Πολιτική|12.01.2023 20:20

Συνεχίζονται οι βολές κατά Ντογιάκου μετά την παρέμβαση των συνταγματολόγων: Οι αιχμές του ΔΣΑ, τα πυρά της αντιπολίτευσης και η θέση της κυβέρνησης

Newsroom

Δεν έχουν τέλος οι αντιδράσεις για τη γνωμοδότηση του εισαγγελέα του Αρείου Πάγου Ισίδωρου Ντογιάκου για την ΑΔΑΕ, τόσο σε επιστημονικό, όσο και σε πολιτικό επίπεδο. Για δεύτερη ημέρα, επιστήμονεςφορείς και κόμματα βάλλουν κατά του εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, με την κυβέρνηση από την πλευρά της να απαντά πως δεν παρεμβαίνει στη δικαιοσύνη.

Πυρά από τον ΔΣΑ

Σε αυτό το πλαίσιο, ο ΔΣΑ σε αυστηρό ύφος, διαμήνυσε έπειτα από έκτακτη συνεδρίαση πως η γνωμοδότηση «δεν ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις του Συντάγματος» και έκανε λόγο για «επικοινωνιακή διαχείριση της υπόθεσης».

Συγκεκριμένα ο ΔΣΑ ανέφερε:

«1. Το ΔΣ του ΔΣΑ εκφράζει την απόλυτη και κατηγορηματική αντίθεσή του τόσο για την έκδοση όσο και για το περιεχόμενο της Αρ. 1/2023 Γνωμοδότησης του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου.

2. Το απόρρητο των επικοινωνιών, όπως κατοχυρώνεται στα άρθρα 19 του Συντάγματος και 8 της ΕΣΔΑ, αποτελεί θεμελιώδες ανθρώπινο δικαίωμα, άμεσα συνδεδεμένο και με τη λειτουργία του δημοκρατικού πολιτεύματος. Γι’ αυτό και, σε αντίθεση με άλλα ατομικά δικαιώματα, το Σύνταγμα το κατοχυρώνει ως «απόλυτα απαραβίαστο» και δεν αναφέρεται σε περιορισμούς ή εξαιρέσεις, παρά μόνο σε «εγγυήσεις» για την άρση του από τη «δικαστική αρχή» και αυτό μόνο «για λόγους εθνικής ασφάλειας» ή «για διακρίβωση ιδιαίτερα σοβαρών εγκλημάτων». Για το λόγο αυτό η προστασία του αποτελεί ύψιστη υποχρέωση της πολιτείας και δεσμεύει όλες τις κρατικές λειτουργίες.

3. Το δικηγορικό σώμα, κατά την κοινοβουλευτική διαδικασία θέσπισης του νεοπαγούς ν. 5002/2022, είχε επισημάνει ότι η σχετική νομοθετική πρωτοβουλία δεν ανταποκρίνεται ούτε στις απαιτήσεις του Συντάγματος και της ΕΣΔΑ, ούτε στις εύλογες προσδοκίες των δημοκρατικών πολιτών, καθώς απέβλεψε σχεδόν αποκλειστικά στην επικοινωνιακή διαχείριση της υπόθεσης της άρσης του απορρήτου των επικοινωνιών, χωρίς να αναβαθμίζει λυσιτελώς την παρεχόμενη έννομη προστασία.

Είναι χαρακτηριστικό ότι:

α) η υπό προϋποθέσεις ενημέρωση του θιγόμενου πολίτη μετά από τριετία δεν πληροί τις εγγυήσεις του Συντάγματος και της ΕΣΔΑ, ιδίως αν ληφθεί υπόψη ότι θα έχει προηγηθεί η καταστροφή του σχετικού υλικού (κατά κανόνα σε έξι μήνες μετά την παύση ισχύος της σχετικής εισαγγελικής διάταξης)·

β) είναι δυνατή στην πράξη η επ’ αόριστον άρση του απορρήτου με την επίκληση λόγων εθνικής ασφαλείας·

γ) αντί να ενισχύονται οι εποπτικές και ελεγκτικές αρμοδιότητες της ΑΔΑΕ, δημιουργείται έρεισμα αμφισβήτησής τους.

