Αναζητώντας τον Δία στον Ψηλορείτη - Ενα ταξίδι στον ορεινό πολιτισμό της Κρήτης
Άγγελος ΓεραιουδάκηςΟ Ψηλορείτης, το βουνό που δεσπόζει αγέρωχο στο κέντρο της Κρήτης, μοιάζει να κουβαλά στις κορυφές του τη μνήμη του νησιού και την ψυχή των ανθρώπων του. Καθώς πλησιάζεις την ορεινή μάζα που υψώνεται μέχρι τον Τίμιο Σταυρό, στα 2.456 μέτρα, η ματιά χάνεται σ' ένα τοπίο που συνδυάζει το μεγαλείο της φύσης με την αίσθηση μιας διαχρονικής ιστορίας. Οι κορυφογραμμές, άλλοτε ήρεμες κι άλλοτε απόκρημνες, σχηματίζουν ένα πέτρινο ανάγλυφο που αλλάζει πρόσωπο με το φως της ημέρας. Το πρωί λούζεται από τις χρυσές ακτίνες του ήλιου, ενώ το σούρουπο ντύνεται με μωβ και πορφυρές αποχρώσεις, σαν να ψιθυρίζει μυστικά αιώνων.
Η γεωγραφική θέση του Ψηλορείτη, τον καθιστά σημείο αναφοράς όχι μόνο γεωλογικό αλλά και πολιτισμικό. Το Γεωπάρκο Ψηλορείτη, που ιδρύθηκε το 2001, καλύπτει μια τεράστια έκταση 1.200 τετραγωνικών χιλιομέτρων. Από τα βόρεια παράλια ως τις αλπικές κορυφές, η φύση απλώνει όλο το μεγαλείο της. Από βαθιές κοιλάδες και φαράγγια που μοιάζουν να έχουν σχιστεί από το ίδιο το χέρι του χρόνου, μέχρι αμέτρητα σπήλαια –πάνω από 2.000 καταγεγραμμένα– που κρύβουν μύθους, μυστήρια αλλά και αρχαιολογικούς θησαυρούς. Εδώ, η γεωλογική ιστορία της Κρήτης ξεδιπλώνεται σε κάθε βήμα. Οι ιδιαίτερες μορφές των πετρωμάτων, τα απολιθώματα, τα ρήγματα και οι γεώτοποι που συναντά κανείς, θυμίζουν πως το βουνό είναι ζωντανό «εργαστήριο» της γης.
Οι κλιματολογικές συνθήκες είναι εξαιρετικά ευνοϊκές, κάνοντας την περιοχή φιλόξενη για τον άνθρωπο από τα πανάρχαια χρόνια. Όχι τυχαία, άλλωστε, οι πρώτοι οικισμοί που έχουν εντοπιστεί χρονολογούνται από την 6η χιλιετηρίδα π.Χ., ενώ μέχρι σήμερα, 165 χωριά και οικισμοί με περίπου 40.000 κατοίκους διατηρούν ζωντανή τη σύνδεση με τον τόπο τους. Οι άνθρωποι συνεχίζουν να ζουν με ρυθμούς που συνδέουν το χθες με το σήμερα, κρατώντας τα έθιμα, τις παραδόσεις και τη φιλοξενία τους αλώβητα, σαν μια γέφυρα που ενώνει γενιές.
Εξάλλου, δεν είναι τυχαίο ότι το Γεωπάρκο Ψηλορείτη έχει ενταχθεί στο Δίκτυο των Ευρωπαϊκών Γεωπάρκων και στο Δίκτυο των Παγκόσμιων Γεωπάρκων της UNESCO. Με την πλούσια γεωποικιλότητα, την ανεπανάληπτη φυσική ομορφιά και την αμφισβήτητη –μα πάντοτε γοητευτική– ιστορία του, αποτελεί έναν προορισμό που δεν περιορίζεται σε μια απλή περιήγηση, αλλά προσφέρει μια ιδαίτερη εμπειρία ζωής. Είναι σαν να περπατάς πάνω στις σελίδες ενός ανοιχτού βιβλίου, όπου η φύση και ο άνθρωπος συνδιαλέγονται συνεχώς.
