Απόψεις|20.04.2021 09:00

«Γεια σου, ρε Γιώργο Παπαδόπουλε»…

Νίκος Τζιανίδης

Είναι μια κουβέντα που βγαίνει από οργισμένα χείλη έπειτα από μια αποτυχημένη απόπειρα διάβασης της Σταδίου όταν η πλατεία Συντάγματος κλαίει από δακρυγόνα και δονείται από συνθήματα.

«Ε ρε Παπαδόπουλος που μας χρειάζεται…». Είναι μια κουβέντα που λέγεται εύκολα ύστερα από μια μπίρα, κι όταν περάσει μια μέρα, είναι σαν να μην ειπώθηκε ποτέ… Κι όμως, σε κάποιους οι ρίζες του φασισμού είναι βαθιές και απέθαντες. Και ο «Παπαδόπουλος» δεν έφυγε ποτέ από κοντά τους, όσο οι «δημοκρατίες» τούς ισοπεδώνουν και τους καταπιέζουν σαν να ’ταν δικτατορίες ανάλγητες!

Ο χρόνος -είναι η αλήθεια- σκεπάζει τις μνήμες με ένα πυκνό πέπλο αράχνης και όσοι δεν έζησαν το «τότε» επηρεάζονται από το «τώρα» και τις προσλαμβάνουσές τους από την οικογένεια, το φιλικό περιβάλλον, την αντιδραστική ατμόσφαιρα στα πολιτικά δρώμενα και αβασάνιστα μνημονεύουν θετικά την περίοδο της 7ετίας. Άσε που ένα ελάττωμα (από τα δεκάδες) της ελληνικής φυλής είναι ο μιμητισμός.

Με το που έπεσε το επαίσχυντο καθεστώς της «21ης Απριλίου», αυτοί που άκουγαν Κλειώ Δενάρδου και «Που να ΄ναι ο ίσκιος σου Θεέ;» γέμισαν τη δισκοθήκη τους με «Τα τραγούδια του αγώνα», «Το καπνισμένο τσουκάλι», άκουγαν με δέος -λες και καταλάβαιναν- «Κάντο Χενεράλ» και έτρεχαν με φαιοπράσινο μπουφάν από την αμερικάνικη αγορά και γαρίφαλο στο πέτο στις πορείες του «Πολυτεχνείου». Και φύγανε τα χρόνια, σαν να ’ταν λίγες μόνον ώρες. Και πολλοί από τους - τότε - καταπιεσμένους επαναστάτες έγιναν - τώρα - «εξουσία».

Και από τον «Ελεύθερο Κόσμο» πέρασαν στην «Αυγή», κι από εκεί, με άλματα, στα εξώφυλλα του «ΚΛΙΚ», και ξεβλαχέψανε όσοι δεν είχαν διασχίσει τα σύνορα της Βοιωτίας προς τα κάτω, και έμαθαν τα Cohiba Esplendidos και το «Κατρίν» στη Μύκονο και τα διακοποδάνεια, και μετά να και τα «Χαλυβδόφυλλα» και τα «Κλωστήρια Ναούσης» και «Βιοσώλ προνόμιο», και έμαθαν να μελετάνε, εκτός από τις ροζ τηλεφωνικές γραμμές, και τις ροζ οικονομικές σελίδες, να κλείνουν τα σουβλατζίδικα και να ανοίγουν ΑΧΕΠΕΥ και να πλουτίζουν... στα χαρτιά και να ονειρεύονται την Εκάλη από το Πέραμα…

Και ο χρόνος χύθηκε από τις επικές μουσικές του Μίκη Θεοδωράκη στα γλυκανάλατα λαϊκοφανή του Φοίβου και από τα μπερέ με το αστέρι και το ιδρωμένο μέτωπο (αλλά γεμάτη την τσέπη) σε Ralph Lauren, τσίπουρο παλαιωμένο στου Ψυρρή και Ταμείο Ανεργίας. Και ένα πρωινό, η «Μύκονος» άκουσε το «Καστελόριζο» και ταράχτηκε, και οι μέρες οι ηλιόλουστες, με «Ιστορίες μου, αμαρτίες μου», ξαφνικά έγιναν νύχτες με Βαρουφάκη και capital controls και «Τσιγάρο ατέλειωτο βαρύ η μοναξιά μου»…

Κι εκεί κάπου, κάποιοι ξαναθυμήθηκαν τη χούντα. Και έβαλαν μερακλωμένοι στο YouTube το «Ωρέ Γιώργο Παπαδόπουλε», έκλεισαν τα μάτια και ξανάζησαν την ιστορία (τους), αυτή τη φορά σαν φάρσα…

Καλή τους νύχτα!

πραξικόπημαΓιώργος Παπαδόπουλος21η Απριλίου 1967χούντα