Ελλάδα|04.12.2022 18:53

Παρακολουθήσεις: Ανύπαρκτο πλαίσιο προστασίας του απορρήτου - Ανεπαρκές και το νέο νομοσχέδιο - Τα συμπεράσματα μελέτης του Eteron

Μαρία Λιλιοπούλου

Αναιτιολόγητες θα παραμένουν οι παρακολουθήσεις πολιτών για λόγους εθνικής ασφάλειας και με τις επικαιροποιημένες διατάξεις του νομοσχεδίου που έχει ήδη κατατεθεί στη Βουλή από την κυβέρνηση, ενώ η ενημέρωση του θιγόμενου θα μπορεί να γίνει μόνο μετά την παρέλευση τριετίας από τη λήξη της παρακολούθησης.

Παράλληλα, στις περιπτώσεις των πολιτικών προσώπων οι αποφάσεις θα εξακολουθήσουν να λαμβάνονται από ένα μονοπρόσωπο όργανο την ώρα που η συρρίκνωση των ορισμών της εθνικής ασφάλειας στο νέο κείμενο δεν αρκούν ώστε το νομοθέτημα να θεωρηθεί ότι θωρακίζει επαρκώς το ατομικό δικαίωμα της προστασίας των επικοινωνιών.

Στα παραπάνω συγκεντρώνονται οι ενστάσεις νομικών αναφορικά με το προτεινόμενο νομοσχέδιο, οι οποίες εκφράστηκαν σε εκδήλωση του Ινστιτούτου για την Έρευνα και την Κοινωνική Αλλαγή Eteron με αφορμή τη μελέτη «Project Απόρρητο Υποκλοπές – Προσωπικά Δεδομένα – Δημοκρατία» που εκπόνησε ο αναπληρωτής καθηγητής στη Νομική Σχολή του πανεπιστημίου του York, Δημήτρης Τσαραπατσάνης.

Στη συζήτηση, εκτός του μελετητή, συμμετείχαν o καθηγητής Δημόσιου Δικαίου του Παντείου Πανεπιστημίου, Ξενοφών Κοντιάδης, η δικηγόρος - μέλος στην Αρχή Διασφάλισης Απορρήτου των Επικοινωνιών (ΑΔΑΕ) Δρ. Αικατερίνα Παπανικολάου και ο διευθυντής του Eteron, Γαβριήλ Σακελλαρίδης.

«Δεν βλέπω το νομοσχέδιο να αλλάζει στη διάταξη που θα εκδίδει ο εισαγγελέας, δηλαδή και πάλι θα έχουμε μια πράξη της εισαγγελικής αρχής στην οποία δεν θα υπάρχει αιτιολογία. Αν είναι έτσι τα πράγματα, τότε όλα τα υπόλοιπα έχουν πολύ μικρότερη αξία και σημασία. Εάν δηλαδή έχουμε και πάλι διάταξη για άρση του απορρήτου όπου κανείς δεν θα μαθαίνει ποτέ και δεν υπάρχει στο σώμα της διάταξης αιτιολογία, νομίζω ότι δεν έχει νόημα να συζητήσουμε για τίποτα άλλο» επεσήμανε η κυρία Παπανικολάου χαρακτηρίζοντας «ακατανόητη την επιμονή του Ελληνα νομοθέτη» ειδικά όταν – όπως προσέθεσε – στην αιτιολογία είναι που χτυπά η καρδιά του κράτους δικαίου: «Πώς θα επιχειρηθεί ο εκ των υστέρων έλεγχος; Αναρωτιέμαι τι θα δει στο εκάστοτε αίτημα ο δεύτερος εισαγγελέας και εάν δεν μπορεί να ελέγξει την αιτιολογία, τι θα ελέγξει; Θα είναι ανήκεστος η βλάβη εάν η ρύθμιση προχωρήσει έτσι» σημείωσε.

Προσέθεσε, μάλιστα, ότι το 80% των άρσεων του απορρήτου αφορούν επίκληση λόγων ασφαλείας και κατά συνέπεια η συντριπτική πλειονότητα των παρακολουθησεων δε θα περιλαμβάνει αιτιολογία.

Ξεκαθάρισε, πάντως, ότι η λύση δεν μπορεί να δοθεί με μία προκρούστεια λογική με την εφαρμογή πλαφόν ή καθορισμού μέγιστου αριθμού άρσεων του απορρήτου τονίζοντας ότι σε μερικά ζητήματα τα μαθηματικά δεν μπορούν να δώσουν τη λύση.