Ο Άγιος Φανούρης των Ξυλούρηδων
Μετά το πρώτο μας καλωσόρισμα στο χωριό, αργά το απόγευμα, η μέρα έμοιαζε να μας φυλάει μια αρκετά όμορφη εμπειρία. Τακτοποιηθήκαμε στο ξενοδοχείο και, πριν καλά καλά προλάβουμε να ξεκουραστούμε, μας περίμεναν οι αγαπητές Μαρία Κολενδριανού (Παλαιοντολόγος, υπεύθυνη δραστηριοτήτων έρευνας και εκπαίδευσης του Γεωπάρκου) και Χαρά Παπαηλιού (Διεθνολόγος, συνοδός βουνού, υπεύθυνη υλοποίησης έργου Horizon Europe RescueME) για να μας οδηγήσουν στα Πετραδολάκια του Ψηλορείτη. Ο αέρας ήταν δροσερός, με εκείνη τη χαρακτηριστική μυρωδιά του βουνού που αναμειγνύει θυμάρι, φασκόμηλο και υγρασία πέτρας. Ήδη από τον δρόμο ανυπομονούσαμε να βρεθούμε στο μεγάλο πανηγύρι του Αγίου Φαναρίου, το οποίο διοργανώνει η οικογένεια Ξυλούρηδων. Το εκκλησάκι, θεμελιωμένο το 1950, στέκει αγέρωχο στα 1.453 μέτρα υψόμετρο, σαν ν' αγναντεύει όλο το νησί από ψηλά. Ο εσπερινός είχε ήδη τελεστεί και η ατμόσφαιρα ήταν γεμάτη κατάνυξη, μα και χαρά, καθώς όλοι γνώριζαν τι θα ακολουθούσε.
Τα τραπέζια στήθηκαν γρήγορα και οι φωτιές πήραν μπρος. Μεγάλα κομμάτια αρνιού, αλατισμένα και τοποθετημένα σε σούβλες, ψήνονταν αργά, «αντικρυστά» από τις φλόγες, σκορπίζοντας μια μυρωδιά που έκανε τους πάντες να ανυπομονούν. Το πιλάφι, ζεστό και πλούσιο, αχνίζε πάνω στα μεγάλα καζάνια, ενώ στο τραπέζι απλώνονταν κι άλλα παραδοσιακά εδέσματα, όπως σαλάτες με ντόπια χόρτα, τυριά που είχαν ωριμάσει σε πέτρινες σπηλιές, και γλυκά που ετοίμασαν οι γυναίκες του χωριού έπειτα από μέρες προετοιμασίας.
Η φιλοξενία ήταν συγκινητική. Οι Ξυλούρηδες φρόντιζαν να μην μείνει κανείς χωρίς κρασί στο ποτήρι, ενώ οι μεγαλύτεροι μοιράζονταν ιστορίες από τα χρόνια που το πανηγύρι ξεκινούσε με πιο ταπεινά μέσα αλλά με την ίδια αγάπη για τον τόπο και τους ανθρώπους. Παρά το υψόμετρο και τη δροσιά της νύχτας, κανείς δεν πτοήθηκε. Αντίθετα, η αίσθηση της ελευθερίας και της κοινότητας ζέσταινε τις καρδιές όλων.
Ένα υπόγειο θαύμα
Η επόμενη μέρα ξεκίνησε με ανυπομονησία. Η πρώτη μας στάση ήταν στο περίφημο Σπήλαιο Σφενδόνη, στα Ζωνιανά. Μόλις φτάσαμε στον χώρο, το τοπίο μας άφησε άφωνους. Κατακόρυφες πλαγιές ύψους έως και πενήντα μέτρων ορθώνονταν γύρω μας, με μοναχικούς βράχους να ξεπροβάλλουν σαν φύλακες του μυστικού που κρύβεται κάτω από τη γη. Ανάμεσά τους, θυμάρια, ρίγανες και αστοιβίδες, μικρές πράσινες πινελιές πάνω στο γκρίζο και καφέ φόντο της πέτρας, δημιουργούσαν ένα φυσικό σκηνικό σχεδόν θεατρικό.
Το σπήλαιο σχηματίστηκε χάρη σε ένα μεγάλο ρήγμα που διατρέχει την πλαγιά. Το νερό ακολούθησε αυτήν τη γραμμή, σμιλεύοντας έναν υπόγειο κόσμο μήκους 145 μέτρων και συνολικής έκτασης 3.000 τετραγωνικών. Το προσπελάσιμο τμήμα φτάνει τα δύο τρίτα του σπηλαίου και η διαδρομή για τον επισκέπτη φτάνει στα 270 μέτρα. Εμείς είχαμε την τύχη να το γνωρίσουμε με τη συνοδεία της Αντιγόνης Παρασύρη, μιας ξεναγού που με αγάπη και γλαφυρότητα μάς μύησε στα μυστικά του.
