Σινεμά|06.06.2019 09:51

Οι ταινίες της εβδομάδας: Σύγχρονα παραμύθια με υπερηρωίδες

Άντα Δαλιάκα

«X-Men: Ο Μαύρος Φοίνικας» («X-Men: Dark Phoenix»)/Σκηνοθεσία: Σάιμον Κίνμπεργκ/**1/2

Παίζουν: Σόφι Τέρνερ, Τζέιμς ΜακΑβόι, Μάικλ Φασμπέντερ, Τζένιφερ Λόρενς

Την ιστορία της Τζιν Γκρέι που κοντράρεται με την οικογένεια της, την ομάδα των μεταλλαγμένων υπερηρώων του καθηγητή Τσαρλς Εξέβιερ, ξεδιαλύνει ο «Μαύρος Φοίνικας» ξετυλίγοντας το νήμα στο φραντσάιζ των X-Men, μετά τα γεγονότα της ταινίας «Απόκαλιψ» (2016) περί το 1992. Οι X-Men αναλαμβάνουν την ιστορική αποστολή διάσωσης του Απόλλων 13 που έχει παγιδευτεί σε θανάσιμο κύκλο περιστροφής και εδραιώνονται ως εθνικοί ήρωες. Όμως η Τζιν έχει απορροφήσει την κοσμική δύναμη των ηλιακών λάμψεων της περιστροφικής δίνης και μεταβάλλεται στον Μαύρο Φοίνικα. Οι τηλεπαθητικές και τηλεκινητικές δυνάμεις της απελευθερώνονται καταστρέφοντάς τη συναισθηματικά, το τραύμα της παιδικής ηλικίας που ο Εξέβιερ έθαψε με ψέματα επανέρχεται και το δράμα κορυφώνεται με απειλητικούς εξωγήινους διεκδικητές... Ριμέικ τροποντινά του «X-Men: Η τελική αναμέτρηση» (2006), του χειρότερου φιλμ της σειράς όπου η Τζιν ως Μαύρος Φοίνικας πεθαίνει, και κυρίως απόπειρα αποσαφήνισης της μπερδεμένης ιστορίας της στην πολυετή σειρά των X-Men κόμικς και των φιλμ, η περιπέτεια του Σ. Κίνμπεργκ υποτίθεται ότι ρίχνει την αυλαία στις ταινίες X-Men.

Τι «κλείνει», βέβαια, είναι συζητήσιμο καθώς την τελευταία 20ετία η σειρά πάτησε πολλάκις το κουμπί επανεκκίνησης και απέκτησε παράγωγα κεφάλαια, πάντα αναμειγνύοντας την Ιστορία με το ψυχόδραμα και την υπερηρωική φαντασία. Αυτό που καταφέρνει εδώ ο Κίνμπεργκ, σεναριογράφος-παραγωγός των μαρβελικών σούπερ ηρώων, είναι να προσδώσει στη δράση χειροποίητη ’90s υφή. Το υπερθέαμα που περιβάλλει τη μετάλλαξη του πρωταγωνιστικού χαρακτήρα – για πρώτη φορά γένους θηλυκού σε ταινία Χ-Men – εγγράφεται εντυπωσιακά ως τρικ της αφήγησης. Ηρωίδα του «Game Of Thrones» και τώρα και των μεταλλαγμένων, η Σόφι Τέρνερ έχει το στήσιμο της επιβλητικής πρωταγωνίστριας κι αυτό σώζει την ταινία από την αφηγηματική της έκπτωση. Ο Κίνγμπεργκ απλοποιεί προβλέψιμα τις σκοτεινές και δραματικές πτυχές των επιλογών και των πράξεων των ηρώων σε μία μάχη επικράτησης του καλού και του κακού ωστόσο η συναφής και όχι διογκωμένη δράση ισορροπεί το αποτέλεσμα ενώ η επιστροφή του Μαύρου Φοίνικα μένει ανοιχτή για τη συνέχεια... (2019)

«Σύνορα» («Border») / Σκηνοθεσία: Αλί Αμπάσι /***

Παίζουν: Εύα Μέλαντερ, Ίρο Μιλόνοφ

Η μοναχική Τίνα, δύσμορφη εξαιτίας μιας χρωμοσωματικής ανωμαλίας, έχει την ικανότητα να οσμίζεται τα ανθρώπινα συναισθήματα, κυρίως τον φόβο και την ενοχή, ιδιότητα που την καθιστά απαραίτητη υπάλληλο στο συνοριακό τελωνείο της σουηδικής πόλης όπου μένει. Μια μέρα αντιλαμβάνεται έναν άντρα που έχει στην κατοχή του υλικό παιδικής πορνογραφίας, εξέλιξη που θα την βάλει στα χνάρια ενός κυκλώματος παιδεραστίας και θα τη φέρει σε επαφή με έναν άντρα που όχι μόνο της μοιάζει αλλά και θα της αποκαλύψει ότι τίποτα δεν είναι όπως το νόμιζε… Τολμηρή προσαρμογή στην μεγάλη οθόνη ενός διηγήματος του Σουηδού Τζον Αβίντε Λίντγκβιστ («Άσε το κακό να μπει») από τον Ιρανό Αλί Αμπάσι, τούτο το ιδιόμορφο ενήλικο παραμύθι πρέπει να κερδίσει το στοίχημα που θέτει εξ αρχής: θα το απορρίψεις ή θα μαγευτείς από την ιδιοτροπία του.

