Σινεμά|11.02.2024 11:40

All of us Strangers: Μία σπαραχτική και υπνωτιστική ιστορία αγάπης και απώλειας

Newsroom

Η νέα ταινία «All of us Strangers» του βρετανού Andrew Haigh είναι µία σπαραχτική και υπνωτιστική ιστορία αγάπης και απώλειας. Στη νοσταλγική και µεταφυσική ιστορία πρωταγωνιστούν οι εξαιρετικοί Andrew Scott, Paul Mescal, Jamie Bell και Claire Foy. Το σενάριο διασκευάζει για τη µεγάλη οθόνη το µυθιστόρηµα «Strangers» (1987) του συγγραφέα Taichi Yamada, εµποτίζοντάς το µε µία πιο προσωπική πτυχή του Haigh, µε επίκεντρο έναν µοναχικό γκέι συγγραφέα που επιστρέφει στο παρελθόν του, ενώ ξεκινάει µια καινούρια σχέση.

Μια νύχτα σ' ένα σχεδόν άδειο ουρανοξύστη στο σύγχρονο Λονδίνο, ο Adam (Andrew Scott) συναντά τυχαία έναν µυστηριώδη γείτονα, τον Harry (Paul Mescal), και η καθηµερινότητά του αλλάζει. Καθώς η σχέση µεταξύ τους εξελίσσεται, ο Adam κατακλύζεται από µνήµες του παρελθόντος και βρίσκεται να επιστρέφει στην επαρχιακή πόλη όπου µεγάλωσε και στο σπίτι της παιδικής του ηλικίας, όπου µοιάζει να ζουν ακόµα οι γονείς του (Claire Foy και Jamie Bell), όπως ακριβώς τη µέρα που σκοτώθηκαν, πριν από 30 χρόνια.

«Αυτό που αγάπησα στο µυθιστόρηµα του Taichi Yamada ήταν η κεντρική µεταφορά: τι θα γινόταν αν συναντούσες ξανά τους γονείς σου χρόνια µετά τον θάνατό τους και εκείνοι είχαν την ίδια ηλικία µε εσένα; Είναι ένας πολύ συγκινητικός τρόπος να εξερευνήσεις τη φύση της οικογένειας. Αυτή ήταν η αφετηρία µου» λέει ο σκηνοθέτης και σεναριογράφος Andrew Haigh, που τοποθέτησε την πλοκή σ' έναν πιο οικείο για τον ίδιο κόσµο.

«Η µεταφορά του βιβλίου ήταν µία µακροχρόνια και µερικές φορές επώδυνη διαδικασία» παραδέχεται ο Haigh. «Ηθελα να σκαλίσω το παρελθόν µου όπως κάνει και ο Adam στην ταινία. Μ' ενδιέφεραν οι περίπλοκες πτυχές της οικογενειακής και της ροµαντικής αγάπης, αλλά και η ξεχωριστή εµπειρία µιας συγκεκριµένης γενιάς οµοφυλόφιλων που µεγάλωσαν στα ‘80s. Ηθελα να µετακινηθώ µακριά από την παραδοσιακή ιστορία φαντασµάτων του βιβλίου και να συναντήσω κάτι πιο ψυχολογικό, σχεδόν µεταφυσικό».

Ο Haigh κατάφερε αριστοτεχνικά να παραµείνει στον δικό του κόσµο, υπερβαίνοντας τα στερεότυπα µιας ιστορίας µε φαντάσµατα. Ακολούθως, ο Yamada και η οικογένειά του σεβάστηκαν απόλυτα το όραµα του Haigh, που µεταµόρφωσε τον κεντρικό χαρακτήρα της ιστορίας σε έναν γκέι άντρα, όταν διάβασαν το τελικό σενάριο και έδωσαν την ευλογία τους στην ταινία.

Η ζωή µετά θάνατον

Στην ταινία πρωταγωνιστεί ένα αξιόλογο κουαρτέτο ερµηνευτών µε τους Andrew Scott, Paul Mescal, Jamie Bell και Claire Foy. «Το σενάριο µε συνεπήρε αµέσως» λέει ο Scott, που υποδύεται τον Adam. «Είναι πολύ προσωπικό για τον Haigh, αλλά όπως συµβαίνει µε τους σπουδαίους συγγραφείς, σε κάνει να νιώθεις ότι είναι προσωπικό για όλους και µε προσέλκυσε πολύ».

