Ελλάδα|08.11.2020 12:40

Lockdown: Τέσσερις Έλληνες του εξωτερικού απαντούν αν θα γύριζαν μόνιμα στην Ελλάδα

Τίμος Φακαλής

Αν και δοκίμασαν επίμονα την τύχη τους στην Ελλάδα, αποφάσισαν μέσα στην κρίση να αφήσουν τις δουλειές τους και να κυνηγήσουν το όνειρό τους στο εξωτερικό. Τέσσερις Έλληνες που ανήκουν στη νέα γενιά έκαναν το μεγάλο βήμα, βρέθηκαν, όμως, αντιμέτωποι με μια νέα κρίση, αυτής της πανδημίας του κορονοϊού, με τα απανωτά lockdown να δοκιμάζουν την πίστη τους για ένα καλύτερο μέλλον αλλά και να θέτουν υπό αμφισβήτηση την επιλογή τους. Παρά την ρευστή κατάσταση, ωστόσο, οι περισσότεροι δεν δείχνουν διάθεση επιστροφής προς στιγμήν, συμφωνώντας ότι το εξωτερικό σου δίνει τη δυνατότητα να εξελιχθείς, ανοίγοντας καινούριους δρόμους και ορίζοντες. Κάποιοι, μάλιστα, μεταθέτουν το ταξίδι για Ελλάδα ακόμη και όταν πάρουν σύνταξη…

Σταύρος Εμμανουήλ: Από τη Θεσσαλονίκη, σεφ σε εστιατόριο με δύο αστέρια Michelin

Τα κίνητρα για επαγγελματική εξέλιξη, αποταμίευση χρημάτων, νέες ιδέες, συνταγές και κουλτούρες οδήγησαν τον 26χρονο μάγειρα, Σταύρο Εμμανουήλ, τον περασμένο Νοέμβριο να κρεμάσει την… ποδιά στα ελληνικά και κυπριακά εστιατόρια και ξενοδοχεία που δούλευε τα τελευταία επτά χρόνια αναζητώντας την «εξέλιξη» τόσο σε προσωπικό όσο και επαγγελματικό επίπεδο στην κεντρική Ευρώπη. «Στην Ελλάδα φως δεν έβλεπα. Μόνο σκοτάδι τα τελευταία χρόνια…», είπε στο ethnos.gr από το 15ο καρτιέ του Παρισιού, όπου μένει τον τελευταίο χρόνο. Τον περασμένο Σεπτέμβριο ξεκίνησε τις αιτήσεις και δύο μήνες αργότερα έκανε το όνειρό του κάθε σεφ πραγματικότητα: Κατάφερε να δουλέψει σε ένα εστιατόριο (Atelier Etoile de Joel Robuchon) με δύο αστέρια Michelin στο Παρίσι.  

ethnos.gr/Σταύρος Εμμανουήλ

«Ανέβηκα ιεραρχικά στην κουζίνα και πήρα κατευθείαν βαθμό που στην Ελλάδα πάλευα δύο χρόνια για να τον πάρω και εδώ μου το πρόσφεραν μέσα σε πέντε μήνες. Στην Ελλάδα δεν είναι ότι δεν βρίσκεις εστιατόριο για να δουλέψεις. Το βρίσκεις. Αυτό που είναι δύσκολο στην Ελλάδα είναι το εστιατόριο που δούλευα με δύο αστέρια Michelin. Έχουμε τρία εστιατόρια Michelin όλα και όλα και είναι πολύ δύσκολο να μπεις, ενώ και οι αμοιβές είναι πολύ χαμηλότερες στη χώρα μας» είπε στο ethnos.gr ο κ. Εμμανουήλ, εξηγώντας ότι «οι Γάλλοι σου δίνουν τη δυνατότητα να εξελιχθείς και αν δουν ότι ‘τραβάς’ σου ανοίγουν δρόμους. Δεν σου τις κλείνουν και σε βοηθούν απλόχερα χωρίς δεύτερη σκέψη. Στην Ελλάδα μένεις στάσιμος». 

