Υγεία|11.09.2020 20:57

Οι γιατροί απαντούν: Γιατί όσοι νοσούν από covid-19 πρέπει να παρακολουθούν την καρδιά τους;

Newsroom

Ο κορονοϊός έχει μπει για τα καλά στη ζωή μας και δυστυχώς όλα δείχνουν ότι θα μείνει για πολύ καιρό ακόμα. Σε αυτή τη μάχη με τον αόρατο εχθρό το καλύτερο όπλο μας είναι η γνώση. Γι’ αυτό καθημερινά οι γιατροί απαντούν στις ερωτήσεις του κοινού και λύνουν όλες τις απορίες του.

*Σήμερα ο ιατρός, Ιωσήφ Κουτάγιαρ, μας μιλάει για το στάδιο μετά την ανάρρωση του ασθενούς:

Γιατί οι γιατροί συνιστούν στα άτομα που έχουν νοσήσει από covid-19 να παρακολουθούν την καρδιά τους και μετά την ανάρρωση;

Υπάρχουν πολλές ενδείξεις ότι ο κορωνοιός μπορεί να προκαλέσει καρδιακή βλάβη μετά από την οξεία φάση (διάστημα 2-6 μήνες μετά την οξεία λοίμωξη).
Περίπου στο 20% των ασθενών που νοσηλεύθηκαν λόγω COVID-19 λοίμωξης παρατηρήθηκαν κλινικά σημαντικές καρδιακές επιπλοκές, ενώ η υποκλινική καρδιακή βλάβη πιθανώς είναι συχνότερη.

Σε αυτοψίες ασθενών με COVID-19 λοίμωξη παρατηρήθηκε διήθηση του μυοκαρδίου από μονοκύτταρα. Οι COVID-19 λοιμώξεις συσχετίζονται με αυξημένα επίπεδα δεικτών μυοκαρδιακής βλάβης. ΗοξείακαρδιακήβλάβησενοσηλευόμενουςμεCOVID-19 λοίμωξησυνδέεταιμεαυξημένηθνητότητακαιθνησιμότητα.

Στις καρδιοπνευμονικές επιπλοκές της νόσου περιλαμβάνονται η μυοκαρδίτιδα, η περικαρδίτιδα,το έμφραγμα του μυοκαρδίου, αρρυθμίες και η πνευμονική εμβολή. Οι επιπλοκές μπορεί να εμφανιστούν αρκετές εβδομάδες μετά την οξεία covid-19 λοίμωξη.Η μυοκαρδίτιδα μπορεί να οδηγήσει σε μυοκαρδιακή δυσλειτουργία, ενώ περιστατικά αιφνίδιου θανάτου έχουν περιγραφεί κατά τη φάση ανάρρωσης της ιογενούς μυοκαρδίτιδας. Ασθενείς με φαινομενικά αποκατεστημένη, μετά την οξεία λοίμωξη, καρδιακή λειτουργία μπορεί να εξακολουθούν να κινδυνεύουν από μυοκαρδιοπάθεια και αρρυθμίες.

Οι καρδιαγγειακές επιπλοκές παρατηρούνται συνηθέστερα σε ασθενείς με προϋπάρχουσες καρδιαγγειακές παθήσεις, αλλά έχουν επίσης περιγραφεί και σε νέους, χωρίς υποκείμενα νοσήματα ασθενείς. Είναι επομένως επιτακτικός ο έλεγχος για υπολειπόμενη καρδιακή νόσο στη φάση της ανάρρωσης σε ασθενείς που έχουν αναρρώσει από καρδιακή βλάβη που σχετίζεται με COVID-19 λοίμωξη.Μετά την ανίχνευση των ασθενών με πιθανή καρδιακή βλάβη, συνιστάται ο έλεγχός τους κατά τη φάση ανάρρωσης με ηλεκτροκαρδιογράφημα και υπερηχοκαρδιογράφημα. Η ανάγκη για περαιτέρω έλεγχο και θεραπεία εξαρτάται από τα συμπτώματα του ασθενούς, τους παράγοντες καρδιαγγειακού κινδύνου και τα ευρήματα από τις αρχικές εξετάσεις.

