Απόψεις|03.02.2019 17:16

Συμφωνία των Πρεσπών: Για το έθνος και την εθνική ταυτότητα

Newsroom

Στο πεδίο των επιστηµών της Ανθρωπολογίας και της Κοινωνιολογίας έχουν διατυπωθεί πολλές θεωρίες περί έθνους και εθνικής ταυτότητας. Ο χαρακτήρας του παρόντος κειµένου δεν µας επιτρέπει να αναφερθούµε σε αυτές. Ωστόσο, στο πεδίο της πολιτικής µπορεί κανείς να αντιστοιχίσει κάποιες από τις επιστηµονικές θεωρίες µε τις κυρίαρχες σε αυτόν τον χώρο. Μπορούµε, λοιπόν, να πούµε ότι στα δύο άκρα του συνεχούς των θεωριών περί έθνους και εθνικής ταυτότητας τοποθετούνται δύο διαµετρικά αντίθετες προσεγγίσεις και αντιλήψεις. Η πρώτη είναι η «ουσιοκρατική» ή «οργανική» και η δεύτερη η «βουλησιαρχική», την οποία θα µπορούσε να συνδέσει κανείς grosso modo µε την επιστηµονική θεωρία της «κοινωνικής κατασκευής».

Η ουσιοκρατική κυριάρχησε στην πρώτη φάση ανάπτυξης του εθνικισµού τον 18ο και τον 19ο αιώνα, και βασίζεται στην άποψη ότι το έθνος απορρέει από τη φυλή όταν αυτή αποκτά συνείδηση του εαυτού της. Πρόκειται για τον γνωστό βιολογισµό, σύµφωνα µε τον οποίο τα πολιτισµικά εν γένει φαινόµενα καθορίζονται από βιολογικούς παράγοντες. Το αίµα, δηλαδή η κοινή βιολογική καταγωγή, είναι ο κυριότερος. Το έδαφος, το φυσικό περιβάλλον και όσα χαρακτηριστικά απορρέουν από αυτό επίσης θεωρούνται σηµαντικά. Εξ ου και η αναφορά στο «δίκαιο του αίµατος και του χώµατος». Αλλωστε, η ίδια η λέξη «φυλή» προέρχεται από το ρήµα «φύω», που σηµαίνει «φυτρώνω». Είναι σαν οι «όµαιµες» οµάδες να βγαίνουν από τη γη. Με αυτό συνδέονται και οι καταγωγικοί µύθοι περί «αυτοχθονίας». Η έννοια του «γένους» από το ρήµα «γεννώ» έχει παρόµοιες καταβολές. Είναι αυτονόητο ότι µιλάµε για τον «φυλετισµό», δηλαδή τον ρατσισµό.

Το έθνος ταυτίζεται µε τη φυλή, που είναι βιολογική κατηγορία, και τόσο αυτό όσο και η εθνική ταυτότητα θεωρούνται αιώνιες και αµετάβλητες στον χρόνο κατηγορίες, οντότητες έξω από την ιστορία, σχεδόν µεταφυσικές. Μάλιστα, συνδέονται µε απόψεις για περιούσιους και ανώτερους φυλές/έθνη/λαούς. Επιπλέον, θεωρείται ότι αυτές οι ταυτότητες είναι καθαρές και αµόλυντες από προσµείξεις µε «ξένο αίµα», κάτι που συγκροτεί βασικό στοιχείο της αντίστοιχης ιδεολογίας από την οποία απορρέουν ιδέες όπως αυτή της ξενηλασίας και της ξενοφοβίας. Αυτές οι αντιλήψεις προκύπτουν αρχικά στο πλαίσιο του γερµανικού ροµαντικού εθνικισµού και γνωρίζουν µεγάλη διάδοση στον χώρο και τον χρόνο.

Η βουλησιαρχική αντίληψη και άποψη, αντίθετα, υποστηρίζει την ιστορικότητα του έθνους, ότι δηλαδή τόσο το έθνος όσο και οι εθνικές ταυτότητες είναι προϊόντα της Ιστορίας και ο σχηµατισµός του έθνους-κράτους είναι προϊόν της νεωτερικότητας, δηλαδή της εποχής της Βιοµηχανικής Επανάστασης, του αστικού κράτους και των συµπαροµαρτούντων. Σε προηγούµενες ιστορικές περιόδους δεν έχουµε έθνη-κράτη, αλλά πολυεθνοτικές αυτοκρατορίες, πόλεις-κράτη κ.λπ.

