίς προκύπτει χάσμα απόψεων. Η σύσκεψη διακόπτεται. Τέσσερις ημέρες αργότερα, το ΕΑΜ εμφανίζεται διαλλακτικότερο, αποσύροντας την αρχική αξίωση για κάλυψη υπουργικών θώκων. Ζητά όμως άμεση άρση του στρατιωτικού νόμου που έχει κηρυχθεί εδώ και περίπου δύο μήνες.

Πηγή: Wikipedia

Οι εκπρόσωποι της κυβέρνησης απαντούν ότι αυτό θα γίνει αφού πρώτα ολοκληρωθεί ο πλήρης αφοπλισμός των ανταρτών. Κατά τη διάρκεια των διαπραγματεύσεων, ο Τσιριμώκος φαίνεται πως ενημέρωνε κρυφά τον τότε Αντιβασιλέα Δαμασκηνό και τις βρετανικές μυστικές υπηρεσίες για τους όρους που θα έθετε κάθε φορά η ΕΑΜική αντιπροσωπεία. Σύμφωνα με δημοσίευμα της εφημερίδας «Ριζοσπάστης» πριν από περίπου δέκα χρόνια, φέρεται να είχε δεσμευτεί πως θα τασσόταν εναντίον των επιδιώξεων του Κομμουνιστικού Κόμματος εάν αυτό κρινόταν αναγκαίο.

Οι πολυήμερες συναντήσεις κατέληξαν σε ένα κείμενο εννέα άρθρων που επιχειρούσε να ρυθμίσει μεταξύ άλλων, τον αφοπλισμό και τη διάλυση του ΕΛΑΣ, τη συγκρότηση νέου εθνικού στρατού και την εκκαθάριση των δημοσίων υπηρεσιών από τους συνεργάτες των Γερμανών κατακτητών. Σε πολιτικό επίπεδο, προσδιοριζόταν η διαδικασία νομιμοποίησης του μετακατοχικού καθεστώτος διακυβέρνησης μέσω της διεξαγωγής βουλευτικών εκλογών και της διενέργειας δημοψηφίσματος για το πολιτειακό. 

Η «άρρωστη» μητέρα 

Τέλος, προβλεπόταν η χορήγηση αμνηστίας για τα πολιτικά αδικήματα που τελέστηκαν από τις 3 Δεκεμβρίου 1944 και ένθεν, εξαιρώντας όμως «τα συναφή κοινά αδικήματα κατά της ζωής και της περιουσίας, τα οποία δεν ήσαν απαραιτήτως αναγκαία για την επιτυχίαν του πολιτικού αδικήματος». Τουτέστιν, γενική αμνηστία όπως προσδοκούσε αρχικά η Αριστερά δεν χορηγήθηκε. Ακόμη και σήμερα προκαλεί σε πολλούς εντύπωση το γεγονός ότι το ΕΑΜ δεν έδωσε σημασία σε μια τόσο μείζονα παράλειψη.

Ίσως να συνέβαλε σε αυτό ο σκοτεινός ρόλος του Τσιριμώκου. Όταν μεταγενέστερα ερωτήθηκε ο καθηγητής Ιωάννης Γεωργάκης, διευθυντής του πολιτικού Οίκου του Αντιβασιλέως και Αρχιεπισκόπου Δαμασκηνού, που μετείχε στις συζητήσεις της Βάρκιζας ως παρατηρητής από την κυβερνητική πλευρά, «πώς ξεπεράστηκε τελικά η κρίσιμη φάση των διαπραγματεύσεων στο θέμα της αμνηστίας;», απάντησε ότι «οι κομμουνιστές υποχώρησαν όταν ο Ηλίας Τσιριμώκος πείστηκε από ‘μένα την κρίσιμη εκείνη νύχτα να έρθει με εμάς. Δηλαδή να υποστηρίξει τη θέση της κυβέρνησης επί τούτου. Και τον πήρα και πήγαμε στην Αθήνα στις 2 το πρωί. Τον πήγα στην Αγγλική Πρεσβεία» όπου τον έπεισαν για την ορθότητα του υπό σύνταξη επίμαχου άρθρου περί αμνηστίας. Ακολούθως οι δύο άνδρες επέστρεψαν και πάλι στη βίλα, με τον Τσιριμώκο να δικαιολογείται ότι απουσίασε επειδή πήγε να δει τη δήθεν άρρωστη μητέρα του. Στις 5 τα χαράματα οι εκπρόσωποι της Αριστεράς υπέγραψαν τη Συμφωνία. 

