Σινεμά|07.03.2023 11:30

O Willem Dafoe στην Αθήνα: «Αν έχεις βιώσει τον φόβο και έχεις επιβιώσει, έχεις πάρει ένα πολύτιμο μάθημα»

Μαίρη Τσίνου
Σετ φωτογραφιών, σύρετε προς τα αριστερά
NDP photo
ethnos.gr
ethnos.gr
ethnos.gr
ethnos.gr
NDP photo
NDP photo

Ο σταρ του Χόλιγουντ Γουίλεμ Νταφόε (Willem Dafoe) βρέθηκε στην Αθήνα στα πλαίσια της προώθησης της νέας του ταινίας «Inside» του Έλληνα σκηνοθέτη Βασίλη Κατσούπη. Το «Ιnside» έκανε παγκόσμια πρεμιέρα στο Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου του Βερολίνου 2023, στις 20 Φεβρουαρίου 2023. Θα κυκλοφορήσει στη χώρα μας την Πέμπτη 9 Μαρτίου από την Tulip με παραγωγό τον Γιώργο Καρναβά της Heretic έχοντας ήδη αποσπάσει εγκωμιαστικές κριτικές.

Η ταινία αφηγείται την ιστορία του Nemo (Willem Dafoe), ενός ληστή έργων τέχνης που έχει παγιδευτεί σε ένα ρετιρέ στη Νέα Υόρκη, αφού η ληστεία δεν εξελίχθηκε όπως είχε σχεδιαστεί. Όταν το υψηλής τεχνολογίας σύστημα ασφαλείας δεν μπορεί πλέον να αφοπλιστεί, η παγίδα κλειδώνει. Ο Nemo αναζητά διέξοδο, αλλά η βλάβη στο ιδιαίτερα ευφυές σύστημα κάνει τα πράγματα ακόμη χειρότερα.

Κλειδωμένος μέσα σε ένα σπίτι, όπου το μόνο που υπάρχει είναι ανεκτίμητα έργα τέχνης, καλείται να χρησιμοποιήσει όλη την πονηριά και την επινοητικότητά του για να επιβιώσει. Είναι άγνωστο πόσος χρόνος θα χρειαστεί για να βρει κάποιος τον Nemo, δεδομένου ότι η ομάδα του τον εγκατέλειψε όταν συνειδητοποίησε ότι η αποστολή δεν θα πετύχει. Παγιδευμένος σ’ ένα χρυσό κλουβί, ο ήρωάς αγγίζει τα φυσικά και συναισθηματικά του όρια, ενώ καλείται να επιστρατεύσει όλη την οξυδέρκεια και την εφευρετικότητά του. Η ακραία απομόνωση που πρέπει να υπομείνει γίνεται το κεντρικό σημείο της αφήγησης, διερευνώντας πώς ο διαρρήκτης βρίσκει τρόπο να επιβιώσει κλειδωμένος για τόσο πολύ καιρό, χωρίς να έχει κάποιον να επικοινωνήσει.

Ως μια ιστορία με γνώμονα τον χαρακτήρα, όλο το βάρος της πλοκής πέφτει στον Νταφόε, δίνοντας στον ηθοποιό ελευθερία στην ερμηνεία που θέλει να δώσει. Ο ηθοποιός μίλησε μαζί με τον σκηνοθέτη Βασίλη Κατσούπη και τον παραγωγό Γιώργο Καρναβά στη συνέντευξη Τύπου που πραγματοποιήθηκε τη Δευτέρα 6 Μαρτίου στο Ωδείο Αθηνών, της οποίας τον συντονισμό ανέλαβε ο Θοδωρής Κουτσογιαννόπουλος.

«Eντυπωσιάστηκα από την απλότητα της κεντρικής ιδέας του Βασίλη, την έξυπνη σύνδεση του design και της αρχιτεκτονικής με το στόρι και κυρίως από το πολλά υποσχόμενο σενάριο» είπε ο Νταφόε, ο οποίος ανέφερε επίσης ότι κάθε ρόλο του τον προσεγγίζει με διαφορετικό τρόπο και δεν ακολουθεί συγκεκριμένη μέθοδο, αφού του αρέσει να περπατά «στο σκοτάδι».