«Δεν με φοβίζει ούτε το δεύτερο lockdown στο Παρίσι»

Αν και τα πράγματα τα βρήκε στο Παρίσι λίγο καλύτερα από ό,τι περίμενε ιδίως στον επαγγελματικό τομέα το πρώτο lockdown ανέτρεψε, προσωρινά, τα σχέδια του ταλαντούχου σεφ. Δεν σκέφτηκε όμως να τα παρατήσει ακόμη και όταν ο μετρ της κουζίνας του ανακοίνωσε ότι θα πρέπει να παραμείνει στο σπίτι μέχρι να ανασταλεί το lockdown, καταβάλλοντάς του, όμως, κανονικά ολόκληρο το μηνιαίο μισθό. Αν και δεν ήθελε να φύγει, εντούτοις, τον ενοχλούσε που έπρεπε να μείνει στο σπίτι άπραγος μέχρι τον περασμένο Οκτώβρη και έτσι άρχισε να ψάχνει ξανά για δουλειά, βρίσκοντας αυτήν τη φορά θέση στην κουζίνα του πεντάστερου ξενοδοχείου Nolinski, κοντά την Όπερα με ακόμη καλύτερα λεφτά. 

ethnos.gr/Σταύρος Εμμανουήλ

«Στη Γαλλία όταν λες ότι είσαι μάγειρας σε σέβονται»

Ούτε όμως και το δεύτερο lockdown δείχνει να φοβίζει τον 26χρονο Θεσσαλονικιό σεφ. «Ο μισθός που παίρνω είναι ικανοποιητικός σε αντίθεση με την Ελλάδα που δεν αρκεί για να ανταπεξέλθεις στην καθημερινότητα. Γιατί λοιπόν να επιστρέψω;» αναρωτιέται.  «Και στην Γαλλία όταν λες ότι είσαι μάγειρας σε σέβονται. Έχουν στην κουλτούρα τους την γαστρονομία σε αντίθεση με τη χώρα μας. Το εξωτερικό σε ωριμάζει και βλέπεις κάποια πράγματα με άλλο μάτι όπως την συνύπαρξη με τους άλλους ανθρώπους αλλά και το μεταναστευτικό το οποίο αντιμετωπίζεται με διαφορετικό τρόπο εδώ. Σίγουρα μου λείπουν οι δικοί μου άνθρωποι και φίλοι. Και ίσως κάνω κάτι δικό μου αργότερα στη χώρα μας, παίρνοντας ιδέες από το Παρίσι. Όχι όμως τώρα…» συμπλήρωσε

Ελισσάβετ Τσόνα: Με 700 ευρώ μισθό δεν μπορείς να είσαι ανεξάρτητος στην Ελλάδα

Τον δρόμο για το Παρίσι πήρε και η Ελισσάβετ Τσόνα έπειτα από περίπου 5 χρόνια στον χώρο του τουρισμού (σέρβις, υποδοχή, ρεσεψιόν) σε μεγάλα ξενοδοχεία της Αθήνας, της Ρόδου αλλά και της Κύπρου. «Στην Ελλάδα η τουριστική σεζόν διαρκεί έξι μήνες. Δεν γίνεται να πηγαινοέρχεσαι και να μην έχει τη ζωής σου. Είσαι ένα ‘μπαλάκι’. Στην Ελλάδα απασχολείσαι στη Μύκονο, στη Σαντορίνη, στη Ρόδο και κάθε έξι-επτά μήνες μετακομίζεις. Δεν έχεις δουλειά όλο το χρόνο» είπε η 25χρονη απόφοιτος ΙΕΚ τουριστικών επαγγελμάτων.

