Πολιτισμός|22.06.2019 16:10

Πέτρος Μάρκαρης: Όλα καλύπτονται από μια απέραντη υποκρισία

Γιώργος Βαϊλάκης

Είναι ένας συγγραφέας εξαιρετικών αστυνομικών μυθιστορημάτων, με τεράστια διεθνή απήχηση. Αλλά και ένας ευρηματικός τεχνίτης του λόγου, ο οποίος με όχημα την αστυνομική πλοκή αναδεικνύει μεγάλα σύγχρονα κοινωνικά και πολιτικά ζητήματα – πάντα, μέσα από τη μυθοπλασία. Έχει, ακόμα, ασχοληθεί με τη θεατρική συγγραφή, με κινηματογραφικά σενάρια και με μεταφράσεις λογοτεχνικών και θεατρικών έργων.

Εκτός από δεινός μελετητής του έργου του Μπρεχτ, υπήρξε σεναριογράφος του Θόδωρου Αγγελόπουλου. Πολυμεταφρασμένος συγγραφέας, βραβεύτηκε το 2014 για το λογοτεχνικό και μεταφραστικό έργο του, με τον Σταυρό του Τάγματος της Αξίας της Γερμανίας – άλλωστε, μεταξύ άλλων, έχει μεταφράσει ιδανικά τον «Φάουστ» του Γκαίτε. Η συνέντευξη έγινε με αφορμή την πρόσφατη κυκλοφορία του νέου βιβλίου του με τίτλο «Η εποχή της υποκρισίας».

Κύριε Μάρκαρη, πώς ξεκίνησε για εσάς η λογοτεχνική περιπέτεια; Υπάρχει κάποιο σημείο καμπής στη ζωή σας που σας καθόρισε ως συγγραφέα;

Η περιπέτεια μου δεν άρχισε με τη λογοτεχνία, αλλά με το θέατρο. Ξεκίνησα, δηλαδή, ως θεατρικός συγγραφέας. Έπειτα, ακολούθησε η γνωριμία μου με τον Θόδωρο Αγγελόπουλο, η οποία με οδήγησε στο σενάριο για ταινίες. Παράλληλα, εκείνο που έκανα διαρκώς και αδιαλείπτως ήταν η μετάφραση. Αντίθετα, δεν είχα σκεφτεί ποτέ να γράψω μυθιστόρημα. Υπεύθυνος για τη στροφή μου στο αστυνομικό μυθιστόρημα είναι ο ήρωάς μου, αστυνόμος Χαρίτος!

Πράγματι, και στο νέο αστυνομικό σας μυθιστόρημα με τίτλο «Η εποχής της υποκρισίας» πρωταγωνιστεί ο πασίγνωστος, πια, αστυνόμος Χαρίτος. Πώς στραφήκατε σε αυτόν τον σκοτεινό και βίαιο κόσμο της μυθοπλασίας με πρωταγωνιστή αυτόν τον τόσο ιδιαίτερο διώκτη του εγκλήματος;

Μια μέρα ο Κώστας Χαρίτος με επισκέφθηκε, μαζί με την οικογένεια του, όταν έγραφα τα σενάρια της τηλεοπτικής σειράς «Ανατομία ενός Εγκλήματος». Και, επειδή, έπειτα από αυτή την επίσκεψη, εγκαταστάθηκε... μόνιμα στο γραφείο μου και με βασάνιζε καθημερινά με την παρουσία του, συμπέρανα ότι θα πρέπει να είναι αστυνομικός! Τότε, κατάλαβα τι μου ζητούσε: Να τον κάνω ήρωα ενός αστυνομικού μυθιστορήματος. Και έτσι έγινε – αυτή ήταν η αρχή.

Τι σας αγχώνει περισσότερα στη διαδικασία της συγγραφής ενός βιβλίου; Αλλά και ποια είναι η μεγαλύτερη δυσκολία, τελικά, για έναν συγγραφέα;

Είναι το ξεκίνημα, η πρώτη εικόνα του μυθιστορήματος. Όλα τα μυθιστορήματά μου ξεκινάνε με μιαν εικόνα. Αυτό είναι κάτι που το κληρονόμησα από το σενάριο ταινιών. Ο σκηνοθέτης, πάντα, ρωτάει: «Πώς θα ξεκινάει η ταινία; Ποιο θα είναι το πρώτο πλάνο;» Η αρχική, λοιπόν, εικόνα είναι για μένα κάτι σαν το πρώτο πλάνο μιας ταινίας. Οσο για τη δυσκολία, πιστεύω ότι για κάθε συγγραφέα είναι διαφορετική. Για μένα σχετίζεται με τον χρόνο, είναι το πρώτο τρίμηνο, ώσπου να αποκτήσω τον πλήρη έλεγχο της ιστορίας που αφηγούμαι, αλλά και της εξέλιξης της.