Αναφερόμενη στην απόφαση του προέδρου της Βουλής για τα πολιτικά πρόσωπα, η νομικός της ΑΔΑΕ αναρωτήθηκε «για ποιό λόγο να υπάρχει τόση μοναξιά στους θεσμούς με την επιμονή σε ένα μονοπρόσωπο όργανο, τονίζοντας την αντίφαση ο πρόεδρος της Βουλής να αποφασίζει και για τους βουλευτές των αντίπαλων κομμάτων.

Ξενοφών Κοντιάδης: Θεσμικό φιάσκο ο τρόπος λειτουργίας των κοινοβουλευτικών διαδικασιών για τη διερεύνηση του σκανδάλου

«Η ΑΔΑΕ έσωσε την τιμή της ελληνικής δημοκρατίας, λειτουργώντας ως το μοναδικό αντίβαρο», καθώς παρά το αντίξοο περιβάλλον, χάρη σε αυτήν αποκαλύφθηκε το σκάνδαλο των παρακολουθήσεων, ανέφερε ο καθηγητής Δημοσίου Δικαίου, Ξενοφών Κοντιάδης παρομοιάζοντάς το με ένα θεατρικό δράμα τριων πράξεων.

Από αυτές προκύπτει, κατά τον ίδιο, ότι η ανεξέλεγκτη λειτουργία της ΕΥΠ, η οποία ενσωματώθηκε μέσα στο θεσμό του λεγόμενου επιτελικού κράτους, στο πλαίσιο ενός σχεδίου υπερσυγκέντρωσης της εξουσίας σε ένα ιδιότυπο κέντρο διακυβέρνησης, καθώς και ότι τα σημαντικά αντίβαρα στην κυβέρνηση, δηλαδή η δικαιοσύνη και οι ανεξάρτητες αρχές, αποδείχθηκαν αναποτελεσματικά.

«Η τρίτη και σοβαρότερη διάσταση όμως είναι το πως συνεχίζει να λειτουργεί η κοινοβουλευτική πλειοψηφία στη Βουλή τόσο στην Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας όσο και στην Εξεταστική Επιτροπή όπου είδαμε την κυβερνητική πλειοψηφία να αποδέχεται κατά παραβαση του κανονισμού της Βουλής πρόσωπα που καλούνται σε ακρόαση να επικαλούνται το απόρρητο. Αποτέλεσμα ήταν ο ευτελισμός των κοινοβουλευτικών διαδικασιών και ειδικότερα θα έλεγα ότι μιλάμε για ένα θεσμικό φιάσκο. Κι έτσι αναφύεται ένα δεύτερο σκάνδαλο μέσα στο σκανδαλο των παρακολουθήσεων, αυτό της συγκάλυψης σε όλα τα επίπεδα των κρατικών λειτουργιών», υπογράμμσε.

Ο ίδιος μίλησε για ιλλιγιώδη αριθμό αιτημάτων άρσης απορρήτου πολιτών που για το 2021 έφτασε τις 16.000 μιλώντας για προσχηματικό έλεγχο και επισημαίνοντας ότι μια απλή διαίρεση δείχνει πως «μια ιδρυματοποιημένη εισαγγελέας υπέγραφε 60 με 70 φακέλους την ημέρα και ότι απλά της αρκούσαν 5 - 6 λεπτά για να διαβάσει ένα φάκελο, να τον εγκρίνει κα να τον υπογράψει».

Και οι τρεις νομικοί μίλησαν για πάγια, συστηματική υποβάθμιση του ρόλου της ΑΔΑΕ τόσο μέσω της υποστελέχωσής της όσο και μέσω της έλλειψης ηλεκτρονικού αρχείου, το οποίο θα της έδινε τη δυνατότητα διασταυρώσεων.

Μελέτη Eteron: Ανύπαρκτο το πλαίσιο προστασίας του απορρήτου στην Ελλάδα

«Αυτή τη στιγμή στην Ελλάδα δεν έχουμε πλαίσιο προστασίας του απορρήτου των επικοινωνιών», υποστήριξε ο κ. Τσαραπατσάνης παρουσιάζοντας τα αποτελέσματα σχετικής μελέτης που εκπόνησε.

