Κόσμος|21.09.2019 09:21

Τα αυτογκόλ της Αργεντινής με διαιτητή το… ΔΝΤ - Αθεράπευτα υπερχρεωμένη

Ευάγγελος Χεκίμογλου

Η Αργεντινή είναι η 27η οικονομία στον κόσμο. Το ΑΕΠ της είναι ίσο με το ΑΕΠ της Ολλανδίας και τριπλάσιο από το ΑΕΠ της Ελλάδας. Ο πληθυσμός της ξεπερνά τα 45 εκατομμύρια, με ισχυρή αυξητική τάση, και η έκτασή της είναι τρεις φορές μεγαλύτερη από της Τουρκίας. Η οικονομία της βασίζεται στον αγροτικό τομέα και στη μεταποίηση των αγροτικών προϊόντων. Η εξάρτησή της από το εξωτερικό, σε ό,τι αφορά τις εισαγωγές και εξαγωγές, είναι περιορισμένη και το εμπορικό ισοζύγιο ισοσκελισμένο. Προσελκύει από το εξωτερικό άμεσες επενδύσεις αξιόλογου ύψους.

Η οικονομία της Αργεντινής πάσχει από τα αρνητικά στοιχεία που εκδηλώνονται σε χώρες όπου οι αγροτικές δομές αποδιαρθρώνονται, χωρίς ο αστικός τομέας να είναι σε θέση να απορροφήσει το πληθυσμιακό πλεόνασμα του αγροτικού. Βασικό χαρακτηριστικό της Αργεντινής είναι η φτώχεια μεγάλου μέρους του πληθυσμού. Υπολογίζονται σε έξι εκατομμύρια οι άποροι που βιοπορίζονται ως πλανόδιοι πωλητές ή ρακοσυλλέκτες.

Η «άτυπη» («μαύρη») εργασία είναι επίσης πολύ διαδεδομένη. Η κατάρρευση του 2001, όταν η χώρα διέκοψε τις πληρωμές του εξωτερικού χρέους και το νόμισμά της εκμηδενίστηκε συνδυάστηκε με διόγκωση των άπορων κοινωνικών στρωμάτων. Οι λεηλασίες καταστημάτων και η βία στους δρόμους ήταν καθημερινό φαινόμενο. Οι κεντροαριστερές κυβερνήσεις που είχαν την εξουσία μετά τη μεγάλη κρίση του 2001 καθιέρωσαν κοινωνικά επιδόματα για να αντιμετωπίσουν την εξαθλίωση, μειώνοντας το επίσημο ποσοστό της φτώχειας από 54% σε 26%.

Αλλο αρνητικό στοιχείο της χώρας είναι η δημοσιονομική και νομισματική ανισορροπία. Είναι επιβαρυμένη με τοκοχρεολύσια που η εξυπηρέτησή τους επηρεάζει αρνητικά το ισοζύγιο πληρωμών της. Από το 1956 έχει αναστείλει τις πληρωμές της και κατέφυγε στο ΔΝΤ οκτώ φορές. Τρίτος λόγος αστάθειας είναι η εξάρτηση της οικονομίας από τις αγροτικές εσοδείες και την εποχικότητά τους. Κακές εσοδείες οδηγούν σε μείωση των φορολογικών εσόδων, αυτή με τη σειρά της οδηγεί σε δημόσιο δανεισμό, η επίτευξη του οποίου συνδέεται με περιοριστικά δημοσιονομικά μέτρα, οπότε η ζήτηση μειώνεται και το ΑΕΠ συρρικνώνεται. Το 2015 το ΑΕΠ αυξήθηκε 2,7%, το 2016 μειώθηκε 2,1%, το 2017 αυξήθηκε 2,7%, το 2018 μειώθηκε 2,5%. Μείωση, μικρότερη σε μέγεθος, προβλέπεται και για το 2019.

Ένα πρόβλημα, δύο πολιτικές

Η πολιτική ζωή της χώρας περιστρέφεται γύρω από το οικονομικό της πρόβλημα. Δύο βασικές παρατάξεις, οι περονιστές και οι φιλελεύθεροι, εναλλάσσονται στην εξουσία. Οι περονιστές (Νέστωρ Κίρχνερ και η χήρα του Κριστίνα Φερνάντεζ ντε Κίρχνερ) κυβέρνησαν επί 12 χρόνια μετά την κατάρρευση του 2001. Στήριξαν την πολιτική τους στην καταπολέμηση της φτώχειας με επιδόματα στους απόρους. Προϋπόθεσή της πολιτικής τους ήταν να μην εξυπηρετούν το χρέος μιας κατηγορίας πιστωτών, οι οποίοι δεν δέχτηκαν το «κούρεμα» των οφειλών, και κατέφυγαν στα αμερικανικά δικαστήρια, που τους δικαίωσαν.

Τους περονιστές διαδέχτηκε ο φιλελεύθερος Μάκρι, που ακολούθησε τις κλασικές συνταγές: Απορρύθμιση των ωραρίων εργασίας, μείωση των εργοδοτικών ασφαλιστικών εισφορών, μείωση επιδομάτων ανεργίας και περικοπές συντάξεων, μέτρα που επέφεραν αύξηση του ποσοστού φτώχειας, μείωση των λιανικών πωλήσεων στα καταστήματα τροφίμων και μεγάλες λαϊκές κινητοποιήσεις. Επίσης, η κυβέρνησή του αποκατάστησε τις σχέσεις με τους πιστωτές του εξωτερικού και εξυπηρέτησε κανονικά το χρέος, με αποτέλεσμα να αυξηθούν οι άμεσες επενδύσεις. Ωστόσο, δεν κατόρθωσε με την πολιτική της να διατηρήσει το ισοζύγιο πληρωμών σε ισορροπία και αναγκάστηκε να καταφύγει για μια ακόμη φορά στο ΔΝΤ, λαμβάνοντας το μεγαλύτερο δάνειο που δόθηκε ποτέ (57 δισεκατομμύρια δολάρια) και εκτινάσσοντας το εξωτερικό χρέος από 27% το 2015 σε 60% περίπου.

Για να ανταποκριθεί στις αυξημένες υποχρεώσεις για την εξυπηρέτηση του χρέους, ο Μάκρι εφάρμοσε δημοσιονομικές περικοπές. Διέκοψε την επιδότηση των κρατικών επιδοτήσεων στις επιχειρήσεις κοινής ωφέλειας, με συνέπεια την αύξηση των τιμών και την άνοδο του πληθωρισμού, που στην τελευταία τριετία κλιμακώθηκε από 26% σε 40%. Τα πιο πρόσφατα κυβερνητικά μέτρα για την αντιμετώπιση του πληθωρισμού ήταν η μείωση της φορολογίας στους μισθούς και στα τρόφιμα, η θέσπιση ελέγχου στις τιμές και το πάγωμα των τοκοχρεολυσίων των ιδιωτικών δανείων.

Εκλογές

Οι αντίπαλοι του Μαουρίσιο Μάκρι και πιθανότεροι νικητές των εκλογών του Οκτωβρίου (Αλμπέρτο Φερνάντεζ και Κριστίνα Κίρχνερ, υποψήφιοι πρόεδρος και αντιπρόεδρος, αντίστοιχα) τον κατηγορούν ότι με την πολιτική του διαίρεσε την κοινωνία στους φτωχούς που ζουν σε παραγκουπόλεις με κοινωνικά επιδόματα και σε αυτούς που έχουν κανονική εργασία, ιατροφαρμακευτική περίθαλψη και σχολεία για τα παιδιά τους. Και όλα αυτά για να αυξηθούν τα κέρδη των επιχειρήσεων και να εξυπηρετείται με θρησκευτική ευλάβεια το χρέος.

Οι πραγματικές διαφορές στην πολιτική μεταξύ των δύο παρατάξεων δεν είναι μεγάλες. Η κυβέρνηση του Μάκρι, χωρίς να αρνείται τις υποχρεώσεις της χώρας, διατηρεί τα κοινωνικά επιδόματα και διαπραγματεύεται την επιμήκυνση των δανείων και την αναβολή των προθεσμιών πληρωμής, όπως θα έκαναν και οι αντίπαλοί της.

Βέβαια, ο διεθνής Τύπος επισημαίνει ότι η πιθανότητα επανόδου των περονιστών μετά τις εκλογές του Οκτωβρίου προκάλεσε αναταραχή στο χρηματιστήριο και έριξε την αξία του πέσο. Στην πραγματικότητα, σύμφωνα με έκθεση του ΔΝΤ -το οποίο είναι ικανοποιημένο με τις επιδόσεις της κυβέρνησης Μάκρι- η ανησυχία στις αγορές και η πληθωριστική πίεση είχαν εκδηλωθεί από τον Απρίλιο λόγω εποχικής ύφεσης. Ωστόσο, η αύξηση των επιτοκίων, η εισροή δολαρίων από την εξαγωγή εποχιακών προϊόντων και η δέσμευση της κεντρικής τράπεζας της Αργεντινής ότι θα παρέμβει για να υποστηρίξει το πέσο εκποιώντας δολάρια, σταθεροποίησε το νόμισμα της χώρας.

ΑργεντινήχρέοςΔΝΤ