Απόψεις|17.08.2021 20:13

Ανθρωπογενής κλιματική αλλαγή, δυσπιστία και πειθώ

I.N. Μαρκόπουλος

Οι λόγοι αυτής της δυσπιστίας αν διαφόρων ειδών, σίγουρα δε στηρίζονται σε σκληρά δεδομένα.

Μπορεί να οφείλονται στην άποψη – διάτρητη επαγωγικά (όπως θα υποστήριζε ο μεγάλος Σκωτσέζος εμπειριστής φιλόσοφος David Hume), αφού στηρίζεται στην αναπόδεικτη αρχή της ομοιομορφίας της φύσης – ότι η τωρινή κλιματική αλλαγή δεν είναι πρωτόγνωρη, μια που στα δισεκατομμύρια χρόνια του πλανήτη έχουν αποδεδειγμένα εμφανιστεί και άλλες παρόμοιες αλλαγές. Σε συνδυασμό με τη θέση αυτή, μπορεί αισιόδοξα, αλλά σίγουρα λανθασμένα, να υποστηριχτεί ότι η φύση διαθέτει πάντοτε τις απαραίτητες δυνάμεις αυτορρύθμισης και αναγέννησης, όσο μεγάλη και αν είναι η οικολογική καταστροφή. Οι λόγοι μπορεί βέβαια να είναι και καθαρά ψυχολογικής φύσεως – μια άρνηση της υφιστάμενης κατάστασης και μιας επαπειλούμενης πλανητικής καταστροφής, με ανθρώπινη μάλιστα υπαιτιότητα, παράγει ένα αισιόδοξο και διόλου αγχωτικό βιωτικό σενάριο – μπορεί όμως η δυσπιστία αυτή να οφείλεται και σε όλους τους παραπάνω λόγους μαζί.

Πιστεύω, ότι η δυσπιστία αυτή προκύπτει, κατά κύριο θα έλεγα λόγο, από μια ευρύτερα ίσως διαδεδομένη πλάνη, καθώς και από μια πιθανή άγνοια κάποιων σχετικών αριθμητικών δεδομένων. Για να κατανοήσουμε καλύτερα τη μεγάλη μας πλάνη, επιτρέψτε μου κατ' αρχάς να αναρωτηθώ, κάνοντας ένα απλό νοητικό πείραμα, τι πιστεύουμε άραγε ότι θα συνέβαινε αν σκεπάζαμε, αν κλείναμε, με ένα μεγάλο, ενός χιλιομέτρου ψηλό, πλαστικό ας πούμε κάλυμμα μια σύγχρονη μεγαλούπολη, και αφήναμε, επί εικοσιτετραώρου βάσεως και μόνο για ένα χρόνο, να καίνε μερικές εκατοντάδες θερμάστρες πετρελαίου, εκπέμποντας μέσα στον αστικό αυτόν κλειστό χώρο το διοξείδιο του άνθρακα που κυρίως θα παράγεται με την καύση; Με αυτήν λοιπόν την εικόνα, σε μια μάλιστα πολύ πιο βεβαρημένη εκδοχή, ομοιάζει και το δικό μας πλανητικό οικοσύστημα. Κλειστό, λόγω της γήινης βαρύτητας, με την ατμόσφαιρά του επομένως  βαρυτικά δεμένη με τον πλανήτη και διόλου ανοικτή, όπως ίσως μας ξεγελάει η καθημερινότητά μας.

Μόνο που τώρα τα μεγέθη είναι πολύ διαφορετικά και πολύ πιο τρομακτικά. Δεν έχουμε μερικές μόνο εκατοντάδες θερμάστρες. Έχουμε έναν ανείπωτα μεγάλο αριθμό πάσης φύσεως συσκευών, μηχανών, μέσων μεταφοράς, βιομηχανικών εγκαταστάσεων και πολύπλευρων ανθρώπινων δραστηριοτήτων, που σήμερα πλέον ενεργειακά απαιτούν –  εκτός από την τεράστια κατανάλωση των υπόλοιπων ορυκτών καυσίμων, και βέβαια και των ΑΠΕ – την παγκόσμια κατανάλωση περίπου 100.000.000 βαρελιών πετρελαίου ημερησίως. Ναι, σωστά γράφτηκε, ημερησίως.. Με όλες τις ανθρώπινες αυτές δραστηριότητες αποδεσμεύονται τελικά δισεκατομμύρια τόνοι CO2 (δίχως να συνυπολογίζονται τα άλλα αέρια του θερμοκηπίου), σε μία μάλιστα ατμόσφαιρα που είναι κλειστή, όπως προαναφέρθηκε, λόγω της γήινης βαρύτητας, και με μια ανθρωπότητα να καταστρέφει ταυτόχρονα κάθε χρόνο, με τον έναν ή τον άλλο τρόπο, άμεσα ή έμμεσα, εκατομμύρια στρέμματα δασικών πνευμόνων.

Έτσι λοιπόν, δεν είναι διόλου περίεργο που, σύμφωνα με την EcoWatch, η μέση ετήσια συγκέντρωση του διοξειδίου του άνθρακα στην ατμόσφαιρα θα ξεπεράσει το 2021 τα 416 ppm (δηλαδή parts per million, ήτοι, 416 cm3 CO2 σε 1.000.000 cm3 αέρα, δηλαδή σε 1m3 αέρα), τιμή που για πρώτη φορά έχει καταγραφεί στον πλανήτη, μετά την επιστημονική επανάσταση του 17ου αιώνα και την αρχή της πρώτης βιομηχανικής επανάστασης κατά τα μέσα του 18ου αιώνα, όταν η μέση ετήσιά του τιμή κυμαινόταν περίπου γύρω στα 280 ppm.

Εδώ δεν μιλάμε πλέον με εικασίες. Μιλάμε, με τρόμο, βάσει επιστημονικά τεκμηριωμένων δεδομένων που προκύπτουν, για παράδειγμα, από μετρήσεις στους πάγους των πόλων, όπου οι συγκεντρώσεις του παγιδευμένου υπό μορφή φυσαλίδων CO2, σε διαφορετικά βάθη στη μάζα των πάγων, εύκολα καταδεικνύουν ότι ουδέποτε παρατηρήθηκαν στον πλανήτη, από την εποχή των παγετώνων εδώ και περίπου 800.000 χρόνια, μέσες τιμές αυτού του αερίου πάνω από 300 ppm. 

Δραστικά μέτρα απαιτούνται, και μια πιο άμεση επίσης και μαχητική στάση της διεθνούς επιστημονικής κοινότητας, για να μπορέσει ίσως η ανθρωπότητα, αν ήδη δεν είναι πλέον πολύ αργά, να αποτρέψει την εξαφάνισή της από τον πλανήτη Γη. 

* Ο Γιάννης Μαρκόπουλος είναι καθηγητής Φιλοσοφίας της Τεχνοεπιστήμης στο ΑΠΘ

κλιματική αλλαγήανανεώσιμες πηγές ενέργειας