4. Η ρητή συνταγματική κατοχύρωση της ΑΔΑΕ ως ανεξάρτητης αρχής (άρθρο 19 παρ. 2 του Συντάγματος) με αποστολή τη διασφάλιση του «απολύτως απαραβίαστου» δικαιώματος απορρήτου των επικοινωνιών, έχει ως αυτόθροη κανονιστική συνέπεια, κατά σύμφωνη με το Σύνταγμα ερμηνεία των διατάξεων του νόμου -και όχι κατά σύμφωνη με τον νόμο ερμηνεία του Συντάγματος, όπως το επιχείρησε απροκάλυπτα ο γνωμοδοτών Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου- ότι :

α) καμία κρατική αρχή δεν μπορεί να παρεμποδίσει την ΑΔΑΕ κατά την άσκηση των αρμοδιοτήτων της με βάση τις διατάξεις του εκτελεστικού του Συντάγματος ν. 3115/2003, που περιλαμβάνουν και την ελεγκτική αρμοδιότητα της Αρχής επί τηλεπικοινωνιακών παρόχων·

β) ο κοινός νομοθέτης (όπως είναι ο νομοθέτης του ν. 5002/2022) δεν μπορεί να απαγορεύσει από την Αρχή να ασκεί τη συνταγματική αρμοδιότητά της, ούτε μπορεί να αφαιρέσει ουσιώδεις αρμοδιότητες που της έχουν ήδη απονεμηθεί,

γ) κανένα όργανο, μηδέ των δικαστικών εξαιρουμένων, δεν νομιμοποιείται να υπεισέρχεται στο έργο της ΑΔΑΕ και να την υποκαθιστά κατά την άσκηση των αρμοδιοτήτων της·

δ) κανένα κρατικό όργανο δεν μπορεί να ασκεί επ’ αυτής οιαδήποτε μορφή προληπτικού ελέγχου ή προληπτικής εποπτείας, καθώς η Αρχή υπόκειται αποκλειστικά και μόνο στον δικαστικό έλεγχο από τον αρμόδιο, κατά τους δικονομικούς κανόνες, δικαστικό σχηματισμό.

5. Η κατά το άρθρο 29 ν. 4938/2022 γνωμοδοτική αρμοδιότητα του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, τελεί υπό διττό περιορισμό:

α) τα σχετικά νομικά ζητήματα «δεν [πρέπει να] έχουν εισαχθεί στα δικαστήρια» και

β) το ζήτημα πρέπει να είναι «γενικότερο», επομένως, εξ ορισμού, να μην αφορά ατομικές περιπτώσεις.

Άλλωστε, μέχρι σήμερα, παγίως γινόταν δεκτό ότι η γνωμοδοτική αρμοδιότητα του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου συνίσταται στη διατύπωση της γνώμης του γενικώς και αφηρημένως ως προς την αμφιλεγόμενη έννοια διατάξεων νόμων επί ζητημάτων γενικότερου ενδιαφέροντος και πάντως όχι επί υποθέσεων επί των οποίων επελήφθησαν οι αρμόδιες δικαστικές και εισαγγελικές αρχές ή επί των θεμάτων που πρόκειται να απασχολήσουν τα δικαστήρια ή τα δικαστικά συμβούλια προς αποφυγή επηρεασμού της κρίσης τους ενόψει μάλιστα των προβλεπόμενων ενδίκων μέσων και βοηθημάτων» [βλ. Γνωμοδοτήσεις Εισαγγελέα ΑΠ 7/2022 (Αρ. Χριστόπουλος), 5/2022 (Αν . Δημητριάδου), 3/2022 (Δ. Παπαγεωργίου), 22/2021 (Αν. Δημητριάδου), 20/2021 (Λ. Σοφουλάκης), 15/2021 (Δ. Παπαδημητρίου ), 12/2020 (Λ. Σοφουλάκης ), 10/2018 (Δ. Παπαδημητρίου), 4/2014 (Χ. Βουρλιώτης)].

