Βιβλίο|02.04.2020 15:28

#Μένουμε_σπίτι: Το βιβλίο των οστών: Προδημοσίευση από το νέο βιβλίο του Τζον Κόνολι

Άγγελος Γεραιουδάκης

Tην Παρασκευή (3/4) κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Bell, το νέο μυθιστόρημα του σημαντικού Ιρλανδού συγγραφέα αστυνομικής λογοτεχνίας Τζον Κόνολι (John Connolly) με τίτλο «Το βιβλίο των οστών». Στους βάλτους της βορειοανατολικής Αγγλίας ανακαλύπτεται το πτώμα μιας νεαρής γυναίκας. Στα νότια, σε έναn τόπο λατρείας και θυσίας παλιό όσο και η ιστορία του ανθρώπου, μια κοπέλα βρίσκεται θαμμένη. Στα νοτιοανατολικά, ένα πηγάδι στα ερείπια ενός μοναστηριού φανερώνει το μακάβριο μυστικό του.

Κάποιος θυσιάζει. Κάποιος καλεί. Και κάτι μέσα στο σκοτάδι ακούει το κάλεσμα. Αλλά και κάποιος άλλος έρχεται. Ο Τσάρλι Πάρκερ βγαίνει για κυνήγι και ακολουθώντας τις δικές του διαδρομές φτάνει στους δρόμους του Λονδίνου για να βρει εκείνους που θέλουν να βυθίσουν αυτό τον κόσμο στο σκοτάδι. Ο Πάρκερ δε φοβάται το κακό. Αλλά το κακό τον φοβάται. «Το βιβλίο των οστών» του Τζον Κόνολι είναι η 17η περιπέτεια του Τσάρλι Πάρκερ. 

Ακολουθεί ένα απόσπασμα από το βιβλίο:

Έρημος, Θαμνότοποι και μια πόλη στη λιακάδα: το Φίνιξ της Αριζόνα.

«Δουλειές;» ρώτησε η γυναίκα που καθόταν δίπλα στον Πάρκερ, καθώς το αεροπλάνο έκανε την τελική προσέγγισή του. Δεν είχαν μιλήσει από τότε που η πτήση είχε ξεκινήσει από το Τέξας, αλλά ο Πάρκερ είχε καταγράψει την περιέργειά της. Την είχε προσπεράσει καθώς τον συνόδευαν στην πύλη, ένας ομοσπονδιακός πράκτορας σε κάθε πλευρά του, με τα όπλα τους ορατά, παρακάμπτοντας εντελώς τα μέτρα ασφαλείας. Τον είχε εκπλήξει που είχε αργήσει τόσο να του πιάσει κουβέντα. Η αυτοσυγκράτησή της ήταν αξιοθαύμαστη.

«Συγγνώμη;» είπε.

Η γυναίκα ήταν λίγο πάνω από τα σαράντα, υπολόγισε, και πρόσφατα χωρισμένη. Το λευκό σημάδι από τη βέρα ήταν ορατό στο σταρένιο, νοτιοδυτικό χρώμα της. Είχε μαύρα μαλλιά και ευγενικά, αν και επιφυλακτικά, μάτια. Ο χωρισμός υπήρξε πιθανότατα επώδυνος.

«Αναρωτιόμουν αν έρχεσαι για δουλειές».

«Ναι».

Ο Πάρκερ έστρεψε ξανά το βλέμμα του προς το παράθυρο, αλλά ήταν επίμονη.

«Πειράζει να ρωτήσω τι δουλειά κάνεις;»

Η σωστή απάντηση θα ήταν ένα δεύτερο «ναι», αλλά ο Πάρκερ δεν ήθελε να φανεί αγενής. Θα την έκανε να νιώσει άσχημα, και ο ίδιος δε θα ένιωθε καλύτερα.

«Κυνηγάω», απάντησε ο Πάρκερ. Ξαφνιάστηκε που άκουσε τις λέξεις να ξεπηδούν λες και είχε μιλήσει κάποιος άλλος στη θέση του.

