Απόψεις|03.08.2019 13:41

Ο τελευταίος να κλείσει την πόρτα της αυγουστιάτικης πόλης

Σπύρος Σεραφείμ

Η βαλίτσα σου, γεμάτη, σε κοιτά ανέκφραστη στο σαλόνι, εκεί όπου την παράτησες όταν γύρισες από τις διακοπές, αφήνοντας μέσα της, για λίγο ακόμη, το καλοκαίρι σου, την αρμύρα της θάλασσας που μπήκες κι εξαγνίστηκες ή λίγο παχύ ίσκιο από τα δέντρα που ξεκουράστηκες, για να κάνουν γκελ στον καύσωνα που πυρώνει μπετόν και σίδερα. Έχεις γυρίσει από τις διακοπές ή μπορεί και να μην μπόρεσες -για διάφορους λόγους- να πας- και είσαι στην πόλη, η οποία λεπτό το λεπτό αδειάζει, κερνώντας κυκλοφοριακή συμφόρηση στο λιμάνι, μποτιλιάρισμα και ουρές χιλιομέτρων στις εθνικές οδούς.

Ο Οδυσσέας Ελύτης είχε γράψει «πρόσεχε να προφέρεις καθαρά τη λέξη “θάλασσα” / έτσι που να γυαλίσουν μέσα της όλα τα δελφίνια / Κι η ερημιά πολλή που να χωρά ο Θεός». Η ερημιά, τώρα, είναι στην πόλη, βρεθήκαμε στον Αύγουστο ο οποίος είναι, αναντίρρητα, η Κυριακή του καλοκαιριού. Κι είμαστε ακόμα ζωντανοί στη σκηνή τού μήνα-ορόσημο στις ζωές κάποιων που θέλουν να αλλάξουν «ρότα» από το φθινόπωρο, ενώ κάποιοι ζουν σε μια μίνι παρηγοριά, ξέροντας ότι θα ακολουθήσει ο χειμώνας που κάνει κρύο και τα βράδια είναι μεγαλύτερα, αφού τα ταΐζει η ρουτίνα.

Είναι Αύγουστος στην πόλη κι από το παράθυρο ή το μπαλκόνι του σπιτιού σου προσπαθείς να κρατήσεις παρουσίες - οι απουσίες είναι αμέτρητες. Στήνεις αυτί και αφουγκράζεσαι την καρδιά της πόλης η οποία, λιώνοντας από τη ζέστη, χτυπά πιο αργά, εξ ακοής αντιλαμβάνεσαι εάν έχουν έφυγαν «οι από κάτω» και «οι του πάνω ορόφου». Το βλέπεις, όμως, στους δρόμους που μπορείς να παρκάρεις όπου θες, βλέπεις ζωάκια ξεχασμένα σε μπαλκόνια, με χαρά προσέχεις τα μπολ με νερό για τα αδεσποτάκια της γειτονιάς. Κλιματιστικά «βήχουν» για να κερδίσουν τη μάχη με τον λίβα, συναγερμοί χτυπούν ανελέητα προσπαθώντας να διαλύσουν τη ραστώνη που κουβαλά στις πλάτες του το θέρος.

Είναι Αύγουστος και μείναμε πίσω στο κλεινόν άστυ (sic) κάποιοι λίγοι, να δουλεύουμε ή να είμαστε άνεργοι ή να σχεδιάζουμε να φύγουμε ξανά για το part b των διακοπών, με τις σκέψεις στην παρέα μας να μένουν ξύπνιες, ψάχνοντας να βρούμε πού πήγε αυτό που ήμασταν, πού κρύβεται αυτό που θέλουμε να γίνουμε, πώς θα περάσουμε καλύτερα «εντός των τειχών» (sic, επίσης).

Όσοι μείναμε πίσω, ας κανονίσουμε να βρεθούμε – κρίμα είναι να έχουμε μοναξιές τόσο λίγα άτομα. Όσοι φεύγετε, μη σας κρατάω άλλο, κλείστε την πόρτα πίσω σας και μη φοβόσαστε, θα φυλάμε εμείς το μαγαζί που λέγεται πόλη. Και να θυμόσαστε αυτό που είχε γράψει ο Ρώσος συγγραφέας Άντον Τσέχωφ, σαν αέναη πυξίδα για όλες τις εποχές: «Οι άνθρωποι δεν προσέχουν αν είναι χειμώνας ή καλοκαίρι, όταν είναι ευτυχισμένοι».

καλοκαίριΑύγουστος