Μουσική|05.08.2022 16:30

Ο Χρήστος Θηβαίος στο Sani Festival: «Η μεγαλύτερη συνεργασία που θέλω πάντα να έχω είναι η ανασφάλειά μου»

Newsroom

Συνέντευξη στον Γιάννη Μουστάκα

Ο Χρήστος Θηβαίος είναι σίγουρα ένας από τους πιο αγαπητούς καλλιτέχνες και τραγουδοποιούς της γενιάς του. Με μια ιδιαίτερη φωνή που πάντα προκαλεί έντονα συναισθήματα αλλά και έναν πολύ προσωπικό ήχο και ύφος στο κομμάτι της τραγουδοποιίας του.

Ο Χρήστος κατάγεται από μία αμιγώς καλλιτεχνική οικογένεια και το μήλο δεν έπεσε μακριά από τη μηλιά. «Τυχαίνει να είμαι παιδί ηθοποιών, οπότε όλο το κλίμα από την ημέρα που γεννήθηκα ήτανε ένα θεατρικό μπουλούκι, οι παλαιότεροι το λέγανε και τσαντίρι.

Η μικρή ιστορία της καταγωγής μου είναι η εξής: ο πατέρας μου από την Αθήνα, τενόρος στη Λυρική σκηνή. Η οικογένεια της μητέρας μου είχε ένα μπουλούκι και από την Κωνσταντινούπολη ήρθαν στη Θεσσαλονίκη. Όπως καταλαβαίνετε ήταν ένα εκρηκτικό οικογενειακό μείγμα και μέσα σε αυτό το κλίμα μεγάλωσα. Θυμάμαι από πολύ μικρός να κάθομαι και να τραγουδάω, κυρίως προσπαθούσα να αναπαράγω με τη φωνή μου αυτό που άκουγα. Αυτές είναι οι πρώτες μου μουσικές εμπειρίες.

Όσο για τα κείμενα, από πολύ μικρή ηλικία άκουγα τους γονείς αλλά και το θείο από τη μητέρα μου, τον Αντώνη Παπαδόπουλο, ηθοποιός κι αυτός, να διαβάζουν τους ρόλους τους. Οι ρόλοι τους ήταν κείμενα για μένα τα οποία μελετούσα.

Παράλληλα άκουγα πολύ μουσική, όπως οι Ολύμπιανς, ο Γιάννης Πάριος. Μετά ήρθα σε επαφή με την αγγλόφωνη μουσική, όπως ήταν οι Beatles, οι Pink Floyd, οι Queen, οι Genesis ή ο Bob Dylan. Μετά, ήταν οι Έλληνες τραγουδοποιοί, όπως ο Σαββόπουλος και μετά οι συνθέτες όπως ο Χατζιδάκις, ο Θεοδωράκης, ο Λοΐζος, ο Θάνος Μικρούτσικος, ο Σταύρος Ξαρχάκος.

Από ό,τι καταλαβαίνετε, όλο αυτό συνέβαλε στην κατάρτισή μου ως μουσικό αλλά και τραγουδοποιό. Στην Ιταλία βέβαια ήρθα σε επαφή με τους Ιταλούς τραγουδοποιούς. Επιστρέφοντας πάλι στην Ελλάδα, με επηρέασε πάρα πολύ η γενιά του Χάρη & του Πάνου Κατσιμίχα, του Λαυρέντη Μαχαιρίτσα, του Πορτοκάλογλου. Και όλα αυτά με διαμόρφωσαν ως καλλιτέχνη αλλά και ως άνθρωπο».

Στις σπουδές σας στην Ιταλία είχατε καθηγητή τον Ουμπέρτο Έκο και φοιτήσατε στην Φιλοσοφική Σχολή. Πώς σας επηρέασαν ως άνθρωπο αλλά και ως καλλιτέχνη τα χρόνια που ζήσατε εκεί αλλά και οι ακαδημαϊκές σπουδές σας; Υπάρχει, θεωρείτε, σύνδεση ανάμεσα στη φιλοσοφία, την τέχνη και τη μουσική; Από πού αντλείτε τις επιρροές σας ως καλλιτέχνης;

«Με επηρέασαν στο έπακρο γιατί διαμόρφωσαν τον χαρακτήρα, τη σκέψη μου και τη γραφή μου. Όλο εκείνο τον καιρό, όλες οι γνώσεις που κατάφερα να εισπράξω και να κληρονομήσω, η τριβή με αυτόν τον ιδιαίτερο καθηγητή καθώς επίσης και με τους υπόλοιπους καθηγητές, το κλίμα του πανεπιστημίου και αυτή, θα έλεγα, η πολιτισμική (αλλά όχι μόνο) ποικιλομορφία διαμόρφωνε μια ακαδημαϊκή πολυπλοκότητα».

