Αθλητισμός|20.12.2022 07:55

Οι «Μέσι» που δεν κατάφεραν να αγγίξουν ποτέ το Άγιο Δισκοπότηρο του ποδοσφαίρου

Νίκος Τζιανίδης

Ο Λέο Μέσι είναι πλέον ένας ανενδεής Θεός. Κι όσοι δεν πίστευαν, υποχρεώθηκαν να ομολογήσουν την Κυριακή: «Αληθώς Θεού υιός ήν ούτος»... Κι αν ο Λέο θα καθίσει στο πλάι του πατρός του, Ντιέγκο, υπήρξαν στη ζωή, «Μέσι» - και καλύτεροι - που δεν κατάφεραν να αγγίξουν ποτέ το Άγιο Δισκοπότηρο του ποδοσφαίρου.

Κάποτε φθάνει το τέλος για όλα πάνω στη Γη. Και το χώμα που πατούσες, σε σκεπάζει… Και πλάτανος να είσαι, σε 100, σε 200 χρόνια, σε 1000 θες, θα γκρεμιστείς από το βάρος των καιρών και θα μείνει η μαύρη τρύπα της ρίζας σου…
Και το Παγκόσμιο Κύπελλο του Κατάρ τέλειωσε και οι φωνές των φαρισαίων σώπασαν για να αφουγκραστούν καλύτερα τις ιαχές των Αργεντινών

Ο Μέσι ασπάστηκε το θείο τρόπαιο και έσβησε από τα χείλη των ασεβών εκείνο το «αλλά», που στοίχειωνε την καριέρα του: «Ναι, πήρε Τσάμπιονς Λιγκ, Κόπα Αμέρικα, τόσα πρωταθλήματα, αλλά…».
Αλλά, τώρα ο βραχύσωμος Λιονέλ πήρε και μπόι και Μουντιάλ και όλα ήρθαν καθώς έπρεπε να ‘ρθούνε και τα χρόνια φεύγουνε – βαρκούλες και οι ελπίδες και τα ρόδα μαδούν και η νύχτα στο Μπουένος Άιρες ζεσταίνεται πια από τ’ αστέρια που γεννήθηκαν από την Big Bang στη έρημο του έρημου από προχθές Κατάρ…

Κι αν ο Μέσι ανέστειλε τη φθορά του σώματος στα 35 του, και μετουσίωσε σε δύναμη και σοφία τα χτυπήματα και τους μώλωπες μιας ζωής στα γήπεδα, κάποιοι που σαν τον Μέσι μεσουράνησαν, ποτέ δεν αξιώθηκαν να αναληφθούν στους ουρανούς του ποδοσφαίρου βαστώντας στα χέρια τους ένα Παγκόσμιο Τρόπαιο.

Ο Συνταγματάρχης που έπεσε από το άλογο

Ο Φέρεντς Πούσκας έμεινε δίχως φωτοστέφανο... Ο Μαγυάρος Καλπάζων Συνταγματάρχης, θεωρείται από τους ειδικούς ένας από τους καλύτερους ποδοσφαιριστές, που άφησαν βαθύ το πάτημά τους στα γήπεδα. Ο Πούσκας πέτυχε 84 γκολ σε 85 αγώνες της Εθνικής Ουγγαρίας, ανέβηκε στο πρώτο σκαλί του βάθρου στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Ελσίνκι το 1952 και ο κόσμος ολόκληρος, ο ποδοσφαιρικός, από τα πόδια του έπαιρνε δύναμη και γύριζε…