«Ω». Η αποδοκιμασία της ήταν ολοφάνερη.

«Αλλά όχι ζώα», πρόσθεσε, καθώς η φωνή αποφάσισε να κάνει την κατάσταση ακόμα πιο πολύπλοκη.

«Ω», είπε εκείνη ξανά.

Μπορούσε σχεδόν ν’ ακούσει τα γρανάζια να γυρίζουν.

«Επομένως, κυνηγάς… ανθρώπους;»

«Μερικές φορές».

Οι τροχοί κατέβηκαν και το αεροπλάνο χτύπησε το έδαφος με ένα τίναγμα που έκανε κάποιον από πίσω να βγάλει ένα τσίριγμα σαν πληγωμένος σκύλος.

«Σαν κυνηγός επικηρυγμένων;»

«Σαν κυνηγός επικηρυγμένων».

«Ώστε αυτό είσαι;»

«Όχι».

«Ω», είπε εκείνη για τρίτη φορά. «Υποθέτω πως δε θα έπρεπε να είχα ρωτήσει, αλλά είδα τους ανθρώπους που ήταν μαζί σου στο αεροδρόμιο και…»

Η φωνή της έσβησε. Κρατούσε ένα περιοδικό στα χέρια της, που το άνοιξε και παρίστανε πως διάβαζε καθώς τροχοδρομούσαν μέχρι τον αεροσταθμό. Ο Πάρκερ είχε αφήσει το δικό του βιβλίο, ένα αντίτυπο των Δοκιμίων του Μοντέν, που του είχε κάνει δώρο ο Λούις. Ήταν η πρώτη φορά που ο Λούις του χάριζε βιβλίο. Πρόσφατα είχε γίνει βιβλιόφιλος. Και οι δυο τους είχαν γίνει, καθώς τους τελευταίους μήνες είχαν μάθει πολλά για παλιές εκδόσεις.

Ο Πάρκερ δεν είχε ξεδιαλύνει εντελώς γιατί τα Δοκίμια είχαν τέτοια απήχηση στον Λούις, αν και όφειλε να ομολογήσει ότι ο Μοντέν είχε άποψη επί παντός του επιστητού, από τους αντίχειρες έως τους κανίβαλους. Αρχικά, ο Πάρκερ είχε εμμείνει στο βιβλίο λόγω του δωρητή του, αλλά τώρα ο Μοντέν τον είχε κατακτήσει. Ο Μοντέν γνώριζε πολλά, όμως τα δοκίμιά του δεν είχαν τόσο σκοπό να επιδείξουν όσα γνώριζε αλλά μάλλον να τον βοηθήσουν να κατανοήσει όλα εκείνα που δε γνώριζε, και αυτό από μόνο του τον καθιστούσε ιδιαίτερο άνθρωπο. Καθώς η πτήση είχε καθυστερήσει σχεδόν μία ώρα, είχε άφθονο χρόνο να τον περάσει με τη συντροφιά του Μοντέν.

Το αεροπλάνο σταμάτησε, αλλά ο Πάρκερ δε βιάστηκε να σηκωθεί. Καθόταν στη δεύτερη σειρά, ταξίδευε μόνο με χειραποσκευές, και ήξερε πως στην πύλη θα τον περίμεναν και άλλοι ομοσπονδιακοί πράκτορες. Θα βρισκόταν σ’ ένα αυτοκίνητο και θα απομακρυνόταν από το αεροδρόμιο πριν οι περισσότεροι από τους συνεπιβάτες του παραλάβουν καν τις αποσκευές τους.

Η πόρτα άνοιξε και οι πρώτοι επιβάτες άρχισαν να κατεβαίνουν. Η γυναίκα που καθόταν δίπλα του πάλευε τώρα να κατεβάσει μια παραγεμισμένη βαλίτσα από το ντουλαπάκι. Τη βοήθησε να την ελευθε-ρώσει και τον ευχαρίστησε.

«Συγγνώμη που υπήρξα αδιάκριτη», του είπε.

«Δεν υπάρχει θέμα».