«Τα πρώτα χρόνια είχα αφοσιωθεί ολοκληρωτικά στην ακαδημαϊκή μου πορεία αλλά δε θεώρησα ποτέ στην υπόλοιπη πορεία μου ότι είναι κάτι διαφορετικό από τη μουσική. Τελικά, αυτά τα δύο ήρθαν να συγκλίνουν ούτως ώστε να διαμορφώσουνε την προσωπικότητά μου σαν τραγουδοποιό. Οπότε, είναι το ίδιο πράγμα η ακαδημαϊκή θεωρία, τα λογοτεχνικά βιβλία καθώς και η ποίηση, με τη μουσική και την κιθάρα».

Η έμπνευση είναι ένα πυροτέχνημα της στιγμής και μια ευτυχής συγκυρία ή μία μέθοδος που απαιτεί συνέπεια, συνεχή ενασχόληση και αφοσίωση;

«Συγκλίνω στο δεύτερο. Υπάρχει και το πρώτο βέβαια, υπάρχει και το πυροτέχνημα. Αλλά πιστεύω ότι αυτό που λέμε ταλέντο είναι 99% δουλειά και 1% έμπνευση».

Και, στην ουσία, στη μουσική, επιστρέφετε στην Ελλάδα και τα πρώτα σας βήματα είναι οι Συνήθεις Ύποπτοι;

Μαζί με τους φίλους από τους Συνήθεις Ύποπτους, τον Αλέκο Βασιλάτο, τον Τάσο Λώλη, τον Βασίλη Βασιλάτο, φτιάξαμε τους Συνήθεις Ύποπτους, υπό την αιγίδα και την εποπτεία του Άγγελου Σφακιανάκη. Και τελικά βγήκε ο πρώτος δίσκος, οι «Μέρες Αδέσποτες». Από εκεί και πέρα όλα πήραν το δικό τους δρόμο.

Άρα υπήρχε εξαρχής η χημεία και η μουσική έβγαινε αβίαστα;

Δεν ήταν αβίαστο. Ήταν αυτή η παρέα των Εξαρχείων που ήταν σα να είχαμε στήσει ένα μουσικό εργαστήρι στη γειτονιά μας, στο Λόφο του Στρέφη και μελετούσαμε ακατάπαυστα. Και έτσι πήρανε σώμα και μορφή τα τραγούδια και το ύφος αυτό της τραγουδοποιίας.

Πως βρίσκει ένας μουσικός τον προσωπικό του ήχο; Πως καταφέρνει κάποιος να εκφράζει τον εσωτερικό του κόσμο μέσα από τη φωνή ή το μουσικό του όργανο; Εσείς πότε θεωρείτε ότι βρήκατε τον προσωπικό σας ήχο και ύφος; Ή είναι ένα ταξίδι που συνεχίζεται μέχρι και σήμερα;

Είναι και κάτι που συνεχίζεται μέχρι και σήμερα. Αλλά θεωρώ ότι σταθμός για τη δημιουργικότητα και την εκφραστικότητά μου είναι το «Ημερολόγιο», που είναι το πρώτο τραγούδι από τις «Μέρες Αδέσποτες».

Θα ξεχωρίζατε κάποιον από τους ξένους καλλιτέχνες που θεωρείτε πως σας επηρέασε παραπάνω;
«Ε, εντάξει είναι πολύ εύκολο. Οι Beatles».

Η αγάπη του για τους Beatles αποδεικνύεται μεγάλη και ο ίδιος δεν διστάζει να το τονίζει με κάθε ευκαιρία.

