Θέατρο|15.03.2020 16:11

Παπακωνσταντίνου - Ιωάννου: Σήμερα μοιάζει επαναστατικό η διαφύλαξη του αυτονόητου

Άγγελος Γεραιουδάκης

Tα ρολά κατεβαίνουν, τα φώτα των καταστηµάτων σβήνουν και οι δρόµοι της Αθήνας αρχίζουν να αδειάζουν. Στο ταµείο έχει σχηµατιστεί µια µικρή ουρά, ενώ στο πεζοδρόµιο, στην οδό Ιπποκράτους 7, όπου βρίσκεται το θέατρο «Διάνα», είναι στηµένα πηγαδάκια, διαφόρων ηλικιών, που κάνουν ακόµη ένα τσιγάρο και περιµένουν την έναρξη της παράστασης «Κοινή ησυχία»

Ακούγεται το δεύτερο κουδούνι. Ο κόσµος αρχίζει να προχωρά και να κατεβαίνει τις σκάλες που οδηγούν στην αίθουσα. Το κοινό νιώθει τον χώρο οικείο. Λίγη ώρα αργότερα, τα φώτα στην πλατεία χαµηλώνουν και το έργο ξεκινά. Είναι η ώρα που εµφανίζεται ο Βασίλης Παπακωνσταντίνου µαζί µε την ορχήστρα του και ερµηνεύει τα επαναστατικά «Χαιρετίσµατα», το «Του έρωτα (Της αγάπης µαχαιριά)» των αδελφών Κατσιµίχα και τις «Μικρές νοθείες» του Θάνου Μικρούτσικου και του Οδυσσέα Ιωάννου. Ολοι οι πρωταγωνιστές της παράστασης βρίσκονται ένα βήµα από τους θεατές, σε σηµείο που νοµίζεις ότι είσαι και εσύ κοµµάτι του έργου. Προσπαθούν να δώσουν τον καλύτερό τους εαυτό, µε την αγωνία, το πάθος και τον ενθουσιασµό τους γι’ αυτό που κάνουν.

Πέντε χρόνια µετά την πρώτη παρουσίαση του εµβληµατικού «9:05», ο Βασίλης Παπακωνσταντίνου και ο Οδυσσέας Ιωάννου επιστρέφουν στο θέατρο «Διάνα» και συναντιούνται πάλι επί σκηνής. Αυτήν τη φορά µε την επιµέλεια της Ελένης Ράντου, που υπογράφει την πρώτη της σκηνοθεσία στο θέατρο, και µε συνοδοιπόρους τους ηθοποιούς Σοφία Πανάγου και Μιχάλη Τιτόπουλο, το καινούργιο ταξίδι αναζητά τα χαµένα µας όνειρα, τις µαταιωµένες προσδοκίες µας και προτείνει «να αρχίσουµε ξανά να λέµε πιο όµορφα πράγµατα», προσπαθώντας να ξεφύγουµε από την «Κοινή ησυχία».

«Είναι πάντα χαρά µου να συνεργάζοµαι µε τον Οδυσσέα. Και είναι ακόµα µεγαλύτερη η χαρά µου που στην οµάδα µας φέτος προστέθηκε και η Ελένη. Μετά το “9:05” κάτι µε έτρωγε για να γίνει η συνέχεια και τώρα ήρθε η ώρα. H κατάλληλη ώρα να µιλήσουµε για την ελπίδα, τα όνειρα, τις προσδοκίες και το µέλλον. Μπορεί η εποχή να είναι δύσκολη, η καθηµερινότητα να µας βουλιάζει, αλλά εµείς κρατάµε γερά. Η “Κοινή ησυχία” πρεσβεύει αυτό το νέο ταξίδι. Να µην ξεχνάµε να ονειρευόµαστε και να αγαπάµε» υπογραµµίζει ο Βασίλης Παπακωνσταντίνου στο «Εθνος της Κυριακής».

Η ιστορία επικεντρώνεται σε ένα νεαρό ζευγάρι τού σήµερα που έχει παρασυρθεί από τα απόνερα της κρίσης. Ο Μιχάλης και η Σοφία προσπαθούν να θυµηθούν ξανά πώς ξεκίνησαν, να ξαναπούν όµορφα λόγια µεταξύ τους, να ξαναβρούν το πείσµα τους. «Η ιδέα της παράστασης προέκυψε µέσα από σκέψεις και καταστάσεις που έχουµε βιώσει κατά την περίοδο της κρίσης. Την αδυναµία µας να έχουµε απαντήσεις σε όλο αυτό που µας συνέβη και το πόσο είχαµε υπερτιµήσει τους εαυτούς µας όταν τα ζορίσµατα ήταν ακόµη σε κάποιο θεωρητικό επίπεδο και δεν είχαν γίνει πραγµατικότητά µας» υπογραµµίζει ο Οδυσσέας Ιωάννου, ενώ για τη συνεργασία του µε τον Βασίλη Παπακωνσταντίνου και την Ελένη Ράντου προσθέτει: «Είναι ένας υπέροχος, καλόψυχος και εξαιρετικά δοτικός άνθρωπος. Τα µάτια του λένε την αλήθεια. Εχουν αγάπη. Γι’ αυτό και την εισπράττει στο πολλαπλάσιο από τον κόσµο. Είναι πολλές οι φορές που χαζεύω από τη σκηνή τον τρόπο που τον κοιτάνε.

