Σινεμά|14.05.2020 10:36

«Mad Max: Fury Road»: H Σαρλίζ Θερόν, ο Τομ Χάρντι και όλο το παρασκήνιο των γυρισμάτων

Newsroom

Πέντε χρόνια μετά την πρεμιέρα της στις αίθουσες, στις 14 Μαΐου 2015, η ριζοσπαστική περιπέτεια του Τζορτζ Μίλερ «Mad Max: Ο δρόμος της οργής», ένα μεγαλειώδες σε έκταση και ένταση φιλμ, κλασικό εν τη γενέσει του, αποκαλύπτεται μέσα από ένα ρεπορτάζ των New York Times. «Όσα βλέπετε να συμβαίνουν, έγιναν στ' αλήθεια. Δεν είχαμε πράσινη οθόνη» αποκαλύπτουν οι πρωταγωνιστές.

Το ζουμερό παρασκήνιο των γυρισμάτων αποδεικνύει όλα τα απίστευτα γύρω από τις δυσκολίες της παραγωγής. Ποιος ή ποια πρότεινε στον σκηνοθέτη να ξυρίσουν το κεφάλι της Σαρλίζ Θερόν, πόσα νεύρα είχε ο Τομ Χάρντι απέναντι στην χολιγουντιανή σταρ, ποιοι και γιατί δεν ήθελαν τον πρώτο «Μαντ Μαξ» Μελ Γκίμπσον και ποιον έδεσαν με ένα χαλινάρι; «Ακόμα δεν μπορώ να καταλάβω πώς δεν έχουν σταματήσει να γυρίζουν αυτή την ταινία» είχε πει σε συνέντευξη του το 2017 ο Στίβεν Σόντερμπεργκ, διερωτώμενος «πως και δεν έχουν πεθάνει εκατοντάδες...».

Απίστευτη κι όμως αληθινή, η υλοποίηση του «Fury Road» αποτέλεσε έναν άθλο. Ο δημοσιογράφος Κάιλ Μπουκάναν των New York Times ρώτησε 20 συντελεστές της ταινίας - από τον σκηνοθέτη μέχρι τον πολεμιστή Μαντ Μαξ (Τομ Χάρντι) και την Φουριόζα (Σαρλίζ Θερόν) και όλους εκείνους που συνέβαλαν καθοριστικά στην υλοποίηση της - για όσα συνέβησαν πίσω από τις κάμερες. Οι αποκαλύψεις κρύβουν βία, φόβο και εξάντληση..

Η ταινία 

Το «Mad Max: Fury Road» εκτυλίσσεται σε έναν μετα-αποκαλυπτικό κόσμο, στον οποίο ο δρόμος του μοναχικού Μαξ διασταυρώνεται με αυτόν της Φουριόζα που με ένα φορτηγό γεμάτο καύσιμα και μια χούφτα νεαρές εγκυμονούσες στο εσωτερικό του, έχει δραπετεύσει από το τυραννικό «βασίλειο» του Ιμόρταν Τζο. Φουτουρισμός, σουρεαλισμός, ροκ και χέβι μέταλ και πάνω απ' όλα οι εκπληκτικές σεκάνς δράσης χτυπούν κόκκινο στην αναβίωση της σειράς. 

Όπως είναι γνωστό, το franchise πάτησε φρένο στα μέσα της δεκαετίας του '80 μετά από τρεις ταινίες Mad Max το 1979, το 1981 («The Road Warrior») και το 1985 («Mad Max: Beyond Thunderstorm»). Η ιδέα μιας νέας ταινίας που θα έμοιαζε με μια μεγάλη σεκάνς κυνηγητού, «πρωτοχτύπησε» τον Μίλερ γύρω στα τέλη της δεκαετίας του ΄90. Το αρχικό πλάνο ήταν να γυριστεί ο «Δρόμος της οργής» για την 20th Century Fox ξανά με πρωταγωνιστή τον Μελ Γκίμπσον, όμως το τρομοκρατικό χτύπημα της 11ης Σεπτεμβρίου δυσκόλεψε την υλοποίηση του φιλμ τόσο ώστε να καταρρεύσει η παραγωγή. 

Το 2003, κι ενώ όλη η καλλιτεχνική διεύθυνση και οι τεχνικοί εργάζονταν σκληρά στην έρημο της Ναμπίμπια για το ξεκίνημα των γυρισμάτων τον Μάρτιο με δεκάδες πανάκριβα αυτοκίνητα και σετ έτοιμα ως κατασκευές, το στούντιο αποφάσισε να κάνει shutdown. «Ποτέ δεν κατάλαβα αν το στούντιο αποφάσισε να διοχετεύσει τα χρήματα στον πόλεμο του Ιράκ ή αν έφταιγε το email της συζύγου του Μελ Γκίμπσον που με ρωτούσε πόσους μουσουλμάνους είχε η Ναμίμπια προκειμένου να αποφασίσουν αν μπορούσε η οικογένεια να επισκεφτεί τα γυρίσματα» θυμάται ο σχεδιαστής παραγωγής Κόλιν Γκίμπσον.

