Θέατρο|24.07.2022 12:55

Γιάννης Μπέζος - Βλαδίμηρος Κυριακίδης στο ethnos.gr: Η Τέχνη λειτουργεί ως αντιβίωση σε αυτό που ζούμε

Άγγελος Γεραιουδάκης

Το ραντεβού μας, με τον Γιάννη Μπέζο και τον Βλαδίμηρο Κυριακίδη, δόθηκε στο θέατρο της Ανατολικής Τάφρου στα Χανιά, λίγες ώρες πριν ανέβουν στη σκηνή και παρουσιάσουν την παράσταση «Θεσμοφοριάζουσες», η οποία περιοδεύει το φετινό καλοκαίρι σε όλη την Ελλάδα. Ο Αριστοφανικός λόγος, πάντα επίκαιρος και ηθογραφικός, μας θυμίζει ότι, ενώ έχουμε προοδεύσει σε διάφορους τομείς της επιστήμης και της τεχνολογίας, ως κοινωνικά και πολιτικά όντα υστερούμε ακόμα και σήμερα και αναγνωρίζουμε τους εαυτούς μας στο σημαντικό κείμενό του. Ο Γιάννης Μπέζος σκηνοθετεί και πρωταγωνιστεί στην παράσταση, συναντώντας στη σκηνή τον Βλαδίμηρο Κυριακίδη, τη Φωτεινή Μπαξεβάνη και έναν πολυπληθή θίασο ηθοποιών και χορευτών, ενώ τη μουσική υπογράφει ο Φοίβος Δεληβοριάς.

Το ανέβασμα του έργου ήταν μία επιθυμία του Γιάννη Μπέζου, εδώ και πολλά χρόνια, ωστόσο, πήρε την απόφαση πριν από ενάμιση χρόνο, όπου και μίλησε με τον Βλαδίμηρο Κυριακίδη. «Η περίοδος που διανύουμε δεν έχει καμία σχέση. Είναι ένα διαχρονικό έργο. Έχει να κάνει με τις συνήθειες και τις συμπεριφορές των ανθρώπων στην αρχαία Αθήνα, οι οποίες δεν διαφέρουν καθόλου από τις δικές μας. Βέβαια, ο καρπός του έργου είναι η συμπεριφορά των γυναικών απέναντι στον Ευριπίδη. Θα έλεγα πως ο Αριστοφάνης χρησιμοποιεί τον Έλληνα τραγικό ποιητή για να δείξει τις θέσεις και τη θέση των γυναικών στην αρχαία Αθήνα, η οποία μπορεί πολιτικά να ήταν αδιάφορη αλλά κοινωνικά δεν ήταν καθόλου απ’ ότι βλέπουμε» τονίζει ο Γιάννης Μπέζος στο ethnos.gr. «Κι όλα αυτά, βέβαια, σ' ένα κλίμα αρκετά αστείο. Και μία που το λέμε τώρα, το αστείο προέρχεται από τη λέξη άστυ, είναι χιούμορ της πόλης. Δεν είναι του χωριού, δηλαδή δεν είναι χοντροκομμένο. Παρόλο που ο λόγος του Αριστοφάνη είναι πολύ τολμηρός» προσθέτει. 

