Lifestyle|27.11.2021 12:24

Διονύσης Ατζαράκης: «Στο ΤΑΞΙ παίζω και εγώ μαζί με τους παίκτες» - Πατάει γκάζι στη νέα εκπομπή του OPEN

Άγγελος Γεραιουδάκης

Το «ΤΑΞΙ», ένα από τα πλέον αγαπημένα τηλεπαιχνίδια στην ιστορία της ελληνικής τηλεόρασης, βάζει το ταξίμετρο και πατάει γκάζι στο νέο πρόγραμμα του OPEN. Βασισμένο στο ίδιο φορμάτ, αλλά ταυτόχρονα ανανεωμένο και εμπλουτισμένο με καινούρια στοιχεία προσαρμοσμένα στα νέα δεδομένα, έρχεται σήμερα (27/11) στις 17:55 και κάθε Σαββατοκύριακο την ίδια ώρα. O stand up comedian Διονύσης Ατζαράκης κάθεται στο τιμόνι και υπόσχεται ανεπανάληπτες διαδρομές με πολύ χιούμορ, κέφι και πολλά μετρητά. «Μόλις μου έκαναν την πρόταση, αμέσως είπα “ναι”. Κατά καιρούς, έχω πει κάμποσα “όχι” σε τηλεοπτικές προτάσεις που μου έχουν γίνει. Όταν είναι να παρουσιάσω μία εκπομπή, θέλω να μου αρέσει και να μπορώ να την υποστηρίξω.  Τις περισσότερες φορές, επειδή δεν το ένιωθα αυτό, απαντούσα αρνητικά. Ωστόσο, το “ΤΑΞΙ” είναι ένα πρότζεκτ, που αισθάνομαι πως ταιριάζω και μπορώ να προσφέρω κάτι σε αυτό. Είναι ένα ευχάριστο και αστείο τηλεπαιχνίδι» λέει, χαρακτηριστικά, ο ίδιος στο ethnos.gr.

Παλιότερα, την εκπομπή παρουσίαζαν η Βίκυ Σταυροπούλου και ο Αλέξανδρος Τσουβέλας, με μεγάλη επιτυχία. Όταν δέχτηκε την πρόταση, φοβήθηκε τη σύγκριση που ενδεχομένως μπορεί να υπάρξει; «Όχι, δεν το σκέφτηκα καθόλου, ούτε με προβλημάτισε» απαντά. «Στην καθημερινότητά μου, δεν βλέπω σχεδόν καθόλου τηλεόραση, λόγω έλλειψη χρόνου. Οπότε, δεν είχα εικόνα πώς έχει παρουσιαστεί η εκπομπή στο παρελθόν. Για εμένα, ήταν μία λευκή σελίδα και προσπάθησα να δημιουργήσω κάτι δικό μου» προσθέτει. 

Οι ανυποψίαστοι «πελάτες» που θα κάνουν σήμα στο «ΤΑΞΙ» και θα πέσουν πάνω στον Διονύση, όχι μόνο δε θα πληρώσουν για τη διαδρομή τους, αλλά θα έχουν και την ευκαιρία να κερδίσουν πολλά χρήματα από αυτή την κούρσα. Ο Διονύσης ξεκινάει τις ερωτήσεις και οι παίκτες απαντάνε έχοντας στη διάθεσή τους δύο βοήθειες. Αυτή του τηλεφώνου και την πολύ σημαντική βοήθεια του «σοφού παππού του Διονύση», ο οποίος είναι σχεδόν παντογνώστης σαν τον εγγονό του. Όσο απαντάνε σωστά, δεν υπάρχει κανένα πρόβλημα, το «ΤΑΞΙ»  προχωράει προς τον προορισμό του και ποσά ανεβαίνουν. Αν όμως κάνουν τρία λάθη, έρχεται η ώρα της αποβίβασης. Ο Διονύσης τραβάει χειρόφρενο και τους αποχαιρετά με βαριά καρδιά. Αν όμως τα καταφέρουν και φτάσουν στον προορισμό τους, όχι μόνο κερδίζουν το ποσό που έχουν μαζέψει, αλλά έχουν και μία μοναδική ευκαιρία για να τα διπλασιάσουν.

