Απόψεις|17.03.2019 13:31

Ο δακρύων Δροµεύς

Newsroom

Μια ομάδα συνδικαλιστών διαφωνεί µε την κυβερνητική πολιτική, και εις ένδειξιν διαµαρτυρίας κάνει πορεία προς ένα άγαλµα και καταθέτει στη βάση του λουλούδια. Ανθη ευλαβείας στη βάση του γυάλινου σκονισµένου ∆ροµέα, έναντι του σφύζοντος Χίλτον, απέναντι από το γιαπί της Εθνικής Πινακοθήκης. Εις ένδειξιν διαµαρτυρίας για το ξεπούληµα του αθηναϊκού συµβόλου στους Ξένους, τους Αλλους, τους Εχθρούς.

Ένας φίλος πρόσθεσε στο Facebook: «Να στηθεί και πρόχειρο παγκάρι. Μπορεί να δακρύσει ο ∆ροµέας». Είχε προηγηθεί µια τριήµερη µικροτρικυµία εξ αφορµής της φερόµενης ανταλλαγής του αθηναϊκού ∆ροµέα µε τον σκοπιανό Μεγαλέξανδρο. Μια τρικυµία παρεξηγήσεων, µια φαρσοκωµωδία, ντιµπέιτ και κατινάζ, ας πούµε, κατά το οποίο αναχωνέψαµε ποµπωδώς τι συµβολίζουν τα µνηµεία στον δηµόσιο χώρο, τι επενδύουµε σ’ αυτά, αν και πώς συνοµιλούµε, τι είναι τέχνη, τι δεν είναι, θυµάσαι το 1988, είχε στατικά θέµατα, εµένα δεν µ’ αρέσει, εµένα µ’ αρέσει κ.ο.κ., έως ότου ξεθυµάνει ο αφρός και η άπληστη δηµόσια σφαίρα συνεχίσει να παφλάζει σε άλλα ρηχά.

Τι αποµένει; Το προφανές: ιλαρότης, αυτοτρολάρισµα, υπερβολή έως γελοιοποίησης. Αν σκάψεις λίγο όµως, βρίσκεις κι άλλα. Βρίσκεις ότι η κατάθεση ανθέων στα πόδια του δακρύοντος ∆ροµέως εντάσσεται σε ένα διάχυτο έθος υπερβολής, µια έξη υπερεκδραµάτισης, ένα habitus διαρκούς καρναβαλισµού… Προσθέτω αδιαχώρητα σε αυτή την έξη τις εικόνες και τους λόγους των πρόσφατων µακεδονοµαχικών συλλαλητηρίων, τον άνθρωπο µε τους γλουτούς γεγυµνωµένους και τις σαγιονάρες, τους Ο δακρύων ∆ροµεύς σαρισοφόρους, τις αρές και τις κατάρες, τις ποικίλες συµβολικές πρακτικές, ένα απέραντο θέατρο χειρονοµιών και θυµών, ιδεοτύπων και εµµονών.

Πόσα και πόσα τέτοια ταχυδράµατα κάθε µέρα; Αλλόκοτα συµβάντα, καβγάδες και κοκοροµαχίες, µασκαρέµατα, κραξίµατα, µαγκιές, πληθωρικά και παντού, διαρκώς, κάποτε µε µια δόση αυτοειρωνείας και υποσκαφής, µα συνήθως δοσµένα βαριά, πηχτά, όλα τοις µετρητοίς, µε τον ναρκισσισµό στα κόκκινα, και την ειρωνική ανατροπή να έρχεται εκ των υστέρων, µα όχι πάντα, σαν αναγκαία συλλογική ανακούφιση, για να µη σκάσει η χύτρα. Ετσι είµαστε. Τέτοιοι είµαστε. ∆ιάβολος και άγγελος, Καραϊσκάκης και Καραγκιόζης. ∆ακρύων ∆ροµεύς, Μεγαλέξανδρος και κατηραµένος όφις. Ξέρω, αναµειγνύω βίαια έννοιες λεπτές και δύσκολες, αντληµένες βιαστικά από τον Μπουρντιέ, τον Βέµπερ και τον Μπαχτίν, για να εξηγήσω, να κατανοήσω κατ’ αρχάς, τι διάβολο τρέχει µε µας τους Ελληνες της κρίσης.

Πόσο η κρίση, η διαρκής και δοµική, µας υπέσκαψε τα θεµέλια της αυτοεικόνισης και της συλλογικής µας αναπαράστασης, µε πόση λίγη αυτοπεποίθηση µας άφησε, µε πόσο χαµηλή αυτοεκτίµηση, και ταυτοχρόνως πόση υπεραναπλήρωση τροµπάρισε στις κρύες αρτηρίες, πόση αναδελφοσύνη και εσωστρέφεια, πόση προγονολατρία, πόσο επαρχιώτικο φυλετισµό, και πόση µα πόση µοναξιά, πόση µα πόση ανασφάλεια, πόσο πόνο και απόγνωση. Σκυλί σχοινιασµένο και άθυµο, όπως το λέει ο Παπαδιαµάντης:

«Καθώς ο σκύλος, ο δεµένος µε πολύ κοντόν σχοινίον εις την αυλήν του αυθέντου του, δεν ηµπορεί να γαυγίζη ούτε να δαγκάση έξω από την ακτίνα και το τόξον τα οποία διαγράφει το κοντόν σχοινίον, παροµοίως κ’ εγώ δεν δύναµαι ούτε να είπω, ούτε να πράξω τίποτε περισσότερον παρ’ όσον µου επιτρέπει η στενή δικαιοδοσία, την οποίαν έχω εις το γραφείον του προϊσταµένου µου». ∆εν έχω εύκολες συµβουλές ― πώς θα µπορούσα άλλωστε;

Απεχθάνοµαι τη σοβαροφάνεια ― µια εκδοχή υποκρισίας. Αλλά συµπονώ αυτό που είµαστε, το λαβωµένο αλλά ζωντανό, ειρωνικό και θεατράλε, καραγκιοζίστικο και αυτοτρόλ. Και σκέφτοµαι ότι µπορούµε και λίγο καλύτερα: Ν’ αφήσουµε πίσω την εξωπραγµατικότητα, την κατασκευή απειλών, συνωµοσιών και έξω εχθρών, τον κουραστικό ετεροκαθορισµό, προπάντων την αµάχη µε τον διπλανό, την αµάχη µε τα ίδια µας τα σπλάχνα. Αυτοπεποίθηση, αυτογνωσία και µέτρο: µας χρειάζονται επειγόντως, για να µην πνιγούµε απ’ τα χάχανα.

*Γράφει ο Νίκος Ξυδάκης

δρομέας