«Είναι µία υπέροχη σύλληψη» συνεχίζει ο Bell, που παίζει τον Μπαµπά. «Κι άλλες ταινίες έχουν ασχοληθεί µε τη ζωή µετά θάνατον, ή έχουν παραπλανήσει τους θεατές στο να νοµίζουν ότι οι άνθρωποι είναι ζωντανοί ενώ δεν είναι. Πολλές επιτυχηµένες τέτοιες εκδοχές κινούνται σ' ένα συγκεκριμένο κινηµατογραφικό είδος».

Ο Scott προσθέτει, «ο Andrew είναι ένας από τους σπάνιους ανθρώπους που είναι συµπαθής και απίθανα ταλαντούχος στη δουλειά του. Ολοι µας τον βρίσκουµε πολύ ανοιχτό και θετικά διακείµενο. Εχει αυτοπεποίθηση και ξέρει τι θέλει, αλλά δεν το κάνει µε εγωισµό». Ο συµπρωταγωνιστής του Scott, ο Mescal, που υποδύεται τον Harry, είναι θαυµαστής του Haigh. «Ξέρει τα πάντα για τους χαρακτήρες που έχει γράψει. Μου αρέσει πόσο αποκοµµένος από το συναίσθηµα είναι σαν σκηνοθέτης, αλλά την ίδια στιγµή τιµά την αλήθεια». Οσο για τη Foy, που παίζει τη Μαµά, «Είναι τόσο απλός. Ο λιγότερο επιθετικός σκηνοθέτης που θα µπορούσες να συναντήσεις».

Το βάρος του πένθους

Το συναισθηµατικό φορτίο της ταινίας επαφίεται στους ώµους του πρωταγωνιστή Adam, τον οποίο υποδύεται µε αφοπλιστική σιγουριά ο Andrew Scott. Ο Adam είναι ένας σαραντάχρονος gay σεναριογράφος που ζει σ' έναν ουρανοξύστη στο Λονδίνο. Είναι ορφανός. Δεν έχει σχέση και είναι µοναχικός. Φέρει το βάρος του πένθους, όταν µικρός ακόµα έχασε τους γονείς του σε αυτοκινητιστικό. Κλισέ, όπως λέει και ο ίδιος.

«Ο Adam είναι µία πολύ µοναχική φιγούρα», λέει ο Scott. «Η µητέρα του τον περιγράφει ως έναν πολύ τρυφερό και συµπονετικό άνθρωπο. Ηταν ένας δύσκολος ρόλος µε την έννοια ότι σε βάζει σε δύσκολες περιοχές. Αλλά είναι και προνόµιο µε έναν τρόπο». «Ο Andrew Scott ήταν στο µυαλό µου από την αρχή. Τον θαυµάζω ως ηθοποιό. Κι ενώ δεν είναι απαραίτητο µε κάθε queer ρόλο, ήταν σηµαντικό για εµένα ο πρωταγωνιστής να µοιράζεται την ίδια σεξουαλικότητα µε τον χαρακτήρα. Η ταινία έχει πολλές αποχρώσεις και χρειαζόµουν κάποιον που µπορεί να την καταλάβει σε βάθος» προσθέτει ο Haigh.

Ο ρόλος του πολύπλοκου Adam είναι µία πρόκληση για κάθε ηθοποιό. Συνεχίζει ο Haigh, «νοµίζω ότι ο Andrew απόλαυσε τη διαδικασία, αλλά δεν νοµίζω ότι ήταν εύκολο. Επρεπε να τον προσεγγίσει ως παιδί και ως ενήλικα. Το πώς ο Andrew ταλαντεύτηκε ανάµεσα στα δύο ήταν ένα θαυµάσιο πράγµα να παρακολουθείς». «Ξέρω τον Andrew πολύ καιρό και τον αγαπώ πολύ» λέει η Foy. «Το είχα πει στον Andrew Haigh ότι δεν θα είχαµε κανένα θέµα µε το ν' αναπτύξω µία βαθιά σχέση µε τον Andrew, γιατί ήδη νιώθω κοντά του».