Μέχρι στιγμής, έχουν γυριστεί περίπου δεκαπέντε επεισόδια. «Στα γυρίσματα απολαμβάνω περισσότερο την επικοινωνία που έχω με τους παίκτες. Μόλις με βλέπουν, αντιδρούν χαρούμενα. Έχω τη δυνατότητα να συνομιλώ με αρκετό και διαφορετικό κόσμο. Κάτι που μου κρατά το ενδιαφέρον και δεν με αφήνει να βαρεθώ στα πολύωρα γυρίσματα. Αρκετές φορές, μάλιστα, πιάνω τον εαυτό μου ν’ αναρωτιέται: “ποιους άραγε θα πετύχω τώρα;”.  Είναι μία ωραία πρόκληση, επειδή κάθε φορά δεν ξέρεις τι θα σου τύχει» αναφέρει ο Διονύσης και στη συνέχεια τον ρωτάω πώς αντιδρά όταν κάποιος από τους παίκτες χάσει. «Στεναχωριέμαι. Θέλω να κερδίζουν όλοι, αλλά δεν γίνεται πάντα. Είναι φορές που κάποιοι είναι τόσο καλοί που ξέρουν τις δύσκολες ερωτήσεις και χάνουν σε μία πιο εύκολη ερώτηση που μπορεί να μην τους έρχεται εκείνη την ώρα η απάντηση στο μυαλό. Συνήθως το παίρνω προσωπικά και προσπαθώ να τους βοηθάω όσο μπορώ. Μπαίνω και εγώ μέσα σε αυτό και πιάνω τον εαυτό μου να παίζει μαζί με τους παίκτες. Ξέρω κάμποσα, αλλά είναι και κάποια που οι άλλοι τα ξέρουν, ενώ εγώ δεν έχω ιδέα, όπως για παράδειγμα ερωτήσεις που έχουν σχέση με αθλητικά».

Η ελληνική τηλεόραση, όπως έχει διαμορφωθεί σήμερα, δεν απευθύνεται ούτε στους Millennials ούτε στη Gen Z. Απευθύνεται σε ανθρώπους που παρακολουθούν ακόμα ειδήσεις, έχοντας την ικανότητα να τις βλέπουν με την κεραία της αμφισβήτησης ορθωμένη, ή σε άτομα που αφήνουν την πρωινή και μεσημεριανή ψυχαγωγική εκπομπή να παίζει στο backround όσο εκείνοι κάνουν δουλειές μέσα στο σπίτι. «Δεν τρελαίνομαι στον τρόπο που έχει διαμορφωθεί σήμερα η ελληνική τηλεόραση. Θα ήθελα να δω μεγαλύτερο πειραματισμό και παραπάνω εμπιστοσύνη σε νέα πρόσωπα. Όχι μόνο να τους βάλουμε κάπου, αλλά και να τους ακούσουμε αν έχουν να φέρουν κάτι καινούργιο. Δεν χρειάζεται να βασιζόμαστε σε πέντε με δέκα πρότζεκτ που μπορεί να ξέρουμε ως κανάλι. Αν και το “ΤΑΞΙ” μπορεί να είναι ένα από αυτά, θεωρώ ότι ανήκει στις εξαιρέσεις γιατί έχει αρκετό περιθώριο για δημιουργικότητα. Δηλαδή είναι ένα πρότζεκτ, το οποίο δεν σε περιορίζει και ο κάθε παρουσιαστής μπορεί να το φέρει στα μέτρα του, δίνοντας κάτι καινούργιο κάθε φορά» επισημαίνει και αποκαλύπτει ό,τι παράλληλα βρίσκεται σε συζητήσεις για μία νέα κωμική εκπομπή. «Υπάρχει σαν σκέψη και διάθεση να γίνει μία ωραία και αμιγώς κωμική εκπομπή, όπως θεωρώ ότι πρέπει να είναι». 

Πλέον έχει ανοίξει μια μεγάλη συζήτηση για την πολιτική ορθότητα στον χώρο του stand up. Υπάρχουν όρια στη σάτιρα; «Ποτέ δεν ήμουν ο άνθρωπος που θα έκανα ακραία αστεία ούτε είμαι ιδιαίτερα βωμολόχος. Δε νιώθω κάποια ιδιαίτερη φίμωση από την πολιτική ορθότητα, γιατί αν το αναλύσεις είναι πολύ απλά τα πράγματα που μπορείς να πεις και να ενοχλήσουν. Αν δεν υποστηρίζεις ο ίδιος τοξικές απόψεις στην προσωπική σου ζωή, τότε αυτό ελπίζω πως θα βγει και στη δουλειά σου» απαντά.

Ένα γνήσιο τοξοτακι

Ο Διονύσης Ατζαράκης είναι γνήσιο τοξοτάκι, που ωστόσο δεν πιστεύει στα ζώδια. Είναι ανεξάρτητος, ενθουσιώδης, ευθύς και έχει μεγάλη αίσθηση του χιούμορ. Όταν ήταν μικρός δεν τον ενδιέφερε καθόλου το μέλλον, ζούσε μονάχα στο παρόν. Δημοτικό και γυμνάσιο πήγε στο «Βυζάντιο», ένα αυστηρό και συντηρητικό ιδιωτικό σχολείο, που όλοι φορούσαν στολές. «Αν θυμάσαι παλιά το “Καρουζέλ” στην ΕΡΤ1, κάπως έτσι ήμασταν και εμείς ή όπως ήταν η Λίζα Παπασταύρου στο “Ξύλο βγήκε από τον Παράδεισο”. Αλήθεια, δεν ξέρω πώς έγινε αυτό στη ζωή μου» λέει με χιούμορ. Στη συνέχεια, πήγε στο «Θεομήτωρ» στην Ηλιούπολη, το οποίο το είχαν καλόγριες. «Όταν έφυγα από το “Βυζάντιο”, που ήταν τόσο αυστηρό και πήγα λύκειο στις καλόγριες, ήμουν πλέον αλάνι, γιατί είχα μάθει στα δύσκολα. Έψαχναν οι γονείς μου ιδιωτικό σχολείο -δεν έχω ιδέα για ποιο λόγο- και ήταν το πιο κοντινό. Υπήρχαν 2 – 3 καλόγριες που μας έκαναν μάθημα κανονικά και μπορώ να πω ό,τι μου έδωσαν αρκετό υλικό για τη δουλειά μου αργότερα. Έχω γράψει πολλά κείμενα για εκείνη την περίοδο. Χαίρομαι που το έχω ζήσει ως εμπειρία».

