Απόψεις|27.11.2021 12:47

Μάλιστα κύριε Υπουργέ: Η «κανονικότητα» του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης

Γιάννης Μπράχος

Η Ελλάδα μετά την πανδημία επανέρχεται στην «κανονικότητα» των ελλειμμάτων και του χρέους με κρατικοδίαιτη οικονομία, παρά την δεκαετή δημοσιονομική προσαρμογή και ενώ όλα αλλάζουν, όλα τα ίδια μένουν στη χώρα. Η νέα γερμανική κυβέρνηση με φιλελεύθερο Υπουργό Οικονομικών θα καθοδηγήσει την συζήτηση για τους μελλοντικούς δημοσιονομικούς κανόνες της ΕΕ, μετά την πανδημία και την γιγάντωση των ελλειμμάτων και των χρεών. Όσον αφορά την χώρα μας η 12η Έκθεση Εποπτείας της Ευρωπαϊκής Επιτροπής προβλέπει πρωτογενές πλεόνασμα το 2023 1.7% και στη συνέχεια 2.2% ετησίως έως το 2060 για την επίτευξη βιώσιμου χρέους. 

Το Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης, το οποίο τέθηκε σε ισχύ το 1997 συντίθεται από δύο σκέλη: Το προληπτικό σκέλος, με τον Μεσοπρόθεσμο Δημοσιονομικό Στόχο ώστε η αύξηση των κρατικών δαπανών να υπολείπεται του ρυθμού μεγέθυνσης της οικονομίας και το διορθωτικό σκέλος, ώστε η μείωση του ποσοστού χρέους κατά 1/20 ετησίως να προσεγγίζει το 60%.  

Η εναρκτήρια συζήτηση για το Σύμφωνο Σταθερότητας τον Φεβρουάριο του 2020, η οποία διακόπηκε με την υιοθέτηση της ρήτρας διαφυγής από το Σύμφωνο τον Μάρτιο του 2020, ώστε οι χώρες να αντιμετωπίσουν την πανδημία.

Τον Οκτώβριο του 2021, η κάμψη της πανδημίας ώθησε στην επανεξέταση των δημοσιονομικών κανόνων της ΕΕ, στο νέο περιβάλλον αυξημένου δημόσιου χρέους και αύξησης περιφερειακών, οικονομικών και κοινωνικών αποκλίσεων. Η ουσιαστική συζήτηση αναμένεται να επιταχυνθεί μετά τις προεδρικές εκλογές της Γαλλίας τον Απρίλιο του 2022, με στόχο επίτευξη συμφωνίας εντός του έτους.

Η εκτίναξη του πληθωρισμού, το Ταμείο Ανάκαμψης και η έκδοση ομολόγων της ΕΕ μετέβαλε κατά την πανδημία την οικονομική αρχιτεκτονική της ΕΕ. Η αύξηση των απαραίτητων δημοσίων επενδύσεων για την αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης επιτείνει το πρόβλημα.

Οι χώρες με υψηλό χρέος δεν επέτυχαν να μειώσουν τους δείκτες χρέους τους μετά την κρίση του 2010, παρά τη σημαντική βελτίωση της συμμόρφωσής τους με τα κριτήρια ελλείμματος και δαπανών.

Οι πολύπλοκοι κανόνες του Συμφώνου Σταθερότητας οδήγησαν σε προκυκλική συμπεριφορά, δηλαδή στην αποτυχία δημιουργίας δημοσιονομικών αποθεμάτων ασφαλείας σε περιόδους οικονομικής ανάπτυξης, ενώ ενέτειναν την ευρωπαϊκή κρίση χρέους.