Σύμφωνα με αυτήν, ως προς το ισχύον πλαίσιο και την πρόσφατη πρόταση νόμου (που τέθηκε σε δημόσια διαβούλευση από τους Υπουργούς Δικαιοσύνης και Επικρατείας), προκύπτει ότι:

  • Το ισχύον πλαίσιο (ν. 2225/1994) κυριαρχείται απόλυτα, ιδίως στο επίπεδο του εφαρμοζόμενου δικαίου, από την ιδεολογία της προστασίας του κράτους.

  • Η μόνη εγγύηση προστασίας του δικαιώματος στο απόρρητο είναι η αναιτιολόγητη εισαγγελική διάταξη από τον αποσπασμένο στην ΕΥΠ εισαγγελικό λειτουργό.

  • Η ΑΔΑΕ, για διάφορους λόγους, δεν έχει καταφέρει ακόμη να ασκήσει αποτελεσματικό έλεγχο και να λειτουργήσει ως θεσμικό αντίβαρο.

  • Η Βουλή (ιδίως η Μόνιμη Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας) δεν έχει επίσης καταφέρει να αποτελέσει αποτελεσματικό μηχανισμό ελέγχου.

  • Το σχέδιο νόμου όχι μόνο δεν προσθέτει μηχανισμούς ελέγχου, αλλά και αποδυναμώνει περαιτέρω την ΑΔΑΕ.

Συγκρίνοντας την ελληνική με τη γαλλική πραγματικότητα, ο κ. Ταραπατσάνης ανέφερε πως η γαλλική έννομη τάξη ρυθμίζει το ζήτημα συνοπτικά ως εξής: Την έγκριση στο αίτημα άρσης απορρήτου επικοινωνιών δίνει ο Πρωθυπουργός, αλλά τόσο η έγκριση όσο και η συντέλεση της παρακολούθησης ελέγχονται στενά από την Εθνική Επιτροπή Ελέγχου των Τεχνικών Πληροφόρησης. Υφίσταται ειδική προστασία για συγκεκριμένες κατηγορίες (μέλη δύο σωμάτων της Βουλής, δικαστικοί λειτουργοί, δικηγόροι, δημοσιογράφοι), ενώ προβλέπονται και ειδικά ένδικα βοηθήματα που μπορούν οι θιγέντες να ασκήσουν ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας. Από την άλλη πλευρά, δεν υφίσταται δικαίωμα εκ των υστέρων ενημέρωσης.

Αναφορικά με τα στοιχεία των διατάξεων άρσης του απορρήτου, είπε με σαφήνεια ότι αυτές πρέπει να περιέχουν αιτιολογία και όνοματεπώνυμο εάν πρόκειται για πρόσωπα και όχι για χωρική άδεια που αφορά συγκεκριμένη γεωγραφική περιοχή ή διευρυμένη ομάδα ατόμων.

Σύμφωνα με τον ίδιο, ο ορισμός της εθνικής ασφάλειας θα έπρεπε να είναι εξαιρετικά στενός και για να προχωρήσει η άρση του απορρήτου να χρειάζονται ειδικοί, συγκεκριμένοι επιτακτικοί λόγοι: «Εδαφική ακεραιότητα, εθνική άμυνα, προστασία του δημοκρατικού πολιτεύματος και τίποτε άλλο. Αυτό θα έπρεπε να είναι ο ορισμός της εθνικής ασφάλειας. Η λεγόμενη κυβερνοασφάλεια περιλαμβάνεται σε αυτά. Γίνεται συζήτηση σαν να συμφωνούμε για το τί είναι εθνική ασφάλεια. Δεν ισχύει όμως, η διαφωνία εδώ έχει βαθιά ιδεολογικές προκείμενες», εξήγησε.

Ως προς το αντεπιχείρημα περί διαφύλαξης της μυστικότητας του κράτους,ανέφερε: «Κάποιος θα πει, μα ξεδοντιάζεις την ΕΥΠ. Θα μαθαίνουν όλοι ποια είναι η αιτιολογία; Θα μαθαίνουν όλοι ποιοι είναι οι λόγοι για εθνική ασφάλεια; Ναι, θα μαθαίνουν. Κι αυτό έχει ένα κόστος. Μπορεί να έχει κάποιο κόστος για την εθνική ασφάλεια, αλλά είναι σημαντικό να μην παραβιάζει τα δικαιώματα μας. […]. Υπάρχουν ρίσκα που πρέπει να αναληφθούν και να προστατεύσουν τα δικαιώματα», είπε μεταξύ άλλων.