Την ακολούθησε έξω από το αεροπλάνο και συντόνισε το βήμα της με το δικό του.

«Κοίτα», είπε, «αν μείνεις στην πόλη λίγες μέρες, ίσως θα ήθελες να βρεθούμε για ένα ποτό. Θα κεράσω εγώ, σαν απολογία, και υπόσχομαι να μην κάνω άλλες ερωτήσεις για τη δουλειά σου. Τουλάχιστον, θα προσπαθήσω».

«Αυτό είναι πολύ γενναιόδωρο εκ μέρους σου», είπε ο Πάρκερ, «αλλά δε θα μείνω πολύ».

Έφτασαν στην πύλη. Όπως αναμενόταν, δύο ακόμα ομοσπονδιακοί πράκτορες περίμεναν κοντά στο γραφείο. Ο Πάρκερ τους είδε να αντιδρούν μόλις εμφανίστηκε, και η γυναίκα το έπιασε.

«Πάντως δεν ήταν κακό που ρώτησα», είπε.

«Όχι».

Του έδωσε μια επαγγελματική κάρτα. Την έλεγαν Τόνια Νίκολς και ήταν υποδιευθύντρια σε μια τράπεζα στο Τέμπι.

«Σε περίπτωση που αλλάξει το πρόγραμμά σου», είπε. «Καλή τύχη με το κυνήγι σου».

Ο Πάρκερ δεν είχε συμπαθήσει ποτέ την Αριζόνα. Δεν είχε το γονίδιο της ερήμου, και το Φίνιξ Σκάι Χάρμπορ ήταν από τα λιγότερο αγαπημένα του αεροδρόμια, ακόμα και με τα χαμηλά κριτήρια της αρχιτεκτονικής του μπρουταλισμού. Στα τέλη της δεκαετίας του ’90, ο τότε δήμαρχος του Φίνιξ, ο Άντον «Σκιπ» Ρίμζα, είχε προτείνει να μετονομαστεί ολόκληρο το αεροδρόμιο προς τιμήν του Μπάρι Γκόλντγουοτερ. Η πρόταση δεν είχε αρκετή στήριξη ώστε να περάσει, αλλά ο Αεροσταθμός 4, στον οποίο έφτασε ο Πάρκερ, έφερε ακόμα το όνομα του πρώην Ρεπουμπλικανού γερουσιαστή και λάτρη των UFO, που του έκοψε τον κώλο ο Λίντον Τζόνσον στις προεδρικές εκλογές του 1964. Αλλά ο παππούς του Πάρκερ, ένας ένθερμος Δημοκρατικός από τα βορειοανατολικά, έτρεφε πάντα κάποια συμπάθεια για τον Γκόλντγουοτερ, κυρίως επειδή ο τελευταίος είχε κάποτε συμβουλεύσει όλους τους καλούς χριστιανούς να μπουν στη σειρά και να δώσουν μια κλοτσιά στον πισινό του τηλεοπτικού ευαγγελιστή κήρυκα Τζέρι Φόλγουελ.

Οι δύο πράκτορες που βάδιζαν δίπλα στον Πάρκερ δε φαίνονταν αρκετά μεγάλοι για να θυμούνται την κηδεία του Γκόλντγουοτερ, που είχε γίνει μόλις το 1998, και, πιθανότατα, τους ζητούσαν ακόμα ταυτότητα στα μπαρ. Ο Πάρκερ αναρωτήθηκε αν το FBI στρατολογούσε πλέον κατευθείαν από το γυμνάσιο. Οι πράκτορες, οι οποίοι συστήθηκαν ως Σκολ και Κράιστ, ήταν πολύ ευγενικοί, και ο ένας επέμενε να μεταφέρει τη βαλίτσα του Πάρκερ, αφήνοντάς τον να κρατήσει μόνο μια τσάντα ταχυδρόμου. Οι φροντίδες τους έκαναν τον Πάρκερ να νιώσει γέρος, και το ύψος τους τον έκανε να μοιάζει με υιοθετημένη μασκότ. Ο Σκολ ξεπερνούσε το ένα ογδόντα, και έμοιαζε να είναι φτιαγμένος αποκλειστικά από τετράγωνα. Συγκριτικά με τον Κράιστ έδειχνε ντελικάτος.