Στο εσωτερικό, οι σταλακτίτες και οι σταλαγμίτες σχημάτιζαν φανταστικές μορφές, σαν να είχε αποτυπώσει η φύση τη φαντασία της στην πέτρα. Μα πέρα από την ομορφιά, το σπήλαιο έχει και οικολογική και αρχαιολογική σημασία. Εκεί ζουν τέσσερα είδη νυχτερίδας και δεκάδες ασπόνδυλα, πολλά από αυτά τυφλά ή άχρωμα, προσαρμοσμένα στη σιωπή και το σκοτάδι, ενώ κάποια είδη έχουν βρεθεί μόνο εκεί. Οι ανασκαφές αποκάλυψαν κεραμικά που χρονολογούνται από τη Νεολιθική Εποχή, αποδεικνύοντας πως ο άνθρωπος χρησιμοποιεί αυτόν τον χώρο εδώ και χιλιετίες. Χάρη στο ειδικό μονοπάτι και τον φωτισμό, η περιήγηση είναι ασφαλής για όλους – παιδιά, ηλικιωμένους αλλά και άτομα με κινητικές δυσκολίες. Βγαίνοντας ξανά στο φως, νιώσαμε σαν να είχαμε ταξιδέψει σ' έναν άλλο κόσμο, έναν κόσμο υπόγειο, μυστηριώδη, που όμως συνδέεται άρρηκτα με την ιστορία και τη ζωή της Κρήτης.
Αφήνοντας το σπήλαιο, κατευθυνθήκαμε προς την Αξό Μυλοποτάμου, εκεί όπου ο αυτοδίδακτος καλλιτέχνης Γεώργιος Κουτάντος έχει δημιουργήσει ένα μουσείο ξυλογλυπτικής. Ο ίδιος, γεννημένος το 1981, ξεκίνησε να σκαλίζει ξύλο από την ηλικία των εννέα ετών μ' ένα απλό σφυρί και ένα σκαρπέλο.
Στον διώροφο μουσειακό χώρο φιλοξενούνται περισσότερα από εκατό έργα, από μικρά ξυλόγλυπτα μέχρι γλυπτά σε φυσικό μέγεθος και μερικά μνημειώδη, όπως ο «Αετός και ο Όφις» μήκους έξι μέτρων. Τα θέματα των έργων του πηγάζουν από τη φύση, τη θρησκεία, τη μυθολογία, αλλά και την καθημερινότητα και την οικογένειά του. Κάθε δημιούργημα μοιάζει να φέρει τη ζεστασιά του ξύλου και την ψυχή του καλλιτέχνη που το έπλασε. Δεν είναι υπερβολή να πει κανείς ότι η επίσκεψη στο μουσείο αυτό είναι μια συνάντηση με τον μόχθο, τη δημιουργικότητα και το μεράκι που χαρακτηρίζουν τους ανθρώπους αυτού του τόπου.
Μαργαρίτες: Το χωριό που φημίζεται για τα κεραμικά και τα υφαντά του
Επόμενη στάση μας, το χωριό Μαργαρίτες, ένας τόπος που αναδεικνύει την καλλιτεχνική ψυχή της Κρήτης. Στενά σοκάκια, παλιά πέτρινα σπίτια και αυλές γεμάτες κεραμικά συνθέτουν μια εικόνα που θυμίζει σκηνικό από παλιά ελληνική ταινία. Δεν είναι τυχαίο ότι η περιοχή αποτελεί το σημαντικότερο κέντρο αγγειοπλαστικής στη Δυτική Κρήτη και από τα μεγαλύτερα στην Ελλάδα.
Το αργιλώδες χώμα, εξαιρετικής ποιότητας και σε αφθονία, υπήρξε η πρώτη ύλη για μια τέχνη που συνεχίζεται αδιάλειπτα επί αιώνες. Οι γλάστρες, τα πιθάρια και τα σκεύη που φιλοτεχνούνται εδώ δεν είναι απλά χρηστικά αντικείμενα, αλλά έργα τέχνης που φέρουν την υπογραφή της παράδοσης. Είχαμε την τύχη να συναντήσουμε δύο τεχνίτες, τον Γιώργο Δαλαμβέλα και τη Μαρινίκη Μάνια, οι οποίοι με αγάπη και αφοσίωση συνεχίζουν την παράδοση, δημιουργώντας κεραμικά που ξεχωρίζουν για την ποιότητα και την αισθητική τους.