Το όνειρο του «Fury Road» επαναπροσδιορίστηκε με την εμπορική επιτυχία του animation «Happy Feet» (2006) της Warner Bros. Το στούντιο το είδε θετικά, ενώ ο Μελ Γκίμπσον εξήλθε επί τόπου του πρότζεκτ έχοντας εμπλακεί εκείνη την περίοδο σε μεγάλο σκάνδαλο που τον κατέστησε παρία στο Χόλιγουντ. Είχε πατήσει όμως και τα 50 για να παραμείνει πρωταγωνιστής.

Όταν πια ο Μίλερ κατέληξε με τα πολλά στο καστ (μία από τις πρώτες υποψήφιες πρωταγωνίστριες ήταν και η Ούμα Θέρμαν) και η παραγωγή άρχισε τη διαδικασία προετοιμασίας των γυρισμάτων στην περιοχή Broken Hill της Αυστραλίας με τα παλιά ανθρακωρυχεία (εκεί γυρίστηκαν οι δύο πρώτες ταινίες Mad Max), ο καιρός που... έβρεχε αλύπητα - πράγμα σπάνιο για το Κουίνσλαντ - απέτρεψε τα γυρίσματα. Αυτό έγινε το 2010.

Έπρεπε να περάσουν άλλα δυόμισι χρόνια μέχρι να πάρουν το «πράσινο φως» τα γυρίσματα στην έρημο της Ναμίμπια τον Ιούλιο του 2012. Καθώς, μάλιστα, τραβούσαν σε διάρκεια μέχρι το τέλος του 2012, η Warner Bros αποφάσισε να επέμβει θορυβημένη από τον παραφουσκωμένο προϋπολογισμό. Ο πρόεδρος του στούντιο ταξίδεψε ως τη Ναμίμπια δίνοντας το τελεσίγραφο για τελευταία κλακέτα στις 6 Δεκεμβρίου 2012. Η διαμάχη ανάμεσα στον πρόεδρο της Warner και τον γενικό διευθυντή επέφερε λήξη των γυρισμάτων χωρίς όμως να έχουν ολοκληρωθεί σημαντικές σκηνές. Η ταινία δεν είχε ούτε αρχή, ούτε φινάλε...

Ευτυχώς, αποφασίστηκε να μεταφερθούν όλα τα οχήματα από τη Ναμίμπια και οι Τομ Χάρντι και Σαρλίζ Θερόν να συνεχίσουν τις σκηνές τους στην Αυστραλία το 2013 για έναν ακόμη μήνα γυρισμάτων. Το μοντάζ έμελλε να είναι ένας ακόμη άθλος την ίδια ώρα που ένα ολόκληρο στούντιο καθόταν σε αναμένα κάρβουνα, με τον απόλυτο φόβο για το τελικό αποτέλεσμα που δεν ήθελε να έχει μεγάλη διάρκεια (απαγορευτική για το κοινό).

Τον Μάιο του 2015 η ταινία βγήκε στους κινηματογράφους ξεκινώντας την θριαμβευτική πορεία της με μια εκπληκτική πρεμιέρα στο Φεστιβάλ Καννών. Συγκέντρωσε πάνω από 375 εκατομμύρια δολάρια στο παγκόσμιο box office (κόστισε πάνω από 150 εκατομμύρια), αποθεώθηκε από τους κριτικούς κι έφτασε να κερδίσει επάξια έξι Όσκαρ σε ένα σύνολο 10 υποψηφιοτήτων στις κατηγορίες της καλλιτεχνικής διεύθυνσης, του μοντάζ, του σχεδιασμού κοστουμιών, του μοντάζ και μιξάζ ήχου καθώς και του μακιγιάζ και κομμώσεων.

Τί θυμούνται σήμερα οι συντελεστές; 

Για την Σαρλίζ Θερόν, η ανάμνηση των γυρισμάτων είναι «ένα μείγμα ακραίας χαράς» για το συνολικό κατόρθωμα «και μαζί μια μικρή τρύπα στο στομάχι». Η ίδια ομολογεί ότι το σώμα της δεν έχει ξεπεράσει ακόμα το τραύμα των γυρισμάτων. Λέει επίσης για τον χαρακτήρα της Φουριόζα που υποδύθηκε με τρομερή ορμή, ότι περιγράφονταν στο σενάριο ως μια αιθέρια ηρωίδα, με μακριά μαλλιά και αφρικανικά σύμβολα στο πρόσωπό της. Ανήσυχη επειδή τα κοστούμια της θύμιζαν την Μπαρμπαρέλα, η ηθοποιός προέτρεψε τον Τζορτζ Μίλερ να γίνουν αλλαγές. Τα μαλλιά δεν ταίριαζαν στην Φουριόζα. «Νομίζω ότι πρέπει να ξυρίσουμε το κεφάλι μου και να την κάνουμε πιο ανδρόγυνη και προσγειωμένη» είπε η - ούτως ή άλλως - αιθέρια σταρ του Χόλιγουντ. Κι έτσι έγινε.

