Βιβλίο|04.08.2022 11:40

Βαγγέλης Ραπτόπουλος: «Ο Καζαντζάκης παραμένει ο πιο ερωτικός και αισθησιακός συγγραφέας της νεότερης Ελλάδας»

Άγγελος Γεραιουδάκης

Τον Βαγγέλη Ραπτόπουλο έχεις πολλούς λόγους για να τον συμπαθήσεις και να τον βάλεις μέσα στην καρδιά σου. Ανήσυχο πνεύμα, με ευστροφία και χιούμορ. Άνθρωπος που δεν φοβάται να πει τη γνώμη του, συχνά πληρώνοντας το τίμημα. Μέχρι σήμερα, κυκλοφορούν περισσότερα από τριάντα βιβλία του μυθοπλασίας, ενώ έχει καταφέρει να κερδίσει το αναγνωστικό κοινό με την υψηλή ποιότητα και τη δημιουργική του τεχνική. Αφορμή για την κουβέντα μας στάθηκε το νέο του βιβλίο «Ανέγγιχτη» από τις εκδόσεις Κέδρος, το οποίο είναι το νέο ιστορικό του μυθιστόρημα και αντλεί όλη του την έμπνευση από τον μεγάλο Νίκο Καζαντζάνη.

Η ιδέα να γράψει κάτι για τον στοχαστή της «Ασκητικής», τον βασάνιζε χρόνια τώρα. Και κάθε τόσο άλλαζε μορφή. «Αρκεί να σκεφτεί κανείς ότι ο Καζαντζάκης υπήρξε καθοριστικό πρότυπο στην εφηβεία μου και ότι ήταν ο συγγραφέας που με ώθησε αποφασιστικά να γράψω λογοτεχνία. Υπό την έννοια αυτή, όπως θα έλεγε κι εκείνος, ελπίζω ότι "έκαµα το χρέος µου". Σε κάθε περίπτωση, η διαδικασία τής μυθιστορηματικής σύνθεσης που είναι η "Ανέγγιχτη" μού προσέφερε βαθιά απόλαυση και αποδείχθηκε για μένα πολύτιμο μάθημα και σχολείο. Κι αν κυλάει αβίαστα ως αφήγηση, όπως με ενημερώνουν αναγνώστριες και αναγνώστες, αυτό νομίζω ότι οφείλεται κυρίως στο γεγονός ότι είμαι πραγματικά παθιασμένος με τον μεγάλο Κρητικό. Δεν υπάρχει γραμμή αυτού του μυθιστορήματος που να μην είναι υπαγορευμένη από το πάθος μου για τον Καζαντζάκη» λέει ο Βαγγέλης Ραπτόπουλος στο ethnos.gr.

Πόσος καιρός χρειάστηκε για να ολοκληρωθεί η έρευνα που οδήγησε στο νέο σας βιβλίο; Υπήρχε κάτι που σας δυσκόλεψε;

Αν λογαριάσουμε ότι ο συγγραφέας των περίφημων «Ταξιδεύοντας» (από την «Ιαπωνία-Κίνα» μέχρι την «Ισπανία» και την «Αγγλία») µε έχει στοιχειώσει από όταν ήμουν νέος, θα λέγαμε ότι η συγκεκριμένη έρευνα κράτησε μια ολόκληρη ζωή. Όσο γι' αυτό που με δυσκόλεψε περισσότερο απ' όλα, ήταν η προσπάθειά μου να συνδυάσω αρμονικά τα κατ' ουσίαν ασυνδύαστα μεταξύ τους, όπως είναι τα επινοημένα με τα πραγματικά μέρη του βιβλίου μου. Η προσπάθεια να παντρέψω τη φαντασία μου με τα ντοκουμέντα. Ακόμη και η προσπάθειά μου να τα εκφράσω όλα μαζί υιοθετώντας μια κοινή γλώσσα, μια γλώσσα ταιριαστή σε ένα κείμενο - μωσαϊκό. Στην «Ανέγγιχτη» συνυπάρχουν θραύσματα από το έργο του Καζαντζάκη, με τμήματα από το σχετικό βιβλίο της Γαλάτειας, αλλά και δικές μου κρίσεις και παρατηρήσεις, μεταμφιεσμένες σε απόψεις της πρώτης γυναίκας του Αλέξανδρου Καστρινάκη - όπως έχει μετονομαστεί στο γραπτό μου ο Καζαντζάκης. Κυρίως όμως με δυσκόλεψε η απόπειρά μου να συστεγάσω όλο αυτό το ανόμοιο, ετερόκλητο και καλειδοσκοπικά εκτεθειμένο υλικό, μέσα σε μια ενιαία (δήθεν συμβατική, και στην πραγματικότητα πειραματική) μυθιστορηματική αφήγηση, που να ρέει όσο το δυνατόν πιο απρόσκοπτα και ανεμπόδιστα.

