Ελλάδα|25.03.2024 12:17

Πόλη δύο ταχυτήτων; Η Θεσσαλονίκη των αντιφάσεων

Αφροδίτη Γκόγκογλου
Σετ φωτογραφιών, σύρετε προς τα αριστερά
(facebook/groups/oldthessaloniki)
(Eurokinissi)
(Eurokinissi)
(Eurokinissi)
(Eurokinissi)
(Eurokinissi)
(Eurokinissi)
(Eurokinissi)
(Eurokinissi)
(Eurokinissi)
(Eurokinissi)
(Eurokinissi)
(Eurokinissi)
(Eurokinissi)
(Eurokinissi)
(Eurokinissi)
(Eurokinissi)
(Eurokinissi)
(InTime Photos)
(Eurokinissi)
(InTime Photos)

Ανέκαθεν η Θεσσαλονίκη ήταν μία πόλη αντιφατική. Υπήρξε πολυπολιτισμικό, μεγάλο αστικό κέντρο από την αρχή της ιστορίας της (πάνω από 2.000 χρόνια πριν), ταυτότοχρονα, τα ασφυκτικά, μεσαιωνικά θαλάσσια τείχη της «έκοβαν» την πρόσβαση στον Θερμαϊκό δημιουργώντας ένα πραγματικό φράγμα προς τον έξω κόσμο.

Τα τείχη γκρεμίστηκαν μόλις το 1870, επί διοίκησης Σαμπρί Πασά (όσο η πόλη υπαγόταν στην Οθωμανική Αυτοκρατορία), ωστόσο ο «κλειστός» χαρακτήρας της πόλης δεν έπαψε ποτέ να υποβόσκει κάπου στο συλλογικό ασυνείδητο των κατοίκων της.

Από τη μία ανοιχτή, πολυπολιτισμική, συμπεριληπτική και με αυτοπεποίθηση, από την άλλη συντηρητική, «κλειστή», μισαλλόδοξη. Μία πόλη στο κέντρο των Βαλκανίων, με πολύ σημαντική σκηνή λογοτεχνών, ποιητών, μουσικών και καλλιτεχνών γενικότερα, διεθνή φεστιβάλ κινηματογράφου και εικαστικών, χώρους πολιτισμού και θεσμούς, από τη μία, από την άλλη ίσως πρόκειται για την πόλη με τις περισσότερες πολιτικές δολοφονίες στη χώρα, από την εποχή του βασιλιά Γεωργίου του Α΄μέχρι τον Γρηγόρη Λαμπράκη, τον δημοσιογράφο Τζορτζ Πολκ και τους αγωνιστές της Αριστεράς Γιάννη ΖέγοΓιάννη Χαλκίδη και Γιώργο Τσαρουχά.

Η 9χρονη θητεία του Γιάννη Μπουτάρη στο δημαρχείο της πόλης έφερε νέα πνοή καθώς σημειώθηκαν αρκετές -σε κάποιες περιπτώσεις συμβολικές- αλλαγές που, κατά βάση, συνέβαλλαν στην εξωστρέφεια του κλίματος της πόλης - από την αναγνώριση και την ιστορική αποκατάσταση του Ολοκαυτώματος της εβραϊκής κοινότητας που ξεριζώθηκε βάναυσα από τους ναζί και τους εγχώριους συνεργάτες τους, ως τη θεσμοθέτηση του Pride, την στήριξη στη Συμφωνία των Πρεσπών αλλά και την αλλαγή αντίληψης για τον πολιτισμό, που μπήκε με νέους όρους ψηλά στην ατζέντα της «Πρωτοβουλίας». Βεβαίως όλα αυτά προκάλεσαν αντιδράσεις από τις πιο συντηρητικές φωνές της πόλης, με αποκορύφωμα την άγρια επίθεση που δέχτηκε, το 2018, ο δήμαρχος Θεσσαλονίκης, κατά τη διάρκεια της παρουσίας του κοινή εκδήλωση μνήμης για την επέτειο της Γενοκτονίας των Ελλήνων του Πόντου.