Πάγια επίσης θέση μέχρι σήμερα ήταν επίσης ότι ο Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου δεν γνωμοδοτεί επί ερωτημάτων που θέτουν ιδιώτες, και δη διάδικοι ή εν δυνάμει διάδικοι ή με οποιονδήποτε τρόπο εμπλεκόμενοι σε συναφή δικαστική διαδικασία [βλ. ενδεικτικά Γνωμοδότηση Εισαγγελέα ΑΠ 3/2022 ( Δ. Παπαδημητρίου) για εκκρεμή ποινική υπόθεση και 22/2021 (Αν. Δημητριάδου) για υπόθεση δεκτική ακυρωτικού ελέγχου ενώπιον του ΣτΕ].

6. Ο Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου με την Αρ. 1/2023 γνωμοδότησή του:

α) Παρεμβαίνει ανεπίτρεπτα (κατά παράβαση των άρθρων 19 και 101Α Συντ.) στην άσκηση της συνταγματικά και νομοθετικά κατοχυρωμένης ελεγκτικής αρμοδιότητας της ΑΑΔΕ καθώς γνωμοδοτεί ότι η Αρχή όχι μόνο αδυνατεί να αποφανθεί επί ατομικού αιτήματος ενημέρωσης του θιγομένου προ της παρέλευσης τριετίας από την επιβολή της άρσης, αλλά και να πραγματοποιήσει έλεγχο με σκοπό τη διαπίστωση παραβιάσεων της νομοθεσίας που καθιστούν επιβεβλημένη την επιβολή διοικητικών κυρώσεων, την ενημέρωση της Βουλής, αλλά και τη γνωστοποίηση στις αρμόδιες εισαγγελικές αρχές.

β) Επισημαίνει απειλητικά στα μέλη της ΑΔΑΕ τις προβλεπόμενες ποινικές κυρώσεις.

γ) Λαμβάνει θέση, κατά παράβαση του ν. 4938/2022, επί ατομικών περιπτώσεων, καθώς εκκρεμούν ενώπιον της Δικαιοσύνης και της ΑΑΔΕ καταγγελίες συγκεκριμένων προσώπων για παραβίαση των δικαιωμάτων τους, τη στιγμή μάλιστα που ο ίδιος ο γνωμοδοτών εσφαλμένα καθ’ ημάς αποδέχεται ότι οι διατάξεις του ν. 5022/2022 έχουν αναδρομική ισχύ και καταλαμβάνουν και τις άρσεις απορρήτου προ της 9.12.2022·

δ) Τοποθετείται επί ερωτήματος ιδιώτη, και δη ελεγχόμενου τηλεπικοινωνικού παρόχου, που πιθανώς καταστεί επ’ αφορμή του συγκεκριμένου ελέγχου διάδικος στο μέλλον·

ε) Παραβιάζει τη συνταγματικά κατοχυρωμένη αρχή της δικαστικής προστασίας των πολιτών (Συντ. 20 παρ. 1) και της δικαστικής ανεξαρτησίας (Συντ. 87), η οποία καταλαμβάνει και τους εισαγγελικούς λειτουργούς κατά την άσκηση των καθηκόντων τους (άρθρο 28 παρ. 4 ν. 4938/2022), καθώς έχουν υποβληθεί μηνυτήριες αναφορές θιγομένων από την άρση του απορρήτου προσώπων, οι οποίες βρίσκονται στο στάδιο της ποινικής προδικασίας, ενώ είναι πιθανό να δημιουργηθεί αντιδικία, υπαγόμενη στα διοικητικά δικαστήρια, μεταξύ της ΑΔΑΕ και του τηλεπικοινωνικού παρόχου, σε περίπτωση που η Αρχή επιβάλλει κυρώσεις σε αυτόν.

7. Ο Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου έχει νομική και ηθική υποχρέωση να συμβάλλει εκ της θέσεώς του στην πλήρη και ταχεία διερεύνηση όλων των καταγγελιών που έχουν υποβληθεί για παράνομες επισυνδέσεις πολιτών και για τη λειτουργία παράνομων κατασκοπευτικών λογισμικών.

8Οι αντισυνταγματικοί νόμοι δεν τυγχάνουν εφαρμογής και δεν δύνανται να θεραπευτούν με εισαγγελικές γνωμοδοτήσεις.