Στις Μαργαρίτες, εκτός από τα εργαστήρια αγγειοπλαστικής και τα κεραμικά που συναντά κανείς σε κάθε γωνιά, λειτουργεί από το 2017 η ομάδα «Ρόδακας». Πρόκειται για μια ομάδα νέων ανθρώπων, με τη στήριξη και μεγαλύτερων ηλικιακά, που αποφάσισαν να σηκώσουν το βάρος της μνήμης και να μη χαθεί η γνώση των παλιών γενιών. Όπως μας εξήγησε η εκπαιδευτικός και ιδρυτικό μέλος της ομάδας, Μαρία Παδουβά, στόχος ήταν να σωθεί η πληροφορία από τους ανθρώπους που έζησαν και εργάστηκαν στην περιοχή πριν και μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, ανθρώπους που δούλεψαν με τα χέρια τους τις τέχνες της πέτρας και της υφαντικής.
Η διάσωση αυτή στηρίζεται στον λόγο και την καταγραφή. Γι’ αυτό οργανώνονται εργαστήρια λιθοδομής και υφαντικής, τα οποία απευθύνονται σε ανθρώπους από όλη τη χώρα. Εκεί ο επισκέπτης μπορεί να μάθει την τέχνη της ξερολιθιάς, να δει πώς συντηρούνται τα παλιά πέτρινα χτίσματα, να γνωρίσει τον τρόπο που οι μάστορες δούλευαν τον αργαλειό. Άλλοι έρχονται γιατί είναι φοιτητές αρχιτεκτονικής ή αρχαιολογίας και θέλουν να γνωρίσουν από κοντά τις τεχνικές, άλλοι γιατί έχουν περιέργεια και μεράκι να φτιάξουν οι ίδιοι έναν πέτρινο φράχτη στο σπίτι τους.
Οι Μαργαρίτες άλλωστε είναι γεμάτες εμβληματικά κτίρια, οικίες, εκκλησίες και βίλες που αναδεικνύουν την ποιότητα της τοπικής αρχιτεκτονικής. Στο παρελθόν, το χωριό είχε συνδεθεί στενά και με την υφαντική, καθώς εκεί κατασκευάζονταν οι βαριοί ξύλινοι αργαλειοί που κατέληγαν σε σπίτια σε όλη την Κρήτη αλλά και στην υπόλοιπη Ελλάδα. Όπως μας είπε η κ. Παδουβά, η τέχνη αυτή μπορεί να έχει μέλλον, όμως απαιτεί στήριξη και νέους ανθρώπους που θα θελήσουν να συνεχίσουν μια δύσκολη αλλά πολύτιμη παράδοση. Η δουλειά της ομάδας έχει αποτυπωθεί και στο ντοκιμαντέρ «Το κατώφλι της μνήμης» (2019), ένα κινηματογραφικό οδοιπορικό στις μαρτυρίες των κατοίκων του χωριού και στους δημόσιους χώρους του, που συνδέει το παρελθόν με το παρόν μέσα από ιστορίες.
Η Μονή Αρκαδίου ως σύμβολο ελευθερίας
Η επόμενη μας στάση ήταν στη Μονή Αρκαδίου, ίσως το πιο ιστορικό μοναστήρι της Κρήτης. Χτισμένη σε μια προνομιακή τοποθεσία στις πλαγιές του Ψηλορείτη, η μονή συνδυάζει το φυσικό κάλλος με τη βαριά ιστορική μνήμη. Η πρώτη της οικοδόμηση τοποθετείται ανάμεσα στα χρόνια της Βυζαντινής κυριαρχίας (961–1014 μ.Χ.) ή και στα πρώτα χρόνια της Βενετοκρατίας, γι’ αυτό και το καθολικό της φέρει στοιχεία από διαφορετικά αρχιτεκτονικά ρεύματα: βυζαντινά, ρωμαϊκά, αλλά και μπαρόκ.