Τι θέλετε να πείτε ως αφηγητής πίσω από τα τεκταινόμενα των εκάστοτε αστυνομικών ιστοριών σας; Ποια είναι άραγε η βαθύτερη πρόθεση, η ιδέα που ενδεχομένως μπορεί να αναζητηθεί πίσω απ’ όλα τα γραπτά σας;

Χρησιμοποιώ την αστυνομική πλοκή ως αφετηρία για να μιλήσω για την κοινωνία και την πολιτική. Αυτή είναι η πρόθεση πολλών συγγραφέων της αστυνομικής λογοτεχνίας - ιδιαίτερα στο αστυνομικό μυθιστόρημα της Μεσογείου. Αλλά, αυτό δεν είναι κάτι καινούργιο. Δεν είναι λίγοι οι συγγραφείς του αστικού μυθιστορήματος του 19ου αιώνα, όπως ο Ουγκώ, ο Ντοστογιέφσκι, ο Μπαλζάκ ή ο Ζολά, που χρησιμοποιούσαν μιαν αστυνομική ιστορία ως αφετηρία, για να μιλήσουν τελικά για την κοινωνία της εποχής τους.

Ποια είναι τελικά η σημασία της μυθοπλασίας ως τέχνης; Εσείς τι επιδιώκετε, κατά βάθος, ως συγγραφέας;

Δεν έχει σημασία, αν η ιστορία θα είναι ερωτική, αστυνομική, ή ψυχολογική. Αρκεί να είναι ενδιαφέρουσα και να κερδίζει τον αναγνώστη. Ο στόχος, λοιπόν, της μυθοπλασίας είναι απλός και γνωστός: Να δώσει στον αναγνώστη την ευκαιρία να διαβάσει μια ενδιαφέρουσα ιστορία. Μπορεί ένας συγγραφέας να μιλάει για σοβαρά κοινωνικά και πολιτικά θέματα, αλλά χρειάζεται προσοχή να μην καταλήξει στον διδακτισμό. Αυτό είναι ό,τι χειρότερο για τη λογοτεχνία.

Υπάρχει κάτι που αισθάνεστε ότι διακινδυνεύετε γράφοντας; Ενέχει κινδύνους για έναν συγγραφέα η ενασχόλησή του με τη λογοτεχνία;

Το μόνο πράγμα που φοβάμαι είναι ένα: η επανάληψη. Από εκεί και πέρα, η πρόσληψη του κάθε μυθιστορήματος εξαρτάται από τον αναγνώστη. Αλλά, αυτό σίγουρα δεν είναι κίνδυνος. Συμβαίνει το αντίθετο: όσο πιο ανοιχτό σε ερμηνείες από τον αναγνώστη είναι ένα μυθιστόρημα, τόσο πιο πετυχημένο είναι.

Θα μπορούσατε να μας αποκαλύψετε ποιος είναι ο μεγαλύτερος μύθος για εσάς τους συγγραφείς;

Ο μύθος ότι οι συγγραφείς μπορούν να αλλάξουν τον κόσμο. Πολλοί συγγραφείς, όταν ξεκινάμε, πιστεύουμε ότι με τις ιστορίες μας θα αλλάξουμε τον κόσμο. Αυτό είναι μία χίμαιρα! Οι συγγραφείς δεν μπορούν να αλλάξουν τον κόσμο. Μπορούν, όμως, να βάλουν ερωτήματα, τα οποία θα βοηθήσουν τον αναγνώστη να προβληματιστεί, να σκεφτεί ένα βήμα παραπέρα. Με τα μυθιστορήματα μου επιδιώκω αυτό ακριβώς. Δεν μπορεί, όμως, η λογοτεχνία να αλλάξει τη ζωή μας. Αυτό μπορούν να το πετύχουν μόνον οι πολίτες στο βαθμό που αποφασίζουν να αγωνιστούν.

Ποια είναι η πιο χρήσιμη συμβουλή που πήρατε ποτέ ως συγγραφέας;

Η συμβουλή που πήρα από τον Γερμανό συγγραφέα Χάινριχ Μπελ. Ότι ένας συγγραφέας, οφείλει να έχει ένα σταθερό ωράριο εργασίας. Δεν έχει σημασία, αν το ωράριο θα ξεκινάει το πρωί ή το μεσημέρι ή το βράδυ: Σημασία έχει να είναι σταθερό!