Μία νύχτα ποτισµένη στο αλκοόλ

Ο Harry ζει στην ίδια πολυκατοικία µε τον Adam και αφού προτείνει στον γείτονά του µία νύχτα ποτισµένη στο αλκοόλ, τελικά εµπλέκεται µαζί του σε µία ροµαντική σχέση. Η παθιασµένη και µεταµορφωτική ερωτική ιστορία τους δίνει µια υπερβατική ώθηση και στους δύο.

Ο ρόλος του Harry ανήκει στον υποψήφιο για Όσκαρ Paul Mescal. «Νοµίζω ότι η µοναξιά που νιώθουν αντανακλάται από τον έναν στον άλλον» λέει ο Mescal για τη σχέση του µε τον Adam. «Νιώθει σαν µικρό παιδί, σαν κάποιος που θα έπρεπε να είναι πιο χαρούµενος και ο κόσµος του λέει ότι µπορεί, αλλά εκείνος δεν νιώθει έτσι. Κρύβεται πίσω από το σεξ και την απόλαυση, έχει µία δύσκολη σχέση µε το αλκοόλ και τα ναρκωτικά. Είναι εγκλωβισµένος» συνεχίζει ο ηθοποιός. «Τον αναγνωρίζω σε µικρά στοιχεία του εαυτού µου και των φίλων µου, αλλά και των νέων αντρών στον κόσµο».

Ο Mescal είναι αναµφίβολα ένας προικισµένος ηθοποιός και έχει δώσει ερµηνείες που διευρύνουν το ταλέντο και την ικανότητα του. Με µία τέτοια ιστορία που αναδύεται από τη δύναµη των χαρακτήρων, ο Haigh ήξερε ότι θα µπορούσε να βασιστεί στον Mescal. «Ο Paul είναι ένας ανεπιτήδευτος ηθοποιός και µου άρεσε από παλιά» λέει ο σκηνοθέτης. «Συνδυάζει την ευαισθησία µε τη δύναµη. Εχει κάτι που σε ελκύει και αυτό χρειαζόµουν για τον Harry».

Ενώ η χηµεία ανάµεσα σε δύο εξαιρετικά ταλαντούχους ηθοποιούς µπορεί να είναι µία απρόβλεπτη και ακαθόριστη δύναµη, ο Haigh εξηγεί πώς εξασφάλισε ότι οι χαρακτήρες θα χτίσουν τη σχέση που χρειάζεται. «Πήγαµε σε µία συναυλία, βγήκαµε έξω, µιλήσαµε για τις ζωές µας. Η χηµεία ήταν εκεί από την αρχή και ο ρόλος µου ήταν απλώς να τη τιθασεύσω». Ο Scott ήταν ευγνώµων που συνεργάστηκε µε τον Mescal, επιβεβαιώνοντας την πεποίθηση του Haigh ότι η εµπιστοσύνη που είχαν ο ένας στον άλλον πίσω από την κάµερα τους βοήθησε να εµπλουτίσουν τις ερµηνείες τους.

Ερωτικές σκηνές

«Ο Paul είναι απίστευτα ταλαντούχος και θα ήµουν σε πολύ διαφορετική κατάσταση µε κάποιον άλλον» λέει ο Scott. «Κάναµε πολλές ερωτικές σκηνές µαζί και είναι σηµαντικό να έχεις κάποιον µε τον οποίο γελάς και σε προσέχει. Η ιστορία έχει πολλή θλίψη και εκείνος µπορεί να ερµηνεύσει µε µία ελαφρότητα, που λείπει από πολλούς ηθοποιούς».

Πολλά από τα συναισθηµατικά χτυπήµατα της ταινίας προέρχονται από τον τρυφερό, σπαρακτικό και θεραπευτικό δεσµό ανάµεσα στον Adam και τους γονείς του, όταν επιστρέφει στο πατρικό του και περνάει χρόνο µαζί τους. Οι πεθαµένοι γονείς του, είναι την ίδια στιγµή ζωντανοί, και µάλιστα στην ίδια ηλικία που ήταν όταν σκοτώθηκαν. Είναι µία µοναδική και αξιαγάπητη αίσθηση παράδοξου, αλλά που λειτουργεί αβίαστα. «Χρειαζόµουν ηθοποιούς που θα έµοιαζαν µε τους γονείς του Andrew, ίσως και µε τους δικούς µου γονείς» λέει ο Haigh. «Τους σκεφτόµουν µαζί ως οικογένεια».