Το κτίριο έχει χαραχτεί ανεξίτηλα στην ελληνική ιστορία με το ολοκαύτωμα του 1866. Όταν οι Τούρκοι πολιορκούσαν τη μονή, οι επαναστάτες μαζί με γυναικόπαιδα κατέφυγαν μέσα στα τείχη της. Ο ηγούμενος τότε έδωσε την τραγική αλλά ηρωική εντολή να ανατιναχθεί η πυριτιδαποθήκη, ώστε να μην πέσουν ζωντανοί στα χέρια του εχθρού. Η πράξη αυτή συγκλόνισε την Ευρώπη της εποχής και έκανε το Αρκάδι σύμβολο θυσίας και ελευθερίας.
Σήμερα, το μοναστήρι είναι ανοιχτό σε επισκέπτες απ' όλο τον κόσμο. Στη νότια πτέρυγα λειτουργεί μουσείο με κειμήλια της επανάστασης: το ιερό λάβαρο του Αρκαδίου, εικόνες μεταβυζαντινής περιόδου, όπλα, άμφια, χειρόγραφα και σφραγίδες. Ο επισκέπτης μπορεί να περπατήσει στην εσωτερική αυλή και να δει το δίκλιτο καθολικό, αφιερωμένο στη Μεταμόρφωση του Χριστού (στο βόρειο κλίτος) και στους Αγίους Κωνσταντίνο και Ελένη (στο νότιο). Οι κύριες πύλες, η Χανιώτικη ή Ρεθυμνιώτικη και η Καστρινή, θυμίζουν ακόμη τις μέρες της πολιορκίας. Τα κελιά των μοναχών, το ηγουμενείο, οι αποθήκες και η τράπεζα συμπληρώνουν την εικόνα ενός μεγάλου μοναστηριακού συγκροτήματος, που έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην πνευματική και κοινωνική ζωή της περιοχής.
Το πέτρινο καράβι της Ιστορίας
Μ' ένα μεγάλο πέτρινο καράβι μοιάζει ο λόφος της αρχαίας Ελεύθερνας, καθώς στρέφει την πλώρη του βορειοδυτικά κι αράζει μέσα στο πράσινο πέλαγος της φύσης, στους πρόποδες της αρχαίας Ίδης. Σε υψόμετρο περίπου 380 μέτρων, η Ελεύθερνα δεσπόζει στην καρδιά της Κρήτης, σε στρατηγική θέση που τη συνέδεε με τις μεγάλες πόλεις της αρχαιότητας: την Κνωσό, τη Φαιστό, τη Γόρτυνα και την Κυδωνία. Η γεωγραφία την ευνόησε, μα κυρίως η ιστορία την κατέστησε σταυροδρόμι πολιτισμών.
Σήμερα, ο επισκέπτης συναντά το Μουσείο Ελεύθερνας. Στις αίθουσές του, ο χρόνος ξεδιπλώνεται από το 3000 π.Χ. έως το 1300 μ.Χ., με εκθέματα που αναδεικνύουν τον ομηρικό κόσμο στην κρητική γη. Κεραμικά, κοσμήματα, επιτύμβιες στήλες, αλλά και απλά αντικείμενα καθημερινότητας αφηγούνται μια ιστορία που ξεκινά από την προϊστορία και φτάνει ως τους βυζαντινούς χρόνους. Δυστυχώς, την ημέρα και την ώρα που βρεθήκαμε εκεί, δεν υπήρχε κάποιος υπεύθυνος για ξενάγηση. Κι όμως, ακόμη και χωρίς καθοδήγηση, η αίσθηση του χώρου μιλούσε από μόνη της. Οι πέτρες ψιθύριζαν ιστορίες, οι προθήκες γυάλιζαν από μνήμες αιώνων, κι ο λόφος έμοιαζε πράγματι με καράβι που ταξιδεύει αδιάκοπα στον χρόνο.
Λίγο αργότερα, βρεθήκαμε σ' ένα από τα πιο όμορφα φαράγγια του Ρεθύμνου, το Φαράγγι της Πατσού, ή αλλιώς του Αγίου Αντωνίου. Η διάβασή του, εύκολη, μοιάζει με κατάδυση σ' έναν μικρό παράδεισο. Οι απόκρημνες πλαγιές, η πλούσια βλάστηση, τα γιγάντια πλατάνια και το ποτάμι που ρέει ασταμάτητα συνθέτουν ένα τοπίο γεμάτο δροσιά και ζωή.
