Ελλάδα|24.07.2023 10:00

Ταξίδεψες με βαπόρι μέσα Ιουλίου στο Αιγαίο; Όλη τη ζωή της Ελλάδας την έζησες σε 8 ώρες!

Νίκος Τζιανίδης

Διατριβή στην ελληνική πραγματικότητα επιζητείς; Ταξίδεψε με βαπόρι μέσα Ιουλίου στο Αιγαίο. Θα βιώσεις όλη τη ζωή της Ελλάδας μέσα σε 8 ώρες! Καλή τύχη…

Τα επιβατηγά καράβια, όλο τον χειμώνα συλλογίζομαι… Είναι σύμβολα φυγής για ‘μενα. Ανοιχτό πέλαγος το Αιγαίο, ήλιος απέραντος· οι αταξίδευτοι που αποχαιρετούν από την προκυμαία, που σαν κάτι να χάσανε κοιτάνε· οι ταξιδιώτες που αφήνουν το λιμάνι ήσυχα και σιγαλά για να εισβάλλουν σαν καβαλάρηδες αγριεμένοι στις ζωές των άλλων, των ταπεινών κι αθόρυβων…

Τα επιβατηγά καράβια, όλο τον χειμώνα συλλογίζομαι… μα σαν έρθει το καλοκαίρι, το μετανιώνω.
Σαν κλείσουν οι μπουκαπόρτες και μπει και το τελευταίο θηριώδες φορτηγό στο γκαράζ αρχίζει η Οδύσσεια. Εισβάλλουν πρώτες πάντα οι γηραιές κυρίες, οι αναιδείς και απαιτητικές, οι επίμονες και ενοχλητικές. Ρωτάνε για όλα κι ας μην τους ενδιαφέρει τίποτα εξόν απ’ τη βολή τους· στρώνουν κάποια στιγμή, πριν η πλώρη σχίσει τον Κάβο Κολώνες, ένα παλιό σεντόνι εμπριμέ στο κατάστρωμα - λαμαρίνα ή μοκέτα δεν έχει σημασία - και σωριάζονται σαν αποκαμωμένοι οικοδόμοι για να μην ακούσει κανείς πια τη φωνή τους· το ροχαλητό τους όμως… Οι ηλεκτρομηχανές σιωπούν για ν’ αφουγκραστούν κι αυτές… Και, ευτυχώς, θα ξυπνήσουν στο λιμάνι του προορισμού τους σαν προγραμματισμένες από καιρό.

Κι έπειτα έρχονται οι άλλοι, οι «έμπειροι ταξιδευτές». Εκείνοι που κάνουν συχνά το δρομολόγιο, Πειραιάς - Χίος ας πούμε… Με ύφος δυο καπεταναίων, μιλούν με περισσή σπουδή και σοφία για τα πάντα έχοντας ένα τσιγάρο κολλημένο στα χείλη, που θα πετάξουν στη θάλασσα - οι πιο απολίτιστοί - ή στο κατάστρωμα να σιγοκαίει η κάφτρα – οι πιο συνετοί… Μιλούν, μιλούν ώρες ατέλειωτες για πολιτική, ποδόσφαιρο, για φόνους, για τις φωτιές, για τους καύσωνες. Κι έχουν λύση για όλα: «ρε αν έκαναν εκείνο, ή τ’ άλλο, θα άλλαζε η κατάσταση. Ρε δεν θέλουνε λέμεεε».

Το καράβι πάει γρήγορα; «Κάποιον θα ανταμώσει στο νησί ο καπετάνιος»! Πάει αργά; «Για να μπει στο λιμάνι νύχτα ακόμα… μην δουν τις πομπές του υποπλοίαρχου» Απαντήσεις για όλα: τι μηχανές έχει το πλοίο, τι ιπποδύναμη βγάζουν, πού ναυπηγήθηκε, τι θα φάμε και σε ποιον όταν φθάσουμε, με ποιαν νταραβερίζεται ο λοστρόμος… Όλα τα ξέρουν κι όλα τα κατέχουν· σοφοί σαν τη θάλασσα!
Κι όταν το θύμα που θα στριμώξουν και θα κακοποιήσουν με την λογοδιάρροιά τους ξεφύγει, μιλούν μόνοι· με τα φινιστρίνια, με τις λαμαρίνες, με το κύμα που ανταριάζει στην πλώρη αναδεμένο από την προπέλα…
Και όταν γλυτώσεις πια κι από τη Χάρυβδη των «μυαλοπώληδων – όλαταξερω», κάνεις να μπεις από το κατάστρωμα στο Κυλικείο. Και πετρώνεις από το ψύχος. Δυο εποχές τυλίγουν τα επιβατηγά καράβια: έξω καυτός Αύγουστος και μέσα Φλεβάρης από εκείνους που ανταριάζουν και παγώνουνε τα πορτοκάλια… Στα ντεκ 40 βαθμοί, στις καμπίνες και στους διαδρόμους μέσα - στους αλουέδες που λένε οι ναυτικοί - μείον 10! Τι να σου κάνει ένα λινό πουλοβεράκι; Με το μπουφάν που ανέβηκες στο Πάπιγκο και πάλι κρυώνεις. Μπαίνεις, βλέπεις στις οθόνες των τηλεοράσεων για τον καύσωνα, τρίβεις τα μπράτσα και νοσταλγείς: «αα ρε να ‘μουν κι εγώ εκεί στον κάμπο της Λάρισας…»

