Mr. Cardamom: Ο Ζόραν Μαμντάνι που νίκησε… ραπάροντας και χορεύοντας
Άγγελος ΓεραιουδάκηςΟ Ζόραν Μαμντάνι (Zohran Mamdani) έγραψε ιστορία ως ο πρώτος μουσουλμάνος δήμαρχος της Νέας Υόρκης και ένας από τους νεότερους δημάρχους που εκλέχθηκαν στη σύγχρονη εποχή. Όπως συμβαίνει συχνά με τους ανθρώπους που κατακτούν τα φώτα της δημοσιότητας, μια ματιά στο παρελθόν του αποκαλύπτει πτυχές απρόσμενες, όπως για παράδειγμα ότι πριν ασχοληθεί με την πολιτική, ο Μαμντάνι ήταν ράπερ.
Με το καλλιτεχνικό ψευδώνυμο Young Cardamom (και αργότερα Mr. Cardamom), διαμόρφωσε μια καλλιτεχνική ταυτότητα που δεν στόχευε στη δόξα, αλλά στην κοινωνική ισότητα. Ο ίδιος δεν έκρυψε ποτέ αυτό το καλλιτεχνικό του παρελθόν. Αν και, όπως ομολογεί, το θυμάται με κάποια αμηχανία. Η ραπ, με την οποία ασχολήθηκε, δεν χαρακτηρίζεται τόσο από την εμπορική γυαλάδα όσο από την ανάγκη για αυτοέκφραση.
«Η Νέα Υόρκη θα παραμείνει μια πόλη μεταναστών, μια πόλη χτισμένη από μετανάστες, που κινείται χάρη στους μετανάστες, και από απόψε, ηγείται από μετανάστες» υπογράμμισε ο ίδιος στο νικητήριο λόγο του. Μεγαλωμένος μέσα σε αυτή την πόλη των μεταναστών, ο Μαμντάνι γνώριζε από πρώτο χέρι τόσο τις δυσκολίες όσο και τη ζωντάνια της. Στην προεκλογική του εκστρατεία συνδέθηκε με οδηγούς ταξί και κοινότητες μεταναστών, συνδυάζοντας την καλλιτεχνική του εμπειρία με την κοινωνική δράση και την καθημερινή πραγματικότητα της πόλης.
Βέβαια, η μουσική του πορεία δεν υπήρξε εμπορικά «επιτυχημένη» με τον συμβατικό τρόπο — δηλαδή με υψηλά streaming νούμερα ή πλατινένιες πωλήσεις — αλλά είναι ουσιαστική για να κατανοήσει κανείς τον τρόπο που η μουσική ενσωματώνει την πολιτική του συνείδηση.
Γεννημένος στην Ουγκάντα, έζησε στη Νότια Αφρική προτού η οικογένειά του μετακομίσει στη Νέα Υόρκη. Ο πατέρας του, ο διανοούμενος Mahmood Mamdani, και η μητέρα του, η σπουδαία σκηνοθέτιδα Mira Nair, του μετέδωσαν τη σύνδεση της τέχνης με την κοινωνική ευθύνη. Ο ίδιος – σχολιάζοντας μεταγενέστερα τη μουσική του – μίλησε για το ότι η ραπ τον βοήθησε να «καταλάβει τον εαυτό του και τον κόσμο γύρω του».
Από το «Chapati» στο «#1Spice»
Το 2015, συνεργάστηκε με τον παιδικό του φίλο από την Ουγκάντα, τον Hab, και κυκλοφόρησε το πρώτο τους single, «Kanda (Chap Chap)». Το τραγούδι πέρασε σχεδόν απαρατήρητο τότε, όμως δέκα χρόνια αργότερα, χάρη στους υποστηρικτές του, έχει ξεπεράσει τις 170.000 προβολές στο YouTube. Εκεί ο Μαμντάνι ραπάρει: «Έχω την ίδια ιστορία με τη chapati – ρίζες από την Ινδία, αλλά γεννημένος στην Ουγκάντα. Εχω καστανό δέρμα, αλλά είμαι Ουγκαντέζος». Το κομμάτι έχει έναν ανάλαφρο ρυθμό, σχεδόν παιχνιδιάρικο, αλλά πίσω από τη μουσική κρύβεται ένα σχόλιο για τη διασπορά και το «ανήκειν».