Οι «Θεσμοφοριάζουσες» είναι ένα από τα τρία έργα γυναικών του Αριστοφάνη, μαζί με τις «Εκκλησιάζουσες» και τη «Λυσιστράτη». Οι γυναίκες της Αθήνας ετοιμάζονται να καταδικάσουν τον Ευριπίδη που τις κατηγορεί στις τραγωδίες του. Ο ίδιος, προκειμένου να τις αποτρέψει, μεταμφιέζει σε γυναίκα τον Μνησίλοχο και τον στέλνει στη γιορτή των Θεσμοφορίων για να τον υπερασπιστεί. «Και μόνο αν σκεφτούμε για την εξομάλυνση των σχέσεων των γυναικών με τον Ευριπίδη ό,τι κατασκευάζει μία ιστορία ο Αριστοφάνης, ώστε να ντύσει γυναίκα των συμπέθερό του και να τον στείλει στα Θεσμοφόρια, καταλαβαίνετε αυτομάτως ότι ο Αριστοφάνης παρωδεί την όλη κατάσταση και τις σχέσεις ανδρών – γυναικών, αλλά και το μένος των γυναικών εναντίον του Ευριπίδη. Το τραβάει στα άκρα γιατί μόνο σαν σκέψη ή εικόνα να το δείτε ό,τι ντύνει έναν ολόκληρο άντρα σε γυναίκα για να τον στείλει και να τον υπερασπιστεί, καθώς δεν βρίσκει κανέναν άλλον, είναι από μόνο του αστείο. Και αυτός είναι ο κύριος λόγος που ανεβαίνει το συγκεκριμένο έργο. Για να μπει το κοινό και να διασκεδάσει, να περάσει όμορφα» λέει, με τη σειρά του, ο Βλαδίμηρος Κυριακίδης.  

Η αλήθεια είναι πως οι κωμωδιογράφοι, από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα, συχνά χρησιμοποιούν τους διανοουμένους ως βασικούς χαρακτήρες στα έργα τους και μέσω αυτών διακωμωδούν συγκεκριμένους τομείς της κοινωνίας. Για παράδειγμα, ο Ευριπίδης παρωδείται στα περισσότερα από τα σωζόμενα έργα του Αριστοφάνη είτε με την εμφάνισή του είτε με απλές αναφορές σε στίχους των τραγωδιών του. Στην εποχή εκείνη, ο πρώτος είχε αποκτήσει τη φήμη του μισογύνη, καθώς στα έργα του παρουσίαζε τις ανομίες των τότε γυναικών. Συγκεκριμένα, σε εφτά από τις σωζόμενες τραγωδίες του υπάρχουν γυναίκες που είτε σχεδιάζουν είτε διαπράττουν φόνο, ο οποίος, όμως, στις περισσότερες περιπτώσεις μάλλον είναι απλή επινόηση του ίδιου. «Ο Αριστοφάνης δεν συμπαθούσε τον Ευριπίδη, ωστόσο, τον εκτιμούσε. Ήταν συντηρητικός, με την έννοια πως επιδίωκε το παλιό μεγαλείο της Αθήνας, το οποίο είχε χαθεί μετά τους Μηδικούς Πολέμους. Γιατί πρέπει να θυμήσουμε πως όλη η δραστηριότητά του Αριστοφάνη συμβαίνει την περίοδο του Πελοποννησιακού Πολέμου. Δεν έζησε ούτε μία μέρα ειρήνης» αναφέρει ο κ. Μπέζος.   

Η δύσκολη περίοδος που διανύουμε έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην επιλογή ενός κωμικού έργου; «Όχι!» απαντά αμέσως ο σκηνοθέτης και συνεχίζει: «Και πέρυσι ήταν η περίοδος δύσκολη, αλλά εγώ έπαιζα τον Οθέλλο του Σαίξπηρ ή ο Βλαδίμηρος συμμετείχε σ’ ένα αστυνομικό έργο. Δεν νομίζω πως ο κόσμος επιζητά κάτι τέτοιο. Αντίθετα, επιζητά μία καθαρή ματιά και κυρίως βαθμολογεί πολλές φορές όχι μόνο το αποτέλεσμά μας, αλλά και την πρόθεσή μας. Δηλαδή αν έχουμε σοβαρό σκοπό απέναντί του και όχι να τον κοροϊδέψουμε». Με τη σειρά του, ο Βλαδίμηρος Κυριακής λέει: «Η Τέχνη, γενικά, δημιουργεί ανάταση ψυχής. Άρα και εγώ πιστεύω σε αυτό που λέει ο Γιάννης. Δε μένουμε ποτέ στο αν θα κάνουμε κωμωδία ή δράμα γιατί το θέλει το κοινό. Το κοινό, νομίζω, αδειάζει μέσα του πολύ σκουπιδαριό, βλέποντας είτε το ένα είτε το άλλο. Δεν είναι αυτό που έλεγαν παλιότερα: "Α, ο κόσμος θέλει κωμωδία". Το έχουμε αποδείξει πλέον πως ο κόσμος θέλει Τέχνη για να μπορέσει να ξεφύγει. Για μένα, είναι η αντιβίωση σε αυτό που ζούμε».