Και μετά τη δημαρχία Μπουτάρη, όμως, τα τελευταία χρόνια, αυτού του είδους οι επιθέσεις δεν είναι ασυνήθιστο φαινόμενο στη Θεσσαλονίκη που φαίνεται να απενδύεται τον «ανοιχτό» της χαρακτήρα, και να «αγκαλιάζει», σε διάφορες εκφάνσεις του, τον συντηρητισμό –στα όρια, πολλές φορές, του σκοταδισμού. Όπως καταγράφεται και από τα αποτελέσματα των τελευταίων εκλογικών αναμετρήσεων, οι ακροδεξιές δυνάμεις, κερδίζουν έδαφος ενώ συχνά σημειώνονται περιστατικά βίας όπως αυτό της επίθεσης -και παρολίγον λιντσαρίσματος- της 9ης Μαρτίου, όταν δεκάδες (στην πλειοψηφία ανήλικοι) επιτέθηκαν «τυφλά», σε δύο τρανς άτομα που περνούσαν από την πλατεία Αριστοτέλους. 

Δύο ημέρες μετά την επίθεση, πλήθος κόσμου μαζεύτηκε έξω από το «Ολύμπιον» προκειμένου να διαμαρτυρηθεί, ενόψει της προβολής του ντοκιμαντέρ «Αδέσποτα Κορμιά» της Ελίνας Ψύκου στο πλαίσιο του Διεθνούς Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ, για την αφίσα της ταινίας όπου απεικονίζεται μία εγκυμονούσα εσταυρωμένη, με τραυματισμένο κορμί.

Περιστατικά σαν αυτά δημιουργούν ερωτήματα. Η Θεσσαλονίκη παραμένει, κοσμοπολίτικη και συμπεριληπτική, από την άλλη δείχνει να «παραδίδεται» ολοένα και περισσότερο στα πιο αντιδραστικά, αγελαία αντανακλαστικά των πιο συντηρητικών φωνών. Πώς γίνεται; Ποια ιστορικά στοιχεία της συνθέτουν ένα σκοτεινό, συλλογικό υπονείδητο; Πώς άλλαξε την πόλη η δημαρχία Μπουτάρη, τι ρόλο έχει παίξει το Πανεπιστήμιο και, τελικά, πώς μπορούν να αντιμετωπιστούν τα προβλήματα που συμβάλλουν στο να κάνει η πόλη βήματα πίσω, στον «κλειστό» εαυτό της; Ο Καθηγητής Πολιτικής Φιλοσοφίας στο Τμήμα Πολιτικών Επιστημών του ΑΠΘ, Άρης Στυλιανού, ο οποίος έχει μεγαλώσει και ζήσει το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του στη Θεσσαλονίκη,  μίλησε στο ethnos.gr για τα «δύο πρόσωπα» που, διαχρονικά, παρουσιάζει η πόλη.

