Ιστορία|29.10.2020 16:17

Εκλογές ΗΠΑ: Η «ανατροπή του αιώνα» μέσα από το χειρότερο πρωτοσέλιδο στην ιστορία του αμερικανικού Τύπου

Δημήτρης Καναβαράκης

Από τα τέλη της δεκαετίας του 1780, που ο Τζορτζ Ουάσινγκτον εξελέγη πρώτος πρόεδρος στην ιστορία των νεοσύστατων τότε ΗΠΑ, οι αμερικανικές εκλογές θεωρούνται κάθε τέσσερα χρόνια - και για σχεδόν 2,5 αιώνες πια - ένα από τα σημαντικότερα γεγονότα του πλανήτη το έτος διεξαγωγής τους.

Το αλλόκοτο για όλο τον υπόλοιπο κόσμο εκλογικό σύστημα, έχει οδηγήσει στο παράδοξο (για όλο τον… υπόλοιπο κόσμο) να εκλεγεί πέντε φορές πρόεδρος ένας υποψήφιος που είχε λιγότερες ψήφους από τον αντίπαλο του. Συνέβη το 1824, το 1876, το 1888 και όπως πολλοί θυμούνται το 2000 και το 2016, με τον Τζορτζ Μπους τζούνιορ και τον Ντόναλντ Τραμπ να επωφελούνται στις δύο τελευταίες περιπτώσεις από το σύστημα της έμμεσης εκλογής (λαός και Κολέγιο των Εκλεκτόρων).

Η κάθε πολιτεία, ανάλογα με τον πληθυσμό της διαθέτει έναν αριθμό εκλεκτόρων. Ο υποψήφιος που θα έρθει πρώτος σε αριθμό ψήφων στην κάθε πολιτεία παίρνει και το σύνολο των εκλεκτόρων. Πρόεδρος εκλέγεται εκείνος που έχει την πλειοψηφία των εκλεκτόρων και όχι των ψήφων.

Η πιο οριακή μάχη που δόθηκε ποτέ στην άλλη άκρη του Ατλαντικού ήταν αυτή του 2000 (όπως ακριβώς και στην Ελλάδα), με τον Τζορτζ Μπους τζούνιορ να επικρατεί του Αλ Γκορ για μόλις 537 ψήφους διαφορά! Στη λαϊκή ψήφο ο Γκορ ήταν ο νικητής με διαφορά περίπου 550.000 ψήφων, αλλά σε αριθμό εκλεκτόρων ο υποψήφιος των Ρεπουμπλικανών συγκέντρωσε 271 και αυτός των Δημοκρατικών 266. Η ανατροπή προήλθε από τη μεγάλη πολιτεία της Φλόριντα, που διαθέτει 25 εκλέκτορες. Σε αυτήν είχε ο Μπους το σκανδαλιστικά μικρό +537. Ο Γκορ προσέφυγε στο Ανώτατο Δικαστήριο της Φλόριντα, ζητώντας επανακαταμέτρηση των ψήφων. Μετά τη σχετική διαδικασία, το προβάδισμα του Μπους μειώθηκε σε μόλις 154 ψήφους (!) και το ανώτατο Δικαστήριο της Φλόριντα προγραμμάτισε νέα επανακαταμέτρηση. Ο Μπους άσκησε όμως έφεση στο Ανώτατο Δικαστήριο της χώρας, με αποτέλεσμα να εκδοθεί η απόφαση υπέρ του και έπειτα από 36 ημέρες πολιτικών και δικαστικών αγώνων να ορκιστεί πρόεδρος των ΗΠΑ.

Το 2016 η Χίλαρι Κλίντον επικράτησε στη λαϊκή ψήφο με διαφορά σχεδόν 2,9 εκατομμυρίων, στο Κολέγιο των Εκλεκτόρων όμως… ισοπεδώθηκε, καθώς ο Ντόναλντ Τραμπ συγκέντρωσε 304 εκλέκτορες, έναντι 227 της άλλοτε Πρώτης Κυρίας.

Η Χίλαρι ήταν θεωρητικά το μεγάλο φαβορί έως και μία εβδομάδα πριν από τις εκλογές. Όχι όμως τόσο μεγάλο όσο ήταν στις εκλογές του 1948 ο Ρεπουμπλικάνος Τόμας Ντιούι, κόντρα στον εν ενεργεία πρόεδρο, από την παράταξη των Δημοκρατικών, Χάρι Τρούμαν.

Εκείνη η αναμέτρηση θεωρείται έως και σήμερα ως η μεγαλύτερη ανατροπή στην εκλογική ιστορία των ΗΠΑ. Και για αυτόν ακριβώς το λόγο άφησε ως «σουβενίρ» αυτό που έχει χαρακτηριστεί ως το «χειρότερο πρωτοσέλιδο» στην ιστορία του αμερικανικού Τύπου.