Οι δημόσιες επενδύσεις, συμπεριλαμβανομένων των κοινωνικών επενδύσεων, κατά τη διάρκεια της ευρωπαϊκής κρίσης χρέους, μειώθηκαν ώστε να συγκρατηθούν οι τρέχουσες δαπάνες, εις βάρος της μακροπρόθεσμης μεγέθυνσης. Δεδομένης της κεντρικής άσκησης νομισματικής πολιτικής, οι χώρες με το υψηλότερο χρέος υπολείπονται σε δημοσιονομικό χώρο για την αντιμετώπιση έκτακτων κρίσεων. 

Πέραν των επιπτώσεων της πανδημίας, το δημοσιονομικό περιβάλλον παραμένει ασαφές, καθώς οι χώρες με υψηλότερα χρέη αντιμετωπίζουν τον κίνδυνο υψηλού κόστους δανεισμού. Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα με ειδικό πρόγραμμα επαναγοράς του χρέους τους κατά την πανδημία διευκόλυνε τις χώρες να αντιμετωπίσουν τις έκτακτες δαπάνες της πανδημίας, οδηγώντας σε αύξηση του χρέους. 

Η ΕΕ με το Ταμείο Ανάκαμψης και την χρηματοδότηση του από κεντρικό δανεισμό της ΕΕ, κατηύθυνε τα κονδύλια στις πλέον πληγείσες περιοχές. Η Ελλάδα ευνοήθηκε από τα κριτήρια κατανομής των κονδυλίων και δανείων, καθώς η χώρα  κατέχει την προτελευταία θέση μεταξύ των χωρών της ΕΕ στο κατά κεφαλή ακαθάριστο εθνικό εισόδημα σε αγοραστική δύναμη.

Τα έκτακτα δημοσιονομικά μέτρα προκάλεσαν έξαρση του δημοσίου ελλείμματος και χρέους στις χώρες της ΕΕ, επηρεάζοντας δυσανάλογα τις χώρες με ήδη υψηλό χρέος. Σύμφωνα με τις τελευταίες εκτιμήσεις, ο λόγος του ελλείμματος προς το ΑΕΠ της ΕΕ-27 το 2021 θα είναι -7,1%, ενώ το συνολικό χρέος της ΕΕ θα φτάσει το 92,1% του ΑΕΠ (100% στην ευρωζώνη).

Προκλήσεις μετά την πανδημία

Η ΕΕ αντιμετωπίζει τις προκλήσεις της ψηφιακής και πράσινης μετάβασης. Η πράσινη μετάβαση απαιτεί αύξηση των ετήσιων δημόσιων επενδύσεων από 0,5% έως 1% του ΑΕΠ άνω του σημερινού 3,5% του ΑΕΠ κατά μέσο όρο στην ΕΕ, ή επιπρόσθετα 100 δισ.€ ετησίως. Το Ταμείο Ανάκαμψης καλύπτει μέρος των αναγκαίων δημόσιων επενδύσεων, προσωρινά μόνο, καθώς τα κονδύλια μειώνονται μετά το 2024,. 

Στο πλαίσιο αυτό η ενιαία προσέγγιση στη μείωση του χρέους των χωρών είναι μη ρεαλιστική. Οι συζητήσεις για τη μεταρρύθμιση των δημοσιονομικών κανόνων παραδοσιακά διεξάγεται μεταξύ των υποστηρικτών για μεγαλύτερη ευελιξία (χώρες Νότου) και εκείνων της τήρησης αυστηρών υφιστάμενων κριτηρίων (χώρες Βορρά).

Δύο είναι τα κύρια θέματα αντιπαράθεσης.

  1. Το πρώτο είναι ο ρυθμός της δημοσιονομικής εξυγίανσης, η οποία πρέπει να είναι σταδιακή, διατηρώντας τις δημόσιες επενδύσεις, αποφεύγοντας την εμπειρία  του 2011-2013, η οποία επέτεινε την ύφεση.
  2. Το δεύτερο είναι η χρηματοδότηση των αναγκαίων πράσινων δημόσιων επενδύσεων, οι οποίες συγκρούονται με τους αυστηρούς στόχους μείωσης του χρέους, ιδιαίτερα στις υπερχρεωμένες χώρες.