Με τον Jamie Bell και την Claire Foy, ο Haigh ένιωσε ότι βρήκε το τέλειο δίδυµο. «Με τέτοιο υλικό, που είναι τόσο ευαίσθητο και συναισθηµατικό, το προσωπικό στοιχείο είναι δελεαστικό. Ο ρόλος είναι υπέροχος», λέει ο Bell. Η Foy, σύντροφος του Bell στη µεγάλη οθόνη, εξηγεί, «Ηξερα ότι έπαιζα τον ρόλο όπως µε θυµόταν ο Adam. Παραδόξως, νιώσαµε σαν οικογένεια».

«Πίστεψα ότι ήταν οι γονείς µου και νοµίζω ότι πολλές φορές λείπει αυτή η τόλµη στη σκηνοθεσία», λέει ο Scott. «Ζητάµε από το κοινό κάνει να κάνει λίγη δουλειά και να χρησιµοποιήσει τη φαντασία του». «Θεέ µου, λατρεύω την Claire», χαµογελάει ο Bell. «Είναι πολύ ικανή ηθοποιός. Είχε έναν πολύπλοκο ρόλο: δεν αποδέχεται απόλυτα τον Adam, αυτό που έχει γίνει κι αυτό ήταν κάτι πολύ ενδιαφέρον. Θα µπορούσαµε να φανταστούµε ότι ο πατέρας θα ήταν εκείνος που δεν είναι άνετος µε την ιδέα ότι ο γιος του είναι γκέι».

Το γεγονός ότι ο Adam αποκαλύπτει στους γονείς του ότι είναι οµοφυλόφιλος είναι από τις αφηγηµατικές δυνάµεις της ιστορίας και αποδίδεται εύστοχα από τις δυνατές ερµηνείες. «Οταν συνεργάζεσαι µε φανταστικούς ανθρώπους δεν ανησυχείς» λέει ο Bell.

Μέσα από το φίλτρο των ‘80s

Οι σεκάνς που παρακολουθούν τον Adam να επιστρέφει στο σπίτι της παιδικής του ηλικίας διαδραµατίζονται σε µία εκδοχή του κόσµου µας µέσα από το φίλτρο των ‘80s, σαν µία ονειρική, θολή και νοσταλγική ανάµνηση. Για να ενισχυθεί ο ρεαλισµός και να υπογραµµιστεί η προσωπική σχέση του Haigh µε την ιστορία, µερικές σκηνές γυρίστηκαν στο πραγµατικό σπίτι της παιδικής του ηλικίας. «Οταν σκέφτηκα το πατρικό σπίτι, ήταν το δικό µου και όταν προετοιµαζόµασταν για το γύρισµα, επέστρεψα στην περιοχή που µεγάλωσα, έξω από το Croydon» εξηγεί ο Haigh. «Δεν είχα πάει για 40 χρόνια, από τότε που µετακοµίσαµε όταν ήµουν δέκα χρονών. Ισως κάπως ανόητα, αποφάσισα ότι µπορεί να ήταν καλή ιδέα να προσπαθήσω να βρω το σπίτι που µέναµε».

Ενώ υπάρχουν οι αναπόφευκτες αλλαγές στο σπίτι που ήξερε ο Haigh, ο σκηνοθέτης παραδέχεται ότι το ντύσιµο του νέου σετ δεν ήταν τόσο απαιτητικό. «Ο τύπος που µένει τώρα στο σπίτι δεν το έχει διακοσµήσει για τριάντα χρόνια. Οπότε πολλά έχουν παραµείνει τα ίδια. Ηταν σαν να βαδίζω σε µία µισοξεχασµένη ανάµνηση. Ηταν η πιο αλλόκοτη αίσθηση». Σύµφωνα µε τον Scott, ο Haigh εµφανίστηκε πολύ ήρεµος στο σετ. «Ηταν απίστευτα γενναίος, γιατί προφανώς πυροδοτήθηκαν πολλά συναισθήµατα. Αλλά ποτέ δεν το έκανε θέµα για τον ίδιο, σε κάνει να νιώθεις ότι είναι η δική σου ιστορία».

