Απόψεις|24.06.2019 13:12

Εκλογές 2019: Τι θα μας συμβεί τώρα που δεν θα γίνει ντιμπέιτ;

Σπύρος Σεραφείμ

Ντιμπέιτ < αγγλική debate < αρχαία γαλλικά dibatre < λατινική dis- + battuere, απαρέμφατο ενεστώτα του ρήματος battuo (χτυπώ, μάχομαι).

Είναι η (νεολογισμός) πολιτική τηλεμαχία, στην οποία πολιτικοί αρχηγοί αγωνίζονται με βραβείο τη συμπάθεια των τηλεθεατών–ψηφοφόρων. Όλα ξεκίνησαν στις 26 Σεπτεμβρίου 1960, σε στούντιο στο Σικάγο, με τέσσερις δημοσιογράφους από τα μεγαλύτερα δίκτυα των ΗΠΑ, όπου ο υποψήφιος με τους Δημοκρατικούς θα αντιμετώπιζε τον υποψήφιο των Ρεπουμπλικάνων. Ρίτσαρντ Νίξον Vs Τζον Κένεντι live, με θεατές 80.000.000 κατόχους τηλεοράσεων.

Ο Νίξον -σίγουρος για τη νίκη και με τον «αέρα» τού φαβορί- αρνήθηκε να τον μακιγιάρουν και στις οθόνες φαινόταν χλωμός, καταβεβλημένος, συνεχώς ιδρωμένος, με ρούχα τα οποία δεν «έγραφαν». Ο Κένεντι είχε φωτογένεια, απαντούσε με ευφράδεια και «μπήκε» με άνεση στα σαλόνια του τηλεοπτικού κοινού. Όσοι δεν είδαν το ντιμπέιτ, αλλά το άκουσαν από το ραδιόφωνο, θεώρησαν ότι ο Νίξον νίκησε. Όσοι, όμως, το παρακολούθησαν στην τηλεόραση τάχθηκαν υπέρ του Κένεντι. Τελικά, τις εκλογές του 1960 κέρδισε ο Τζον Φιτζέραλντ - με διαφορά 100.000 ψήφων.

Στην Ελλάδα, η πρώτη άτυπη τηλεμαχία έγινε το 1990, στο Πάντειο Πανεπιστήμιο - η μετάδοση έγινε από ΕΡΤ και από MEGA-ANT1. Συμμετείχαν ο τότε πρωθυπουργός Ανδρέας Παπανδρέου, ο αρχηγός της Νέας Δημοκρατίας Κωνσταντίνος Μητσοτάκης και ο Γενικός Γραμματέας του ΚΚΕ Χαρίλαος Φλωράκης, με συντονιστή τον δημοσιογράφο Γιάννη Καψή. Ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης κατάφερε να κερδίσει τις εκλογές που ακολούθησαν. Η πρώτη επίσημη τηλεοπτική αναμέτρηση στη χώρα, σε τηλεοπτικό στούντιο, στο Ραδιομέγαρο της ΕΡΤ, ήρθε στις 13 Σεπτεμβρίου 1996 μεταξύ του Κώστα Σημίτη -αρχηγού τότε τού κυβερνώντος ΠΑΣΟΚ- και του Μιλτιάδη Έβερτ, τότε προέδρου της ΝΔ. Ο κάθε δημοσιογράφος απηύθυνε ερώτηση προς τους πολιτικούς αρχηγούς - εκείνοι είχαν δύο λεπτά να απαντήσουν. Τελικά, νικητής εκείνων των εκλογών αναδείχθηκε ο Κώστας Σημίτης.

Ας μη γράφουμε πολλά: Τα ντιμπέιτ κρίνονται στις λεπτομέρειες. Στην εμφάνιση των πολιτικών αρχηγών, στην ευφράδεια, στην άνεση με την κάμερα, στις χρωματικές επιλογές των ρούχων, λες και πρόκειται για οντισιόν σε υποψήφιο παρουσιαστή και όχι για τον επόμενο πρωθυπουργό. Φυσικά, σπάνια μαθαίνουμε το εάν αντιλαμβάνονται το πώς λειτουργεί η Οικονομία, οι διεθνείς σχέσεις και η καθημερινότητά μας, ποτέ δεν βγαίνουμε σοφότεροι από τις τηλεμαχίες. Τις θέσεις των κομμάτων ήδη τις γνωρίζουμε, εν προκειμένω δεν περιμέναμε το (τελικά, αναβληθέν) ντιμπέιτ για να καταλήξουμε στο πού θα ρίξουμε την ψήφο μας στις 7 Ιουλίου.

Τώρα, λοιπόν, που δεν κατέστη δυνατόν να βρεθεί μια ημερομηνία, που να μπορούν όλοι οι πολιτικοί αρχηγοί, το ντιμπέιτ, το debate, η τηλεμαχία, όπως και να λέγεται, αναβάλλεται. Θα μπορέσουμε, λοιπόν, τώρα να ψηφίσουμε; Θα μας λείψει η βαθιά γνώση την οποία θα αποκτούσαμε μέσω της διακαναλικής σύνδεσης; Πρακτικά, όχι. Άλλωστε, με τους όρους υπό τους οποίους διεξάγονται τα ντιμπέιτ, με αυτούς τους βαρετούς μονολόγους, χωρίς να γίνεται διάλογος μεταξύ των υποψηφίων, δεν «φωτίζεται» κανείς μας. Φυσικά και στη Δημοκρατία απαιτείται η ελεύθερη έκφραση των πολιτικών σχηματισμών, αλλά ίσως είναι, πια, μια καλή ευκαιρία να ορίσουμε από την αρχή το πώς θα γίνονται μελλοντικά τα ντιμπέιτ, με τρόπο ο οποίος πραγματικά θα προσφέρει στην ενημέρωση των ψηφοφόρων. Και, βασικά, μήπως πάψουν να είναι τόσο βαρετά, αφού η ένταση, ο ρυθμός και η συγκίνηση δεν συναντήθηκαν ποτέ στις τηλεμαχίες.

debateντιμπέιτεθνικές εκλογές 2019