Αδελφική σχέση

Αληθινή, άδολη αγάπη. ∆εν το έχουν καταφέρει πολλοί αυτό. Η σχέση µας πλέον είναι αδελφική, έπειτα από περίπου είκοσι πέντε χρόνια που συνεργαζόµαστε. Ακόµη κι αν έχουµε διαφωνήσει, δεν έχουµε αλλάξει ποτέ πικρή κουβέντα µεταξύ µας. Από την άλλη, είναι η πρώτη σκηνοθεσία της Ελένης στο θέατρο και αν συνυπολογίσει κάποιος σε αυτό πως συνεργάζεται για πρώτη φορά επαγγελµατικά µε τον Βασίλη, καταλαβαίνει πως υπήρξε κάποιο άγχος. Μας ξεκλείδωσε, έδωσε λύσεις, έδωσε ζωή στο κείµενο, ήταν σχολείο για µένα, της χρωστάµε πολλά».

Γέλιο, συγκίνηση, χαρά και προβληµατισµός εναλλάσσονται µε εξαιρετικό τρόπο στη σχεδόν δυόµισι ωρών διάρκειας παράσταση. Ο Μιχάλης Τιτόπουλος για άλλη µια φορά αποδεικνύει πόσο εύκολα µπορεί να µεταµορφωθεί σε ό,τι ερµηνευτικά του ζητήσουν. Είτε ως επαναστατηµένος έφηβος είτε ως απογοητευµένος ενήλικας. «Μερικές από τις εξάρσεις του ήρωα τις αναγνωρίζω πάνω µου. Ακόµα και ένα βύθισµα που κατά καιρούς βιώνω απ’ όλα όσα µε µαταιώνουν. Η ζωή, όµως, µε τραβά έξω από τα σκοτάδια και συνεχίζω αυτήν την παλίνδροµη πορεία µέχρι να απογοητευτώ πλήρως ή να ελευθερωθώ – ή και τα δύο µαζί. Ξέρεις, το ενδιαφέρον σε αυτό το έργο είναι ότι διαµορφώθηκε κυρίως κατά τη διάρκεια των προβών. Ο Οδυσσέας δεν είχε κανένα πρόβληµα να γίνουν αλλαγές στο αρχικό κείµενο. Μας άκουσε προσεκτικά και τα έφτιαξε όλα πάλι από την αρχή. Η Ελένη, δε, δηµιούργησε ένα οικογενειακό κλίµα στις πρόβες. Αρκετές από αυτές έγιναν στο σπίτι της. Φρόντισε να µας περιβάλει µε ζεστασιά και να µας µεταδώσει την ατµόσφαιρα που θα ήθελε να έχει η παράσταση» αναφέρει ο Μιχάλης Τιτόπουλος, ενώ εξοµολογείται ποια είναι η αγαπηµένη του στιγµή κατά τη διάρκεια της παράστασης: «Είναι όταν ο Βασίλης ερµηνεύει το “Βικτώρια”. Ηταν από τα πρώτα τραγούδια που έµαθα να παίζω στην κιθάρα µου. Αργότερα, γνώρισα και ένα κορίτσι που ο έρωτας βρήκε χώρο σε ένα από τα παγκάκια της πλατείας Βικτωρίας. Αυτό το κοµµάτι µού φέρνει ευχάριστες αναµνήσεις όταν το ακούω». Στην παράσταση ο Βασίλης Παπακωνσταντίνου ερµηνεύει τριάντα σπουδαία τραγούδια, κάποια από το προσωπικό του ρεπερτόριο και άλλα από την ακριβή κληρονοµιά του ελληνικού τραγουδιού, προκαλώντας το ρίγος που τόσα χρόνια παραµένει αµείωτο ακούγοντάς τον.

Τα κείµενα του Οδυσσέα Ιωάννου εµπεριέχουν σχόλιο, συναίσθηµα, σαρκασµό, κυνισµό και ροµαντισµό ταυτόχρονα. Ενα έργο που από τα πρώτα λεπτά πιστεύεις ότι έχει γραφτεί για σένα και για τη γενιά σου. ∆ηλαδή τη γενιά της κρίσης που έχει σταµατήσει πλέον να κάνει όνειρα και σχέδια. «Κάθε εποχή έχει τα προβλήµατά της. Είναι δύσκολο σε µια πιεσµένη κοινωνία, όπως η σηµερινή, να κάνεις αυτό που ονειρεύεσαι. Εζησα τη δεκαετία της κρίσης όταν τελείωσα τη σχολή µου.