Θωρακικό άλγος

Το θωρακικό άλγος είναι συχνό μετά την οξεία φάση τηςCOVID-19 λοίμωξης. Είναι σημαντικό για τον κλινικό ιατρό να ξεχωρίσει τον μυοσκελετικό και άλλους μη ειδικούς πόνους στο θώρακα από σοβαρές καρδιαγγειακές παθήσεις. Η κλινική εκτίμηση του ασθενούς με υποξεία COVID-19 λοίμωξη και θωρακικό άλγος θα πρέπει να ακολουθήσει τις εξής βασικές αρχές: λήψη προσεκτικού ιστορικού, του ατομικού αναμνηστικού και των παραγόντων κινδύνου, φυσική εξέταση. Εάν η διάγνωση είναι αβέβαιη ή η κλινική εικόνα του ασθενούς επιδεινωθεί οξέως, χρειάζεται επείγουσα παραπομπή σε καρδιολόγο για περαιτέρω εκτίμηση και διερευνήσαμε εξετάσεις όπως: ηλεκτροκαρδιογράφημα,υπερηχοκαρδιογράφημα, αξονική τομογραφία θώρακα ή μαγνητική τομογραφία καρδιάς.

Θρομβοεμβολικό επεισόδιο

Η COVID-19 λοίμωξη είναι μια φλεγμονώδης και υπερπηκτική κατάσταση, με αυξημένο κίνδυνο θρομβοεμβολικών επεισοδίων. Πολλοί νοσηλευόμενοι ασθενείς λαμβάνουν προληπτικά αντιπηκτική αγωγή. Οι συστάσεις για λήψη αντιπηκτικής αγωγής μετά την έξοδο από το νοσοκομείο ποικίλουν, αλλά οι ασθενείς με υψηλότερο κίνδυνο συνήθως εξέρχονται από το νοσοκομείο με σύσταση για 10 ήμερη θρομβοπροφύλαξη. Εάν ο ασθενής έχει διαγνωσθεί με θρομβωτικό επεισόδιο,η αντιπηκτική αγωγή και η περαιτέρω διερεύνηση και παρακολούθηση διαμορφώνονται βάσει των κατευθυντήριων οδηγιών. Παραμένει άγνωστο για πόσο χρονικό διάστημα μετά την οξεία λοίμωξη με COVID-19 οι ασθενείς βρίσκονται σε υπερπηκτική κατάσταση.

Δυσλειτουργία αριστερής κοιλίας
Η μειωμένη απόδοση (συστολική δυσλειτουργία) της αριστερής κοιλίας της καρδιάς και η καρδιακή ανεπάρκεια μετά την COVID-19 λοίμωξη μπορούν να αντιμετωπισθούν σύμφωνα με τις τρέχουσες κατευθυντήριες οδηγίες. Η έντονη άσκηση θα πρέπει να αποφεύγεται για τρεις μήνες σε όλους τους ασθενείς μετά από μυοκαρδίτιδα ή περικαρδίτιδα, ενώ οι αθλητές θα πρέπει να απέχουν τουλάχιστον τρεις με έξι μήνες από την προπόνηση και ακολούθως να παρακολουθούνται από ειδικό, με το χρόνο επιστροφής στα αθλήματα να προσδιορίζεται από τη λειτουργική κατάσταση, τους βιοδείκτες, την απουσία αρρυθμιών και την απόδειξη φυσιολογικής συστολικής απόδοσης της αριστερής κοιλίας.

* Ο Ιωσήφ Κουτάγιαρ είναι ειδικός καρδιολόγος, επιμελητής στην Α’ Καρδιολογική κλινική του νοσοκομείου ΥΓΕΙΑ. Διατηρεί ιδιωτικό ιατρείο στην οδό Πελοπίδα 11 στο Περιστέρι.

Οι γιατροί απαντούνΚορονοϊός