Ο Νταφόε αναφέρθηκε στο πώς ο χαρακτήρας του Nemo αλλά και κάθε ρόλου που καλείται να ερμηνεύσει γίνεται κομμάτι του εαυτού του: «Το κοινό που υπάρχει σε όλους τους ρόλους είναι η υπακοή σε κάποιους κανόνες. Ο χαρακτήρας αναπόφευκτα μπαίνει μέσα σου και βρίσκεται εκεί ακόμη κι όταν η κάμερα δεν λειτουργεί για να τον βγάλει προς τα έξω. Εδώ, για παράδειγμα, το γύρισμα ήταν έξι εβδομάδες. Σε αυτό το διάστημα δεν είχα καμία άλλη ζωή, οπότε αυτή, η επινοημένη, αρχίζει και σε καταλαμβάνει. Οχι βεβιασμένα αλλά με φυσικότητα. Επίσης από την αρχή αποφασίσαμε ότι το σενάριο θα γυριστεί με χρονολογική σειρά, οπότε δεν θα χρειαζόμασταν περούκες, ψεύτικα μούσια κ.τ.λ. για να δείξουμε το πέρασμα του χρόνου. Κυριολεκτικά ζούσα μέρα με τη μέρα μαζί του. Το σώμα μου ήταν αυτό που μας έλεγε πόσο καιρό αυτός ο τύπος ήταν εκεί μέσα: τα νύχια, τα μαλλιά, τα γένια μου».

«Το γεγονός ότι από ένα σημείο και έπειτα δημιουργεί κι εκείνος τη δική του τέχνη, αλληλεπιδρώντας με όσα βρίσκονται γύρω του, νομίζω ότι είναι και αυτό που τον σώζει, ανεξάρτητα από την αμφίσημη κατάληξη του φιλμ. Ουσιαστικά αναγκάστηκε να αντιμετωπίσει τον εαυτό του. Μου αρέσει πολύ αυτή η ιδέα, και ο τρόπος με τον οποίο προωθεί την ιστορία. Με ενοχλεί όταν κάποιοι υποστηρίζουν ότι τελικά τρελάθηκε. Δεν τρελάθηκε, πήγε απλώς προς τα μέσα –«Inside», όπως λέει και ο τίτλος–, κάτι που πιθανότατα δεν είχε δοκιμάσει ποτέ στο παρελθόν», ανέφερε ο Αμερικανός ηθοποιός συμπληρώνοντας ότι «δεν χρειάζεται πάντα να ξέρεις πού πηγαίνεις, χρειάζεται μόνο να γνωρίζεις το είδος του χαρακτήρα που καλείσαι να εξερευνήσεις».

«Ο φόβος είναι κάτι αστείο. Αν έχεις βιώσει τον φόβο και έχεις επιβιώσει και δεν σε έχει καταστρέψει, έχεις πάρει από αυτό ένα πολύτιμο μάθημα - και αυτό το βρίσκω εξαιρετικό. Αντιθέτως, δεν βρίσκω κάτι πιο τρομακτικό από τη βεβαιότητα και αυτή προσπαθώ, κάθε φορά να αποφύγω, πηγαίνοντας προς κάτι που μπορεί να είναι εν μέρει ορατό αλλά μπορεί να μου αποκαλύπτει πλευρές που με κάνουν να νιώθω βεβαιότητα και άλλες που μου αφήνουν ένα ποσοστό ανασφάλειας που χρειάζεται ώστε να μπορώ να κινητοποιούμαι. Είναι υπέροχο, με άλλα λόγια, να νιώθεις ότι σταδιακά αρχίζουν να αποκαλύπτονται οι πτυχές αυτού που δημιουργείται, ότι αναδεικνύεται σιγά σιγά και να χτίζεται η επικοινωνία. Και αυτή η ταινία φτιάχτηκε στα γυρίσματα. Αυτή είναι η μορφή της και πρέπει να είναι, σε μεγάλο βαθμό, διαπεραστική ώστε να μπορούν να ταυτίζονται μαζί της οι άνθρωποι και να εντοπίζουν τις πλευρές και τις αφηγήσεις που έχουν ανάγκη. Κάτι αντίστοιχο συμβαίνει και με τα έργα τέχνης, τα οποία εμφανίζονται στην ταινία και μοιάζουν να κάνουν έναν διάλογο μεταξύ τους και να αποκτούν τη δική τους αξία. Και αυτό πιστεύω ότι είναι το πιο συναρπαστικό από όλα», ανέφερε ο Νταφόε.

«Ο μόνος φόβος που έχω ως ηθοποιός είναι μήπως μια ταινία τελικά αποβεί κακή» είπε. «Από την στιγμή όμως που ξέρω για ποιους λόγους παίζω σε μια ταινία είμαι ήσυχος με την συνείδησή μου. Προσπαθώ απλά να είμαι χαρούμενος όταν κάνω μια ταινία», κατέληξε ο ηθοποιός.

Ο Έλληνας σκηνοθέτης Βασίλης Κατσούπης κάνει το ντεμπούτο του στη μυθοπλασία

Ο Βασίλης Κατσούπης κάνει το ντεμπούτο του σε ταινία μυθοπλασίας, δουλεύοντας πάνω στο σενάριο με τον Βρετανό σεναριογράφο Μπεν Χόπκινς. Μετά τον Θόδωρο Αγγελόπουλο («H σκόνη του χρόνου») και τον Γιώργο Λάνθιμο (στο «Poor Things», στο οποίο πρωταγωνιστεί με την Έμα Στόουν), ο Βασίλης Κατσούπης προστίθεται στους Έλληνες σκηνοθέτες με τους οποίους ο Νταφόε έχει συνεργαστεί. «Οποτε καποιος με καλέσει στην Ελλάδα θα έρθω» είπε ο ηθοποιός τονίζοντας τους δεσμούς του με την χώρα μας που «ήταν πάντα ισχυροί. Η Ελλάδα είναι μια χώρα που εκτιμώ απεριόριστα».

Ο Βασίλης Κατσούπης μίλησε για τη δημιουργία ενός κλειστοφοβικού ψυχολογικού θρίλερ με έναν ιδιαίτερο «Ροβινσώνα Κρούσο» στο κέντρο του Μανχάταν, ιδέα που εμπνεύστηκε από ένα ταξίδι του στη Νέα Υόρκη όπου αναρωτήθηκε «πώς θα ήταν να ζει κανείς σε ένα τόσο ψηλό κτίριο, να μπορεί να δει τα πάντα και κανείς να μην μπορεί να τον δει».  «Αυτό που είχα στο μυαλό μου ήταν μια κεντρική ιδέα και ένα συγκεκριμένο χρονοδιάγραμμα: κατάλαβα ότι έχουμε πλέον ομάδα, όταν ο Καρναβάς συζήτησε με τον Μπεν Χόπκινς και δέχτηκε να γράψει το σενάριο. Δουλεύαμε και οι τρεις την κεντρική ιδέα, συζητούσαμε το σενάριο και στις τελευταίες εκδοχές προστέθηκε και ο Γουίλεμ, ο οποίος έκανε τις δικές του παρατηρήσεις. Σίγουρα, πάντως, δύσκολα μπορούσα να πιστέψω, προτού γίνουν όλα αυτά, ότι η ταινία θα μπορούσε αυτή να γίνει, με αυτούς τους όρους και με τον Γουίλεμ Νταφόε πρωταγωνιστή», ανέφερε ο σκηνοθέτης.

Όπως εξήγησε ο παραγωγός, όταν ο Κατσούπης του είπε την ιδέα, εκείνος ενθουσιάστηκε αλλά καταλάβαινε ότι «είναι δύσκολο στην Ελλάδα να γίνει μια τόσο μεγάλη και φιλόδοξη παραγωγή με στοιχεία θρίλερ, ένα σινεμά έξω από τα πλαίσια μιας art house ταινίας με μεγάλες απαιτήσεις που δεν είχαμε κάνει προηγουμένως. Ωστόσο, επειδή ξέραμε ότι ο Νταφόε θα ήταν ιδανικός για τον ρόλο, προσπαθήσαμε να επικοινωνήσουμε μαζί του και να τον προσεγγίσουμε μέσω του executive producer Τζιμ Σταρκ, με τον οποίο είχαμε συνεργαστεί σε μια Τουρκική ταινία της Heretic, την “Αναγγελία”. Έτσι τον βρήκε και του έδωσε ένα πρώτο προσχέδιο, όταν τον βρήκε στη Βενετία, στο Φεστιβάλ το 2018».

Κανείς από τους δυο, ούτε ο σκηνοθέτης, ούτε ο παραγωγός του «Inside» δεν μπορούσε να πιστέψει ότι ο ηθοποιός, όχι μόνο θα διάβαζε σε δέκα ημέρες- όπως χαρακτηριστικά είπαν- το προσχέδιο, αλλά ότι θα τους απαντούσε ότι ενδιαφέρεται.  Ο Νταφόε σχολίασε τη συνέργασία του με τον Κατσούπη: «Μοιάζει τόσο ευγενικός και ευαίσθητος, όμως πρέπει να σας πω ότι ήταν αρκετά σκληρός στο σετ. Βασικά ήταν πολύ ευθύς και ξεκάθαρος, το είδος δηλαδή του συνεργάτη που θέλεις να έχεις», ανέφερε, ενώ ο Βασίλης Κατσούπης σημείωσε: «Το τρομερό είναι ότι με τον Γουίλεμ σχεδόν κάθε σκηνή την είχαμε από την πρώτη λήψη. Αυτό είναι λίγο αμήχανο για τον σκηνοθέτη, όμως μας έδωσε χρόνο να δοκιμάσουμε και άλλα πράγματα. Επεφταν ιδέες στο τραπέζι κι εκείνος δεν είπε ποτέ όχι».

«Είναι τρομερή η ενέργεια και η υποστήριξη που ένιωσα από τον κόσμο που αγκάλιασε με ιδιαίτερη θέρμη το πρότζεκτ. Όταν γυρίζαμε την ταινία ήμασταν πραγματικά όλοι στο ίδιο μήκος κύματος και εισέπραττα θετική ενέργεια από όλους. Άλλωστε όλοι συνέβαλαν στο πρότζεκτ με τις δικές τους ιδέες και το εμπλούτισαν αναλόγως ο καθείς. Αυτή είναι η μαγεία του σινεμά που πιστεύω ότι είναι συλλογική δουλειά. Απαιτεί μια ομάδα για να γίνει-και σε καμία περίπτωση δεν πιστεύω στον σκηνοθέτη - δικτάτορα», συμπλήρωσε ο σκηνοθέτης.

Η πρώτη μεγάλου μήκους ταινία του Βασίλη Κατσούπη αποτελεί μια υπαρξιακή εξερεύνηση των ανθρώπινων αναγκών και της ουσιαστικής αξίας της τέχνης και της πολυτέλειας για την ανθρώπινη ζωή.

Ένας κριτικός κινηματογράφου γράφοντας στην εφημερίδα Guardian ανέφερε ότι η ταινία δεν είναι σε κανένα σημείο βαρετή και ότι η ερμηνεία του Dafoe έχει μια «μαρτυρική ένταση». Ίσως το νόημα είναι ότι η επένδυση στην τέχνη των υπερπλουσίων είναι ήδη μια στείρα πνευματική φυλακή, προσθέτει ο κριτικός του Guardian. «Ή ίσως ο Κατσούπης και ο Χόπκινς υπονοούν κάτι άλλο: ότι ενώ η ανθρωπότητα παρακμάζει και πεθαίνει όπως ο ερημίτης κλέφτης του Νταφόε, η τέχνη συνεχίζει, επιμένοντας με τον ανάλγητο τρόπο της - και μάλιστα προσφέρει ένα είδος διαφυγής. Πρόκειται για μια παράξενη, κλειστή εμπειρία: Η μαεστρία του Νταφόε στην οθόνη τη κάνει να παραμένει ουσιαστική».

ΟΛΕΣ ΟΙ ΕΙΔΗΣΕΙΣ

ειδήσεις τώραηθοποιόςσκηνοθέτηςΓουίλεμ Νταφόε