«Από πού προέρχεται το όνομα Σκολ;» ρώτησε ο Πάρκερ;

«Από τη Δανία, κύριε».

«Δεν είναι κάποιο είδος πρόποσης;»

«Μάλιστα, κύριε. Νομίζω πως είναι παραφθορά της λέξης που σημαίνει μπολ ή κούπα».

Ο Πάρκερ δεν ήταν συνηθισμένος να του απευθύνονται τόσο ευγενικά ομοσπονδιακοί πράκτορες. Τον έκανε να νιώθει νευρικότητα.

«Θα σε πείραζε να μη με αποκαλείς “κύριο”;» ρώτησε.

Ο Σκολ κοίταξε τον Κράιστ, που ανασήκωσε τους ώμους του ανίσχυρος, σαν να έλεγε, άβυσσος η ψυχή του ανθρώπου, αλλά ότι θα στήριζε το συνάδελφό του απόλυτα αν, κάποια στιγμή στο μέλλον, η απόφαση να εγκαταλείψει την προσφώνηση δημιουργούσε προβλήματα.

«Θα προσπαθήσω να μην το κάνω», είπε ο Σκολ.

Είχαν φτάσει πια στην έξοδο του σταθμού. Ένα δυνατό Chevrolet Suburban ήταν παρκαρισμένο στην περιοχή που προοριζόταν για το προσωπικό ασφαλείας, ενώ ένα περιπολικό της Αστυνομίας του Φίνιξ έκοβε βόλτες εκεί κοντά, για την περίπτωση που κάποιος έδειχνε ανησυχία.

«Θεωρώ ότι ο Ρος βρίσκεται ήδη εδώ».

«Ο επικεφαλής ειδικός πράκτορας Ρος βρίσκεται στον τόπο του εγκλήματος», είπε ο Κράιστ, διορθώνοντάς τον. Η φωνή του θα μπορούσε να βγαίνει από τα έγκατα της γης, τόσο βαθιά ήταν.

«Είπε τίποτα πριν σας στείλει να με πάρετε;»

Απάντησε ο Σκολ.

«Κύριε» –και υπήρχε ένας επιπλέον απολογητικός τόνος για την επαναφορά της προσφώνησης–, «μας είπε να μη σας αφήσουμε να πυροβολήσετε κανέναν».

«Ήταν πολύ ξεκάθαρος ως προς αυτό», πρόσθεσε ο Κράιστ.

Κανείς από τους πράκτορες δεν έσκασε μια υποψία, έστω, χαμόγελου. Αντίθετα, είχαν την ελαφρώς ανήσυχη συμπεριφορά δύο αριστούχων μαθητών που είχαν μπλέξει με κάποιο κακό στοιχείο και ήταν βέβαιοι πως αυτό θα είχε συνέπειες στη βαθμολογία τους, στο τέλος του τριμήνου.

«Εντάξει, λοιπόν, δε θα ήθελα να σας βάλω σε μπελάδες», είπε ο Πάρκερ.

«Σας ευχαριστούμε», είπε ο Σκολ.

«Ναι», είπε ο Κράιστ, «σας ευχαριστούμε πολύ. Ούτε εμείς θα θέλαμε να μας βάλετε σε μπελάδες».

Για μια στιγμή οι τρεις άντρες στάθηκαν αμήχανοι δίπλα στο Suburban.

«Αν περιμένετε αγκαλιά…» είπε ο Πάρκερ.

Ο Σκολ τσακίστηκε ν’ ανοίξει την πόρτα του Suburban όσο πιο γρήγορα μπορούσε.

Προφανώς, σκέφτηκε ο Πάρκερ, δεν ήταν ο τύπος του αγκαλίτσα.

BellΜένουμε ΣπίτιΠροδημοσίευση