Σε ό,τι αφορά στο σετ, η σκηνογραφική οµάδα βοήθησε να υπογραµµιστεί η αυθεντικότητα. «Όταν µπήκα στο παιδικό υπνοδωµάτιο του Adam, υπήρχαν πολλά πράγµατα που είχα κι εγώ στο δωµάτιό µου. Έβγαζα φωτογραφίες και τις έστελνα στα αδέλφια µου! Ήταν µία πανέµορφη αναπαράσταση και πολύ σχολαστική», λέει ο Scott. Και η Foy αναγνώρισε πράγµατα από τη δική της παιδική ηλικία. «Μάλλον θα υπήρχε µόνο ένα µαγαζί», λέει αστειευόµενη. «Υπήρχαν τόσα πράγµατα που είχα κι εγώ. Όπως τα ίδια σεντόνια, το ίδιο λαµπατέρ γραφείου, το ίδιο χαλί. Ήταν εξωπραγµατικό και µε έκανε να σκέφτοµαι τι θα λένε τα παιδιά µου για τα σπίτια µας σε σαράντα χρόνια», λέει η ηθοποιός.

Η υπεύθυνη του µακιγιάζ και των κοµµώσεων Zoe Clare Brown ανέλαβε να κάνει τη Foy και τον Bell να µοιάζουν σαν να βγήκαν µόλις από τα 80’s. «Αλλά ο Andrew [Haigh] δεν ήθελε να το παρακάνει µε τα κλισέ της συγκεκριµένης δεκαετίας» λέει η Brown.

Το παράλληλο ροµαντικό ταξίδι της ταινίας λαµβάνει χώρα στο σύγχρονο Λονδίνο. Οι σκηνές διαδραµατίζονται από τον ουρανοξύστη όπου ζουν οι Adam και Paul, µέχρι το κλαµπ, που φιλοξενεί µεγάλο µέρος της ταινίας και γυρίστηκε στο θρυλικό Vauxhall Tavern του Λονδίνου. Τα διαµερίσµατα του ουρανοξύστη χτίστηκαν σε στούντιο για λόγους λειτουργικότητας, ενώ έξω από τα παράθυρα αντί για green screen, το συνεργείο τοποθέτησε πολλές οθόνες. «Ηθελα το περιβάλλον στο οποίο ζει ο Adam ν' αντανακλά την πνευµατική του κατάσταση» εξηγεί ο Haigh. «Μία δήλωση της µοναξιάς του».

Σε βάθος

«Ο Adam λαχταρά να δει ξανά τους γονείς του, υποφέρει για να τους γίνει γνώριµος», λέει ο Haigh. «Ισως αν τους ξαναβρεί θα νιώσει ότι ανακουφίζεται και ότι κλείνει ένα κεφάλαιο µετά από µία φοβερή απώλεια. Αλλά δεν είναι εύκολη υπόθεση, η νοσταλγία µπορεί να κρύβει µια διαφορετική αλήθεια και οι γονείς είναι καρποί της εποχής τους. Ο Adam πρέπει να έρθει αντιµέτωπος µε τη δική του ευαίσθητη φύση, που µεγάλωσε στα ‘80s και τα ‘90s. Ίσως έχουµε δύο τραύµατα, συνυφασµένα, τα οποία τον εµποδίζουν να βρει την ηρεµία». Ο Haigh συνεχίζει, «Ηθελα η ταινία να έχει την υφή του παρελθόντος και για αυτό την γύρισα σε 35άρι φιλµ. Ηθελα η ταινία να θυµίζει, αν όχι όνειρο, εκείνη τη στιγµή πριν να κοιµηθείς ή τη στιγµή αφού ξυπνήσεις από ένα όνειρο, που ακόµα δεν ξέρεις αν είναι αληθινό»

Αντί να παίξει µε τα µεταφυσικά στοιχεία, ο Haigh επικεντρώθηκε στην έννοια της µνήµης. «Οι αναµνήσεις µάς καθορίζουν. Καθορίζουν αυτό που γίναµε, τον χαρακτήρα µας, για καλό και για κακό. Σκάλισα βαθιά στις παιδικές µου αναµνήσεις. Ήταν ένα επώδυνο και λυτρωτικό πείραµα. Ο Adam γίνεται ξανά παιδί. Νοµίζω ότι όλοι µπορούµε να συσχετιστούµε µε αυτή την ιδέα της επιστροφής και του επαναπροσδιορισµού της σχέσης µε τους γονείς. Ηθελα να είναι µία λυτρωτική εµπειρία για τον Adam και µάλιστα µία πολύπλοκη κάθαρση. Θέλω το κοινό να νιώσει το ίδιο».

Ο δηµιουργός προσθέτει, «η ταινία έχει να κάνει µε το πώς αφοµοιώνουµε τον πόνο στη ζωή µας. Ο πόνος δεν θα φύγει ποτέ, πάντα βρίσκει µία κρυψώνα, αλλά δεν σηµαίνει ότι δεν µπορείς να προχωρήσεις». Ο Bell παραδέχεται ότι το γύρισµα τον συγκίνησε και τον επηρέασε ως γονιό. «Οι γονείς του Adam βγήκαν µία νύχτα και δεν επέστρεψαν. Η ζωή είναι τόσο απρόβλεπτη», λέει ο ηθοποιός. «Η ζωή περνάει σε µία στιγµή. Είναι λίγο κλισέ, αλλά θα ήταν τέλειο οι θεατές να γύριζαν σπίτι και να αγκάλιαζαν τα παιδιά τους».

Ο Scott σχολιάζει χαµογελώντας, «ηταν ένα πολύ συναισθηµατικό γύρισµα. Πραγµατικά συνδέθηκα µε πολλούς ανθρώπους, όντας γκέι ο ίδιος, και έχοντας βιώσει αυτές τις εµπειρίες του να ελπίζεις ότι η οικογένειά σου θα σταθεί δίπλα σου όταν τους πεις ποιος είσαι. Νοµίζω, βέβαια, ότι δεν είναι κάτι που βιώνουν µόνο οι γκέι. Ολοι θέλουν να νιώθουν συνδεδεµένοι µε τις οικογένειές τους».

«Η ταινία έχει να κάνει µε το να βρεις τη σύνδεση µε τους άλλους. Να βρεις την πραγµατική σύνδεση σε έναν κόσµο που µοιάζει απρόσωπος ή ψυχρός. Η ταινία είναι πολύ συγκινητική. Εχουµε δύο άντρες που θέλουν να έρθουν κοντά στον κόσµο και τους ανθρώπους γύρω τους και παλεύουν να βρουν τη σύνδεση. Μπόρεσα να ταυτιστώ µε αυτό και να συναισθανθώ τους χαρακτήρες» λέει ο Mescal.

O Scott εξετάζει επίσης τη ροµαντική πτυχή και τι φέρνει δύο ψυχές κοντά. «Ο Harry είναι ένας πολύ διαφορετικός χαρακτήρας από τον Adam» λέει ο ηθοποιός. «Είναι και οι δύο ευάλωτοι. Είναι από εκείνες τις περιπτώσεις που βλέπει ο ένας τον άλλον και αγαπιούνται αµέσως. Μία από τις προκλήσεις που είχαµε µε τον Paul ήταν πώς να δείξουµε τη χηµεία τους χωρίς να πούµε πολλά για τη βιογραφία τους. Γιατί οι χαρακτήρες πρέπει να έχουν κάτι µυστηριώδες».

«Εχω κάνει πολλές ταινίες πια για να ξέρω ότι οι άνθρωποι µπορούν να ανταποκρίνονται διαφορετικά, αλλά αυτό που θέλω είναι να προκαλώ ερωτήµατα και συναισθήµατα» λέει ο Haigh. «Ολοι µας έχουµε υπάρξει παιδιά και οι περισσότεροι θα χάσουµε τους γονείς µας. Πολλοί από εµάς θα γίνουµε γονείς και θα έχουµε παιδιά που θα γίνουν ενήλικες µέσα σε µια στιγµή. Πολλοί από εµάς θα βρούµε την αγάπη, θα τη χάσουµε και θα αγαπήσουµε ξανά, ακόµα κι αν δεν κρατήσει αιώνια» συνεχίζει ο Haigh. «Και όλοι καταλαβαίνουµε πόσο σύνθετες και σηµαντικές είναι οι σχέσεις αυτές και ελπίζω, όταν φύγετε από την κινηµατογραφική αίθουσα, να νιώσετε, πιο πολύ από όλα, τη δύναµη της αγάπης». 

αλκοόλqueerειδήσεις τώραΛονδίνογκέιFeelgood