Ιδιοτροπία ταυτόσημη με το εύρημα της αποκρουστικής ασχήμιας και της αποδοχής της από τον κοινωνικό περίγυρο, που οι Αμπάσι και Λίντγκβιστ παραθέτουν ως πρωτότυπη αλληγορία για την ηθική του σύγχρονου δυτικού κόσμου ενώ τσιγκλούν διαρκώς τις αισθήσεις, βουτούν στα βαθιά της κινηματογραφικής εικονογράφησης και σοκάρουν, αναμειγνύοντας τον μαγικό ρεαλισμό με την τραχύτητα, το γκροτέσκο της παραμόρφωσης με την ομορφιά της φύσης. Τι χωρίζει το «τέρας» - «ζώο» από τον «άνθρωπο», τι είναι συλλογικά αποδεκτό και τι απορριπτέο, πως ορίζονται τα όρια των προσωπικών και συλλογικών επιλογών-πράξεων σε ένα κινηματογραφικό παράδοξο που προσφέρεται για απόρριψη εξαιτίας του αμφιλεγόμενου ηθικολογικού φινάλε του αλλά και για ανάλυση. Βραβεύτηκε ως καλύτερη ταινία του τμήματος Ένα Κάποιο Βλέμμα του περσινού Φεστιβάλ των Καννών και κέρδισε μία υποψηφιότητα για Όσκαρ μακιγιάζ. (2018)

«Ένα αγγελικό πρόσωπο» («Angel Face») / Σκηνοθεσία: Βανέσα Φιλό / **1/2

Παίζουν: Μαριόν Κοτιγιάρ, Αϊλίν Ακσού- Ετέξ

Ασταθής, με αυτοκαταστροφικούς εθισμούς – ιδιαιτέρως το αλκοόλ και το σεξ – η 40χρονη Μαρλέν, μητέρα της 8χρονης Ελί, καταφέρνει να σκοτώσει και τον πέμπτο της γάμο, την ημέρα που παντρεύεται. Αφού περάσει φάση κατάθλιψης, ξαναβάζει γκλίτερ, μίνι και ψηλοτάκουνα και παρτάρει με την κολλητή της σε κλαμπ παρατώντας την Ελί μόνη της για μέρες…Με μια ιστορία πολλαπλών εξαρτήσεων που μεταβάλλεται σε ιστορία ενηλικίωσης, ιδωμένη μέσα από τα μάτια ενός παιδιού που βιώνει την εγκατάλειψη και αναζητά αγάπη και αυτοπροσδιορισμό στο πρόσωπο ενός μοναχικού δύτη (η παράλληλη τρίτη ιστορία της ταινίας), η πρωτοεμφανιζόμενη σκηνοθέτης εισβάλλει στον κόσμο των παιδικών συναισθημάτων και αντιλήψεων. Αποκάλυψη η μικρή Αϊλίν Ακσού-Ετέξ χαρίζει έρμα στην ταινία ακόμα και όταν αυτή υπονομεύεται από την υπερβολική Κοτιγιάρ και τον γκλίτερ μελοδραματισμό που αψηφά κάθε ρεαλιστική ανατροπή. (2018)

«Ποιος σκότωσε τη Λαίδη Γουίνσλεϊ;» («Who killed Lady Winsley?»)/ Σκηνοθεσία: Χινέρ Σαλίμ / **1/2

Παίζουν: Μεχμέτ Κουρτουλούς, Εργκούν Κουγιουτσού

Ένας διάσημος για τη μεθοδολογία του Κωνσταντινουπολίτης επιθεωρητής ερευνά τη δολοφονία μιας Αμερικανίδας συγγραφέως σε ένα από τα Πριγκιπόνησα του Βοσπόρου και έρχεται αντιμέτωπος με τα οικογενειακά μυστικά, τους ισχυρούς δεσμούς αίματος και τα ταμπού της κλειστής κοινωνίας. Απολαυστική μέσα στον ιδιότυπο χαρακτήρα της κομεντί αστυνομικού μυστηρίου από τον Κούρδο Χινέρ Σαλίμ («Βότκα Λεμόνι», «My Sweet Pepper Land») που συνδυάζει το φολκλόρ με το νουάρ και την ατμόσφαιρα αλά Άγκαθα Κρίστι, το μελό με την κοινωνικοπολιτική ματιά και το ύφος καταγγελίας, το ρομάντζο με την ηθογραφική κωμωδία, ακόμα και με το γουέστερν (ευδιάκριτη η σφραγίδα του λάτρη του είδους Τομά Μπιντεγκέν στο σενάριο), όλα ταιριασμένα πότε με όρους feelgood σινεμά και πότε με όρους τουρκικής τηλε-σειράς. (2018)

«Η κομπίνα» («The Hustle») / Σκηνοθεσία: Κρις Αντισον / 1/5

Παίζουν: Αν Χάθαγουεϊ, Ρέμπελ Γουίλσον

Μια κοσμοπολίτισσα απατεώνισσα και μια άξεστη μικροκομπιναδόρος ενώνουν τις δυνάμεις τους σε μία απειροελάχιστα έξυπνη, φινετσάτη ή γουστόζικη φαρσοκωμωδία απάτης, που φέρει θηλυκό πρόσημο, εμπνευσμένη από τα «αντρικά» «Ιστορίες του Κρεβατιού» (1964) και «Απατεώνες και Τζέντλεμεν» (1988). (2019)

Στις αίθουσες, ακόμη, το ερωτικό δράμα εποχής «Καζανόβα, τελευταία αγάπη» του Μπενουά Ζακό με τον σπουδαίο Βενσάν Λιντόν στον ρόλο του ερωτοχτυπημένου στην τρίτη ηλικία μέγα εραστή, η τηλεταινία «Άγκαθα: Η εξιχνίαση ενός φόνου» του Τέρι Λόουν καθώς και οι επανεκδόσεις «Αντίο φίλε» (1968) του Ζαν Ερμάν και το βωβό «Destiny» (1921) του Φριτς Λανγκ.

οι ταινίες της εβδομάδας