«Πολεμήσαμε από... παρεξήγηση» 

Το σχετικό πρωτόκολλο που έμελλε να στοιχειώσει την Αριστερά, υπογράφηκε από τα μέλη των αντιπροσωπειών το απόγευμα της 12ης Φεβρουαρίου 1945 στη μεγάλη αίθουσα του υπουργείου Εξωτερικών, με τον 55χρονο γραμματέα του ΚΚΕ Γιώργη Σιάντο να δηλώνει ότι «η σύγκρουση μεταξύ ΕΛΑΣ και Βρετανών πιστεύουμε ήταν αποτέλεσμα μιας παρεξήγησης».

Το Κομμουνιστικό Κόμμα Ελλάδος, σε μια προσπάθεια να υπερασπιστεί την απόφασή του να υπογράψει τη Συνθήκη, προέβαλε ως κύριο επιχείρημα ότι η Βάρκιζα ήταν ένας συμβιβασμός που έδινε στον λαό τη δυνατότητα να παλέψει για τα συμφέροντά του με νόμιμο πλέον τρόπο. Από κυβερνητικής πλευράς, η βαρύτητα που προσδόθηκε στη Συμφωνία, καταδεικνύεται από το γεγονός ότι το κείμενο δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, γεγονός που την καθιστά εφάμιλλη οποιουδήποτε άλλου νόμου. 

Ο κατάλογος με τα όπλα

Ο ΕΛΑΣ διαλύθηκε επισήμως τέσσερις ημέρες αργότερα και ο αντάρτικος στρατός άρχισε να παραδίδει άμεσα στο συντεταγμένο κράτος τον οπλισμό του. Μην ξεχνάμε ότι ο αφοπλισμός των αντάρτικων ομάδων του Εθνικού Απελευθερωτικού Μετώπου ήταν μια από τις κύριες αφορμές για να ξεσπάσει η Δεκεμβριανή σύγκρουση στην Αθήνα και τις γύρω περιοχές.

Συνολικά περιήλθαν στο κράτος 100 πυροβόλα διαφόρων τύπων, 81 ομαδικοί όλμοι και 138 ατομικοί, 419 πολυβόλα, 1.412 οπλοπολυβόλα, 713 αυτόματα, 48.953 τυφέκια και πιστόλια, 57 αντιαρματικά και 45 συσκευές ασυρμάτου. Οι συγκινητικές σκηνές της παράδοσης έχουν καταγραφεί από το Τμήμα Κινηματο
ΑΡΗΣ γράφησης του ΕΛΑΣ. Ο φακός αποτυπώνει γεροδεμένους γενειοφόρους να κλαίνε σπαρακτικά την ώρα που εναποθέτουν τα ντουφέκια τους πάνω σε μια ελληνική σημαία. Η αλήθεια πάντως είναι ότι δεν παραδόθηκε όλος ο οπλισμός, παρά τα όσα είχαν συνομολογηθεί. Ένα σημαντικό κομμάτι, ιδίως τα πιο σύγχρονα όπλα που ήταν ικανά να καλύψουν τις ανάγκες σχεδόν 30.000 ανδρών, καταχωνιάστηκαν σε ειδικές κρύπτες, με σκοπό να τα φανερώσουν μονάχα εάν και όποτε το απαιτούσαν οι εξελίξεις. Αυτό δυστυχώς, δεν άργησε να συμβεί. Ο εμφύλιος πόλεμος με την πλέον επίσημη μορφή του, βρισκόταν προ των πυλών.

To παρόν άρθρο δημοσιεύτηκε στο περιοδικό «Αll About History», που κυκλοφορεί μία φορά τον μήνα με το «Εθνος της Κυριακής»

ΕΛΑΣΒάρκιζαΕθνική Αντίσταση