Ιστορία 2.500 χρόνων

«Υπάρχουν δύο επίπεδα τα οποία πιστεύω ότι συνδέονται αλλά πρέπει να επικεντρωθούμε μάλλον στο σήμερα, τα προβλήματα του 21ου αιώνα τα οποία, οπωσδήποτε δεν είναι αποκομμένα από μία ιστορικότητα και ένα παρελθόν. Υπάρχει ένα ιστορικό υπόστρωμα, η Θεσσαλονίκη ήταν πάντα, σε όλη την ιστορία της για πάνω από 2.000 χρόνια μία πόλη η οποία λειτουργούσε ως αστικό κέντρο, σε αντίθεση με την Αθήνα, για παράδειγμα, που ήταν για αρκετό καιρό «χωριό». Αυτό δεν σημαίνει κάτι τώρα, αλλά επειδή όλα παίζουν ένα ρόλο, έχει μία παράδοση και μία ιστορικότητα. Επίσης, και στο Βυζάντιο και στην Οθωμανική Αυτοκρατορία, ήτανε μία πολυπολιτισμική πόλη. Υπάρχει, λοιπόν, ένα ιστορικό υπόστρωμα που βέβαια δεν νομίζω ότι μπορεί κανείς να πει ότι μας επηρεάζει σήμερα άμεσα, στο πώς ζούμε και κινούμαστε στην πόλη αλλά οπωσδήποτε, μόνο τα μνημεία, τις εκκλησίες τις βυζαντινές του 4ου – 5ου αιώνα, να βλέπει κανείς κάθε μέρα στην Εγνατία, το οθωμανικά που τα καταστρέψαμε τα περισσότερα, τα εβραϊκά που, και από αυτά, λίγα υπάρχουν – όλα αυτά κάτι σηματοδοτούν, κάτι στο συλλογικό υποσυνείδητο. Το θέμα είναι ότι, από το 1921 και μετά που ενσωματώθηκε στο ελληνικό κράτος, αυτό το κοσμοπολίτικο και πολυπολιτισμικό κάπως έπρεπε να μειωθεί ή και να καταστραφει, για να «ελληνοποιηθεί» η πόλη. Έγινε μία βίαιη «ελληνοποίηση» για την οποία, πολλά χρόνια, δεν μιλούσαμε. Για παράδειγμα, γκρεμίστηκαν όλοι οι μιναρέδες, που είχε πολλούς η πόλη και έμεινε μόνο της Ροτόντας, με μεγάλη θυσία ενός αρχαιολόγου».

