Απόψεις|20.03.2019 14:40

Ο ρατσισµός της διπλανής πόρτας

Χρήστος Μαχαίρας

Οταν η µπόχα ξεπηδά από τα πρωτοσέλιδα και απειλεί να πνίξει ανθρώπους και αξίες, το open mind τµήµα της ελληνικής κοινωνίας απορεί πώς γίνεται και υπάρχουν αναγνώστες που καταναλώνουν αυτό τον οχετό παραπληροφόρησης και ανέχονται το ντελίριο του κιτρινισµού. Το ίδιο συµβαίνει και µε το Διαδίκτυο, όπου ο δηµόσιος διασυρµός πάει χέρι χέρι µε τη βιοµηχανία των fake news. Χολερικές αναρτήσεις, δηλητηριώδη υπονοούµενα, σεξισµός, ρατσισµός...

Το ερώτηµα κι εδώ είναι παρεµφερές: µα ποιοι τα βλέπουν όλα αυτά και αφού τα βλέπουν πώς τα ανέχονται; Η πραγµατικότητα, ωστόσο, έχει την τάση να µην αφήνει αναπάντητα ερωτήµατα. Σε νησί του Ανατολικού Αιγαίου, αγανακτισµένοι γονείς προσπαθούν να εµποδίσουν την πρόσβαση προσφυγόπουλων σε σχολείο. Σε περιοχή της Αττικής, οµάδα 70 και πλέον ατόµων επιτίθεται οργανωµένα και εισβάλλει µε πέτρες και ξύλα σε ξενοδοχείο όπου φιλοξενούνται οικογένειες από τη Συρία.

Στην Ηπειρο, πέντε νεαροί Αφγανοί πέφτουν θύµατα κουκουλοφόρων που τους χτυπούν µε ρόπαλα σε γήπεδο µπάσκετ. Και όλα αυτά µέσα σε δυο-τρεις µέρες, προς επιβεβαίωση όσων επιµένουν ότι ο κοινωνικός εκφασισµός δεν είναι µια απειλή πέραν του κόσµου τούτου, αλλά ένας κίνδυνος απτός, καθηµερινός, που χτυπάει δυνατά την πόρτα µας. ∆ιαβάζει, άραγε, κανείς από αυτούς που εισέβαλαν στο ξενοδοχείο των προσφύγων τα κατακίτρινα πρωτοσέλιδα ή τις ιστοσελίδες που στάζουν µίσος; Μπορεί και ναι, µπορεί και όχι.

Το βέβαιο είναι, ωστόσο, ότι το target group των media που κρεµούν στα µανταλάκια επώνυµους και ανύποπτους ή που ανοιγοκλείνουν την κλειδαρότρυπα για µια µατιά στα ενδότερα της ιδιωτικότητας των άλλων δεν κατοικεί σε άλλον πλανήτη, αλλά υπάρχει δίπλα µας. Η ελληνική κοινωνία από τη Μεταπολίτευση και µετά -µε ευθύνη και ηµών των δηµοσιογράφωνέπλασε µια εξιδανικευµένη εικόνα για τον εαυτό της.

Μπορεί το δηλητήριο των πιο πρωτόγονων ενστίκτων να κυλούσε ανεµπόδιστα, αλλά το κοινό αφήγηµα ήταν ότι το φίδι που βλέπαµε να µεγαλώνει δεν είχε σχέση µε το σπίτι µας. Ακόµα και όταν ο ρατσισµός φώλιασε βαθιά στις γειτονιές, απογειώνοντας σε δύο εκλογικές αναµετρήσεις τη Χρυσή Αυγή, µια ορισµένη µερίδα αναλυτών συνιστούσε ψυχραιµία, µε το ατράνταχτο επιχείρηµα ότι σε άλλες χώρες οι ακροδεξιοί είναι ακόµα περισσότεροι.

Υπάρχουν εξηγήσεις; Προφανώς. Και ευθύνες, άλλωστε. ∆εκαετίες τώρα, η Πολιτεία και η Τοπική Αυτοδιοίκηση βάζουν τη σκόνη των προβληµάτων κάτω από το χαλί, παραχωρώντας έδαφος στον ρατσισµό της διπλανής πόρτας. Και είναι ενθαρρυντικό ότι προχθές στου Ψυρρή, έξι νέοι άνθρωποι, οι υποψήφιοι για τη δηµαρχία της Αθήνας, ο Νάσος Ηλιόπουλος, ο Κώστας Μπακογιάννης, ο Παύλος Γερουλάνος, ο Νίκος Σοφιανός, ο Γιάννης Τσιρώνης και ο Πέτρος Κωνσταντίνου, βρήκαν κοινή γλώσσα κατά του ρατσισµού, στο ντιµπέιτ που διοργανώθηκε, στο πλαίσιο της έκθεσης «Βάλτους Χ – ο µαύρος χάρτης της Αθήνας», όπου και καταγράφονται εκατοντάδες περιστατικά βίας και επιθέσεων στο κέντρο της πρωτεύουσας, από το 2010 έως το 2013.

δήμος Αθηναίωνρατσισμός