Μέσα από τα βιβλία σας έχετε αποκτήσει μια διεθνή φήμη. Ποιο είναι το καλύτερο που ακολουθεί μία τέτοια αναγνώριση; Και ποιο είναι το χειρότερο τίμημα αυτής της επιτυχίας;

Το τίμημα της επιτυχίας είναι ότι σου αφαιρεί, κάθε μέρα, ένα κομμάτι από την προσωπική σου ζωή. Όσο για τη μεγαλύτερη ικανοποίηση μου, είναι ότι διαβάζουν τα μυθιστορήματα μου διαφορετικοί αναγνώστες σε διαφορετικές χώρες, οι οποίοι στη συνέχεια βγάζουν συμπεράσματα που ξεκινάνε από τις δικές τους εμπειρίες - τη δική τους διαφορετική κοινωνία και πραγματικότητα στην οποία ζουν.

Έχετε κάποιο όφελος ως συγγραφέας σε σχέση με το πώς βλέπετε τα πράγματα στον κόσμο;

Ναι. Αλλά αυτό το όφελος, δεν το οφείλω στη συγγραφική μου δραστηριότητα, το οφείλω στη σχέση μου με τον Μπέρτολντ Μπρεχτ. Ο Μπρεχτ μου έμαθε την τεχνική της αποστασιοποίησης. Έτσι, όταν παρατηρώ την κοινωνία κατά τη συγγραφή ενός μυθιστορήματος, την παρατηρώ –πάντα- εξ αποστάσεως. Μπορεί, όταν συζητώ με φίλους για θέματα κοινωνικά ή πολιτικά να γίνω κάποια στιγμή έξαλλος. Όταν, όμως, γράφω, είμαι πάντα ένας ουδέτερος παρατηρητής – κάποιος ο οποίος ποτέ δεν εμπλέκεται συναισθηματικά.

Πώς βλέπετε τα πράγματα στις μέρες μας; Ποια είναι η αγωνία σας για την ελληνική κοινωνία σήμερα;

Βλέπω μία Ευρώπη σε κρίση, στην οποία τα συστημικά κόμματα χάνουν συνεχώς την αξιοπιστία τους. Η απογοήτευση των πολιτών από τα συστημικά κόμματα, σε πολλές χώρες της Ευρώπης, απαιτεί μια σειρά πολιτικών αποφάσεων και έναν επαναπροσδιορισμό της οικονομικής πολιτικής. Αλλά, η Ευρώπη αδρανεί. Πάντως, στην ελληνική κοινωνία το μεγαλύτερο πρόβλημα είναι η κατάρρευση της μεσαίας τάξης. Αυτό συμβαίνει και σε άλλες χώρες της Ευρώπης, κυρίως του Νότου. H κατάρρευση, όμως, στην Ελλάδα υπήρξε πολύ πιο καταστροφική - λόγω της κρίσης και των συναφών μέτρων. Αν θέλουμε πραγματικά να βγούμε από την κρίση και όχι μόνο με τους αριθμούς, το πρώτο μέλημα μας θα πρέπει να είναι ένα: η επανάκαμψη των μεσαίων στρωμάτων.

Αντιμετωπίζουμε ξανά την άνοδο της ξενοφοβίας και των εθνικισμών: Ποιος είναι ο λόγος που συμβαίνει αυτό; Υπάρχει κάποια διέξοδος από αυτές τις καταστάσεις ή απλώς η Ιστορία επαναλαμβάνεται;

Η ξενοφοβία δεν είναι καινούργιο φαινόμενο. Υπήρχε πάντα. Οι πρόσφυγες και οι μετανάστες δεν ήταν ποτέ ευπρόσδεκτοι. Όχι μόνο αυτοί που έρχονται σήμερα από την Ασία και την Αφρική, αλλά ακόμα και οι πρόσφυγες από τη Μικρά Ασία, έπειτα από την Μικρασιατική καταστροφή. Η λύση θα ήταν να αποφασίσει η Ευρώπη την κατανομή των προσφύγων σε όλες τις ευρωπαϊκές χώρες, με συγκεκριμένα κριτήρια. Αλλά, δυστυχώς, η Ευρώπη από τη μια ξετινάζει τους προϋπολογισμούς και την οικονομική πολιτική των μελών της, ενώ από την άλλη όταν κάποιες χώρες υψώνουν συρματοπλέγματα και τοίχους για να εμποδίσουν την είσοδο των προσφύγων, κοιτάζει αλλού.

Ποια είναι, εν τέλει, η υποκρισία που βιώνουμε στην εποχή μας, στην «εποχή της υποκρισίας» - όπως υποδηλώνει ο τίτλος του νέου βιβλίου σας;

Τι να πρωτοπεί κανείς, σήμερα; Από τους πρόσφυγες και τους μετανάστες, την ανάπτυξη και την κατανομή του πλούτου, το επίσημο εμπόριο όπλων και την κλιματική αλλαγή - όλα μα όλα, καλύπτονται από μια απέραντη υποκρισία. Μακάρι να ήταν μόνο μία, η υποκρισία της εποχής μας.

Πέτρος Μάρκαρηςαστυνομική λογοτεχνίασυνέντευξηΓαβριηλίδης