Τα μετεμφυλιακά χρόνια

«Γενικώς, υπήρξε μία λεηλασία των περιουσιών, πρώτα των Οθωμανών και μετά των Εβραίων, βέβαια, μέσα στην Κατοχή – και μετά από αυτήν. Άλλαξαν χέρια ακίνητα και περιουσίες με βίαιο τρόπο. Αυτό όλο, μέχρι την εποχή του Μπουτάρη, δεν το συζητούσε κανείς ή σχεδόν κανείς. Μόνο λίγοι που ήξεραν και που ενδιαφέρονταν. Η ναζιστική Κατοχή ξεριζωσε το εβραϊκό στοιχείο της πόλης, 50.000 Έλληνες Εβραίοι Θεσσαλονικείς εξοντώθηκαν στα στρατόπεδα. Και πολλές από τις περιουσίες τους πέρασαν στα χέρια δωσίλογων και όσων έβγαλαν λεφτά εκείνη την περίοδο. Τώρα βγαίνουν βιβλία και μελέτες για τους δωσίλογους, για τις περιουσίες των Εβραίων, από το 2022–23 κυκλοφορούν μελέτες εμπεριστατωμένες. Επίσης ένα άλλο έγκλημα που έγινε ότι, ξυλώθηκε το μεγαλύτερο εβραϊκό νεκροταφείο στην Ευρώπη μέσα στην Κατοχή, με τη συνέργεια των Ελλήνων συνεργαζόμενων με τους Γερμανούς. Ξύλωσαν όλο το νεκροταφείο και έχτισαν πάνω του το ΑΠΘ, όλη η πανεπιστημιούπολη του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου είναι χτισμένη πάνω στα εβραϊκά μνήματα. Αυτό το έγκλημα αναδείχθηκε επί δημαρχείας Μπουτάρη. Όλα αυτά είναι παλιά αλλά παίζουν έναν ρόλο στον σοβινισμό, στον εθνικισμό και στην ξενοφοβία. Στα μεταμφυλιακά χρόνια όλα αυτά καλύφθηκαν. Επιπλέον, στη Μακεδονία, υπήρχαν σλαβόφωνοι πληθυσμοί πολλοί, οι Σλαβομακεδόνες. Πάρα πολλοί από αυτούς -και σε άλλες πόλεις, Καστοριά, Κοζάνη, Φλώρινα- στον εμφύλιο μπήκαν στον Δημοκρατικό Στρατό. Μετά το 1949 φύγανε και συνεχίστηκε το Μακεδονικό, όλο τον 20ο αιώνα. Το μετεμφυλιακό κυριάρχησε σε όλη την Ελλάδα αλλά στη Θεσσαλονίκη, ιδιαίτερα η εθνικοφροσύνη, και σβήστηκαν οι άλλες παραδόσεις. Όποιος αμφισβητούσε την ελληνικότητα, για παράδειγμα, της Θεσσαλονίκης ή το κυρίαρχο αφήγημα ήταν ΕΑΜοβούλγαρος, υπήρχε ο από Βορρά κίνδυνος. Όλο αυτό έφερε ένα κλίμα συντηρητισμού στην πόλη, κυριαρχούσανε παραθρησκευτικές οργανώσεις, παραχριστιανικές, οι πρόσκοποι, τέτοια. Η γενιά του πατέρα μου μεγάλωσε σε αυτό το κλίμα. Μέχρι και εγώ, που ήμουν μαθητής τη  δεκαετία του 1980, υπήρχαν οι εκκλησιαστικές χορωδίες, τα κατηχητικά ακόμη λειτουργούσαν. Βέβαια στη μεταπολίτευση νομιμοποιήθηκαν τα κομμουνιστικά κόμματα και κυριάρχησαν για κάποιο και οι κομμουνιστικές νεολαίες -άλλο είδος προσκοπισμού- που άλλαξαν λίγο τα πράγματα. Ενώ η Θεσσαλονίκη, λοιπόν, ήταν μία πόλη στη πρωτοπορία – εδώ έγινε η Φεντερασιόν, η πρώτη Σοσιαλιστική Εργατική Ομοσπονδία, την οποία ίδρυσαν Εβραίοι που ήτανε απάτρηδες ουσιαστικά και ασπάστηκαν τον Μαρξισμό πολύ νωρίς. Επίσης οι πρόσφυγες που ήρθανε ήτανε προοδευτικοί, βενιζελικοί ή και κομμουνιστές. Όπως και οι καπνεργάτες, σε όλη τη Μακεδονία, και στην Καβάλα και σε άλλες πόλεις αλλά και στη Θεσσαλονίκη. Οι πρόσφυγες και οι Πόντιοι ήτανε «κεντροαριστεροί» με τους σημερινούς όρους. Ο σκοταδισμός αναβίωσε λίγο τη δεκαετία του ΄90 με τη διάλυση της Γιουγκοσλαβίας και με το μακεδονικό τότε. Ήτανε και ο Χριστόδουλος τότε επικεφαλής στην εκκλησία που διοργάνωνε αυτά τα συλλαλητήρια, που βέβαια ήταν διακομματικά, δηλαδή και το ΠΑΣΟΚ έπαιξε έναν ρόλο, με τον Παπαθεμελή, με αυτούς τους πολιτικούς. Γενικά, το πολιτικό προσωπικό της Θεσσαλονίκης είναι πολύ κατώτερο των Αθηνών».