Στην καρδιά του φαραγγιού, σε μια σπηλιά που στάζει μυστήριο, βρίσκεται το μικρό εκκλησάκι του Αγίου Αντωνίου. Εκεί όπου σήμερα ανάβουν κεράκια οι πιστοί και αφήνουν χιλιάδες χαρτάκια με τις προσευχές τους. Το νερό που ξεπηδά από τους βράχους γύρω από το ναό και το «αγίασμα» που κυλά πάνω του, προσθέτουν μια αίσθηση ιερότητας και θεραπείας. Κάτω από το ναό, δίπλα στο ποτάμι, υπάρχουν ξύλινα τραπέζια και παγκάκια, ιδανικά για ένα πικ-νικ μέσα στη φύση. Η ησυχία «σπάει» μόνο από το κελάηδημα των πουλιών και τον ήχο του νερού. Είναι ένας τόπος που δεν γεμίζει μόνο τα μάτια, αλλά και την ψυχή.
Πριν φτάσουμε στο ξενοδοχείο για βράδυ, σταματήσαμε στο χωριό Πάτσος, εκεί όπου η οικογένεια Κουρκουλού έστησε το δικό της μικρό θαύμα. Ενα οικογενειακό οινοποιείο που ξεκίνησε το 2017, αλλά κουβαλά την ιστορία μιας τριακονταετίας αμπελουργίας. Περιτριγυρισμένο από αμπελώνες και με θέα που κόβει την ανάσα, το οινοποιείο συνδυάζει παράδοση, σεβασμό στη γη και αγάπη για το κρασί. Η φιλοσοφία τους βασίζεται σε φιλικές προς το περιβάλλον πρακτικές, παρόμοιες με αυτές της βιολογικής καλλιέργειας.
Ο πατέρας της οικογένειας ήταν από τους λίγους που δεν εγκατέλειψαν τις ντόπιες ποικιλίες όταν οι περισσότεροι ξερίζωναν τα αμπέλια τους για να φυτέψουν ξενικές. Εκείνος προτίμησε το Λιάτικο, μια από τις παλιότερες κρητικές ποικιλίες, και άνοιξε τον δρόμο για μια νέα οινική πορεία. Σήμερα, το οινοποιείο παράγει πέντε ετικέτες: Πεντοζάλι λευκό, Πεντοζάλι ροζέ, Μικρό–Μικράκι ροζέ, Βιδιανό λευκό και Λιάτικο ερυθρό. Όλες τους κουβαλούν τη γεύση της αμαριώτικης φύσης και την οικογενειακή φροντίδα. Στη γευσιγνωσία που ακολούθησε, ξεχωρίσαμε το βραβευμένο Πεντοζάλι λευκό – ένα χαρμάνι τριών κρητικών ποικιλιών που ισορροπεί δροσερά αρώματα και απαλή γεύση, ιδανικό να συνοδεύσει σαλάτες, ψάρια, πίτες ή λευκά κρέατα. Η φιλοξενία της οικογένειας, η μυρωδιά των βαρελιών και το φως που έλουζε τους αμπελώνες μάς έκαναν να αισθανθούμε πως εδώ, το κρασί είναι τρόπος ζωής, μια συνέχεια της ίδιας της κρητικής γης.
Μιτάτα, ο τόπος του βοσκού
Την τελευταία μέρα της διαδρομής μας είχαμε μια ξεχωριστή συνάντηση. Ο Μπάμπης Φασούλας, διευθυντής του Γεωπάρκου Ψηλορείτη και συντονιστής των ελληνικών Γεωπάρκων, μας υποδέχτηκε και μας ξενάγησε στο θεματικό πάρκο «Μιτάτα, ο τόπος του βοσκού». Ένας χώρος μοναδικός, που τιμά και αναδεικνύει την ποιμενική ζωή της Κρήτης, η οποία το 2021 αναγνωρίστηκε ως σημαντικό μέρος της Άυλης Πολιτιστικής Κληρονομιάς.
Το πάρκο είναι μια βιωματική εμπειρία. Εκεί βρίσκονται τέσσερα μιτάτα – μικρά πετρόχτιστα κτίσματα αφιερωμένα στην έκθεση, την τεχνολογία, την υφαντική και την τυροκόμηση. Ένα αλώνι έχει μετατραπεί σε ανοιχτό θέατρο 150 θέσεων, όπου φιλοξενούνται μουσικές βραδιές, θεατρικές παραστάσεις, θεματικές εκδηλώσεις και μικρά συνέδρια. Ο μεγάλος εξωτερικός χώρος αναπνέει παράδοση, ενώ το αναψυκτήριο με χωρητικότητα 50 ατόμων προσφέρει στιγμές ξεκούρασης. Εκεί μας περίμενε και ο δήμαρχος Ανωγείων, Σωκράτης Σ. Κεφαλογιάννης. Η κουβέντα μαζί του κύλησε ανάμεσα σε ιστορίες για τις ομορφιές του δήμου και τις δυσκολίες που αντιμετωπίζει η τοπική κοινωνία. Ήταν φανερό πως ο τόπος αυτός, σκληρός και ταυτόχρονα γενναιόδωρος, κουβαλά μέσα του το ίδιο το πνεύμα του Ψηλορείτη.