Γιατί ο Νίκος Καζαντζάκης έχει «γράψει» τόσο πολύ μέσα σας;

Τι με άγγιξε τόσο όταν ήμουν μικρός, κι εξακολουθεί να μ' αγγίζει στον Καζαντζάκη; Πώς και δεν εξασθένησε με την πάροδο του χρόνου η γοητεία που ασκεί επάνω μου; Προφανώς δυσκολεύομαι να το διακρίνω, όπως κάποιος που έχει πολύ κοντά τη μύτη του στον καθρέφτη. Κατά τα άλλα, εύχομαι η «Ανέγγιχτη» να συνιστά μία αναζήτηση όχι του Θεού, όπως το έθετε ο δημιουργός του «Φτωχούλη του Θεού», αλλά ενός στοιχείου φαινομενικά αναχρονιστικού, και στην πραγματικότητα άκρως επίκαιρου και ζωτικού. Αν κρίνουμε από το πόσο απομαγεμένη είναι η σύγχρονη πραγματικότητα και πόσο στερημένη από πνευματικότητα, εννοώ τη χαμένη σήμερα πια αίσθηση του ιερού. Τη λέξη «ιερό» θα πρέπει να την αντιληφθεί κανείς εδώ με την ευρύτερη δυνατή έννοια, όπου χωρούν όλα όσα ατροφούν όταν γίνονται αντικείμενο οικονομικής συναλλαγής. Από τον Έρωτα, τη Φιλία, τη Δικαιοσύνη και την Τέχνη μέχρι τη Μητέρα Φύση. Τη χαμένη αυτή αίσθηση του ιερού πιστεύω ότι είναι χρέος μας κι επιτακτική ανάγκη να κάνουμε ό,τι μπορούμε για να την ανακτήσουμε στις κοινωνίες και στις ζωές μας.

Αν και η νέα σας ιστορία είναι βασισμένη στη ζωή του Νίκου Καζαντζάκη και της Γαλάτειας Αλεξίου, αποφεύγετε να χρησιμοποιήσετε τα πραγματικά τους ονόματα. Γιατί πήρατε αυτή την απόφαση; Πόσο δύσκολο ήταν να κρατήσετε ισορροπία ανάμεσα στη μυθοπλασία και την Ιστορία και να «παντρέψετε» αυτά τα δύο;

Οδηγήθηκα σ' αυτήν την επιλογή στα τυφλά, ακολουθώντας τη δημιουργική παρόρμησή μου, όπως ακριβώς συμβαίνει και με τα περισσότερα, τα ας πούμε συνηθισμένα, μυθοπλαστικά έργα μου. Εδώ λοιπόν τα ονόματα είναι παραλλαγμένα και οι τίτλοι των βιβλίων του Καζαντζάκη έχουν αντικατασταθεί με επινοημένους. Όχι όμως και το περιεχόμενο των έργων του, καθώς κι ένα σωρό άλλα πραγματολογικά στοιχεία. Με άλλα λόγια, παρά τις αλλοιώσεις και τις πλαστογραφήσεις, τα αληθινά γεγονότα καταλαμβάνουν το εκτενέστερο κομμάτι της «Ανέγγιχτης». Και την ίδια στιγµή πήρα αποστάσεις από την πραγµατικότητα, αλλάζοντας ονόµατα, χαρακτήρες, τοποθεσίες, χρονολογίες, σκηνές και γεγονότα, επειδή στόχος µου δεν ήταν η βιογραφία του µεγάλου συγγραφέα µας. Ως συνήθως έγραψα µια µυθοπλασία, κι ας περιέχει αυτή τη φορά τόσο πολλή αλήθεια. Όπως θα το έθετε και ο δηµιουργός του «Ζορμπά», έπλασα «ένα παραµύθι πιο αληθινό από την αλήθεια».