Οι δυτικές συνοικίες

«Από την άλλη, η Θεσσαλονίκη είναι μία πόλη της σύγχρονης Ελλάδας, όπως άλλες πόλεις έχει τις γειτονιές και της αντιφάσεις της, όπως και η Πάτρα, ο Βόλος ή το Ηράκλειο. Είναι κάπου ανάμεσα στην Αθήνα και τις άλλες, μικρότερες πόλεις, έχει ένα μικρομεσαίο μέγεθος, είναι και επαρχία, θα ήθελε να είναι κάτι μεγαλύτερο. Η διαφορά με την Αθήνα είναι ότι νομίζω πως, στην Αθήνα, η κάθε συνοικία, η κάθε γειτονιά, έχει μία αυτονομία- άλλο είναι η Γλυφάδα, άλλο η Βάρη, άλλο τα Σεπόλια. Η κάθε περιοχή έχει τα δικά της χαρακτηριστικά. Εδώ, ενώ υπάρχουν συνοικίες όλοι κατεβαίνουν στο κέντρο. Γι΄αυτό είδαμε και το περιστατικό στην πλατεία Αριστοτέλους με τη διαπόμπευση και παρ΄ολίγο λιντσάρισμα των ΛΟΑΤΚΙ συμπολιτών μας. Είδαμε έναν όχλο τα οποία είναι παιδιά 15χρονα, 16χρονα που συνήθως κατεβαίνουν από τις δυτικές συνοικίες, το Σάβατο, στην πλατεία Αριστοτέλους. Και λέω δυτικές συνοικίες γιατί όντως είναι οι πιο υποβαθμισμένες περιοχές και οικονομικά αλλά και κοινωνικά και πολιτισμικά. Και ενώ γίνονται προσπάθειες, είναι καινούργιες γειτονιές που χτίζονται, με καινούργια, καλοφτιαγμένα σχολεία, εκεί μένουν ωστόσο στρώματα πιο ευάλωτα συνήθως και πολλοί μετανάστες. Γιατί είναι και πιο φθηνές οι περιοχές αυτές. Τα νέα παιδιά αυτά, δεν βλέπουνε κάποιο μέλλον μπροστά τους δηλαδή, υπάρχει ανεργία, υπάρχει ένα αστικό περιβάλλον υποβαθμισμένο, η μία κρίση πάνω στην άλλη, οι προοπτικές τους είναι δύσκολες. Όλα αυτά δημιουργούν ένα υλικό «εύφλεκτο» όπου εμφιλοχωρεί η βία σε διάφορες μορφές. Αυτές οι ιδεολογίες ας πούμε, του ρατσισμού, του εθνικισμού και οι ομάδες που οργανώνονται με βάση τέτοιες ιδεολογίες δίνουν μία ψευδαίσθηση δύναμης».

Ο ρόλος του Πανεπιστημίου

«Από την άλλη πλευρά η Θεσσαλονίκη έχει βγάλει και πάρα πολλούς λογοτέχνες, καλλιτέχνες, συνθέτες, μουσικούς- οι περισσότεροι, βέβαια, κατηφορίζουν προς την Αθήνα, για διάφορους λόγους. Σε όλες τις χώρες η πρωτεύουσαν είναι ελκυστική. Εδώ υπάρχει και η ιδιαιτερότητα ότι δεν υπάρχει αποκέντρωση, όλα γίνονται στην Αθήνα. Πάντως η Θεσσαλονίκη έχει ένα δυναμικό πολιτιστικό, και στην τέχνη και στην κουλτούρα και σε αυτό παίζει ρόλο και το Πανεπιστήμιο. Το Πανεπιστήμιο της Θεσσαλονίκης παραδοσιακά ήταν το αντίπαλο δέος που Καποδιστριακού, και ήτανε το προοδευτικό Πανεπιστήμιο. Εδώ ήτανε και οι δημοτικιστές. Σε όλο τον 20ο αιώνα, το Πανεπιστήμιο της Θεσσαλονίκης ήταν στην πρωτοπορία, από το 1925 που ιδρύθηκε, μπροστά στον «συντηρητισμό», το ακαδημαϊκό «καθεστώς» και τη «μούχλα» της Αθήνας. Ήταν ένα πνεύμα ανανέωσης σε όλες τις σχολές και κυρίως στις ανθρωπιστικές -φιλοσοφική, νομική- ωστόσο, εδώ και αρκετά χρόνια, το ΑΠΘ είναι από τα πιο συντηρητικά Πανεπιστήμια. Οι πρυτάνεις είναι σχεδόν πάντα δεξιοί, τα τελευταία -σχεδόν- 40 χρόνια τώρα. Είχαμε μία φωτεινή εξαίρεση μία τετραετία με την πρυτανεία του 2010 – 2014. Πια, έχουμε και το μαζικό Πανεπιστήμιο και οι πανεπιστημιακοί, όπως και οι φοιτητές, από εκεί που ήταν κάποια πρωτοπορία ή ελίτ, τώρα βλέπουμε τη γενική διαστρωμάτωση στην κοινωνία και την πολιτική, τη βλέπουμε και στο Πανεπιστήμιο. Παίζει ένα ρόλο ότι το Πανεπιστήμιο εδώ και αρκετά χρόνια δεν αντιδρά σε μία προοδευτική κατεύθυνση. Το Αριστοτέλειο είναι πολύ ενσωματωμένο στην πόλη, μέσα στο κέντρο της πόλης. Και αυτή είναι η ιδιαιτερότητα της Θεσσαλονίκης, ότι έχει από τα τρία Πανεπιστήμια (ΑΠΘ, Μακεδονίας, Διεθνές – παλιά ΤΕΙ) έναν πληθυσμό περίπου 100.000 ενεργών φοιτητών που κινούνται μέσα στην πόλη και δίνουν ένα νεανικό χρώμα. Παλιότερα, όμως, ήταν πιο προωθητική η δράση του Πανεπιστημίου. Ο τελευταίος πρύτανης έφερνε κάθε μέρα τα ΜΑΤ, την αστυνομία, μάς έκανε άνω – κάτω για να βγει ευρωβουλευτής και ήτανε σε ανοιχτή γραμμή με την κυβέρνηση. Δεν με ενδιαφέρει σε ποιο κόμμα είναι ο καθένας -κι εγώ είμαι σε κάποιο κόμμα- αλλά όταν είσαι ακαδημαϊκός δάσκαλος πρέπει να περιφρουρείς την αυτονομία, την αυτοτέλεια του Πανεπιστημίου. Πρώτα είσαι πανεπιστημιακός και μετά είσαι ΝΔκράτης, ΣΥΡΙΖαίος, ΠΑΣΟΚος. Αυτό αντιστράφηκε εδώ και γενικώς και οι πανεπιστημιακοί δεν θα έλεγα ότι δίνουν πλέον τον τόνο, όπως γινόταν μέχρι τη δεκαετία του ΄90, ή του 2000».