Εάν, δηλαδή, μπορούσατε να «κλέψετε» ένα τραγούδι από άλλον καλλιτέχνη;

«Αν μπορούσα να κλέψω.. Θα έκλεβα φυσικά το «Hey Jude».

Οι Συνήθεις Ύποπτοι για τον Θηβαίο ήταν μόνο η αρχή. Ακολούθησε η συνεργασία του με τον Γιώργο Ανδρέου και φυσικά η «Μικρή Πατρίδα» με τον Γιώργο Νταλάρα. Για τον ίδιο, αυτή είναι η στιγμή που «ακούστηκε ο ήχος των Συνήθων Υπόπτων πανελλαδικά».

Μετά ήρθε η συνεργασία με τον Βασίλη Δημητρίου για τη σειρά «Ο μεγάλος θυμός», όπου μέσα σε όλα τα τραγούδια «έτυχε να τραγουδήσω και το Πόσο πολύ σ ’αγάπησα», μας λέει, ένα τραγούδι που όλοι έχουμε αγαπήσει.
«Στη συνέχεια, ήταν που συναντήθηκα με τον Θάνο Μικρούτσικο, ο οποίος με προσέγγισε ακριβώς με την ιδιότητα του τραγουδοποιού – ερμηνευτή ενός συγκροτήματος. Και αυτό ήταν και το πιο σημαντικό. Μετά όλα πια είχαν βρει το δρόμο τους».

Από τις συνεργασίες σας, θα μπορούσατε να ξεχωρίσετε κάποιον άνθρωπο ως μέντορα ή ο καθένας σας έδωσε από κάτι δικό του που τελικά διαμόρφωσε τον χαρακτήρα σας;

«Ο καθένας μου έδωσε κάτι δικό του. Χρωστάω πολλά πράγματα στον Θάνο. Από την άλλη, χρωστάω και στην τραγουδοποιία του Λαυρέντη Μαχαιρίτσα. Στη φιλία μου με τους συναδέλφους τραγουδοποιούς όπως είναι ο Μίλτος Πασχαλίδης, ο Γιάννης Χαρούλης. Αλλά περισσότερο, πιστεύω, αυτό το οποίο με στήριξε είναι η οικογένειά μου. Αυτή είναι πάνω από όλα γιατί μου προσφέρει την απαραίτητη εσωτερική ισορροπία που έχω ανάγκη».

Ο κόσμος πάντα έχει τα αγαπημένα του τραγούδια. Αν είχατε να επιλέξετε εσείς ένα δικό σας τραγούδι, ως αγαπημένο, πέρα από τα πολύ γνωστά, ποιο θα διαλέγατε;
Θα διάλεγα το «Κορώνα – Γράμματα».

Ο Χρήστος Θηβαίος είναι ένας καλλιτέχνης που πραγματικά θαυμάζω. Πολλές και σημαντικές συνεργασίες, αμέτρητες συναυλίες, όμορφα και διαχρονικά τραγούδια. Υπάρχει, όμως, άραγε κάτι που δεν έχει καταφέρει ακόμα; Ποιο είναι αυτό το καύσιμο που τον βοηθάει να συνεχίζει, σα να είναι ακόμα στην αρχή;

«Πιο παλιά, είχα διάφορα όνειρα για συνεργασίες ή να παίξω κάπου. Τώρα πια-ευτυχώς-όσο γερνάω θεωρώ ότι το πιο σημαντικό είναι να παραμείνω έτσι, με αυτή την ανασφάλεια που είχα όπως όταν ξεκινούσα». «Νομίζω ότι η μεγαλύτερη συνεργασία που θέλω να πάντα έχω είναι η ανασφάλειά μου».

Σχέδια για το καλλιτεχνικό μέλλον, πέραν αυτής της δημιουργικής ανασφάλειας;

«Σχέδια υπάρχουνε. Στο χάρτη της περιοδείας, έχουμε αυτή τη μεγάλη συναυλία στο Sani. Και μετά έχω τις δικές μου συναυλίες. Κάποια αφιερώματα στον Παύλο Σιδηρόπουλο, γιατί όπως είπαμε το αίμα νερό δε γίνεται. Η γειτονιά των Εξαρχείων θα με κυνηγάει για πάντα. Οπότε, τους τρεις ερμηνευτές των Εξαρχείων, όπως είναι ο Παύλος Σιδηρόπουλος, η Αρλέτα και ο Νικόλας Άσιμος είναι κάτι το οποίο θα με ακολουθεί για πάντα. Και είναι στο εγγύς μέλλον μία συνεργασία με τον Σταύρο Ξαρχάκο όπου, προς τιμήν μου, με κάλεσε να τραγουδήσω μαζί του σε ένα αφιέρωμα στον Νίκο Ξυλούρη».