Ο Βλαδίμηρος Κυριακίδης και ο Γιάννης Μπέζος συνεργάζονται για δεύτερη φορά. Η πρώτη ήταν στη «Λυσιστράτη», το 2017. «Είναι μία καταπληκτική συνεργασία. Χαίρομαι να δουλεύω μαζί με τον Γιάννη. Επίσης, θέλω να πω ένα μεγάλο μπράβο στον Χορό μας. Είναι πρώτη φορά που βλέπω Χορό τόσο καλά οργανωμένο και πειθαρχημένο. Τα κορίτσια μας είναι καταπληκτικά και τις θαυμάζω κάθε φορά που τις βλέπω και τις ακούω» λέει ο Βλαδίμηρος Κυριακίδης, με τον Γιάννη Μπέζο να συμπληρώνει: «Αυτό είναι αλήθεια. Ξέρετε πάντα υπάρχει το πρόβλημα του Χορού στο αρχαίο δράμα που δεν ξέρουμε τι θα τον κάνουμε ή δεν καταλαβαίνουμε τι θέλει να πει πολλές φορές. Και αυτό είναι ευθύνη της παράστασης. Πρέπει ο λόγος να κατεβαίνει κάτω. Να καταλαβαίνουμε γιατί εμφανίζεται. Δεν είναι κάποιοι άνθρωποι που βγαίνουν στη σκηνή και λένε κάποια γενικά τραγούδια. Αφήνει ένα ισχυρό αποτύπωμα στα έργα. Είναι το δημόσιο αίσθημα».

Είναι γεγονός πως φέτος, προφανώς και λόγω του διετούς «διαλείμματος» της πανδημίας, διανύουμε το πιο γεμάτο πολιτιστικό καλοκαίρι των τελευταίων πολλών ετών. «Έχουμε παραστάσεις παραπάνω απ’ όσο πρέπει. Θα έλεγε κανείς πως η Ελλάδα είναι ένας τόπος που βράζει από πολιτισμό, αλλά δεν το βλέπουμε και πάρα πολύ παραέξω. Είναι βέβαιο, όμως, πως ανάμεσα σε όλα αυτά που γίνονται, υπάρχουν και θεάματα που έχουν ενδιαφέρον. Η χώρα μας έχει αυτό το μεγάλο προνόμιο του κλίματος, όπου μας δίνεται τη δυνατότητα να παίζουμε έξω, με αυτό το καταπληκτικό αεράκι και κάτω από τα αστέρια. Όπως για παράδειγμα, εδώ στα Χανιά, που είμαστε δίπλα στη θάλασσα» σημειώνει ο Γιάννης Μπέζος.

«Ο κόσμος χαίρεται την Τέχνη και αυτό είναι σπουδαίο για τη χώρα μας»  