Η δημαρχία Μπουτάρη

«Ήτανε μία, ας πούμε, εξαίρεση. Ο Μπουτάρης όντως ήταν ο πιο προοδευτικός και Ιδιοσυγκρασιακά έως και «αναρχικός» άνθρωπος, που τάραξε τα νερά. Ο Μπουτάρης και η ομάδα του, γιατί ήτανε και άνθρωποι από γύρω, οι οποίοι και συνεχίζουν, όσο μπορούν. Ο Μπουτάρης κατάφερε να κερδίσει τη δημαρχεία επειδή ήταν χαρισματικός και sui generis, αλλά ταυτόχρονα ήταν ένας αστός, πετυχημένος επιχειρηματίας, οπότε τον ψήφισε και ένας μέρος της επιχειρηματικής Θεσσαλονίκης, δεν τον φοβόταν τον Μπουτάρη. Και μπόρεσε να σπάσει αυτό το δεξιό κατεστημένο του δημάρχου, από τον Κούβελα (1986) και μετά, που η Θεσσαλονίκη έβγαζε συνέχεια ΝΔκράτες δημάρχους. Από το κακό στο χειρότερο – το χειρότερο ήταν ο Παπαγεωργόπουλος, με τα με τα σκάνδαλα τα οικονομικά και την πολιτισμική καθήλωση. Πρέπει να το μελετήσουμε λίγο το θέμα Μπουτάρη πάντως, την πρώτη φορά που κέρδισε (2010) είχε εκλεγεί οριακά, με 300 ψήφους διαφορά, την πρώτη φορά νίκησε πολύ δύσκολα, παρότι ο Παπαγεωργόπουλος είχε ένα οικονομικό σκάνδαλο που είχε ήδη βγει. Τη δεύτερη φορά βγήκε πιο άνετα, βέβαια και χάρη στην Αριστερά- ο Συνασπισμός, τότε, υποστήριζε άλλο δήμαρχο και πάνω από τα μισά μέλη, τότε ψηφίζανε τον Μπουτάρη. Υπήρχε ένα κλίμα συνεργασίας των κεντροαριστερών δυνάμεων, ας το πούμε έτσι. Και στην πρυτανεία είχε βγει ένα σχήμα μη- δεξιό, να το πω έτσι, με πρύτανη τον Μυλόπουλο και αντιπρύτανη τον μακαρίτη τον Γιάννη τον Παντή, είχε αλλάξει το κλίμα. Όταν βγήκε κι ο Τσίπρας πρωθυπουργός, έλεγα ότι "μπορώ να πεθάνω ήσυχος, τα έχω δει όλα. Να πάρει κι ο ΠΑΟΚ ένα double"- το πήρε, οπότε εντάξει».