Η παρέα των Εξαρχείων είναι βαθιά ριζωμένη μέσα σας και σίγουρα βγαίνει στον τρόπο που γράφετε, στον τρόπο που τραγουδάτε. Από τον Νικόλα τον Άσιμο, τον Παύλο Σιδηρόπουλο, την Αρλέτα.

«Με έχουν επηρεάσει βαθύτατα. Από την μία, είναι η ακαδημαϊκή πορεία και το λόγιο τμήμα της τραγουδοποιίας μου. Η τραγουδοποιία του δρόμου, όμως, είναι κάτι το οποίο με εμπνέει και εμπλέκεται σε όλο αυτό τον τρόπο, σε όλο αυτή τη μορφή που δίνω στη μουσική μου. Στο προσωπικό μου αυτό σχήμα της τραγουδοποιίας».

Το Sani Festival φέτος γιορτάζει τα 30 χρόνια του. Θα συμμετάσχετε στο «Ξενοδοχείο Ασμάτων», όπως είναι ο τίτλος της συναυλίας στις 6 Αυγούστου. Θέλετε να μας πείτε κάποια λόγια για το φεστιβάλ αλλά και τη φετινή σας συμμέτοχή;
«Θα είμαστε παρέα με τον καταπληκτικό και ορόσημο ερμηνευτή, τον Μανώλη Μητσιά. Ένας συγκλονιστικός ερμηνευτής, ο οποίος πραγματικά μας διδάσκει, από την πρώτη στιγμή που εμφανίστηκε, με το ήθος και τον τρόπο του. Με την πολυαγαπημένη μου Ελένη Τσαλιγοπούλου, η οποία ήτανε κοντά και σε εμένα και στους Συνήθεις Ύποπτους από την πρώτη στιγμή που ξεκινήσαμε. Και φυσικά με την εξαιρετική Πέννυ Μπαλτατζή.

«Για εμάς, από την αρχή που ξεκίνησε το συγκεκριμένο φεστιβάλ, ήτανε κάτι πάρα πολύ σημαντικό. Προσωπικά συμμετείχα σε δύο μεγάλες συναυλίες με τον Θάνο Μικρούτσικο και μία άλλη χρονιά ήμουν με τον Λαυρέντη Μαχαιρίτσα. Ως θεατής θυμάμαι μία συγκλονιστική συναυλία του Σταύρου Λάντσια με τον Νίκο Σιδηροκαστρίτη στα τύμπανα, όπου ήταν πραγματικά μία μαγευτική βραδιά».

Αυτά είπαμε με τον Χρήστο Θηβαίο, με αφορμή το «Ξενοδοχείο Ασμάτων» στις 6 Αυγούστου. Στη σκηνή του Sani Festival θα ανέβουν, πέραν του Χρήστου Θηβαίου, ο Μανώλης Μητσιάς, η Ελένη Τσαλιγοπούλου και η Πέννυ Μπαλτατζή. Μαζί τους μια πολυμελής λαϊκή ορχήστρα αλλά και τα «10 Μπουζούκια της Δόμνας», υπό τη διεύθυνση των δύο μαέστρων, Στάθη Σαββίδη και Γιάννη Καρασάββα αντίστοιχα. Και όλα αυτά με την μουσική επιμέλεια του Μανόλη Ανδρουλιδάκη.

Θα είναι μια βραδιά αφιερωμένη στο Ελληνικό τραγούδι αλλά και ένας φόρος τιμής στον σπουδαίο αυτό θεσμό που είναι το Sani Festival, που φέτος συμπληρώνει τα 30 χρόνια ζωής και παρουσίας του στο Ελληνικό Πολιτιστικό τοπίο.

Να είστε όλοι εκεί!

ειδήσεις τώραΧρήστος ΘηβαίοςSani Festival