Οικονομία|20.03.2019 13:17

ΟΟΣΑ: Φόρος στους πλούσιους, στήριξη στους φτωχούς

Σπύρος Δημητρέλης

Να πληρώνουν περισσότερους φόρους οι πλούσιοι προκειµένου να υπάρχουν χρήµατα για να στηριχθούν οι φτωχοί ζητούν στη συντριπτική τους πλειονότητα οι Ελληνες. Την ίδια ώρα, όµως, θεωρούν ότι οι φόροι που πληρώνουν δεν πιάνουν τόπο, καθώς δεν λαµβάνουν την ποσότητα και την ποιότητα των υπηρεσιών που δικαιούνται. Πρόκειται για αποτελέσµατα ενδιαφέρουσας έρευνας του Οργανισµού Οικονοµικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ) που δόθηκε χθες στη δηµοσιότητα και καταγράφει τις απόψεις των πολιτών 21 κρατών-µελών του Οργανισµού αναφορικά µε το πόση ασφάλεια νιώθουν από το κράτος και τις υπηρεσίες που τους προσφέρει.

Παράλληλα, σύµφωνα µε στοιχεία της ευρωπαϊκής στατιστικής αρχής, τη µερίδα του λέοντος των κρατικών δαπανών της Ελλάδας απορροφά η πληρωµή συντάξεων. Πιο συγκεκριµένα, σύµφωνα µε τα στοιχεία της έρευνας του ΟΟΣΑ «Risks that matter 2018» («Κίνδυνοι που έχουν σηµασία»):

Σε ιδιαίτερα υψηλό ποσοστό, 79,4%, οι Ελληνες (στη δεύτερη θέση της κατάταξης, µετά την Πορτογαλία, στις 21 χώρες που συµµετείχαν στην έρευνα) τάσσονται υπέρ της φορολόγησης των πλουσίων προκειµένου να στηριχθούν οι φτωχοί. Ο µέσος όρος στις 21 χώρες του ΟΟΣΑ είναι 67,8%. Ουσιαστικά οι πολίτες θεωρούν ότι πρέπει να αυξηθεί το µερίδιο στα φορολογικά βάρη των εχόντων και κατεχόντων προκειµένου να αυξηθεί η πίτα που θα µοιράζεται στα χαµηλά εισοδηµατικά στρώµατα.

Το 82,1% των Ελλήνων θεωρεί ότι για το ύψος των φόρων που πληρώνει δεν λαµβάνει δηµόσιες υπηρεσίες που να το ικανοποιεί. Συγκεκριµένα, δηλώνουν ότι δεν λαµβάνουν δίκαιο µερίδιο δηµοσίων ωφεληµάτων µε δεδοµένους τους φόρους και τις εισφορές που πληρώνουν. Ο αντίστοιχος µέσος όρος στις 21 χώρες του ΟΟΣΑ που έγινε η έρευνα είναι 58,5%, δηλαδή πολύ χαµηλότερα. Η Ελλάδα είναι «πρωταθλήτρια» αρνητικών απόψεων των πολιτών της για τις δηµόσιες υπηρεσίες που προσφέρει και βρίσκεται σε χειρότερη θέση από χώρες όπως το Μεξικό, η Πολωνία, η Χιλή και η Εσθονία. Θα πρέπει να σηµειωθεί ότι το ποσοστό των Ελλήνων που θεωρούν πως λαµβάνουν ένα δίκαιο µερίδιο των δηµοσίων υπηρεσιών και ωφεληµάτων σε σχέση µε τους φόρους και τις ασφαλιστικές εισφορές που πληρώνουν είναι µόλις 5,7%, ενώ το υπόλοιπο 12,2% δεν απάντησε στη σχετική ερώτηση.

Το 77,8% των Ελλήνων θεωρεί ότι λαµβάνουν τα κοινωνικά ωφελήµατα πολίτες οι οποίοι δεν τα δικαιούνται, κάνοντας έτσι µια σαφέστατη κριτική στη στόχευση και στην ποιότητα της κοινωνικής πολιτικής στην Ελλάδα. Ο αντίστοιχος µέσος όρος στις 21 χώρες του ΟΟΣΑ είναι 66,6%. Σε αυτό το πεδίο προφανώς οι πολίτες αναδεικνύουν το σηµαντικό πρόβληµα της παραοικονοµίας, το οποίο στρεβλώνει την κοινωνική πολιτική, αφού εµφανίζονται να δηλώνουν χαµηλά εισοδήµατα κλάδοι στους οποίους ενδηµεί η φοροδιαφυγή. Μάλιστα, πολλοί από όσους δεν δηλώνουν τα πραγµατικά τους εισοδήµατα εµφανίζονται ως δικαιούχοι των προγραµµάτων στήριξης της φτώχειας (π.χ. κοινωνικό εισόδηµα αλληλεγγύης, επίδοµα στέγασης κ.λπ.).

Το 70% των Ελλήνων θεωρεί ότι η πολιτεία δεν τους λαµβάνει υπόψη όταν σχεδιάζει τα κοινωνικά ωφελήµατα, όπως είναι τα επιδόµατα. Ο αντίστοιχος µέσος όρος στις 21 χώρες του ΟΟΣΑ είναι 61,1%. Στην Ελλάδα, µία από τις τρεις κορυφαίες ανησυχίες των πολιτών είναι το πώς θα τα βγάλουν πέρα µε τα καθηµερινά τους έξοδα. Ειδικότερα, σε ποσοστό 70,5% οι πολίτες θεωρούν τη δυσκολία να καλύψουν τις δαπάνες τους ως έναν από τους τρεις µεγαλύτερους βραχυπρόθεσµους (για τα επόµενα 1-2 χρόνια) κινδύνους για τους ίδιους ή τις οικογένειές τους. Το αντίστοιχο ποσοστό για τον µέσο όρο των χωρών του ΟΟΣΑ διαµορφώνεται στο 47,3%.

Οι δύο άλλοι µεγαλύτεροι βραχυπρόθεσµοι κίνδυνοι που αισθάνονται οι Ελληνες είναι η ασθένεια ή η αναπηρία τους (46,1%, έναντι 54% κατά µέσο όρο στις 21 χώρες) και η απώλεια της εργασίας τους (42,4%, έναντι µέσου όρου 35,5%). Ακολουθεί ο κίνδυνος από τη βία ή το έγκληµα (33%, έναντι µέσου όρου 34%). Πολύ χαµηλότερα είναι τα ποσοστά που αναφέρθηκαν για τον κίνδυνο ανεπαρκούς κατοικίας (20,3%, έναντι µέσου όρου 27,5%), πρόσβασης σε φροντίδα ή εκπαίδευση των παιδιών (28,2%, έναντι µέσου όρου 15,8%) και πρόσβασης σε µακροπρόθεσµη περίθαλψη (20,3%, έναντι 26,3%).

Η έρευνα του ΟΟΣΑ δείχνει ότι στην πλειονότητά τους οι πολίτες των περισσότερων χωρών που ρωτήθηκαν εµφανίζονται δυσαρεστηµένοι για τις δηµόσιες υπηρεσίες και τα κοινωνικά ωφελήµατα που τους παρέχονται. Θεωρούν όχι µόνο ότι είναι ανεπαρκή αλλά και ότι είναι δύσκολο να έχουν πρόσβαση σε αυτά.

ΟΟΣΑ