Τον Πούσκας τον φώναζαν τότε Κανόνι – Μπουμ για το αριστερό του πόδι, που όταν κλωτσούσε ήταν σαν να έστελνε οβίδα στα δίχτυα του φουκαρά αντιπάλου! Πάρτε μια εικόνα του Πούσκας από την γραφίδα του Εντουάρντο Γκαλεάνο:
«Ήταν το 1961. Η Ρεάλ Μαδρίτης αντιμετώπιζε στο γήπεδο της την Ατλέτικο. Με το που άρχισε ο αγώνας, ο Φέρεντς Πούσκας πέτυχε ένα γκολ εις διπλούν, σαν εκείνο που είχε πετύχει ο Ζινίνιο στο Μουντιάλ του ‘50. Ο επιθετικός της Ρεάλ εκτέλεσε ένα φάουλ στη γραμμή της μεγάλης περιοχής και έστειλε την μπάλα στα δίχτυα, όμως ο διαιτητής πλησίασε τον Πούσκας, που πανηγύριζε και του είπε με ύφος απολογητικό: «...λυπάμαι, αλλά δεν είχα σφυρίξει ακόμα».
Και ο Πούσκας εκτέλεσε πάλι το φάουλ. Το χτύπησε με το αριστερό, όπως και πριν και η μπάλα διέγραψε την ίδια ακριβώς τροχιά, πέρασε σαν οβίδα πάνω από τα κεφάλια των ίδιων παικτών που είχαν σχηματίσει τείχος και καρφώθηκε όπως και το ακυρωμένο γκολ στην αριστερή γωνία του τέρματος του τερματοφύλακα που εκτινάχθηκε με τον ίδιο ακριβώς τρόπο αλλά και αυτή τη φορά δεν κατάφερε ούτε καν να την αγγίξει»!

Αυτός ήταν ο κοντόχοντρος Πούσκας που είχε πετύχει 514 γκολ σε 529 αγώνες στο ουγγρικό και το ισπανικό πρωτάθλημα. Ε, λοιπόν αυτός ο φόβος και ο τρόμος των αντιπάλων τερματοφυλάκων, «Μέσι» δεν έγινε ποτέ. Στους τελικούς του Παγκοσμίου Κυπέλλου του 1954, η Ουγγαρία νίκησε τη Δυτική Γερμανία 8-3 στη μονομαχία των Ομίλων, αλλά στον τελικό, όταν η Βουδαπέστη είχε ήδη ντυθεί στα γιορτινά περιμένοντας το Ζιλ Ριμέ, ο Πούσκας και η αρμάδα του βούλιαξαν!
Η Εθνική Ουγγαρίας νικούσε 2-0 από το 8ο λεπτό, αλλά η αυλαία έπεσε με τους Γερμανούς να μιλούν για το Θαύμα της Βέρνης και τους Ούγγρους, ότι τα αποδυτήρια των αντιπάλων τους μύριζαν παπαρούνα…
Ο Πούσκας, ο «Μέσι» της εποχής του, πήρε ό,τι τρόπαιο υπήρχε τότε, αλλά πέθανε με ένα καημό: δεν πήρε εκείνο το χρυσό αγαλματάκι που θα τον έφερνε πλάι στους αγίους του ποδοσφαίρου. Ο Πούσκας, χρόνια μετά, τρώγοντας με βουλιμία ψητό γουρουνόπουλο στου Μίμη στο Χαλάνδρι είχε πει στον Γιάννη Διακογιάννη: «Δεν είμαι τίποτα, Γιάννη, αφού δεν πήρα το Παγκόσμιο Κύπελλο, έμεινα απλά ένας καλός παίκτης». Κι ο Φέρεντς Πούσκας ντυμένος την αχλύ και τη δόξα μιας χαμένης νιότης «έφυγε» με το παράπονο που φεύγουν τα παιδιά σαν τους κλέψουν το παιχνίδι τους στο δρόμο.

Το πέταγμα του Ίκαρου από τον Γιόχαν

Το ίδιο κι ο Γιόχαν Κρόιφ. O ισχνός και σχεδόν κάτωχρος, σαν βυζαντινή αγιογραφία, Κρόιφ ήταν ο «Μέσι» της εποχής του, που όμως δεν έγινε Θεός· έμεινε φτωχός άγιος στο εικονοστάσι των παιδικών μας χρόνων… Ο Κρόιφ ήταν ένας από τους δυο καλύτερους παίκτες του κόσμου στη 10ετία του ’70 πλάι στον Φραντς Μπεκενμπάουερ, ήταν ο εκφραστής του Ολοκληρωτικού Ποδοσφαίρου, αν αυτό λέει κάτι σήμερα σε κάποιους· πέτυχε 33 γκολ σε 48 διεθνείς αγώνες, μάζευε πρωταθλήματα και Κύπελλα με τον Άγιαξ και τη Φέγενορντ πήγε στη Μπαρτσελόνα και την ανέστησε, αλλά…

Εκείνο το «αλλά» τον κατάτρυχε μέχρι που έκλεισε τα μάτια του. Στον τελικό του Μουντιάλ του 1974, αν και προηγήθηκε η Εθνική Ολλανδίας, ο Κρόιφ έφυγε με μια… καραμέλα μόνο. Τον έχρισαν πολυτιμότερο παίκτη του τουρνουά, όταν οι Γερμανοί έκαναν γύρο θριάμβου με τον Χρυσό Κορμό πια κι όχι το Ζιλ Ριμέ…