Από την πλευρά του ο διευθυντής του Eteron, Γαβριήλ Σακελλαρίδης αναφέρθηκε στην κρίσιμη συγκυρία κατά την οποία εκπονήθηκε η νομική μελέτη, δεδομένου ότι εισήλθε στις αρμόδιες επιτροπές της Βουλής το σχετικό νομοσχέδιο, και υπογράμμισε πως «αν δεν αποδοθεί δικαιοσύνη και αν δεν υπάρξει διαφάνεια και λογοδοσία στο ζήτημα των υποκλοπών, τότε η υπόθεση θα διαιωνίζεται και η βαριά της σκιά θα επικάθεται στο δημόσιο βίο». Τόνισε ακόμη ότι αν δεν βρεθούν οι υπεύθυνοι και δεν καταστραφούν τα στοιχεία από τις υποκλοπές, τότε το πολιτικό προσωπικό, δημοσιογράφοι αλλά και άλλοι θα μπορούν να εκβιάζονται και το πολιτικό σύστημα να βρίσκεται σε ομηρία από «άγνωστα» κέντρα για πολύ καιρό, ενώ πρόσθεσε ότι η κοινή γνώμη στην πραγματικότητα ενδιαφέρεται πολύ για το θέμα και επιδεικνύει υγιή δημοκρατικά αντανακλαστικά, παρά τα αφηγήματα για το αντίθετο.

Οι προτάσεις βελτίωσης του πλαισίου, σύμφωνα με τη μελέτη του Eteron

Σε μια δέσμη εννέα προτάσεων συνοψίζονται επιγραμματικά οι προτάσεις της μελέτης του κ. Τσαραπατσάνη για την πραγματική προστασία του απορρήτο των επικοινωνιών και συγκεκριμένα:

  • Η υιοθέτηση ενός στενού ορισμού της έννοιας της εθνικής ασφάλειας.
  • Η αίτηση για άρση του απορρήτου επικοινωνιών για λόγους εθνικής ασφάλειας να είναι αιτιολογημένη και τεκμηριωμένη.
  • Η απόφαση για άρση του απορρήτου επικοινωνιών για λόγους εθνικής ασφάλειας να λαμβάνεται από πολυπρόσωπο όργανο, το οποίο παραμένει στην έδρα του και δεν αποσπάται σε επισπεύδουσα αρχή.
  • Η διάταξη άρσης απορρήτου να αναφέρει ονοματεπώνυμο και να είναι ειδικώς και επαρκώς αιτιολογημένη από την επισπεύδουσα αρχή.
  • Να θεσπιστούν ειδικές προστατευόμενες κατηγορίες (πολιτικά πρόσωπα, δικαστικοί και εισαγγελικοί λειτουργοί, δικηγόροι, δημοσιογράφοι), άρση του απορρήτου των επικοινωνιών των οποίων να καλύπτεται από ειδικές εγγυήσεις (όπως η διατύπωση γνώμης από την ΑΔΑΕ και απόφαση από ειδικό σχηματισμό του Συμβουλίου της Επικρατείας).
  • Να γίνει αναδρομική επαναφορά της δυνατότητας ενημέρωσης των θιγέντων από την ΑΔΑΕ.
  • Να προβλεφθεί η δημιουργία ειδικού ένδικου βοηθήματος ουσίας ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας με αντικείμενο την αναγνώριση της παρανομίας εν εξελίξει διαδικασίας άρσης του απορρήτου των επικοινωνιών και τη λήψη κάθε κατάλληλου μέτρου για τη διακοπή της.
  • Να ξεκινήσει ευρεία διαδικασία δημόσιας διαβούλευσης για την αναβάθμιση της ΑΔΑΕ.
  • Να τροποποιηθεί το άρθρο 43Α του Κανονισμού της Βουλής, που ρυθμίζει τον έλεγχο της ΕΥΠ από την Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας, ως εξής: «Ο Διοικητής της ΕΥΠ δεν μπορεί να επικαλεστεί την υποχρέωση εχεμύθειας του άρθρου 14 του νόμου 3649/2008». Αντίστοιχη πρόταση πρέπει να ενσωματωθεί και στα άρθρα 146 και 147 του Κανονισμού της Βουλής, που ρυθμίζουν ζητήματα σχετικά με τη συλλογή πληροφοριών και εγγράφων και την προσφυγή σε άλλα αποδεικτικά μέσα από τις Εξεταστικές Επιτροπές της Βουλής.

ΟΛΕΣ ΟΙ ΕΙΔΗΣΕΙΣ

υποκλοπέςειδήσεις τώραπαρακολουθήσειςάρση τηλεφωνικού απορρήτου