Από όλη αυτή την έρευνα που κάνατε, τι ήταν αυτό που σας εντυπωσίασε περισσότερο ή ακόμα και σας σόκαρε;

Θέμα τής «Ανέγγιχτης» είναι η ερωτική ζωή του Νίκου Καζαντζάκη μέσα από τα μάτια της πρώτης του γυναίκας, που τον κατηγορούσε ότι ο γάμος τους ήταν λευκός. Η ερωτική ζωή τού περισσότερο μεταφρασμένου παγκοσμίως Νεοέλληνα συγγραφέα, ο οποίος πρέσβευε τον ερωτικό ασκητισμό, τουλάχιστον για ένα διάστημα της ζωής του. Ο σκοπός του συγκεκριμένου ασκητισμού δεν ήταν άλλος από τη «θέωση», μια στάση που συναντάται σε πολλές θρησκευτικές παραδόσεις. Για την ακρίβεια, ο ίδιος ο Καζαντζάκης μιλούσε για «εκούσια και προγραµµατισµένη υπέρβαση του ερωτικού ενστίκτου, προκειµένου να εξυπηρετηθούν ανώτερες και πνευµατικότερες ορµές και επιδιώξεις». Όλο αυτό μου έκανε τερατώδη εντύπωση όταν, στη διάρκεια της εφηβείας μου, πρωτοήρθα σε επαφή με το έργο του στοχαστή της «Ασκητικής». Εκείνος µιλούσε για ασκητισµό, και μάλιστα ερωτικό, την εποχή που εγώ µόλις ανακάλυπτα το σεξ. Από την άλλη, πάντα µου φαινόταν πολύ ερωτικό το γράψιµό του, μου φαινόταν ότι ήταν και παραμένει ο πιο ερωτικός, ο πιο αισθησιακός συγγραφέας της νεότερης Ελλάδας.

Κατά τη διάρκεια συγγραφής του βιβλίου σας, σας ενδιέφερε περισσότερο η αναπαράσταση της εποχής ή το ψυχογράφημα των προσώπων; 

Πρωτίστως με ενδιέφερε ν' αφηγηθώ, όσο πιο πειστικά γινόταν, την ιστορία που είχα συλλάβει, μέσα από την οπτική γωνία που θεώρησα καταλληλότερη γι' αυτήν. Να μιλήσω, δηλαδή, εκ μέρους της πρώτης γυναίκας του Καζαντζάκη, βάζοντάς την να μετανιώνει για το γεγονός ότι είχε φανεί τόσο μικρόψυχη απέναντί του κάποτε. Βάζοντάς την να προσπαθεί να διαχειριστεί ψυχικά το γεγονός ότι εκείνος την άφησε ερωτικά ανέγγιχτη, ενώ παράλληλα είχε σαρκικές σχέσεις με τόσες άλλες. Να προσπαθεί να αποδεχτεί ότι οι πνευματικές και θρησκευτικές αναζητήσεις τού πρώην άντρα της ήταν τόσο έντονες, σοβαρές και αυθεντικές, ώστε να αφήσει την ίδια στα κρύα τού λουτρού. Επομένως δεν με ενδιέφερε κανένα πράγμα περισσότερο από κάποιο άλλο, και ταυτόχρονα με ενδιέφεραν τρομερά όλα μαζί: από την αναπαράσταση της εποχής ως το ψυχογράφημα, και από το ντοκουμέντο και τη βιογραφία ως τη μυθοπλασία. Χρειάστηκε να επιστρατεύσω ό,τι ήξερα και δεν ήξερα ως αφηγητής, και την ίδια στιγμή δεν χρειάστηκε να επιστρατεύσω το παραμικρό, αφού το υλικό μου το έπαιζα στα δάχτυλα εδώ και χρόνια.