Ρούζβελτ - Τρούμαν / 1944 (AP Photo)

Ο Χάρι Τρούμαν είχε επιλεγεί μάλλον ανέλπιστα αντιπρόεδρος των ΗΠΑ μετά τη νίκη του Φραγκλίνου Ρούζβελντ στις εκλογές του 1944. Ήταν γιος ζωέμπορου μουλαριών, χωρίς ανώτερη εκπαίδευση, που κατάφερε να εμπλακεί στην πολιτική χάρη σε μια επιτυχημένη επιχειρηματική ιδέα. Από άσημος γερουσιαστής με θεωρητικά κοντόθωρο πολιτικό ορίζοντα, αναδείχθηκε λόγω της μαχητικότητας και της φήμης του αδέκαστου προσώπου που έχτισε ως πρόεδρος της επιτροπής αμυντικών εξόδων κατά το ξέσπασμα του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου (επιδόθηκε στο κυνηγητό μεγάλων βιομηχάνων που χειρίζονταν τις πολεμικές δαπάνες με ύποπτο τρόπο). Ακόμα κι έτσι κανείς δεν περίμενε ότι θα μπορούσε να γίνει το Νο. 2 πίσω από τον Ρούζβελντ. Μια σειρά συγκυριών και επιλογής ουσιαστικά διά της «εις ατόπου απαγωγής» τον έφεραν το 1944 στη θέση του αντιπροέδρου των ΗΠΑ και του απένειμαν τον τίτλο του overachiever της πολιτικής.

Παρά το θεσμικό αξίωμά του πάντως, δεν υπήρχε καμία πρόθεση στο Κόμμα των Δημοκρατικών για περαιτέρω αξιοποίηση του. Ο Ρούζβελτ δεν του εμπιστεύθηκε κανένα ρόλο στη θητεία του ως αντιπροέδρου και οι προεδρικοί σύμβουλοι τον αγνοούσαν επιδεικτικά. Απολύτως ενδεικτικό είναι ότι, όταν το 1945 πέθανε αιφνίδια ο Φραγκλίνος Ρούζβελντ και μοιραία τον διαδέχτηκε στον προεδρικό θώκο των ΗΠΑ, είχε ελλιπέστατη ενημέρωση για τις τελευταίες πολεμικές εξελίξεις, όπως και για την ύπαρξη της ατομικής βόμβας.

Από μια νέα συγκυρία ήταν λοιπόν ο άνθρωπος που καταχωρήθηκε στην Ιστορία ως αυτός που τερμάτισε τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο (με τις ρίψεις των βομβών σε Ναγκασάκι, Χιροσίμα), που ίδρυσε το ΝΑΤΟ, που εγκαινίασε την εποχή του Ψυχρού Πολέμου και υπέγραψε το πρόγραμμα – ορόσημο για την παροχή οικονομικής βοήθειας για την αποκατάσταση των καταστροφών του όλεθρου (στις μη κομμουνιστικές χώρες), γνωστό ως «Δόγμα Τρούμαν».

O Πρόεδρος των ΗΠΑ, Χάρι Τρούμαν στον Λευκό Οίκο / 28 Απριλίου 1945 (AP Photo)

Ο Τρούμαν όμως δεν είχε εμπλακεί ποτέ σε εκλογική αναμέτρηση, ούτε καν για τους προκριματικούς των Δημοκρατικών. Παρά τη μεγάλη επιδραστικότητά του στις παγκόσμιες μεταπολεμικές εξελίξεις, στις εκλογές του 1948 είχε τον τίτλο του μεγάλου αουτσάιντερ, απέναντι στον εκλεκτό των Ρεπουμπλικάνων, κυβερνήτη της Νέας Υόρκης, Τόμας Ντιούι.

Παραδόξως, παρά το ξεκάθαρο στο διεθνή χώρο έντονο αντι-σοβιετικό προφίλ του, στο εσωτερικό των ΗΠΑ ο Τρούμαν χαρακτηρίστηκε ως «αριστερός» από το πολιτικό κατεστημένο, κατηγορούμενος ότι στην κυβέρνηση διατηρούσε φιλορωσικά στοιχεία. Οι κατηγορίες αυτές διατυπώθηκαν την εποχή εμφάνισης του Μακαρθισμού και της αντικομμουνιστικής υστερίας, πλήττοντας δημοσκοπικά τον Τρούμαν.

Σε αυτές, μόνο ένας στους τρεις Αμερικανούς εμφανιζόταν να εγκρίνει την πολιτική της κυβέρνησης. Στη Νότια Καρολίνα μάλιστα, οι Δημοκρατικοί είχαν προβεί σε «ανταρσία», σχηματίζοντας το Κόμμα Δικαιωμάτων των Κρατών  - γνωστοί ως Διαξιακράτες – ως αντίδραση στη στάση του Τρούμαν για τα πολιτικά δικαιώματα. Ολοκληρώνοντας την απόσχιση τους, είχαν φτάσει να εκλέξουν έως και δικό τους υποψήφιο, τον Στρομ Τάρμοντ.  