«Το μεγαλύτερο στοιχείο που κατηύθυνε όλη την παραγωγή ήταν ο φόβος» συμπληρώνει ο Θερόν. «Εγώ ήμουν απίστευτα τρομαγμένη, γιατί δεν είχα ξανακάνει κάτι παρόμοιο. Νομίζω το μεγαλύτερο εμπόδιο ανάμεσα στον Τζορτζ κι εμένα ήταν ότι εκείνος είχε όλη την ταινία στο μυαλό του κι εγώ προσπαθούσα απεγνωσμένα να την καταλάβω».

Για τον Τομ Χάρντι με τον οποίο η Σαρλίζ Θερόν είχε μια ταραγμένη σχέση στα γυρίσματα, δηλώνει τώρα ότι συνειδητοποιεί πια πως δεν είχε τότε «αρκετή ευαισθησία να καταλάβει πραγματικά πώς μπορεί να ένιωθε καθώς ήταν αναγκασμένος να μπει στα παπούτσια του Μελ Γκίμπσον». Η ίδια εξηγεί: «Αυτό είναι τρομακτικό! Και νομίζω ότι, εξαιτίας του δικού μου φόβου, υψώναμε τοίχους για να προστατεύσουμε ο καθένας τον εαυτό του, αντί να πούμε, "Είναι τρομακτικό για σένα, είναι και για μένα, ας είμαστε καλοί ο ένας με τον άλλον". Μ' έναν παρέξενο τρόπο, συμπεριφερόμασταν σαν τους ήρωές μας: Ο μοναδικός στόχος ήταν η επιβίωση».

Ο Τομ Χάρντι πήρε πάνω του τον ρόλο του Μαντ Μαξ. «Με άλλαξε οριστικά» παραδέχεται ο πρωταγωνιστής. Η πίεση ήταν τόσο αφόρητη, που εξομολογείται ότι η απειρία του ήταν πρόβλημα στα γυρίσματα: «Κοιτάζοντας πίσω, καταλαβαίνω ότι σ' ένα μεγάλο βαθμό δυσκολευόμουν να τα βγάλω πέρα. Η πίεση και στους δυο μας ήταν, κατά στιγμές, δυσβάσταχτη» εξομολογείται. «Αυτό που χρειαζόταν εκείνη ήταν έναν καλύτερο, ίσως πιο έμπειρο, συνεργάτη από εμένα. Κανείς δεν μπορεί να το προσποιηθεί αυτό. Θα ήθελα να πιστεύω ότι τώρα που είμαι μεγαλύτερος κι ασχημότερος, θα μπορούσα να τα καταφέρω».

«Δεν είχα ξανακάνει ταινία με πολλές σκηνές δράσης, σίγουρα καμία που να φτάνει το απαιτητικό επίπεδο που είχε η συγκεκριμένη. Η φύση, ο όγκος και εκείνο το απόλυτο επίπεδο των σκηνών που έπρεπε να επιτευχθούν ήταν εκτός των εμπειριών μου...Καθώς μπαίναμε όλο και βαθύτερα, έβλεπα πόσο ακραία επικίνδυνα έμοιαζαν όλα και τι θα μπορούσε να γίνει αν δεν υπήρχε ο μεθοδικός επαγγελματισμός και η προετοιμασία των ειδικών: χρειαζόταν συντονισμός των stunt, ειδική ομάδα για τα stunt και εξέδρες.» σημειώνει ο Χάρντι.

«Είχα το ίδιο συναίσθημα για τον Τομ που είχα όταν είδα τον Μελ Γκίμπσον να μπαίνει για πρώτη φορά στο δωμάτιο: μέσα του είχε το είδος της αιχμηρής γοητείας που έχουν τα ζώα. Δεν γνωρίζεις τι συμβαίνει στα σώψυχα τους, κι όμως παραμένουν υπερβολικά ελκυστικά» καταθέτει τη δική του άποψη και αλήθεια ο αρχιτέκτοντας της ταινίας, Τζορτζ Μίλερ

«Η ταινία είχε πολύ υψηλό βαθμό δυσκολίας και αν δεν είσαι εκατό τις εκατό σχολαστικός με την ασφάλεια του καστ, κάτι θα πάει στραβά στο τέλος. Αυτό ήταν το μεγαλύτερο μου άγχος - και κάτι που μου έχει συμβεί παλιότερα (όταν ένας κασκαντέρ έσπασε το πόδι του), το οποίο σε καταβάλλει. Θα έπρεπε να είχα προσέξει περισσότερο το κομμάτι της διαδικασίας σύμφωνα με την οποία δούλευαν οι ηθοποιοί» λέει ο σκηνοθέτης.