Για διαβάστε Γκαλεάνο ξανα: «Οι Ολλανδοί έπαιζαν μουσική και εκείνος συντόνιζε τη μελωδία τόσων ήχων συγχρόνως χωρίς παραφωνίες και λαρυγγισμός. Ο Γιόχαν Κρόιφ ήταν και μαέστρο και μουσικός. Αυτός ο λεπτοκαμωμένος που ηλέκτριζε το κοινό είχε μπει στον Άγιαξ από παιδί. Ενώ η μητέρα του δούλευε καθαρίστρια και στην καντίνα της ομάδας, εκείνος μάζευε τις μπάλες που έφευγαν άουτ, καθάριζε τα παπούτσια των ποδοσφαιριστών, τοποθετούσε σημαιάκια στις άκρες του γηπέδου και έκανε ό,τι του ζητούσαν αλλά τίποτα από αυτά που τον διέταζαν. Ήθελε να παίξει μπάλα και δεν τον άφηναν εξαιτίας της ασθενικής του φύσης και της ισχυρογνωμοσύνη του. Όταν τελικά τον άφησαν να παίξει άρπαξε την ευκαιρία και δεν την άφησε. Παιδί ακόμα συμμετείχε στην εθνική ομάδα κι έπαιξε εξαιρετικά. Έβαλε γκολ και ξάπλωσε το διαιτητή αναίσθητο με μία γροθιά. Συνέχισε να είναι εργατικός ταλαντούχος και ευέξαπτος. Σε δύο δεκαετίες κέρδισε 22 πρωταθλήματα στην Ολλανδία και στην Ισπανία. Αποσύρθηκε στα 37 του και αφού έβαλε το τελευταίο του γκολ οι οπαδοί τον συνόδευσαν από το γήπεδο μέχρι το σπίτι του με τα πόδια!»…

Ο Κρόιφ ήταν ο εφευρέτης του σύγχρονου ποδοσφαίρου, είχε τρεις Χρυσές Μπάλες στη συλλογή του και ήταν ο πρώτος που είχε πει με νόημα το θρυλικό: «De bol is rond», που σήμαινε: η μπάλα είναι στρογγυλή

Ο Κρόιφ – φανατικός καπνιστής – υποβλήθηκε σε επέμβαση μπάι πας το 1991, αλλά πέθανε από καρκίνο του πνεύμονα το 2016, περιτριγυρισμένος από τη γυναίκα, τα παιδιά και τα εγγόνια του. Ο καρκίνος του πνεύμονα είχε κάνει μετάσταση στον εγκέφαλό και μια εβδομάδα πριν από το θάνατό του είχε αρχίσει να χάνει την ικανότητά του να μιλάει… Πριν όμως χάσει τη λαλιά του, ο Ιπτάμενος Ολλανδός είχε πει με νόημα: «Είμαι πρώην παίκτης, πρώην τεχνικός διευθυντής, πρώην προπονητής, πρώην μάνατζερ, πρώην επίτιμος πρόεδρος. Μια όμορφή λίστα που δείχνει ότι όλα έχουν ένα τέλος»...

Και ο Κρόιφ και ο Πούσκας είχαν τα φτερά, πέταξαν στους ουρανούς του ποδοσφαίρου, αλλά σωριάστηκαν από την κακή τους τύχη στα πόδια Γερμανών: του Μπεκενμπάουερ ο πρώτος, του Χέλμουντ Ραν ο δεύτερος.
Κι αν ο Μέσι, από το απόβραδο της Κυριακής ταξιδεύει με ταχύτητα φωτός στην αθανασία, στην τύχη του το χρωστάει… Σ’ εκείνη την τύχη, που βοηθάει καμιά φορά αυτούς που την αρπάζουν από το λαιμό κι άλλες φορές πάλι γυρίζει την πλάτη σ’ εκείνους που την αφήνουν να τους προσπεράσει κοιτάζοντάς την αλαζονικά…

ειδήσεις τώραΦέρεντς ΠούσκαςΠαγκόσμιο Κύπελλο ποδοσφαίρουΜουντιάλΓιόχαν Κρόιφ