Η ευκαιρία να απεµπλακούµε από αρρωστηµένες νοοτροπίες του παρελθόντος ήταν µπροστά µας, αλλά δυστυχώς παρατηρώ ότι υπάρχει ένα πισωγύρισµα στην προ κρίσης εποχή. Τίποτα δεν άλλαξε. Διατηρούµε τις ίδιες παθογένειες, τον ίδιο επαρχιωτισµό και µικροπολιτικό τρόπο που προσεγγίζουµε τις καταστάσεις. Δεν υπάρχει όραµα. Εχουµε κατεστραµµένες εργασιακές σχέσεις και φαίνεται το µίσος να ανθίζει περισσότερο από την αλληλεγγύη» τονίζει ο Μιχάλης Τιτόπουλος, µε τον Οδυσσέα Ιωάννου να συµπληρώνει: «Οι εποχές αλλάζουν, αλλά οι κοινωνικές ανησυχίες και τα προβλήµατα των ανθρώπων παραµένουν ίδια εδώ και αιώνες. Δεν θα αλλάξουν εφόσον είµαστε όντα που γνωρίζουµε το πεπερασµένο του βίου µας από πολύ µικρή ηλικία. Οι εποχές και ο πολιτισµός κάποιες φορές µαλακώνουν την αγριάδα µας και τον φόβο µας, κρατούν εν υπνώσει τον κακό µας εαυτό και δίνουν χώρο στην αγάπη, στην ελπίδα και στην ανθρωπιά, και µετά γίνεται ένα κλικ και τα παίρνουν όλα πίσω. Και πάλι από την αρχή. Δεν υπάρχει και δεν βλέπω πώς πρόκειται να υπάρξει κάποια ουσιαστική και µόνιµη εξέλιξη».

Τα λάθη

Στη διάρκεια της ζωής, κάποιοι άνθρωποι καταρρέουν. Κοιτάζουν πίσω, δεν τους αρέσει καθόλου αυτό που βλέπουν και τους πιάνει αυτή η περιέργεια πώς θα ήταν τα πράγµατα αν όλα ήταν διαφορετικά. Ονειρεύονται, δηλαδή, προς τα πίσω. «∆εν βλέπω νόηµα στο να φαντάζεσαι πώς θα ήταν τα πράγµατα αν είχες πράξει αλλιώς. Ακόµη και ως αυτογνωσία να το δεις για να µην κάνεις ξανά τα ίδια λάθη, ποτέ δεν θα ζήσεις δύο πανοµοιότυπες συνθήκες για να µην κάνεις το ίδιο λάθος. Θα κάνεις πάλι λάθος, αλλά θα είναι εντελώς καινούργιο. Οι ζωές δεν αλλάζουν. Ακόµη κι όλα να τα αλλάξεις, δεν πρόκειται για καινούργια ζωή, αλλά για συνέχεια της προηγούµενης µε άλλους όρους» επισηµαίνει ο Οδυσσέας Ιωάννου.

«Οχι, δεν κάνουµε ότι µπορούµε. ∆εν γίνεται να είµαστε φτιαγµένοι για να κάνουµε µόνο τόσα λίγα. ∆εν ονειρευόµαστε κάτι για να γίνει, ονειρευόµαστε για να κοιτάµε ψηλά» αναφέρει η Σοφία στην παράσταση, µε τον Μιχάλη να συµπληρώνει: «Τα δύσκολα µας διαλύουν. Οταν τα πράγµατα αρχίζουν να δυσκολεύουν, οι άνθρωποι σκέφτονται µόνο το τοµάρι τους». Τι θεωρείται, άραγε, επαναστατικό σήµερα; «Εχουν µετακινηθεί τόσο τα πράγµατα που το επαναστατικό µοιάζει να µην είναι κάποια ριζική ανατροπή, αλλά η διαφύλαξη του αυτονόητου. Αν καταφέρεις να κρατήσεις την ανθρωπιά σου, την πίστη σου στην ελευθερία, στη δηµοκρατία, στις ιδέες, να µην αθροίσεις τον εαυτό σου στην τυφλή ρητορική της µισαλλοδοξίας, δεν είναι καθόλου λίγο» τονίζει ο γνωστός στιχουργός και συγγραφέας. Ηρθε η ώρα, λοιπόν, το όνειρο να αρχίσει ξανά να κάνει φασαρία και να πάει κόντρα στην «Κοινή ησυχία». «Ισως κάποιοι να αισθάνονται προδοµένοι ή µαταιωµένοι και γι’ αυτό να σταµάτησαν να κουβεντιάζουν για το ανέφικτο. Οµως το ανέφικτο δεν το ονειρεύεσαι για να το ζήσεις. Είναι ήδη δικαιωµένο από τη στιγµή που αρχίζεις να το ονειρεύεσαι. Το όνειρο είναι στάση απέναντι στην πραγµατικότητα. Τη σέβεσαι, αλλά δεν τη θεωρείς µοναδική» καταλήγει ο Οδυσσέας Ιωάννου.

*Παρ' όλη τη µεγάλη αγάπη του κοινού, λόγω της έξαρσης του κοροναϊού και στο πλαίσιο των προληπτικών µέτρων για την εξάπλωσή του, η παράσταση «Κοινή ησυχία» στο θέατρο Διάνα αναστέλλεται µέχρι νεωτέρας.

Ελένη Ράντουθέατρο ΔιάναΒασίλης ΠαπακωνσταντίνουΟδυσσέας Ιωάννου