Ο ΔΣΑ ως θεματοφύλακας των δημοκρατικών ιδεωδών και υπερασπιστής των ατομικών και κοινωνικών δικαιωμάτων και ελευθεριών θα αντισταθεί αποφασιστικά σε κάθε προσπάθεια φαλκίδευσής τους.

Σε ζητήματα δημοκρατίας και κράτους δικαίου δεν χωρούν εκπτώσεις και συμψηφισμοί αλλά υπάρχει υποχρέωση απαρέγκλιτης τήρησης του Συντάγματος και της Ευρωπαϊκής δικαιϊκής τάξης.

Η Δημοκρατία σε αυτόν τον τόπο έχει βαθιές ρίζες και οι δικηγόροι έχουν ταχθεί να την υπηρετούν διαχρονικά και αταλάντευτα».

Βαρυσήμαντη παρέμβαση από 15 Συνταγματολόγους

Η τοποθέτηση του ΔΣΑ έρχεται σε συνέχεια της παρέμβασης 15 Συνταγματολόγων, που σχολιάζουν πως ο Εισαγγελέας του Αρείου Παγου, συγχέει αβασάνιστα το δικαίωμα ενημέρωσης των θιγομένων με την ελεγκτική αρμοδιότητα της ΑΔΑΕ ενώ τονίζουν πως η ελεγκτική αρμοδιότητα της ΑΔΑΕ απονέμεται σε αυτήν απευθείας από το Σύνταγμα.

«Η ΑΔΑΕ δεν έχει απλώς τη δυνατότητα αλλά την υποχρέωση να ελέγχει την ΕΥΠ, τους παρόχους και κάθε άλλον εμπλεκόμενο παράγοντα για το αν κάνουν καλά τη δουλειά τους», σημειώνουν χαρακτηριστικά οι 16 Συνταγματολόγοι που υπογράφουν την δήλωση.

Επίσης σχολιάζουν πως η έκδοση της ανωτέρω Γνωμοδότηση ήταν άτοπη, διότι, «όπως έχει αποφανθεί παλαιότερα η Εισαγγελία του Αρείου Πάγου».

«Για πιθανή άσκηση ποινικής δίωξης εναντίον, μεταξύ άλλων, και μελών της ΑΔΑΕ, ακόμη και για κατασκοπεία (άρθρο 148 ΠΚ). Επισημαίνουμε ότι η δύσκολα αποκρυπτόμενη αυτή απειλή δεν είναι σε καμιά περίπτωση ο προσήκων τρόπος για την υπέρβαση των διαφωνιών δύο άμεσων οργάνων του κράτους», τονίζουν

Σε αντίστοιχο μήκος κύματος κυμαίνεται και η νέα τοποθέτηση του Ευάγγελου Βενιζέλου, ο οποίος ζήτησε να ανακληθεί η γνωμοδότηση και επεσήμανε μιλώντας στο ραδιοφωνικό σταθμό «Παραπολιτικά», πως αυτή δεν έχει καμία ισχύ.

Στα ύψη η πολιτική αντιπαράθεση

Παράλληλα, σε εξέλιξη βρίσκεται και η πολιτική αντιπαράθεση για το θέμα με τον κυβερνητικό εκπρόσωπο Γιάννη Οικονόμου, να τονίζει πως «η κυβέρνηση δεν υπαγορεύει τις απόψεις και το ρόλο ούτε της Δικαιοσύνης ούτε των Ανεξάρτητων Αρχών. Δεν πολιτικοποιεί και δεν κομματικοποιεί το ρόλο τους».

Εξαπολύοντας τα πυρά του προς την αντιπολίτευση, υπογράμμισε «άλλοι είναι εκείνοι που πολιτικοποιούν τη λειτουργία προσεγγίζοντας πολύ τελευταία τις ανεξάρτητες αρχές. Οι ίδιοι που πολλές φορές κατά το παρελθόν, είχαν χαρακτηρίσει τις ανεξάρτητες αρχές μπούρδες και ισχυρίζονταν δημοσίως ότι πρέπει να επιστρέψουν σε πολιτικό έλεγχο».