Συνοψίζοντας, η «Ανέγγιχτη» είναι εµπνευσµένη από τη ζωή και το έργο του Νίκου Καζαντζάκη, συχνά πιστό αντίγραφό τους. Υλικό όμως άντλησα και από το αυτοβιογραφικό βιβλίο της πρώτης του γυναίκας, καθώς και από άλλες πηγές. Δηλαδή, σε μεγάλο βαθμό έχουμε να κάνουμε με ένα έργο τεκμηριωτικής λογοτεχνίας, όπως ονομάζεται αλλιώς η λογοτεχνία - ντοκουμέντο. Παρούσα ωστόσο δεν παύει να είναι και η μυθοπλασία. Τα επινοημένα μέρη σχετίζονται περισσότερο με την απάντηση στο (μάλλον αναπάντητο) ερώτημα κατά πόσο ο συγγραφέας τού «Ο Χριστός ξανασταυρώνεται», του «Καπετάν Μιχάλη» και του «Τελευταίου πειρασμού» ήταν ενεργός και δραστήριος ερωτικά, είτε από φυσικού του είτε από επιλογή του.

O Καζαντζάκης έλεγε πως σ’ αυτή τη γη δεν υπάρχει, και δεν πρόκειται να υπάρξει δικαιοσύνη, αλλά μόνο ο αγώνας γι’ αυτήν. Πιστεύετε πως μας αξίζει η τύχη μας;

Επιτρέψτε μου να σας απαντήσω εμμέσως, αφού πρώτα διαγράψω έναν κύκλο. Τι ακριβώς συνέβαινε στην ερωτική ζωή του Καζαντζάκη, κανείς ποτέ δεν θα το μάθει. Γι' αυτό κι έγραψα το μυθιστόρημα. Το πέπλο της άγνοιας και του μυστικού επέτρεψε, για να μην πω ότι επέβαλε τη μυθοπλασία. Ώρες ώρες φοβάμαι ότι ήταν, όπως τον κατηγορούσαν, ανίκανος. Κάτι τέτοιο όμως δεν το άντεχα. Ζωντάνεψα, λοιπόν, μια άλλη εκδοχή. Παρηγοριέμαι ότι έκανα πιο ενεργό σεξουαλικά, από ό,τι πραγματικά ήταν, τον (και ερωτικό) ασκητή της λογοτεχνίας μας. Θεωρώ ότι είναι κι αυτό ένα είδος απονομής δικαιοσύνης.

Τι ξέρει άραγε η νέα γενιά αναγνωστών για τον Νίκο Καζαντζάκη; Μπορεί ένα βιβλίο ή ένας συγγραφέας ν' αλλάξει τον κόσμο;

Στην Ελλάδα των ηµερών µας, όπου κυριαρχεί η συλλογική αυτοαπέχθεια, θέλησα να µιλήσω για έναν «οικουµενικό Έλληνα», παράδειγµα προς µίµηση. Και φυσικά, το παράδειγμα αυτό απευθύνεται εξίσου στους νέους -κάθε- ηλικίας (αν υπάρχει όντως κάτι τέτοιο), είτε λατρεύουν είτε αγνοούν τον Καζαντζάκη. Προσωπικά το έργο του δημιουργού και πρωταγωνιστή της «Αναφοράς στον Γκρέκο» μού άλλαξε τη ζωή. Αφενός μ' έκανε συγγραφέα ή τουλάχιστον ευθύνεται πολύ γι' αυτό. Και αφετέρου με ανάγκασε, έστω και αργοπορημένα, να γράψω την «Ανέγγιχτη». Γι' άλλους κάτι τέτοιο μπορεί να μην αποδεικνύει και πολλά. Για μένα σημαίνει σχεδόν τα πάντα.