Συλλογικότητα, συνεργατικότητα, αλληλεγγύη

«Χρειάζεται μία δουλειά βάσης για να αντιμετωπιστούν όλα αυτά τα προβλήματα. Όχι στη Θεσσαλονίκη, γενικά. Δεν είναι εύκολο, είναι πολύ δύσκολο, υπάρχει βία στους νέους, στα σχολεία bullying, τα νέα παιδιά είναι στα κάγκελα. Και δεν αντιμετωπίζεται εύκολα αυτό το πρόβλημα, χρειάζεται δουλειά στα σχολεία πιστεύω, από το δημοτικό κιόλας, στο γυμνάσιο, το λύκειο, και χρειάζεται και δουλειά στις γειτονιές. Δηλαδή, κοινωνικοί επιστήμονες, κοινωνικοί λειτουργοί, ψυχολόγοι, παιδαγωγοί.  Πρέπει να συντονιστούν και να γίνουν προγράμματα, να προωθηθούν δράσεις που ευνοούν τη συλλογικότητα, τη συνεργατικότητα, την αλληλεγγύη. Να μην είναι κανένας μόνος του, καμία μόνη της. Αλλιώς δε γίνεται. H σχολή κοινωνικών και οικονομικών επιστημών, είχαμε οργανώσει δύο τουρνουά ποδοσφαίρου για παιδιά ηλικίας 10 – 14 ετών όπου πήραμε περίπου 100 προσφυγόπουλα από δομές φιλοξενίας και, ταυτόχρονα ισάριθμα ελληνόπουλα που έπαιζαν μικτά σε ομάδες. Το πρώτο τουρνουά το λέγαμε «Ντιέγκο Μαραντόνα», στη μνήμη του ποδοσφαιριστή που είχε πεθάνει τότε, το δεύτερο ήταν αφιερωμένο στον Άλκη, γιατί είχε γίνει η δολοφονία του Άλκη. Ήτανε μία ωραία δράση. Τέτοια πράγματα πρέπει να γίνονται πιστεύω συντονισμένα και με περισσότερους ειδικούς. Πρέπει να συνεχιστούν αλλά χρειάζεται και κοινωνικό ράτος, χρειάζεται δηλαδή να δοθούν και χρήματα για όλα αυτά. Εδώ έχουμε το φαινόμενο να περικόπτονται από παντού. Επίσης, στα σχολεία, με την ιδεοληψία της κ. Κεραμέως να φεύγει η κοινωνιολογία, να φεύγουν οι κοινωνικές επιστήμες και τα καλλιτεχνικά. Δηλαδή πώς θα «δουλέψεις» ας πούμε στην ψυχή παιδιών; Η πολιτική παιδεία -για να μιλήσω και συντεχνιακά για το τμήμα μου- είναι ένα σημαντικό μάθημα για να μαθαίνουν οι νέοι τι είναι Δημοκρατία, πώς λειτουργούν οι θεσμοί, γιατί ψηφίζουμε, γιατί πρέπει να συζητάμε και όχι να πλακωνόμαστε στο ξύλο. Όλα αυτά καταργήθηκαν».

ακροδεξιοίΘεσσαλονίκηεπιθέσειςαντιεμβολιαστικό κίνημαΓιάννης ΜπουτάρηςΦεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκηςειδήσεις τώραανήλικοιΦεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκηςτέχνη