Βιβλίο|30.01.2022 07:26

Πρωτοεμφανιζόμενοι συγγραφείς στη σύγχρονη ελληνική λογοτεχνία - Πολιτική, φεμινισμός και η σκοτεινή εκδοχή του Λούκυ Λουκ

Άγγελος Γεραιουδάκης

Ταλαντούχοι και πρωτοεμφανιζόμενοι συγγραφείς, με δημιουργική σκέψη και σύγχρονους προβληματισμούς. Τα τελευταία χρόνια, αναδύεται όλο και περισσότερο η ανάγκη του κόσμου για νέες φωνές και φρέσκα πρόσωπα στη λογοτεχνία. Η αγάπη και η ανταπόκριση για το βιβλίο «Μην πατάς ξυπόλυτη» της Αστερόπης Λαζαρίδου είναι μεγάλη. Ένα βιβλίο γραμμένο με χιούμορ και συγκίνηση, που μιλά στις καρδιές των γυναικών και στις ψυχές των ανδρών. Ένα υβριδικό, πολύτροπο αφήγημα, που επιβεβαιώνει πως, όταν αντιμετωπίζεις τη ζωή σαν ταινία, δεν πρόκειται να τη βαρεθείς ποτέ. Μια αυτοβιογραφία, μια βαθιά κατάθεση ψυχής που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Καστανιώτη. «Ήξερα ότι πρόκειται για ένα βιβλίο γραμμένο με θάρρος και αλήθεια, σε καμία περίπτωση όμως, δεν μπορούσα να προβλέψω το τι θα προκαλούσε σε τόσο κόσμο και μάλιστα σε τόσο διαφορετικές ηλικίες. Από 20χρονα κορίτσια μέχρι 80χρονες μαμάδες των φίλων μου. Αλλά και από άντρες -αυτό ήταν το μεγάλο μου στοίχημα-, να διαβαστεί και ν' αγαπηθεί και από εκείνους, καθώς δεν πίστεψα ποτέ σε ετικέτες όπως "γυναικεία λογοτεχνία". Τα μηνύματα - εξομολογήσεις που δέχτηκα από το αναγνωστικό κοινό, με γέμισαν και με γεμίζουν με απέραντη χαρά και συγκίνηση» λέει, χαρακτηριστικά, η ίδια στο ethnos.gr.

Όλα αυτά τα χρόνια, η δημοσιογράφος νόμιζε ότι είναι πολύ αλλόκοτη και ότι πολύ λίγοι άνθρωποι την καταλαβαίνουν. «Με το που μοιράστηκα όλα αυτά τα βιώματα, η παρέα ξαφνικά μεγάλωσε. "Τελικά, είμαστε πολλοί..." σκέφτομαι κάθε φορά που κάποιος μου γράφει πόσο ταυτίστηκε με το βιβλίο. Και μία κοινή παρατήρηση που έχει φτάσει δεκάδες φορές στο inbox μου: "Είναι σα να διαβάζω σελίδες από το προσωπικό μου ημερολόγιο. Στην αρχή το διάβαζα γρήγορα, αλλά τώρα το διαβάζω σιγά σιγά, γιατί δεν θέλω να τελειώσει". Χαρά και ευγνωμοσύνη λοιπόν, για το πώς και πόσο σφιχταγκαλιάστηκε το πρώτο μου βιβλίο».

Την Αστερόπη πάντα την ενδιαφέρει να γράφει όπως μιλάει. Απλά, κατανοητά, χωρίς βαρύγδουπες εκφράσεις. Όταν θέλει να περιγράψει κάτι, το κάνει μέσα από αισθήσεις και εικόνες. Τι θα συμβεί, λοιπόν, αν πατήσει κάποιος ξυπόλυτος; «Θα ματώσει, θα πονέσει, θα πάθει και θα μάθει. Τελικά, θα γειωθεί, θα στηριχθεί στις δικές του δυνάμεις και θα νιώσει πραγματικά ελεύθερος. Και όταν με το καλό βρει παπούτσια ακριβώς στο νούμερό του, θα τα φορέσει και θα πάει παραπέρα» απαντά. 

Παράλληλα, η Κατερίνα Λάκκα δούλευε πάνω στη Γαλάτεια από τον Οκτώβρη του 2013, αλλά ένιωθε πως δεν διέθετε τ' απαραίτητα θεωρητικά εργαλεία για να τη συνεχίσει και την έβαλε για χρόνια στο συρτάρι. Η τελική γραφή έγινε σε διάστημα τριών μηνών το φθινόπωρο του 2019. Το βιβλίο φαίνεται ν' αντικατοπτρίζει εμπειρίες της ίδιας της συγγραφέως κι επομένως είναι πολύ κοντά στα βιώματα μιας μερίδας της νεολαίας, που μάλλον απολίτικη ανησυχεί για τον έρωτα και τις σπουδές της, τις σχέσεις της με τους άλλους και τη ζωή σε μια διεθνοποιημένη κοινωνία. Όταν η Κατερίνα πήρε το αντίτυπο στα χέρια της από τις εκδόσεις Εστία, συγκινήθηκε κι αναρωτήθηκε πώς θα ερμηνευτεί το συνειδητά φεμινιστικό και πολιτικό του στοιχείο.

«Θέλησα ν’ ακολουθήσω την πορεία μιας νεαρής γυναίκας, της Γαλάτειας, η οποία νιώθει ανίσχυρη απέναντι στη φαινομενικά ιδιοφυή δίδυμη αδερφή της, ποζάρει για έναν ζωγράφο στην επαρχιακή γαλλική πόλη όπου σπουδάζει και καταπιέζει τις δικές της καλλιτεχνικές φιλοδοξίες. Τρεις συνθήκες μ’ επηρέασαν κατά τη συγγραφή. Πρώτη και βασικότερη, η πατριαρχία. Γυναίκες, θηλυκότητες, ΛΟΑΤΚΙΑ+ άτομα καλούμαστε να επιβιώσουμε σε μια καθημερινότητα σεξουαλικών παρενοχλήσεων, έμφυλης βίας, ομοφοβίας και τρανσοφοβίας, βιασμών και γυναικοκτονιών. Το ότι είμαστε ζωντανές και γράφουμε συχνά είναι αποτέλεσμα καθαρής τύχης. Δεύτερο, το αίσθημα παραίτησης και η "αριστερή μελαγχολία" που ακολούθησαν το δημοψήφισμα του 2015, η διαμόρφωση του πολιτικού τοπίου και οι μορφές της ταξικής πάλης. Τρίτη, η εικόνα της "μούσας" στην Τέχνη που εμπνέει τον δημιουργό και δίνεται παραδοσιακά σε γυναίκες και θηλυκότητες. Όμως, η δική μου ηρωίδα θέλει να γίνει η ίδια δημιουργός και να πάψει να είναι μούσα. Έτσι, ενώ υπάρχει το διακείμενο του μύθου του Πυγμαλίωνα και της Γαλάτειας στο μυθιστόρημα, είναι ιδωμένο από μία συνειδητά φεμινιστική σκοπιά» λέει.

Η Φιόρη Ζαφειροπούλου γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Αθήνα, δίπλα στη θάλασσα. Οι εμπειρίες που έζησε τα τελευταία χρόνια, οι εικόνες που είδε, τα λόγια που άκουσε ήρθαν και έδεσαν μέσα της σε μια ιστορία που έπρεπε να ειπωθεί. Μια ελπίδα ότι μπορεί έτσι ν' αφυπνίσει, να συμβάλλει προς μια αλλαγή τόσο ατομική του κάθε ενός μας, όσο και κοινωνική. Το καλοκαίρι του 2018, βρέθηκε απομονωμένη στο εξοχικό της πάνω στη θάλασσα, προσπαθώντας να εκφράσει όλα αυτά που έκαιγαν μέσα της, μέσω του Facebook. «Μία μέρα δέχτηκα ένα τηλεφώνημα από τον αδερφό μου που μου είπε: "Γράψε αυτά που έχει μέσα σου σε ένα βιβλίο". Ξεκίνησα να γράφω ασταμάτητα και μέσα σε 12 ημέρες έκλεισα την τελευταία σελίδα. Τελικά μου πήρε άλλο ένα χρόνο μέχρι να το ολοκληρώσω στη μορφή που έχει σήμερα» αποκαλύπτει για το πρώτο της μυθιστόρημα που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Κάκτος.

Η «Άχρονη Παραλία» είναι ένα βιβλίο ενδυνάμωσης του αναγνώστη με στόχο την πολυπόθητη ευτυχία. Έχει διάφορα επίπεδα ανάγνωσης, από την ψυχαγωγία, μέχρι την πνευματική αφύπνιση και την κοινωνική ενεργοποίηση. «Βασίζεται σε αληθινές ιστορίες που βίωσα εγώ στη πορεία μου μέχρι σήμερα. Πιστεύω ότι μια νέα συνειδητότητα γεννιέται που μας θέλει να ζούμε με έναν τελείως διαφορετικό τρόπο σε όλα τα επίπεδα σκέψης και ύπαρξης. Οφείλουμε να διεκδικήσουμε την ευτυχία μας μαχόμενοι τους δαίμονες μας, εξωτερικούς και εσωτερικούς. Οφείλουμε να παλέψουμε για το δικαίωμα κάθε συνανθρώπου μας να ζει ελεύθερος. Έχουμε το μεγαλύτερο αριθμό δούλων που είχαμε ποτέ στην ιστορία της ανθρωπότητας και ταυτόχρονα εμείς οι ευεργετημένοι πολίτες μαστιζόμαστε από τη μεγαλύτερη αρρώστια που λέγεται κατάθλιψη».

Όλοι οι πρωταγωνιστές της ιστορίας γεννήθηκαν κατά τη διάρκεια επαγγελματικών ταξιδιών της. «Νομίζω περισσότερο από τον τόπο έπαιξε ρόλο η παιχνιδιάρικη ελευθερία που νιώθεις όταν ταξιδεύεις. Νιώθεις μια αποσύνδεση από τη καθημερινότητα σου και από τους δεσμούς της. Φεύγεις από φορεμένους ρόλους και υποχρεώσεις εκπλήρωσης ψυχαναγκαστικών στόχων. Ανοίγεις στην ανακάλυψη τόσο προς τα έξω, όσο και μέσα σου. Εγώ πάντα όταν ταξιδεύω νιώθω σαν να ξανασυστήνομαι με τον εαυτό μου».

Η «Άχρονη Παραλία», επίσης, είναι ένα βιβλίο με κοινωνικό σκοπό, καθώς μέρος των εσόδων του βιβλίου δωρίζονται για την ένταξη γυναικών θυμάτων εμπορίας ανθρώπων και σε κίνδυνο εκμετάλλευσης στο Κοινωνικό Εργοστάσιο Μόδας. «Ζητώ από το κόσμο να γίνει εκείνος δωρητής του προγράμματος μας Wear Your Origins Award όπου τριάντα γυναίκες, ενδυναμώνονται να δημιουργήσουν τη δικές τους οικολογικές συλλογές μόδας, μιλώντας μέσα από το ρούχο για τις ιστορίες τους και τον τόπο προέλευσης τους» συμπληρώνει η Φιόρη Ζαφειροπούλου.

Η πανδημία στη ζωή μας

Οι «Μεσοτοιχίες» του Κωνσταντίνου Μούσσα από τις εκδόσεις Κέδρος έχουν έναν και μόνο σκοπό: να δείξουν την ταύτιση και την αλληλεπίδραση των ανθρώπινων υπάρξεων σαν ένα αδιαίρετο σύνολο. Η αφορμή και ως ένα βαθμό το θέμα του βιβλίου του, δεν ήταν άλλη από την πρωτόγνωρη κατάσταση της πανδημίας, του εγκλεισμού και των περιορισμών, που βιώσαμε και ως ένα βαθμό συνεχίζουμε να βιώνουμε όλοι. Ωστόσο, τα εννέα διηγήματα του βιβλίου δεν επικεντρώθηκαν σε αυτό το γεγονός. «Στις Μεσοτοιχίες επιχείρησα να συνδέσω εποχές, χώρες, ιστορικά γεγονότα και υπαρκτά ή μη πρόσωπα προσπαθώντας ακριβώς να δείξω αυτή τη μοναδική αλληλεπίδραση των ανθρώπινων υπάρξεων σαν ένα αδιαίρετο σύνολο. Έτσι, συναντάμε τον Τενεσί Ουίλλιαμς κάπου στους Αμπελόκηπους, την Πιάφ και την Τζαβέλα Βάργκας σε ένα προάστιο της Μαδρίτης, τον Κάφκα στο Κάιρο. Ταινίες, μουσικές, βιβλία που ξεχωρίζω και με διαμόρφωσαν. Την ιδέα -από την οποία προήλθε και ο τίτλος του βιβλίου- την οφείλω στην εξαιρετική ταινία του Αργεντίνου σκηνοθέτη Gustavο Tarreto, "Μεσοτοιχίες"» σημειώνει. 

Αυτή η συλλογή διηγημάτων, που αποτελεί την πρώτη του συγκροτημένη απόπειρα στον πεζό λόγο, ακολουθεί τη λεγόμενη σύντομη φόρμα. Οι εννέα ιστορίες εξελίσσονται και ολοκληρώνονται γρήγορα, ενώ η πλαστικότητα των ηρώων καθώς και οι περιγραφές των διαφόρων χωρών και εποχών, ακολουθούν σε μεγάλο βαθμό τους κανόνες της πύκνωσης, της «σφιχτής» αφήγησης και της απουσίας διαλόγων, στοιχεία τα οποία χρησιμοποιεί και στην ποίηση. «Έτσι προέκυψε ένα μικρό σε έκταση βιβλίο το οποίο ολοκληρώθηκε σε μερικούς μήνες. Οπωσδήποτε κάθε καινούργιο μου βιβλίο πυροδοτεί αυτήν την ακαθόριστη αδημονία του ταξιδιού που ακολουθεί και αφορά την επαφή με τους αναγνώστες, αλλά και τη μελαγχολία της ολοκλήρωσης μιας δύσκολης διαδρομής, η οποία περιλαμβάνει τη σύλληψη της κεντρικής ιδέας, τη συγγραφή, την επιμέλεια και τελικά την έκδοσή του».

Η Καλή Δοξιάδη γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Αθήνα. Το πρώτο της βιβλίο, γραμμένο στα αγγλικά, εκδόθηκε πριν από σαράντα τόσα χρόνια, όταν ήταν φοιτήτρια στην Αμερική. Ήταν μια μικρή ποιητική συλλογή με μυθικο-ελληνικό θέμα και τίτλο «Visions of the King». Ακολούθησε γράψιμο βιοποριστικό, πολιτική, ταλαιπωρίες, ευθύνες, μητρότητα, ένας αποτυχημένος γάμος και μία δεύτερη εξορία στην Αμερική. Μία μέρα άνοιξε τις εφημερίδες που της προμήθευαν φίλοι από την Πρεσβεία, αντίκρισε έναν νεαρό άντρα, που την κοίταζε ήρεμα, με μισόκλειστα μάτια. Ήταν νεκρός. Αυτό ήταν. Είχε γεννηθεί ο δικός της άγνωστος και μαζί του η δική της πρωταγωνίστρια που γρήγορα τον πλαισίωσε με ιστορία και ιστορίες.

Έγραφε ώρες κάθε μέρα και τα βράδια μελετούσε βιβλία που ζητούσε και της έστελναν από την Ελλάδα. Ωστόσο, μια απόπειρα να πάρει επαγγελματική συμβουλή ήταν μοιραία, και την έπεισε να τα παρατήσει. Το χειρόγραφο κλειδώθηκε στο συρτάρι κι εκείνη πεπεισμένη ότι δεν ήταν έτοιμη να γράψει ένα σωστό μυθιστόρημα, επέστρεψε στη δουλειά της, τον κήπο της, τις μαγειρικές της και τα αναγνώσματά της. Τρεις δεκαετίες αργότερα, η συγγραφέας βρέθηκε μόνη στο σπίτι που έχει στην Κέρκυρα και άρχισε να γράφει πάλι ελληνικά.

Στην περίοδο του lockdown, ξεκλείδωσε το συρτάρι και άρχισε να διαβάζει εκείνες τις παλιές σελίδες, συνειδητοποιώντας ότι τόσα χρόνια κουβαλούσε ασυναίσθητα μέσα της πρόσωπα και ιστορίες. «Ήθελα να γράψω για μια οικογένεια ελληνική με εξέλιξη παράλληλη με την ιστορία της Ελλάδας και να περιλάβω την Κέρκυρα που αγαπώ» αναφέρει η ίδια στο ethnos.gr για το πρώτο της μυθιστόρημα με τίτλο «Μια ιστορία μόνο: Το σπίτι στα βράχια» που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Μεταίχμιο και αποτελεί την αρχή μιας τριλογίας που θα σας συναρπάσει. 

Η συγγραφέας αφηγείται την ιστορία μιας οικογένειας, από την Κέρκυρα, την Κωνσταντινούπολη, τη Χίο και την Αλεξάνδρεια. Και μαζί με την ιστορία της Ανθής από τις σελίδες του βιβλίου περνά η ιστορία της Ελλάδας τους δύο τελευταίους αιώνες, μέσα από πολέμους και πολιτικές ανατροπές. «Διαβάζω ιστορία από παιδί, χωρίς εντατική μελέτη. Για ευχαρίστηση και από ενδιαφέρον. Γράφοντας, δεν ήθελα να δώσω εντύπωση έρευνας, αλλά απλής αφήγησης, για γεγονότα που έχω ακούσει, αλλά όχι μελετήσει και εξακριβώσει. Βέβαια ενσωμάτωσα δικές μου σκέψεις και δικά μου συναισθήματα, αλλά όχι στοιχεία ή γεγονότα από τη ζωή μου» καταλήγει. 

Ο Γαλαξίας στην τσέπη

Ο Γιώργος Μελιόπουλος κυκλοφόρησε, πρόσφατα, το πρώτο του μυθιστόρημα με τίτλο «Ο Γαλαξίας στην τσέπη» από τις εκδόσεις Αλεξάνδρεια. Η αρχική ιδέα για τον Αργύρη, τον κεντρικό ήρωα, «προέκυψε από την προσωπική ιστορία ενός φίλου, που και εκείνος βίωσε παρόμοιες καταστάσεις. Στο μυθιστόρημα, βέβαια, αυτές οι καταστάσεις είναι τραβηγμένες από τα μαλλιά, συν ότι υπάρχουν πολλά υπερρεαλιστικά στοιχεία που δεν περίμενα ότι θα προκύψουν» λέει. Πάντως, ο βασικός του στόχος πριν ξεκινήσει να το γράφει ήταν να πει μια ιστορία, «στην οποία ο κεντρικός ήρωας, παρά τις αντίξοες συνθήκες της ανατροφής του και παρά τα προβλήματα που συναντά, αποκτά τελικά τον έλεγχο της ζωής του, αναλαμβάνοντας την ευθύνη των όσων του συμβαίνουν. Δεν ήξερα αν όντως θα γινόταν αυτό στο τέλος της ιστορίας, αλλά αυτό με έκαιγε να πω» προσθέτει. 

Η πρώτη γραφή κράτησε περίπου έναν χρόνο και άλλους μερικούς μήνες η δεύτερη, που ήταν κυρίως μια διαδικασία αφαίρεσης. «Πέταξα, δηλαδή, όλα τα βαρετά ή αχρείαστα κομμάτια του πρώτου ντραφτ, καμιά πενηνταριά σελίδες. Όταν το πήρα τελικά στα χέρια μου, ένιωσα μία ανακούφιση που τελείωσε το πρώτο μου πρότζεκτ, οπότε μπορούσα να προχωρήσω με καθαρό κεφάλι στο επόμενο. Με τα καλά του, με τα στραβά του, αυτό είναι τώρα, είπα. Επίσης, ένιωσα, όσο να ‘ναι, περηφάνια και ικανοποίηση που απέκτησε υλική υπόσταση κάτι που υπήρχε αρχικά μόνο στο μυαλό μου».

Ο Γιώργος έβλεπε εξ αρχής τη συγγραφή ως μια διαδικασία αυτο-ψυχανάλυσης, «οπότε το να διακρίνω καλύτερα κάποιες πτυχές του εαυτού μου μέσω αυτής, ήταν και είναι για μένα ένας στόχος. Δεν ξέρω, τώρα, αν τις πτυχές αυτές τις εντοπίζω για πρώτη φορά καθώς γράφω, σίγουρα όμως, γράφοντας, τις εξερευνώ περισσότερο. Άλλες φορές, πάλι, συνειδητοποιώ ότι οι αλήθειες στις οποίες φτάνουν οι χαρακτήρες μου, είναι στην ουσία δικές μου αλήθειες, που μέχρι τότε δεν έβλεπα. Για εξηγήσω τί θέλω να πω, ας δώσω ένα παράδειγμα» υπογραμμίζει. Σε ένα σημείο του βιβλίου του ο κεντρικός ήρωας πετυχαίνει κάτι, το οποίο θα έπρεπε να τον κάνει να χαίρεται ή, τουλάχιστον, να βλέπει με αισιοδοξία το μέλλον. Αντί γι’ αυτό, ο ίδιος αυτοσαμποτάρεται, καταστρέφοντας τελικά αυτό που έχτισε. «Για πολύ καιρό προβληματιζόμουν πάνω σε αυτό το κομμάτι. Δεν μπορούσα να βρω ένα ξεκάθαρο κίνητρο πίσω από αυτή τη συμπεριφορά, αλλά ήξερα ότι υπήρχε αλήθεια μέσα της. Σε κάποια φάση κατάλαβα ότι αυτό το μοτίβο συμπεριφοράς μου ήταν τόσο οικείο, γιατί το υιοθετούσα και εγώ ο ίδιος, συνειδητοποιώντας ταυτόχρονα ότι, τόσο ο ήρωας μου, όσο κι εγώ, επιλέγαμε τη γνώριμη τακτική του αυτο-σαμποτάζ, από το ρίσκο μιας ενδεχόμενης αποτυχίας. Ε, με βάση αυτή την οπτική, όταν οι ήρωές σου ξεπερνούν κάποιο ψυχολογικό ή άλλο εμπόδιο, νιώθεις ότι συμβολικά το ξεπερνάς κι εσύ μαζί τους».  

Το θηρίο βγήκε βόλτα

Από τις εκδόσεις Καστανιώτη, επίσης, κυκλοφορεί το βιβλίο της Μαρίλης Μαργωμένου, με τίτλο «Το θηρίο βγήκε βόλτα». Η δημοσιογράφος και συγγραφέας ανοίγει την πύλη μιας φυλακής και μας εισάγει στον κόσμο των κρατουμένων. Αφορμή η καταδίκη ενός δημοσιογράφου που έχει σκοτώσει κάποιον κατά λάθος και πρέπει πλέον να συνεχίσει τη ζωή του έγκλειστος. «Μερικά πράγματα, είναι να μην τα ξεκινήσεις. Εγώ έκανα το λάθος ν’ αρχίσω να γράφω την ιστορία και πριν καλά - καλά το καταλάβω, οι χαρακτήρες απέκτησαν δική τους βούληση, άρχισαν ν’ αυτονομούνται, να κάνουν πράγματα που δεν είχα σχεδιάσει καθόλου - οπότε μ’ έπιασε περιέργεια, να δω που θα το πάνε. Την έπαθα περίπου όπως με κάτι ταινίες στο σινεμά, που στο πρώτο μισάωρο όλο λες να σηκωθείς να φύγεις, αλλά θέλεις κιόλας να δεις τι θα γίνει παρακάτω, και κάποια στιγμή εκεί που κάνει το έργο διάλειμμα έχεις πια πορωθεί τόσο πολύ, που ούτε στο κυλικείο για ποπ κορν δεν πας, μη μπλέξεις στην ουρά κι αρχίσει το έργο και χάσεις καμιά σκηνή» σημειώνει.

Πίσω απ’ τα κάγκελα, όμως, οι κανόνες αλλάζουν. Ο δημοσιογράφος Βύρων Σερέτης συνειδητοποιεί ότι στο Βόθωνα το να έχεις διαπράξει φόνο είναι ατού – αρκεί να μην ξέρει κανείς πως τον έκανες κατά λάθος. «Διαβάζοντας κάποιος το βιβλίο μου, θα 'θελα ιδανικά να πέσει σε βαθιά δυστυχία που τελείωσε η ιστορία, να νιώθει φριχτή μοναξιά χωρίς τους ήρωες, και αν γίνεται, για καμιά εβδομάδα να τους σκέφτεται κάθε βράδυ πριν κοιμηθεί!» λέει χαριτολογώντας και συμπληρώνει: «Αλλά εντάξει, ίσως και να συμβιβαζόμουν αν απλώς ένιωθε πως πέρασε καλά με το "Θηρίο" και δε σπατάλησε το χρόνο του. Αν είναι να του μείνει κάτι απ’ την ανάγνωση, θα 'θελα να ΄ναι αυτή η αίσθηση πως, αφού μοιάζει τόσο εύκολο στο χαρτί ένας χαρακτήρας ν’ αλλάξει τόσο δραστικά τη μοίρα του, ίσως και στην πραγματική ζωή να γίνεται αν αποφασίσει κανείς να το προσπαθήσει πραγματικά».

Ανθεί η αστυνομική λογοτεχνία στην Ελλάδα

Ο Χάρης Καραθύµιος γεννήθηκε στην Αθήνα, μεγάλωσε στη Λήµνο και η καταγωγή του είναι από το Καλλίθηρο Καρδίτσας. Αφορμή για να γράψει το πρώτο του βιβλίο ήταν η τριβή του με τα αστυνομικά μυθιστορήματα ως αναγνώστης. «Διαβάζοντας σχεδόν μία ιστορία την εβδομάδα, ένιωσα την ανάγκη να γράψω το δικό μου βιβλίο, με το σκεπτικό ν' αποτυπώσω αυτό που θα ήθελα να διαβάσω. Η ιδέα υπήρχε στο μυαλό μου από τα παιδικά μου χρόνια, από τότε που διάβαζα μανιωδώς τα κόμικς του Morris. Ο ιδιωτικός ερευνητής Γαβριήλ Γάκος, ο πρωταγωνιστής του βιβλίου, είναι η σκοτεινή εκδοχή του Λούκυ Λουκ» δηλώνει ο νεαρός συγγραφέας.

Σύμφωνα με τον ίδιο, η αστυνομική λογοτεχνία είναι ένα από τα δυσκολότερα είδη -αν όχι το δυσκολότερο- στο οποίο δεν συγχωρούνται λάθη. Επιπλέον, τα σύγχρονα αστυνομικά μυθιστορήματα δεν περιορίζονται μόνο στην επίλυση του μυστηρίου και σε αστυνομικές διαδικασίες και γραφειοκρατίες, αλλά έχουν έντονη κοινωνική διάσταση. Ο «Σκορπιός», ο οποίος κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Λιβάνης, επικεντρώνεται στον θάνατο ενός δεκαεφτάχρονου που έρχεται ν' αναστατώσει τη ζωή ενός ορεινού χωριού. Οι κάτοικοι εύκολα θα πιστέψουν ότι µια οντότητα που πλανιέται στο δάσος είναι η υπεύθυνη. Θεωρούν ότι το χωριό τους είναι στοιχειωμένο εδώ και πολλά χρόνια. Οι έρευνες θα ενταθούν όταν ο πατέρας δέχεται ένα τηλεφώνημα και ακούει τη φωνή του νεκρού παιδιού του. 

Ο Χάρης επέλεξε να δώσει τον συγκεκριμένο τίτλο στο βιβλίο του καθώς «ο Σκορπιός συμβολίζει τον κίνδυνο και τον θάνατο. Αντικατοπτρίζει τον φόβο για μία υπαρκτή απειλή ή για κάτι το μεταφυσικό, τον κίνδυνο που διατρέχει ένας άνθρωπος από τους συνανθρώπους του, αλλά και τον κίνδυνο που ελλοχεύει στον ίδιο του τον εαυτό. Ο Γαβριήλ Γάκος έρχεται αντιμέτωπος με όλα τα παραπάνω».

Συγγραφέας ετών 23

Κλείνοντας το άρθρο, δεν γινόταν να μην συμπεριλάβω το βιβλίο «Βορράς», το οποίο είναι μια ιστορία ενηλικίωσης. Σ' εννιά μέρες ένας κομήτης θα πέσει στη Γη, θ' απελευθερώσει τοξίνες που θα προκαλέσουν το πάγωμα των συναισθημάτων, κάνοντας τους ανθρώπους να αισθάνονται για το υπόλοιπο της ζωής τους όπως αισθάνονταν τη στιγμή της σύγκρουσης. Ο Αλέξανδρος, ο πρωταγωνιστής της ιστορίας, έχει μόνο εννιά μέρες να βρει την ευτυχία για να μπορέσει να τη διατηρήσει για πάντα. «Η ιδέα μου ήρθε ξαφνικά, χωρίς καμία προειδοποίηση. Η αφορμή όμως ήταν πολύ ισχυρή: Το ζήτημα της ευτυχίας μπορεί να είναι διαχρονικό και πανανθρώπινο, όμως στη δική μου γενιά ένιωθα και νιώθω πως πάλλεται πιο έντονα. Οι ανησυχίες μας είναι γιγάντιες, πώς θα τα καταφέρουμε εμείς, πώς θα τα καταφέρει ο κόσμος, πώς θα τα καταφέρει ο πλανήτης μας, απ' όλες τις πιθανές διαδρομές σε ποια πρέπει να στρίψουμε για να βρούμε την ευτυχία, κι απ' όλες τις σαθρές δομές πάνω στις οποίες μεγαλώσαμε, ποιες και πόσες πρέπει να γκρεμίσουμε για να είμαστε καλά; Η ανάγκη για απαντήσεις ή έστω για τις σωστές ερωτήσεις, ήταν τεράστια, και κάπως έτσι γεννήθηκε απ' το τίποτα η ιδέα του κομήτη που παγώνει τα συναισθήματα των ανθρώπων» ομολογεί ο Φοίβος Οικονομίδης για το πρώτο του βιβλίο, το οποίο έγραψε σε ηλικία 23 ετών. 

Ο νεότερος συγγραφέας των εκδόσεων της Εστίας καταγράφει μέσα από το μυθιστόρημά του, την έννοια της ευτυχίας. Μέσα από ένα δυστοπικό σενάριο περιγράφει την πόλη και χτίζει πολύ έξυπνα την αντίληψη ενός νέου απέναντι στην ευτυχία σήμερα, το πώς την αντιλαμβάνεται, το πού την ψάχνει και τα συναισθήματα που τον πνίγουν όταν αναγνωρίζει την απουσία της. «Το κυνήγι της ευτυχίας πράγματι ήταν, είναι και θα είναι μόνιμο και (μάλλον) ατέρμονο, όμως έπρεπε κάπως να το φέρω στα δεδομένα της γενιάς μου, στα δικά μας μέτρα, γιατί μεγαλώνουμε σε πολύ παράξενες και δύσκολες εποχές και το χρειαζόμαστε - ή έστω, το χρειάζομαι εγώ. Μια πυξίδα προς την ευτυχία, έναν "Βορρά". Μεγαλώνοντας, συνειδητοποιώ ότι πολλά πράγματα με κάνουν χαρούμενο. Πολλά, απλά και σύνθετα, τεράστια και μικρά. Το στοίχημα είναι να είμαι εκεί όταν αυτά μου δίνονται».

Σύμφωνα με τον Φοίβο, η επικοινωνία και η συνεργασία που είχε με τις εκδόσεις Εστία ήταν και είναι εξαιρετικές. «Νομίζω πως η Εστία, μεγάλος και ιστορικός, στέκεται εντυπωσιακά κοντά στους νέους δημιουργούς και συναισθάνεται με άνεση τον μοντέρνο παλμό. Όσο για εμένα, κάθε μέρα δυσκολεύομαι να το πιστέψω. Με τιμάει σ' έναν βαθμό τόσο μεγάλο που είναι δυσθεώρητος και εύχομαι να καταφέρω ν' ανταποδώσω την τιμή» καταλήγει.  

εκδόσειςΕστίασυγγραφέαςπανδημίαΚαστανιώτηςΑλεξάνδρειαΚέδροςΜεταίχμιοΛιβάνηςΚάκτος