«Ο Τομ είχε στιγμές δυσφορίας και θυμού» σχολιάζει η Ζόι Κράβιτς που έπαιξε μία από τις συζύγους του Ιμόρταν. «Το ίδιο κι η Σαρλίζ, αλλά αισθάνομαι ότι εκείνος το εκτόνωσε περισσότερο στον Τζορτζ κι ήταν στενάχωρο να το βλέπεις. Από την άλλη πλευρά, δεν μπορείς και να τον κατηγορήσεις, γιατί οι απαιτήσεις από τους δύο συγκεκριμένους ηθοποιούς ήταν υψηλές το ίδιο και τα αναπάντητα ερωτήματα».

«Όσα βλέπετε έγιναν στην πραγματικότητα, δεν υπάρχει πράσινη οθόνη. Με τραβούν πραγματικά έξω από το φορτηγό και πετάγομαι πάρα πολύ ψηλά στον αέρα - νομίζω ότι ήταν ο Μπεν, ο σύζυγος της Ρίλεϊ, που με έπιασε και με τράβηξε. Γνωρίστηκαν στα γυρίσματα» περιγράφει η Κράβιτς.

Για την Ρόουζ Χάντινγκτον-Γουάιτλι που υποδύθηκε την σύζυγο Σπλέντιντ του Ιμόρταν Τζο, η ταινία αποδείχτηκε «το πιο τρελό πράγμα που μπορεί να φανταστεί κανείς, το πιο τρελό πράγμα που έχει κάνει ποτέ». «Η όλη εμπειρία ήταν πολύ ρεαλιστική, γι' αυτό και η ταινία φαίνεται τόσο καταπληκτική» λέει η ηθοποιός και μοντέλο, σύντροφος του Τζέισον Στέιθαμ εδώ και αρκετά χρόνια. «Θυμάμαι να του εξηγώ τι κάνουμε και να μου λέει, ''Γουάου, αυτό είναι τόσο διαφορετικό απ' ό,τι έχω κάνει ποτέ στη δουλειά''». «Υπήρχε πολύ ένταση, διαφορετικές προσωπικότητες που συγκρούονταν κάποιες φορές. Είχε σίγουρα ενδιαφέρον να είσαι σε ένα φορτηγό επί τέσσερις μήνες με τον Τομ και την Σαρλίζ που προσεγγίζουν την τέχνη τους με πολύ διαφορετικό τρόπο» προσθέτει.

Ο Νίκολας Χουλτ, το «χαμένο αγόρι» από τα War Boys του Ιμόρταν που ρίχνεται στη δράση με την Φουριόζα, θυμάται χαρακτηριστικά ότι πήγε μια απλή μέρα στο γύρισμα και αμέσως τον έδεσαν κάτω από το άρμα - πολεμική κατασκευή μ' ένα χαλινάρι. 

Η μεγάλη περιπέτεια του «Mad Max: Ο Δρόμος της Οργής» ανήκει στους θρύλους της σύγχρονης κινηματογραφικής ιστορίας τόσο για την ακρίβεια των επικίνδυνων stunt χάριν του περιορισμού σε μεγάλο βαθμό των ειδικών εφέ όσο και για το τελικό αποτέλεσμα.

Πέντε χρόνια μετά την επιτυχημένη πορεία της ταινίας, ο Τζορτζ Μίλερ θυμάται: «Ενας νέος σκηνοθέτης, που τα έχει πάει πολύ καλά, μου τηλεφώνησε πριν την πρώτη μεγάλου μήκους ταινία του και μου είπε, ''Εχεις καμιά συμβουλή;''. Του είπα, ''Θα έρθει η μέρα στο γύρισμα που θα νομίζεις ότι είσαι θεότρελος κι ότι αυτό που κάνεις δεν έχει κανένα νόημα. Μην σταματήσεις, συνέχισε.'' Οταν τελείωσε την ταινία του, μου είπε, «Θυμάσαι τη συμβουλή σου; Εκείνο που δεν μου είπες, είναι πως αυτό θα συνέβαινε κάθε μέρα». Και είναι αλήθεια.»

Το παρασκήνιο από τα γυρίσματα της ταινίας εδώ:

Σαρλίζ ΘερόνMad Max: Fury RoadΤομ ΧάρντιΤζορτζ Μίλερ