Αυτοί, συνέχισε ο κ. Οικονόμου, «προσεγγίζοντας στενότατα κάποιες ανεξάρτητες αρχές, προσπαθούν να μας πείσουν ότι κόπτονται για την ανεξαρτησία τους».

Κατά τον ίδιο, πάντως, η κυβέρνησή είναι πόλος θεσμικότητας και επιμένει σταθερά στη θεσμική λειτουργία των αρχών. «Η αμφισβήτηση των νόμων, η παρότρυνση σε ανυπακοή, οι επιθέσεις στους εκπροσώπους της Δικαιοσύνης, πολλές φορές και στη Δικαιοσύνη την ίδια, οι θεατρινισμοί, οι μεγαλοστομίες, είναι επικίνδυνα μονοπάτια και καλό θα κάνουν, οι πολιτικοί κυρίως παράγοντες να αναλογιστούν σοβαρά τη στάση τους αυτήν», προσέθεσε.

Ο ΣΥΡΙΖΑ από την πλευρά του, διερωτήθηκε: «Αναγνωρίζει ο κ. Μητσοτάκης το συνταγματικό ρόλο της ΑΔΑΕ ή θα κρύψει τις ευθύνες του για τις υποκλοπές πίσω από την αντισυνταγματική γνωμοδότηση Ντογιάκου

«Εδώ και δύο ημέρες το σύνολο των νομικών επιστημόνων και συνταγματολόγων της χώρας έχουν αποδομήσει λέξη προς λέξη την πρωτοφανή γνωμοδότηση του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου κ. Ντογιάκου και το επιχειρούμενο μπλόκο στο έργο διερεύνησης του σκανδάλου των υποκλοπών από την κατά το Σύνταγμα μοναδική αρμόδια ΑΔΑΕ», επεσήμανε το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης και συνέχισε:

«Θα αποδεχθεί δημόσια ο κ. Μητσοτάκης ότι η ΑΔΑΕ έχει το συνταγματικά κατοχυρωμένο δικαίωμα να ερευνήσει ποιοι είχαν τεθεί υπό παρακολούθηση από την ΕΥΠ με πρόσχημα την «εθνική ασφάλεια» ή θα μείνει ως ένοχος, μόνος του με τον κ. Ντογιάκο να κρύβεται πίσω από μία βολική μεν, κατάφωρα αντισυνταγματική δε, γνωμοδότηση για να κρύψει τις ευθύνες του;»

Το ΠΑΣΟΚ τέλος, σημείωσε πως «η παρέμβαση των συνταγματολόγων αποτελεί ένα ηχηρό καμπανάκι για την υποβάθμιση του κράτους δικαίου στη χώρα». Όπως σημειώνει: «Πρόκειται για μια έκκληση που παραθέτει αυστηρά και αδιάσειστα επιστημονικά επιχειρήματαυπερβαίνει την κομματική συζήτηση και αποτελεί σαφέστατη μομφή προς όσους επιχειρούν να αποψιλώσουν τις ανεξάρτητες αρχές από τις συνταγματικές τους αρμοδιότητες υπηρετώντας ένα σχέδιο κατάληψης όλων των «αρμών της εξουσίας». 

Στην ίδια ανακοίνωση τονίζεται πως: «Το ΠΑΣΟΚ-Κίνημα Αλλαγής έχοντας συνείδηση των ευθυνών, που απορρέουν από το γεγονός ότι αποτελεί συνεχιστή και θεματοφύλακα των δημοκρατικών παραδόσεων του λαού και του τόπου, δεν πρόκειται να ανεχθεί την παραμικρή υποβάθμιση των δημοκρατικών θεσμών και των κατακτήσεων του κράτους δικαίου».

Και καταλήγει: «Ας μείνει επιτέλους κάτι όρθιο από την επέλαση του επιτελικού κράτους και της συμμαχίας των προθύμων, που με τις ευλογίες του Πρωθυπουργού λειτουργούν πλέον προδήλως αντισυνταγματικά».

ΌΛΕΣ ΟΙ ΕΙΔΗΣΕΙΣ

ΔΣΑΙσίδωρος ΝτογιάκοςΕΥΠΣΥΡΙΖΑΠΑΣΟΚπαρακολουθήσειςειδήσεις τώραΑΔΑΕ