Το έθνος, σύµφωνα µε αυτήν την πολιτική θεωρία, δεν είναι µόνο ιστορικό φαινόµενο, αλλά είναι και αποτέλεσµα πολιτικής βούλησης. Ως τέτοιο εξαρτάται από τη συνείδηση, και όχι από το αίµα και τα άλλα βιολογικά χαρακτηριστικά. Στη βάση µιας πολιτισµικής κοινότητας, µιας κοινότητας ανθρώπων που µοιράζονται κοινά πολιτισµικά χαρακτηριστικά, όπως γλώσσα, ήθη και έθιµα, θρησκεία κ.λπ., και έχουν συνείδηση της ενότητάς τους, µπορεί να συγκροτηθεί µε βάση την κοινή επιθυµία και βούληση µια πολιτειακή οργάνωση µε τη µορφή του κράτους και έτσι να προκύψει το έθνος-κράτος. Σε αυτό το πλαίσιο διαµορφώνονται ανάλογοι ιδεολογικοί µηχανισµοί και αφηγήµατα κοινής καταγωγής, µυθιστορίες, προκειµένου να ενισχύονται η ενότητα και η συνοχή του έθνους. Πρόκειται, µε άλλα λόγια, για την πολιτικοποίηση της εθνότητας και την εθνικοποίηση της πολιτείας. Αυτή η αντίληψή µας έρχεται από τη Γαλλία και βρίσκεται στον αντίποδα της ουσιοκρατικής θεωρίας.

Είναι γεγονός ότι στην επιστήµη η ουσιοκρατική θεωρία εγκαταλείφθηκε από τις αρχές του 20ού αιώνα, ωστόσο στο πεδίο της πολιτικής «ζει και βασιλεύει». Καλλιεργείται και αναπαράγεται από συντηρητικά κόµµατα και, σε ό,τι αφορά στην κοινή γνώµη, αποτελεί κυρίαρχη ιδεολογία. Η αντίληψη, για παράδειγµα, ότι την εθνική ταυτότητα την κληρονοµείς βιολογικά από γεννησιµιού σου και ότι αυτή δεν αλλάζει, γεγονός που αποτυπώνεται στα γνωστά συνθήµατα «Ελληνας γεννιέσαι, δεν γίνεσαι» ή «Αλβανέ, δεν θα γίνεις Ελληνας ποτέ», χαρακτηρίζει τις αντιλήψεις πολλών Ελλήνων. Είναι γνωστό, βέβαια, ιστορικά ότι πολλές οµάδες εξελληνίστηκαν, όπως είναι γνωστό ότι χιλιάδες Αλβανών έγιναν και γίνονται Ελληνες…

Αν µείνουµε, λοιπόν, στη αντίληψη ότι η εθνική ταυτότητα είναι βιολογική κατηγορία, τότε, φυσικά, δεν µπορούµε να δεχτούµε ότι αυτή µπορεί εύκολα να αλλάξει. Εάν τη νοήσουµε, όµως, ως πολιτισµική κατηγορία, τότε εύκολα αντιλαµβανόµαστε ότι είναι ρευστή, µεταβλητή και ότι µπορεί να γίνει αντικείµενο διαχείρισης, αλλά και συγκρούσεων. Στο πεδίο της επιστήµης, από την άλλη πλευρά, η κυρίαρχη θεωρία σήµερα είναι αυτή της κοινωνικής κατασκευής των ταυτοτήτων, όποιες και αν είναι αυτές.

Οπως όλες οι ταυτότητες, έτσι και η εθνική συγκροτείται ιστορικά και, ως εκ τούτου, παρουσιάζει ρευστό χαρακτήρα, δηλαδή αλλάζει µέσα στον χρόνο. Μάλιστα, µπορεί να είναι και αποτέλεσµα επιλογής. Το έθνος, επίσης, είναι προϊόν της Ιστορίας και στη µορφή που το ξέρουµε σήµερα, ως έθνος-κράτος, δηλαδή, συνδέεται µε την ευρωπαϊκή νεωτερικότητα. Αυτό δεν σηµαίνει, βεβαίως, ότι το έθνος ως πολιτισµική κοινότητα, ως εθνότητα, δεν µπορεί να πρoϋπάρχει του κράτους. Η συζήτηση που γίνεται ανάµεσα στους λεγόµενους «εθναµύντορες» και τους «εθνοµηδενιστές», κατά την άποψή µας, έχει παραστρατήσει λόγω του µανιχαϊσµού, που συνήθως εµφιλοχωρεί σε τέτοιου είδους «διαλόγους». Αυτό, όµως, είναι µια άλλη συζήτηση. Προς το παρόν, µπορεί κανείς να εφαρµόσει τα παραπάνω στην τρέχουσα πολιτική κατάσταση στην Ελλάδα και να βγάλει τα συµπεράσµατά του.

Βασίλης Νιτσιάκος

* Ο Βασίλης Νιτσιάκος είναι καθηγητής Κοινωνικής Λαογραφίας στο Τµήµα Ιστορίας και Αρχαιολογίας του Πανεπιστηµίου Ιωαννίνων και διδάκτορας Κοινωνικής Ανθρωπολογίας στο Πανεπιστήµιο Κέµπριτζ

Συμφωνία των ΠρεσπώνΠΓΔΜΕλλάδα