Το μινωικό ανάκτορο του βουνού
Από τα Μιτάτα κατευθυνθήκαμε στον Αρχαιολογικό Χώρο Ζώμινθος, ένα μινωικό κέντρο που ήρθε στο φως χάρη στην επιμονή και το ένστικτο των αρχαιολόγων Γιάννη Σακελλαράκη και Έφης Σαπουνά – Σακελλαράκη. Η ανακάλυψη ήταν σχεδόν τυχαία. Ενας βοσκός ανέφερε το τοπωνύμιο «Ζώμινθος» και ο Σακελλαράκης αναγνώρισε την αρχαία του ρίζα. Όταν επισκέφθηκε την περιοχή, αντιλήφθηκε ότι βρισκόταν μπροστά σ' ένα μινωικό ανάκτορο. Οι τοίχοι του, κτισμένοι με πέτρα της περιοχής, ήταν επιχρισμένοι με πηλό και στολισμένοι με τοιχογραφίες. Η αρχιτεκτονική του μιλά για τη νεοανακτορική περίοδο, γύρω στο 1600 π.Χ., ώσπου ένας σεισμός το 1400 π.Χ. έφερε την καταστροφή. Σταδιακά, οι ανασκαφές αποκάλυψαν πλήθος αντικειμένων, όπως κοσμήματα, πήλινα σκεύη, χρηστικά εργαλεία, που όλα τους ζωντανεύουν την καθημερινή ζωή των Μινωιτών στο βουνό.
Η Ζώμινθος βρίσκεται σε στρατηγική θέση και έλεγχε το εμπόριο των γεωργικών και κτηνοτροφικών προϊόντων, αλλά και της ξυλείας του Ψηλορείτη. Παράλληλα, είχε θρησκευτική σημασία, καθώς αποτελούσε βασικό σταθμό στην ιερή διαδρομή που ένωνε την Κνωσό με το Ιδαίο Άντρο, το σπήλαιο που μεγάλωσε ο Δίας.
Καθ’ όλη τη διάρκεια της διαδρομής μας για το Ιδαίο Άντρο, τα μιτάτα ξεπρόβαλλαν διάσπαρτα στις πλαγιές, σαν λιθόκτιστα απομεινάρια μιας άλλης εποχής που όμως συνεχίζει να ζει στο σήμερα. Κυκλικές ξερολιθικές κατασκευές, απόλυτα εναρμονισμένες με το τοπίο, στέκουν αγέρωχες πάνω από τη θαμνώδη βλάστηση, συνεχίζοντας να χρησιμοποιούνται, κυρίως για την παραδοσιακή τυροκομία.
Η κατασκευή τους είναι υπόδειγμα λιτότητας και σοφίας. Καθόλου λάσπη, κανένα συνδετικό υλικό, μόνο πέτρες, παρμένες από τον ίδιο τόπο που τα φιλοξενεί. Το μιτάτο αποτελεί τον πυρήνα της κτηνοτροφικής δραστηριότητας. Δίπλα του, συχνά βρίσκεται το «τυροκέλι», παρόμοιο σε μορφή αλλά με μικρότερη πόρτα και χωρίς άνοιγμα στον θόλο, ειδικά για την αποθήκευση και ωρίμανση των τυριών. Η «μάντρα», κατασκευασμένη κι αυτή με ξερολιθιά ύψους περίπου 1,50 μ., ολοκληρώνει τον κύκλο της καθημερινής ζωής του βοσκού, ενώ σε ορισμένες περιπτώσεις συναντά κανείς τον «κούμο» ή «κλεψτόκουμο», χώρο για ξένα ή κλεμμένα ζώα. Η καλύβα, προσθήκη στην είσοδο, ήταν το σημείο όπου γινόταν το «τυροκομιό», η επεξεργασία του γάλακτος. Όλα αυτά μαζί συνθέτουν έναν μικρόκοσμο αυτάρκειας, ανθεκτικότητας και φιλοξενίας, που διατηρείται ζωντανός εδώ και αιώνες.