Πλέον πολλά κανάλια επενδύουν σε σειρές που βασίζονται στην ελληνική λογοτεχνία. Είναι κάτι που θα σας ενδιέφερε για τα δικά σας βιβλία και κυρίως για την «Ανέγγιχτη»;

Γιατί όχι; Σε λίγο καιρό θ' αρχίσουν τα γυρίσματα της «Λεσβίας», μιας ταινίας βασισμένης στο ομώνυμο μυθιστόρημά μου. Και στο παρελθόν διάφορα άλλα βιβλία μου διασκευάστηκαν για τον κινηματογράφο («Ο εργένης»), για το θέατρο («Λούλα», «Μαύρος γάμος», «Η επινόηση της πραγματικότητας»), αλλά και για την τηλεόραση («Διόδια», «Κομματάκια»). Χαίρομαι με τον διάλογο ανάμεσα στα αφηγηματικά είδη τέχνης, ακόμη κι αν υπάρχει κίνδυνος ο διάλογος αυτός να καταλήξει σε προδοσία. Ακόμη και τότε, πάντα και κάτι καλό προκύπτει εντέλει, σχεδόν μοιραία.

«Οι συγγενείς μου μιλούσαν για τον Καζαντζάκη με μεγάλο θαυμασμό, όχι τόσο για την καλλιτεχνική του αξία, την οποία άλλωστε δεν μπορούσαν να εκτιμήσουν συνολικά, όσο για την προσωπικότητά του. Τον θεωρούσαν φαινόμενο» αναφέρατε, πρόσφατα, στον δημοσιογράφο Γρηγόρη Μπέκο. Πιστεύετε πως το σπίτι στο οποίο μεγαλώνουμε είναι τελικά η πυξίδα για όλες τις μεγάλες αποφάσεις της ζωής;

Φυσικά και είναι πυξίδα ζωής το σπίτι μας, το σπίτι μας με κάθε πιθανή σημασία, από την οικογένεια ως την πατρίδα μας, έστω και απλώς ως τόπος καταγωγής μας. Είναι το κατάλληλο έδαφος άλλοτε για να φυτρώσει και να αναπτυχθεί, κι άλλοτε για να μαραθεί και να χαθεί ένα δέντρο ή ένα φυτό, ένα λουλούδι. Κάτι τέτοιο ωστόσο δεν εξηγεί ορισμένα παράδοξα. Πώς γίνεται και βλέπεις θαλερά και ακμαιότατα δέντρα ή φυτά να μεγαλώνουν σε άγονα εδάφη; Ή και το αντίθετο; Πώς παράγονται κάποτε, μέσα στο ίδιο οικογενειακό περιβάλλον, δυο εντελώς διαφορετικά, όσο η μέρα με τη νύχτα, αδέλφια; Πώς γίνεται και μεγαλώνουν ανούσιοι ή τιποτένιοι τύποι, μαζί με ανθρώπους - διαμάντια;

Έχετε δημοσιεύσει περισσότερους από είκοσι τίτλους μυθοπλασίας, πέντε βιβλία μεταξύ χρονικού και αυτοβιογραφίας και μία συλλογή - σύνθεση με μεταφρασμένα αποσπάσματα από αρχαίους Έλληνες συγγραφείς. Τι θεωρείτε εξέλιξη σ’ έναν συγγραφέα;

Υπάρχει άραγε εξέλιξη στις δημιουργικές δουλειές; Ή πρόκειται απλώς για διαφορετικές όψεις του ίδιου νομίσματος; Για ένα είδος παραλλαγών πάνω σε ένα θέμα; Αυτό που ξέρω με σιγουριά είναι ότι το θέμα της «Ανέγγιχτης» με έχει απασχολήσει και σε άλλα βιβλία μου. Στο βάθος πρόκειται για μία ακόμη εξερεύνηση του προσφιλούς μου θέματος, που με απασχολεί εμμονικά εδώ και πάρα πολλά χρόνια. Μιλάμε για ένα θέμα κοινό και επαναλαμβανόμενο σε μια σειρά από μυθοπλαστικά έργα μου, όχι μόνο σύγχρονα, αλλά και ιστορικά - βλέπε και το, βασισμένο στην «Πάπισσα Ιωάννα» του Ροΐδη, μυθιστόρημά μου «Η απίστευτη ιστορία της πάπισσας Ιωάννας». Το θέμα αυτό δεν είναι άλλο από τον παράδεισο και την κόλαση της λαγνείας.