ethnos.gr/Ελισσάβετ Τσόνα

Ούτε όμως και με τα 700 ευρώ μηνιαίο μισθό μπορούσε να ανεξαρτητοποιηθεί ενώ και η εναλλακτική να παραμείνει στην Αθήνα και να δουλέψει στα καταστήματα με ρούχα που διατηρούν εδώ και 35 χρόνια οι γονείς της δεν την ενθουσίαζε. Αποφάσισε να κάνει το μεγάλο βήμα και μετά από δύο μήνες (χρονικό διάστημα που θεωρείται μικρό από τους Γάλλους) και 15 συνεντεύξεις βρήκε δουλειά τον περασμένο Φεβρουάριο στο πεντάστερο ξενοδοχείο Marignan πάνω στην λεωφόρο Champs Elysees στο Παρίσι, προσπερνώντας στην… στροφή απόφοιτους από κορυφαίες γαλλικές και ελβετικές σχολές τουριστικών επαγγελματιών όπως την Alpine. 

«Αν και απολύθηκα μέσα στο lockdown θέλω να προσπαθήσω ξανά στο Παρίσι»

Ένα μήνα αργότερα, όμως, μπήκε στη ζωή των Παριζιάνων το lockdown με αποτέλεσμα να απολυθεί.  Η επιλογή Ελλάδα, ωστόσο, δεν ήταν και πάλι στα πλάνα της, επιμένοντας να βρει ξανά δουλειά στο Παρίσι, προσθέτοντας εμπειρίες, αναβαθμίζοντας το βιογραφικό της αλλά και γιατί «στην πόλη του φωτός υπάρχουν προοπτικές που  δεν συναντάς εύκολα στην Ελλάδα. Δεν είναι όλα ρόδινα, ούτε μας έστρωσαν κόκκινο χαλί. Αλλά στο Παρίσι θα σεβαστούν το ρεπό, υπάρχει επαγγελματισμός και οι υπερωρίες πληρώνονται». Πλέον μετά και το δεύτερο lockdown και την αναγκαστική μείωση της τουριστικής κίνησης αναζητά εργασία και σε άλλους χώρους όπως γραμματέας σε οδοντιατρείο, σε ιατρείο και αλλού ενώ σκέφτεται να κάνει και δεύτερο πτυχίο. «Εμείς χρειαζόμαστε άτομα αλλά δεν ξέρουμε πότε θα ανοίξουμε» είναι η απάντηση που ακούει συνήθως από τα χείλη των Γάλλων τις τελευταίες μέρες. 

Ράνια Παπαδοπούλου: Το lockdown την προσγείωσε από το Μπόχουμ στη Θεσσαλονίκη 

Η αναμονή περίπου τεσσάρων χρόνων για να ξεκινήσει την ειδικότητα στην νευρολογία στο ελληνικό σύστημα υγείας έβαλε σε δεύτερες σκέψεις την απόφοιτο Ιατρικής του ΑΠΘ Ράνια Παπαδοπούλου, η οποία αναζήτησε την τύχη της στη Γερμανία πριν 8 χρόνια. Τον Σεπτέμβριο του 2012 μετακόμισε στο Μπόχουμ της Γερμανίας με σκοπό να βρει δουλειά σε ένα νοσοκομείο. Μετά από 2-3 συνεντεύξεις ξεκίνησε αρχικά να εργάζεται αμισθί-μέχρι να μάθει καλά τη ζόρικη, όπως λέει, γερμανική γλώσσα-στο EVK Hattingen Klinik für Neurologie στο κρατίδιο της Βεστφαλίας-Ρηνανίας και από τον Μάρτιο του 2013 ξεκίνησε την πρώτη έμμισθη δουλειά.  Τέσσερα χρόνια αργότερα άλλαξε νοσοκομείο, ολοκληρώνοντας ακόμη ένα κομμάτι της ειδικότητας της στην ψυχιατρική στο AKA-Bochum Klinik für Gerontopsychiatrie Bochum Linden

ethnos.gr/Ράνια Παπαδοπούλου

«Τα νοσοκομεία είναι πιο οργανωμένα στη Γερμανία. Έχουν πλάνο το οποίο τηρούν αυστηρά  τόσο οι επιμελητές όσο και οι ειδικευόμενοι. Από τη μια οι επιμελητές αισθάνονται την ανάγκη να σου μάθουν και από την άλλη οι νέοι γιατροί πρέπει να δείχνουν θέληση. Για παράδειγμα οι παλιότεροι νιώθουν την ανάγκη να σου δείξουν εγκεφαλογραφήματα και οι εκπαιδευόμενοι γιατροί είναι σημαντικό να  δείχνουν τη διάθεση να μάθουν, συμπληρώνοντας το προσωπικό τους λοκ μπουκ (λίστα με τις απαραίτητες εκπαιδεύσεις που πρέπει να καλύψουν). Είναι μια win-win κατάσταση» είπε η κ. Παπαδοπούλου και πρόσθεσε: «Αν είσαι φιλόδοξος μπορείς να αλλάζεις συχνά νοσοκομεία και να ειδικεύεσαι σε νέα κομμάτια της επιστήμης. Αλλά και σε όλες τις χειρουργικές ειδικότητες ο γιατρός πραγματικά χειρουργούσε, όπως τη σκωληκοειδίτιδα σε αντίθεση με την Ελλάδα που δεν δίνουν αντίστοιχες πρωτοβουλίες στους ειδικευόμενους».

Ωστόσο αν και η ειδικότητα προχωρούσε και η Ράνια Παπαδοπούλου ήταν ευχαριστημένη από όσα συνάντησε στη Γερμανία,  της έλειπε τόσο το οικογενειακό της περιβάλλον αλλά και οι φίλοι της. Και με το πρώτο lockdown τα πράγματα ζόρισαν ακόμη περισσότερο, επιταχύνοντας την επιστροφή στην Ελλάδα. «Από  τη μια το αίσθημα της μοναξιάς που ένιωθα έγινε ακόμη πιο έντονο, και από την άλλη ο φόβος μήπως οι δικοί μας άνθρωποι πάθουν κάτι και δεν είμαστε δίπλα τους- μια κατάσταση που την είδαμε να επαναλαμβάνεται πολλές φορές στη Γερμανία ακόμη και στην ίδια πόλη με προβλημάτισε ακόμη περισσότερο, παίρνοντας την απόφαση της επιστροφής». Αλλά και η ζωή καθ’ όλη τη διάρκεια του lockdown έγινε ακόμη πιο δύσκολη στη Γερμανία καθώς οι παιδικοί σταθμοί έκλειναν νωρίτερα με αποτέλεσμα να μην μπορεί να δουλεύει full time. Έτσι με το που άνοιξε ξανά η θέση της ειδικότητά της στο Ιπποκράτειο νοσοκομείο Θεσσαλονίκη άρπαξε την ευκαιρία και την αποδέχτηκε, πιάνοντας το νήμα από κει που τα άφησε το 2012, κάνοντας μια νέα αρχή. «Δεν το μετάνιωσα μέχρι στιγμής. Στάθμισα τα πράγματα και το  lockdown επιτάχυνε την απόφασή μου». 

Γιάννης Μπούρας: Μετακόμισα στο Λονδίνο, ήταν ό,τι καλύτερο μπορούσα έκανα

Ο απόφοιτος Πληροφορικής Γιάννης Μπούρας έφυγε από την Αθήνα πριν από 6,5 χρόνια για το City του Λονδίνου, αρπάζοντας την ευκαιρία που του πρόσφερε μια ναυτιλιακή εταιρία, αφήνοντας πίσω του μια καριέρα 11 χρόνων αλλά και μια σταθερή δουλειά με καλά λεφτά σε φαρμακοβιομηχανία γιατί «έβλεπε», όπως λέει, ότι δεν υπήρχε περαιτέρω εξέλιξη. «Στην Ελλάδα υπήρχε ο κλασικός φόβος που έχει ο εργαζόμενος στην χώρα. Μην μάθεις την δουλειά μου και κινδυνεύσω εγώ. Μην σε βοηθήσω και εξελιχθείς και μου πάρεις τη δουλειά. Οπότε ψάχτηκα, γενικά, αριστερά και δεξιά. Είδα ότι δεν ‘έπαιζε’ να βρω κάτι καλύτερο στη χώρα και αποφάσισα να φύγω στη Μεγάλη Βρετανία. Και όπως αποδείχτηκε ήταν ό,τι καλύτερο μπορούσα να κάνω στη ζωή μου» είπε στο ethnos.gr ο Γιάννης Μπούρας. 