Ξεκίνησε με το stand up comedy πριν από χρόνια. Επίσης, έχει σπουδάσει στο Επικοινωνίας και ΜΜΕ του Πανεπιστημίου Αθηνών, ενώ έκανε σχεδόν παράλληλα σκηνοθεσία κινηματογράφου στη Σχολή Σταυράκου και λίγο αργότερα, υποκριτική σε διάφορες σχολές, όπως στο Θέατρο επί Κολωνώ. Αργότερα, έκανε ένα μεταπτυχιακό στο London School of Economics, από το οποίο το μόνο πράγμα που του έμεινε είναι ένα μπρελόκ, το οποίο και αγόρασε. «Στην εφηβεία μου δεν ήξερα ακριβώς τι ήθελα να κάνω. Κάποια στιγμή αναρωτήθηκα αν μπορούσα το χιούμορ μου να το κάνω επάγγελμα. Ακουγόταν ωραίο. Το stand up με κέρδισε λόγω της αμεσότητας που έχει. Είναι η πιο καθαρή μορφή κωμωδίας που μπορείς να έχεις, δεν παρεμβάλλεται κανείς και τίποτα. Είσαι εσύ, ένα μικρόφωνο, το κοινό και τα αστεία σου. Οπότε στράφηκα εκεί». Έτσι, έκανε ένα δοκιμαστικό στις «Νύχτες Κωμωδίας» της Λουκίας Ρικάκη, έναν πεντάλεπτο μονόλογο, τους άρεσε, του είπαν «έλα ξανά» κι εκείνος πήγε. Και το ένα έφερε το άλλο.

«Οι γονείς μου ήθελαν να γίνω δικηγόρος»

Ωστόσο, ήταν μία επαγγελματική επιλογή που δεν άρεσε και πολύ στους γονείς του. «Στην αρχή το έκανα κρυφά. Το θεωρούσαν δύσκολο και αβέβαιο επάγγελμα. Πίστευαν ότι κάποια στιγμή θα βάλω μυαλό και θα γυρίσω στην οδό της σοβαροφάνειας και των “σωστών” επαγγελμάτων. Με ονειρευόντουσαν να γίνω δικηγόρος ή ένας σοβαρός δημοσιογράφος. Όλα αυτά, όμως, μέχρι να δουν ότι πετυχαίνει. Τώρα πλέον είναι όλα μια χαρά και είναι ευτυχισμένοι, αλλά στην αρχή χρειάστηκε να το πάρω όλο πάνω μου, ξεχνώντας το κομμάτι της υποστήριξης από την πλευρά των γονιών μου. Το σημαντικό είναι να κάνεις πράγματα που σου αρέσουν και αν είσαι καλός σε αυτά, θα έρθει και η επιτυχία».

Πολυτάλαντος, ανήσυχος και δημιουργικός. Ο Διονύσης Ατζαράκης είναι ένας φίλος που σου κλείνει το μάτι και σε προσκαλεί σε κάθε νέα του περιπέτεια, στο γυαλί ή στη σκηνή. Όσοι τον ξέρουν, λένε, πως είναι ένας άνθρωπος με κοινωνική ευφυΐα και έξυπνο χιούμορ. Η πιο ωραία κούρσα που έχει κάνει στη ζωή του ήταν κάποτε στο Μαρόκο, πάνω σε κάτι καμήλες, μέσα στην έρημο. Αγαπάει τα ταξίδια, τις ξένες σειρές, το διάβασμα και τις ζωηρές συζητήσεις. «Εύχομαι να συνεχίσω να δουλεύω πάνω σε πράγματα που μου αρέσουν και μου προκαλούν ενθουσιασμό. Να μην πηγαίνω στη δουλειά από υποχρέωση, αλλά να διασκεδάζω και να ανυπομονώ, όπως συμβαίνει τώρα. Είναι μεγάλη χαρά να κάνεις τους ανθρώπους να γελούν. Είναι δώρο και για εκείνους αλλά και για σένα» καταλήγει. 

ταξίΒίκυ Σταυροπούλουstand upκαλόγριεςΔιονύσης ΑτζαράκηςOPEN