H «Βηθλεέμ» του αρχαίου κόσμου
Η τελευταία μας στάση πριν αποχαιρετήσουμε την Κρήτη ήταν στο Ιδαίον Άντρον, το σπήλαιο όπου, σύμφωνα με τον μύθο, ανατράφηκε ο Δίας. Ένας τόπος μυστηρίου και ιερότητας, φορτισμένος με μύθους και παραδόσεις, αλλά και με πολύτιμα αρχαιολογικά ευρήματα. Ήδη από τα τέλη του 19ου αιώνα, βοσκοί και κυνηγοί εντόπισαν στο σπήλαιο αντικείμενα που μαρτυρούσαν την αρχαία του χρήση. Οι πρώτες ανασκαφές έγιναν το 1885 από τον F. Halbherr, όμως πολλά από τα ευρήματα είχαν ήδη χαθεί εξαιτίας λαθρανασκαφών. Η δεύτερη μεγάλη ανασκαφή ξεκίνησε το 1982 από τον Γιάννη Σακελλαράκη, υπό αντίξοες συνθήκες, και αποκάλυψε αφιερώματα, αγγεία, όπλα, νομίσματα, κοσμήματα.
Οι περίφημες χάλκινες ασπίδες του 7ου και 8ου αιώνα π.Χ., σήμερα φυλαγμένες στο Αρχαιολογικό Μουσείο Ηρακλείου, αποδεικνύουν τη σημασία των τελετουργιών που τελούνταν εδώ προς τιμήν του Δία. Το ίδιο το σπήλαιο θυμίζει αρχαίο ναό. Χωρίζεται σε τρεις θαλάμους και το άδυτο, με τρεις επιβλητικούς σταλακτίτες να στολίζουν την είσοδο. Η μυθολογία το θέλει τόπο όπου η Ρέα έκρυψε τον νεογέννητο Δία για να τον σώσει από τον πατέρα του, Κρόνο. Οι νύμφες Αδράστεια και Ίδη τον τάιζαν με γάλα από την κατσίκα Αμάλθεια και άγριο μέλι, ενώ οι Ιδαίοι Δάκτυλοι και οι Κουρήτες χτυπούσαν τις ασπίδες τους και χόρευαν θορυβωδώς για να καλύψουν το κλάμα του βρέφους. Οι ντόπιοι το γνωρίζουν και ως «Σπηλιάρα της βοσκοπούλας», συνδέοντάς το με την τραγική ιστορία του βασιλόπουλου Χαρίδημου, όπως διηγήθηκε ο Βιτσέντζος Κορνάρος στον Ερωτόκριτο.
Το ταξίδι μας στον Ψηλορείτη ολοκληρώθηκε αφήνοντάς μας την αίσθηση πως περπατήσαμε σε τόπους όπου ο χρόνος δεν μετριέται με ρολόγια, αλλά με ιστορίες, μνήμες και μύθους. Από τα πέτρινα μιτάτα και τις αφηγήσεις των ντόπιων μέχρι τα αρχαία σπήλαια και τα βυζαντινά μοναστήρια, κάθε στάση ήταν μια ανακάλυψη. Μια υπενθύμιση πως η Κρήτη είναι ένας ζωντανός οργανισμός που αναπνέει με τον ρυθμό των ανθρώπων του, των παραδόσεων και της φύσης της. Ο Ψηλορείτης, με την άγρια ομορφιά και την αστείρευτη πολιτιστική του κληρονομιά είναι το ίδιο το κατώφλι της μνήμης, όπου παρελθόν, παρόν και μέλλον συναντιούνται.
- Η σφαίρα που πήρε την αθωότητα μιας γενιάς: 17 χρόνια από τη δολοφονία του Αλέξη και η μνήμη δεν σβήνει
- Kακοκαιρία Byron: «Κοκκίνησε» το Καστελόριζο από τα λασπόνερα - Αίτημα για κήρυξη κατάστασης έκτακτης ανάγκης
- Δώρο Χριστουγέννων: Πότε θα πληρωθεί, σε ποιους και πώς να το υπολογίσετε
- Αυτά είναι τα ακριβά φάρμακα που θα διατίθενται και σε ιδιωτικά φαρμακεία από τον Ιανουάριο