Ενόψει των εκλογών της 2ας Νοεμβρίου του ’48, όλες οι πληροφορίες που έφταναν στα επιτελεία των υποψηφίων έκαναν λόγο για καθαρή νίκη του Ντιούι και βαριά ήττα των Δημοκρατικών.   

Ακόμα και ο «πατέρας» των δημοσκοπήσεων, o εθνικός στατιστικολόγος, Τζορτζ Γκάλοπ δεν άφηνε κανένα περιθώριο ελπίδας στον Τρούμαν, ως αυτός που είχε διεξαγάγει την τελευταία (κρυφή) δημοσκόπηση. «Τελείωσε. Νικητής είναι ο Ντιούι!», απεφάνθη, εκτίμηση που είχε καταγραφεί τόσο σε ανάλυση των New York Times, όσο και στο πρωτοσέλιδο του περιοδικού Life. Εν τέλει καταγράφηκε και στη συνείδηση του ίδιου του Τρούμαν. Ανήμερα των εκλογών ο εν ενεργεία πρόεδρος εμφανίστηκε να έχει αποδεχτεί τη… μοίρα του, επικαλούμενος δημόσια μια έκθεση του NBC για τις εκλογές.

(AP photo)

Οποιαδήποτε εσφαλμένη πρόβλεψη όμως κι αν έγινε, δεν στοίχισε επικοινωνιακά στον κάτοχό της. Επισκίασε τους πάντες και τα πάντα το ανεπανάληπτο πρωτοσέλιδο της «Chicago Daily Tribune», που ήταν από τους πιο ισχυρούς συμμάχους των Ρεπουμπλικανών από το χώρο του Τύπου. Ήταν η εφημερίδα που σε όλη τη διάρκεια της προεκλογικής περιόδου πολεμούσε σφόδρα τον Τρούμαν και αξέχαστα για τους Αμερικανούς τον είχε αποκαλέσει σε ένα δημοσίευμα «nincompoop» (σε ελεύθερη μετάφραση «κουτορνίθι»).

Ο Τρούμαν δεν είχε αγωνία για το αποτέλεσμα. Είχε πέσει για ύπνο βέβαιος για την ήττα του, όταν στις 4 τα ξημερώματα τον ξύπνησαν μέλη του επιτελείου του για να του ανακοινώσουν ότι είχε νικήσει! Λίγη ώρα αργότερα κυκλοφορούσε το μετεκλογικό φύλλο της «Chicago Daily Tribune», με τον απίθανο τίτλο «Dewey Defeats Truman»! Τι είχε συμβεί; Μια απεργία σελιδοποιών είχε αναγκάσει την εφημερίδα να κλείσει την έκδοση της ώρες νωρίτερα από το συνηθισμένο και επιλογή της ήταν η μεταφορά της φράσης των δημοσκόπων σε έναν από τους πιο διάσημους τίτλους της ιστορίας.

Χρόνια μετά αποκαλύφθηκε η αιτία του μεγάλου λάθους. Όλες οι δημοσκοπήσεις είχαν γίνει με τηλεφωνικές συνεντεύξεις. Στους ερευνητές διέφυγε (;) το γεγονός ότι η μεγάλη μάζα των Αμερικανών πολιτών δεν είχαν εκείνη την εποχή τηλεφωνικές συσκευές στα σπίτια τους και επομένως κανένας δεν τους ρώτησε, κανένας δεν τους μέτρησε...

Η λεγόμενη σιωπηλή πλειοψηφία μίλησε στην κάλπη. Ο Τρούμαν νίκησε με 49,1% της λαϊκής ψήφου και 301 εκλέκτορες, έναντι 45,1% του Ντιούι και 189 εκλέκτορες. Επρόκειτο για πεντακάθαρη νίκη, που θα ήταν συντριπτική αν δεν είχαν αποσχιστεί οι ψηφοφόροι της Νότιας Καρολίνας, καθώς οι Διαξιακράτες υπό τον Στρομ Τάρμοντ απέσπασαν 39 εκλέκτορες.

Την επομένη οι εφημερίδες έκαναν λόγο για την «ανατροπή του αιώνα» σε εκλογική αναμέτρηση.

Η εφημερίδα του Σικάγο έσπευσε να κάνει αναδημοσίευση του πρωτοσέλιδου με το σωστό εκλογικό αποτέλεσμα, αλλά ήταν πολύ αργά. Η δεύτερη έκδοση κυκλοφόρησε αφού είχαν τυπωθεί και εκδοθεί 150.000 της πρώτης. Και δυστυχώς για αυτήν, ο παραμένων ένοικος του Λευκού Οίκου δεν είχε διάθεση να επιδείξει… μεγαλοπρέπεια προς τους ηττημένους.

Δύο μέρες αργότερα θα έστριβε το μαχαίρι στην πληγή. Κραδαίνοντας δημόσια, δίκην θριαμβολογίας, το πρωτοσέλιδο της υποτιθέμενης ήττας του, ενώπιον δεκάδων φωτογράφων.

αμερικανικές εκλογέςΝτόναλντ Τραμπεκλογές ΗΠΑΧάρι Τρούμαν