Ελλάδα|23.10.2018 15:02

Τα ελληνικά βότανα σε όλο τον κόσμο!

Γιάννης Λυβιάκης

Με εργαλείο το Διαδίκτυο, αλλά κυρίως με προσωπική παρουσία σε ευρωπαϊκές και διεθνείς εκθέσεις, μια ελληνική εταιρεία από τον Εύοσμο της Θεσσαλονίκης έχει καταφέρει, μεταξύ άλλων, να προωθεί στις αγορές του εσωτερικού αλλά και του εξωτερικού ελληνικά βιολογικά προϊόντα και κυρίως φαρμακευτικά και αρωματικά βότανα και μπαχαρικά, τα οποία συλλέγονται από επιλεγμένους και πιστοποιημένους παραγωγούς βιολογικών της χώρας μας. Παράλληλα, προωθεί παραδοσιακά ελληνικά προϊόντα, όπως ελαιόλαδο, ελιές, αποξηραμένα φρούτα, γλυκά του κουταλιού, αποδεικνύοντας για ακόμη μία φορά τη σημασία της τυποποίησης για επιλεγμένα ελληνικά προϊόντα.

Την εταιρεία με έδρα τη Θεσσαλονίκη και με ονομασία GReco Products ίδρυσε ο Χρήστος Μαρκόπουλος, απόφοιτος του ΑΠΘ με πτυχία σε Δασολογία και Φυσικό Περιβάλλον και στην Αρχιτεκτονική Τοπίου. Οπως εξηγεί στον «Αγρότη», «η αρχική ιδέα για τη δημιουργία προϊόντων με βάση επιλεγμένες κυρίως φαρμακευτικές ποικιλίες ελληνικών βοτάνων προήλθε από έναν ιδιαίτερα αγαπητό σε εμάς (ως φοιτητές) επίκουρο καθηγητή της Δασολογίας του ΑΠΘ, τον κ. Ιωάννη Ισπικούδη, ο οποίος, εκτός από την αμεσότητα που είχε μαζί μας ως φοιτητές, μας ενθάρρυνε σε διάφορες πρωτοβουλίες που ξέφευγαν από το στενό ακαδημαϊκό πλαίσιο».

Γεννημένος στην Πολωνία

Ο Χρήστος Μαρκόπουλος σημειώνει ότι η κύρια ιδέα του εγχειρήματος ήταν η δημιουργία ΚοινΣΕπ (Κοινωνική Συνεταιριστική Επιχείρηση) που θα αποτελούνταν κυρίως από δασολόγους και γεωπόνους, οι οποίοι θα ασχολούνταν με την καλλιέργεια βιολογικών βοτάνων, τη μεταποίηση (αποξήρανση διαλογή συσκευασία) και την πώληση, κυρίως στις αγορές του εξωτερικού. Ο ίδιος προσθέτει ότι «ως Ελληνας γεννημένος στην Πολωνία από πολιτικούς πρόσφυγες, γνωρίζοντας τη γλώσσα και την κουλτούρα, ανέλαβα τη συγκεκριμένη αγορά, μια και εγώ όπως πολλοί νέοι φύγαμε από την Ελλάδα λόγω ανεργίας. Για δεύτερη φορά, λοιπόν, η Πολωνία αποτέλεσε χώρα προστάτιδα και υποδοχής για την οικογένειά μου».

Ωστόσο, το εγχείρημα της ΚοινΣΕπ δεν προχώρησε και επιστρέφοντας στην Ελλάδα δημιούργησε την εταιρεία GReco. Οπως μας λέει, με τη συνεργασία φίλων δασολόγων και προμηθευτών «συνεχίσαμε και συνεχίζουμε με πολύ μεράκι αυτήν την ιδέα. Εχουμε λάβει διακρίσεις και χρυσά μετάλλια σε εκθέσεις για την ποιότητα των προϊόντων μας. Εχουμε ακόμα πολύ δρόμο μπροστά μας, έχουμε μεγάλο ανταγωνισμό (στις τιμές) από γειτονικές χώρες, όπως η Αλβανία και η Βουλγαρία, που -όσο και αν φανεί παράξενο- είναι πιο οργανωμένοι στο κομμάτι της καλλιέργειας βοτάνων από εμάς».

Ο Χρήστος Μαρκόπουλος σημειώνει: «Το Ιντερνετ αποτελεί ένα σημαντικό εργαλείο εξωστρέφειας για μια επιχείρηση που θέλει να εξάγει. Η ιστοσελίδα που διαθέτει μια επιχείρηση μπορεί να δείξει την πραγματική ή ακόμα και την εικονική κατάσταση και δυνατότητα της επιχείρησης. Παραμένει όμως ένα ψυχρό εργαλείο σε σχέση με την προσωπική επαφή που θα έχεις με έναν πελάτη. Γι’ αυτό ως GReco επενδύουμε χρόνο στη συμμετοχή μας σε διάφορες εκθέσεις, όπου η πρώτη επαφή είναι προσωπική και βοηθά σημαντικά στην περαιτέρω συνεργασία μετά μέσω e-mail. Και οι δύο πλευρές θέλουν να ξέρουν ποιον πραγματικά έχουν απέναντί τους, με ποιον θα συνεργάζονται.

Επίσης, ως δασολόγος συμμετέχω σε διάφορες διαλέξεις που αφορούν τα βότανα και διαφημίζω τις ελληνικές ποικιλίες αρωματικών και φαρμακευτικών βοτάνων. Η παράμετρος του ότι δεν είσαι απλώς έμπορος, αλλά αγαπάς αυτό που κάνεις και το κάνεις σωστά επειδή το έχεις σπουδάσει, μετράει και σε ξεχωρίζει».

Η ιστοσελίδα της εταιρείας είναι: https://greco.com.gr

Ποιότητα και συσκευασία

«Το μόνο μας ατού είναι η ποιότητα που δυστυχώς δεν τη διαφυλάσσουμε, πουλώντας (απευθύνομαι στους παραγωγούς) χύμα στο εξωτερικό. Κατά την άποψή μας και την εμπειρία μας, τα προϊόντα πρέπει να φεύγουν από τον τόπο μας συσκευασμένα, ώστε το κέρδος να μένει στον τόπο, να δημιουργεί επιπλέον θέσεις εργασίας και προπαντός ότι είναι 100% ελληνικό», τονίζει ο Χρήστος Μαρκόπουλος. Ο ίδιος σημειώνει ότι «δυστυχώς ξένοι προμηθευτές παίρνουν ελληνικά, βουλγαρικά, αλβανικά, τουρκικά βότανα, τα αναμειγνύουν και τα βαπτίζουν στη συσκευασία τους “ελληνικά”, γιατί “πουλάει”».