ethnos.gr/Γιάννης Μπούρας

Φτάνοντας στο Λονδίνο μια άγνωστη κυρία προσφέρθηκε να τον βοηθήσει να κουβαλήσει τις βαλίτσες του με τον ίδιο να την κοιτάει αρχικά παράξενα, περνώντας από το μυαλό του ότι ίσως ήθελε να του την πάρει  και να εξαφανιστεί…. αλλά γρήγορα διαψεύστηκε. Λίγο αργότερα, φτάνοντας το βαγόνι του μετρό στην πλατφόρμα οι νέοι επιβάτες περίμεναν να αποβιβαστούν όσοι ήταν μέσα σε αυτό και έπειτα να μπουν. Στην Αθήνα τραβιούνται, σπρώχνονται, βρίζονται… θυμήθηκε.  Αλλά και αργότερα κάθε φορά που προέκυπτε ένα θέμα με τη δημόσια διοίκηση το έλυνε με ένα e-mail. «Στην Ελλάδα πρέπει ακόμη και σήμερα να περιμένεις στην ουρά και να περάσεις από γραφείο σε γραφείο για να πάρεις τις υπογραφές που απαιτούνται για  μια βεβαίωση… ξαναθυμήθηκε, επιβεβαιώνοντας το ορθό της επιλογής του.

Ίσως με τη συνταξιοδότηση να γυρίσω στην Αθήνα... 

Και ενώ η ζωή κυλούσε ομαλά στο Λονδίνο, μέσα στο lockdown τα δεδομένα άλλαξαν, τα γραφεία των εταιριών αναγκάστηκαν να κλείσουν ενώ διαφοροποιήθηκε κατά πολύ και ο τρόπος εργασίας. «Υπήρχαν τα θετικά και τα αρνητικά με την καραντίνα. Υπήρχε κόσμος ο οποίος βρέθηκε στο να είναι σπίτι και να δουλεύει από κει αλλά υπήρχαν και οι άνθρωποι που ήταν στο IT (τομέας πληροφορικής), όπως στη δική μου θέση, που έπρεπε να καλύψω και να βοηθήσω όλους αυτούς που δούλευαν με τηλεργασία. Οπότε είχα ένα παραπάνω φόρτο εργασίας. Δούλευα ατέλειωτες ώρες. Ο τρόπος εργασίας άλλαξε και ακόμη όσοι ήταν κατά του cloud αναγκάστηκαν να πάνε προς τα κει. Έτσι δημιουργήσαμε νέα πρότζεκτ και αυτό με χαροποίησε».  

ethnos.gr/Γιάννης Μπούρας

Παρά τις δυσκολίες, ωστόσο δεν σκέφτεται να γυρίσει Αθήνα. «Ίσως με τη συνταξιοδότηση και αυτό είναι ένα ερωτηματικό. Διότι πέραν της εξέλιξης που σου προσφέρει το εξωτερικό, στο Λονδίνο μπορείς να μάθεις καινούρια πράγματα γρήγορα, να ανελιχθείς αλλά και από άποψη οικονομική θαρρώ ότι είμαστε πολύ πίσω στην Αθήνα. Στην Ελλάδα σε πολλούς τομείς πέραν της εργασίας, υστερούμε και από άποψη συμπεριφοράς καθώς κυριαρχεί η νοοτροπία του δημοσίου. Και αυτό με ενοχλεί» κατέληξε.  

ΚορονοϊόςlockdownΜεγάλη ΒρετανίαΓαλλίαΙσπανία