Έχοντας ήδη παρουσιάσει την παράσταση σε διάφορα μέρη της Ελλάδας, πώς είδαν το κοινό; Η πανδημία έχει αλλάξει την ψυχολογία του, τη στάση του απέναντι στους καλλιτέχνες και τον τρόπο που ψυχαγωγείται; «Εγώ δεν βλέπω καμία διαφορά. Ή τουλάχιστον δεν μπορώ να το αντιληφθώ, να το καταλάβω. Το κοινό θέλει να επικοινωνήσει όταν παρακολουθεί κάτι ενδιαφέρον, όταν κάτι έχεις να του πεις» λέει ο Γιάννης Μπέζος. «Δεν έχει αλλάξει ο τρόπος που βλέπει ο κόσμος μία παράσταση ούτε είναι σφιγμένος. Το έχει αποδείξει και τις δύο προηγούμενες χρονιές, όσο μας επιτρεπόταν να παίξουμε. Χαίρεται την Τέχνη και αυτό είναι σπουδαίο για τη χώρα μας. Κάτι που θα πρέπει να δει το ίδιο το κράτος και να επιμεληθεί λιγάκι όσον αφορά τον πολιτισμό στην πατρίδα μας και να βρουν εξαγώγιμα προϊόντα προς τα έξω, όπως είναι ο Αριστοφάνης ή οι τραγωδίες μας. Πρέπει να δείξουμε την αξία της ελληνικής Τέχνης στο εξωτερικό. Δυστυχώς, δεν οργανώνεται κάτι τέτοιο» επισημαίνει ο Βλαδίμηρος Κυριακίδης, με τον Γιάννη Μπέζο να τονίζει πως «αυτό είναι ένα πολύ μεγάλο θέμα που δεν εξαντλείται έτσι. Θέλει οργάνωση, γνώση, χρήμα, αλλά πάνω απ’ όλα θέλει διάθεση για να γίνει. Διάθεση και από την πλευρά της πολιτείας αλλά και από την πλευρά τη δική μας για να μην λέμε πως φταίει για όλα το κράτος. Να μην βράζουμε στο ζουμί μας».

Με αφορμή το θέμα της παράστασης, τους ρωτάω ως τελευταία ερώτηση αν πιστεύουν πως οι γυναίκες σήμερα επί της ουσίας έχουν «φωνή», ειδικά μετά την εμφάνιση του ελληνικού #Metoo. «Είναι κάτι που θ' αποδειχθεί στον χρόνο, γιατί ακόμα είναι νωρίς. Φυσικά όλα είναι ωραία, τα κινήματα, τα σύμβολα, οι νόμοι, αλλά αυτά τα πράγματα ούτε τα υπογράφεις ούτε τα βγάζεις φλάμπουρο. Αυτά τα ζεις. Αν δεν αποφασίσουμε να τα κάνουμε καθημερινή μας έννοια, θα παραμένουμε στα σύμβολα. Θα λέμε η Ημέρα της Γυναίκας, η Ημέρα του Άντρα και πάει λέγοντας. Δε χρειάζεται τίποτα απ’ όλα αυτά. Χρειάζεται να είμαστε σοβαροί, γενναίοι και ευγενείς στην καθημερινότητά μας. Αυτό είναι όμως ένα μεγάλο θέμα και όσο δεν πάμε προς τα εκεί τόσο θα χρησιμοποιούμε συνθήματα και εμείς ως λαός παγιδευόμαστε σε αυτά πολύ εύκολα» αναφέρει ο Γιάννης Μπέζος, με τον Βλαδίμηρο Κυριακίδη να προσθέτει: «Εγώ το μόνο που μπορώ να πω είναι πως αν δεν μπούμε στα σχολεία και συγκεκριμένα στα δημοτικά να εκπαιδεύσουμε σωστά τα παιδιά μας, να δημιουργήσουμε νέες μόδες, νόρμες και φόρμες, έτσι ώστε να ενημερωθούν τι συμβαίνει γύρω τους, να καταλάβουν τι σημαίνει κοινωνία και είμαι χρήσιμο μέλος της κοινωνίας, δεν θα πετύχουμε τίποτα. Εκεί πρέπει πρώτα να στοχεύσουμε. Μετά στον έφηβο που είναι έτοιμος για την επανάσταση γιατί τον χρειαζόμαστε και να σταματήσουμε να επενδύουμε σε κάποιους ηλικιωμένους που δεν έχουν όρεξη για καμία επανάσταση».

ΟΛΕΣ ΟΙ ΕΙΔΗΣΕΙΣ

Φωτεινή ΜπαξεβάνηΒλαδίμηρος ΚυριακίδηςπεριοδείαΦοίβος Δεληβοριάςειδήσεις τώρασυνέντευξηΓιάννης Μπέζος