Και άντε και έφτασες δίχως κρυοπαγήματα και χιονίστρες στο Κυλικείο. Εκεί τι κάνεις; Κρυσταλλιάζεις σαν ακούσεις πόσο κοστίζει ένα αναψυκτικό των 330 ml; Τρία ευρώ παρακαλώ! Και ό,τι έχετε ευχαρίστηση… Κι αν ανοιχτείς και σε σάντουιτς ή σε πιάσει η λαιμαργία να επισκεφτείς το σελφσέρβις; Πιο πολλά από τα ναύλα θα δώσεις για να φάνε δυο άτομα· χωρίς υπερβολές.
Κι αν πεις πάλι να πας προς τουαλέτες; Κρατήσου! Θυμήσου τα αποχωρτήρια στο Εξπρές του Μεσονυχτίου και κάνε πίσω· χειρότερααα!

Κι έξω στα καταστρώματα η παρέλαση των αφελών και ανοήτων συνεχίζεται. Οι κυρίες που είδαν το «5» να σηματοδοτεί τη δεκάδα του αριθμού της ηλικίας τους από χρόνια, ακκίζονται σαν παιδούλες: βγάζουν σέλφι με ύφος «Βουγιουκλάκη» σαν Νεράιδες που ψάχνουν το Παλικάρι, αστειεύονται με σεξουαλικά υπονοούμενα, προσπαθούν να δείξουν ότι τον χρόνο τον πάτησαν με τους φούξια κοθόρνους τους, τραβούν πίσω το μαλλί με χάρη και τσαχπινιά κι ο χρόνος πια έχει ξεχάσει το όνομά τους…
Και το χειρότερο; Τα κινητά σε ανοιχτή ακρόαση: Έλα Τζενούλα, πού είμαστε; …
-Καλέ μόλις περάσαμε την Άνδρο. Έχουμε δρόμο ακόμα… Κουνάει; Καθόλου! Θα σου φέρω μαστίχα. Κάνει καλό στην ακμή…

Και πλάι στις Κυρίες, οι φαντάροι που πήραν φύλλο πορείας για τα τάγματα, τα χαμένα στα βάθη των νησιών· με το μάτι τους άγριο για ελευθερία, τριγυρίζουν σαν νυχτερίδες, καπνίζοντας και παρατηρώντας με βλέμματα αναιδή. Κουρεμένοι σβέρκοι και ιδρωτίλα. Έχουν φάει τον στρατό με το κουτάλι κι ας μπήκαν «στο χακί» μόλις δυο μήνες πριν…

Και τα παιδάκια, αυτά τα παιδάκια, η μάστιγα των καραβιών: τρέχουν, φωνάζουν, στριγγλίζουν, απαιτούν, χαστουκίζουν, κλωτσούν, οργιάζουν, επαιτούν προσοχής. Κι οι γονείς ατάραχοι, τα παρατηρούν όταν πέσουν πάνω σε καμιά γηραιά κυρία, που κοιμάται στρωματσάδα τα επιπλήττουν με ένα απλό «εεε» κι επιστρέφουν στην νιρβάνα και τη ζεσταμένη μπύρα τους. Και τα παιδάκια δεν κοιμούνται ποτέ! Παντ’ ανοιχτά, παντ’ άγρυπνα τα μάτια της ορμής τους!

Τα επιβατηγά καράβια, όλο τον χειμώνα συλλογίζομαι… Κι έρχεται η εποχή που τα ψάρια στάζουν απόγνωση…
Σαν τον Σεφέρη σκαρώνω ποιήματα γι’ αυτά μέχρι να ‘ρθει η ώρα να πατήσω τις λαμαρίνες τους και μετά ο «Σεφέρης» γίνεται «Σεφερλής»… Άλλωστε ένα λάμδα χωρίζει τον Νομπελίστα από τον κωμικό…

Πού πας ταξιδιώτη με τέτοιο καιρό; Σε μάχονται οι συνεπιβάτες σου, δεν τους φοβάσαι;
Και τα καράβια φεύγουν και μέσα τους, τα όνειρα του δραπέτη της καθημερινότητας γίνονται αλυσίδες πραγματικότητας. Ταξίδεψες με βαπόρι μέσα Ιουλίου στο Αιγαίο; Όλη τη ζωή της Ελλάδας την έζησες μέσα σε 8 ώρες!
Σημασία έχει το ταξίδι, το ‘χουμε πει. Ποιος προορισμός; Κι αν πτωχικό τον βρης τον προορισμό σου, έτσι σοφός που έγινες, με τόση αηδία, τόση ταγκίλα. ήδη θα το κατάλαβες τα καλοκαίρια τι σημαίνουν…
Τα χιόνια της Αττικής Οδού συλλογίζομαι τώρα κι αγαλλιάζω… Καλό χειμώνα!

καράβιταξίδια Ελλάδαλιμάνι Πειραιάελληνικά νησιάειδήσεις τώρα