Για την αντιμετώπιση του θέματος έχουν προταθεί πολλές εναλλακτικές λύσεις για την μεταρρύθμιση των δημοσιονομικών κανόνων όπως:

  • Η ερμηνευτική ευελιξία εξομάλυνσής της δημοσιονομικής προσαρμογής με μικρότερη έμφαση στους προβληματικούς δείκτες, όπως το διαρθρωτικό ισοζύγιο κατά την αξιολόγηση της συμμόρφωσης.
  • Οι μετριοπαθείς μεταρρυθμίσεις εκτός Συνθήκης στους εκτελεστικούς κανονισμούς, με κατάργηση του κανόνα της διαρθρωτικής ισορροπίας υπέρ ενιαίου κανόνα καθαρών δαπανών ή/και αλλαγής του σημείου αναφοράς μείωσης του χρέους κατά 1/20 ετησίως.
  • Η υιοθέτηση του χρυσού κανόνα με εξαίρεση ορισμένων δημοσίων δαπανών, όπως κοινωνικών και πράσινων επενδύσεων.
  • Η δημιουργία μόνιμης κεντρικής δημοσιονομικής δυνατότητας παρέμβασης της ΕΕ με τη συνέχιση του Ταμείου Ανάκαμψης και της δανειοδότησης της ΕΕ, κυρίως για πράσινες επενδύσεις και ευρωπαϊκά δημόσια αγαθά.
  • Οι επενδύσεις εκτός προϋπολογισμού με χρήση επενδυτικού οχήματος, ώστε το χρέος να μην εγγράφεται σε αυτό της γενικής κυβέρνησης.

Προοπτικές συναίνεσης

Η κύρια πρόκληση στην επίτευξη συναίνεσης είναι η εμπιστοσύνη μεταξύ των χωρών και η αποτελεσματική εποπτεία. Ο συμβιβασμός στην ΕΕ θα περιλαμβάνει τόσο την αντιμετώπιση της φοροδιαφυγής και της σπατάλης δημοσίων δαπανών, όσο και την κάλυψη των κοινωνικών και πράσινων επενδύσεων.

Η Ελλάδα μετά την έξοδο το 2018 από το πρόγραμμα προσαρμογής εντάχθηκε στο διορθωτικό σκέλος του Συμφώνου Σταθερότητας. Η κυβέρνηση κατά την πανδημία ακολουθεί την «κανονικότητα» απορρόφησης ευρωπαϊκών κονδυλίων, «επιλεκτική» διαχείριση προμηθειών, δαπάνες συντήρησης του πελατειακού κράτους και μείωση της φορολογίας στα υψηλά εισοδήματα. Η πολιτική αυτή οδήγησε σε εκτόξευση του χρέους, αναδιανέμοντας πόρους υπέρ των οικονομικά ισχυρών, υποθηκεύοντας το μέλλον των πολλών.

Η κυβερνητική στάση ακολουθώντας  επικοινωνιακή διαχείριση των προκλήσεων στην οικονομία και στην πανδημία, θυμίζει διάλογο από την τηλεοπτική σειρά, «Μάλιστα κύριε Υπουργέ»:

Στάδιο 1: Τίποτα δεν πρόκειται να συμβεί.

Στάδιο 2: Ίσως κάτι πρόκειται να συμβεί, αλλά δεν πρέπει να κάνουμε τίποτα γι' αυτό.

Στάδιο 3: Ίσως θα έπρεπε να είχαμε κάνει κάτι, αλλά τώρα δεν μπορεί να γίνει τίποτα.

Στάδιο 4: Ίσως κάτι να μπορούσαμε να κάνουμε, αλλά είναι πλέον πολύ αργά.

έλλειμμαχρέοςπανδημίαΕΕΣύμφωνο Σταθερότητας