Το EP «Sidda Mukyaalo», που σημαίνει «Δεν επιστρέφω στο χωριό» στη γλώσσα Luganda, συνέχισε στην ίδια γραμμή. Σε έξι γλώσσες και με ήχο απλό, ο Μαμντάνι μίλησε για μετανάστευση, ταξική ανισότητα και αποικιοκρατία. Οι στίχοι του δεν είχαν τον οίστρο των αμερικανών ράπερ, αλλά έναν στοχαστικό ρυθμό, σχεδόν ποιητικό. Ήταν ραπ με ειλικρίνεια και μέτρο, όχι με επίδειξη.
Το 2019, κυκλοφόρησε το βίντεο «Nani», όπου εμφανίζεται η διάσημη ηθοποιός και σεφ Madhur Jaffrey στον ρόλο της γιαγιάς. Το τραγούδι, πνευματώδες και αυτοσαρκαστικό, ήταν ένας φόρος τιμής στις νότιοασιατικές του ρίζες και στη Νέα Υόρκη. Γυρισμένο σε μια γειτονιά Μπαγκλαντεσιανών, περιελάμβανε σκηνές σ' ένα πακιστανικό εστιατόριο (Kabab King) και σε φροντιστήριο παιδιών μεταναστών.
Ο ίδιος το είχε χαρακτηρίσει «μια ερωτική επιστολή προς τη Νέα Υόρκη» σε συνέντευξή του, στους New York Times. Ούτε αυτό είχε μεγάλη απήχηση στο διαδίκτυο, αλλά εντυπωσίασε για την κινηματογραφική του αισθητική. Στην πραγματικότητα, περισσότερο θυμίζει μικρού μήκους ταινία παρά μουσικό βίντεο.
Οι περισσότερες του παραγωγές ήταν ανεξάρτητες, με χαμηλό προϋπολογισμό και κυκλοφόρησαν μέσω διαδικτύου. Το Rolling Stone τον τον περιγράφει ως «a B-list rapper» που συνέχισε πιο ενεργά την πολιτική του πορεία. Ο ίδιος έχει δηλώσει ότι έμαθε από τη ραπ πώς να στέκεται στο κοινό, πώς να επικοινωνεί και πώς να μιλάει με ειλικρίνεια. Αυτές οι δεξιότητες αποδείχθηκαν καθοριστικές όταν αργότερα πέρασε στην πολιτική.
Στο τραγούδι «Askari», σχολιάζει τη φυλετική προκατάληψη και τη σχέση εξουσίας στην Ουγκάντα. «Όταν είναι λευκός, η πόρτα ανοίγει. Οταν είναι μαύρος, περιμένει». Οι στίχοι του συνδυάζουν θυμό και τρυφερότητα, χιούμορ και παρατήρηση. Δεν υπάρχει ωραιοποίηση, αλλά εμπειρία, απλότητα και γνώση.
Η ενασχόλησή του με τη μουσική συνδέεται και με το σινεμά. Η μητέρα του, Mira Nair, σκηνοθέτησε την ταινία «Queen of Katwe» (2016), για την οποία ο Μαμντάνι βοήθησε στη μουσική επιμέλεια και στο soundtrack, προσφέροντας το τραγούδι «#1 Spice». Εκεί, για πρώτη φορά, δοκίμασε να ενώσει την αφρικανική ηχητική αισθητική με την ινδική παράδοση, κάτι που έγινε σήμα κατατεθέν του ύφους του.
Και το φινάλε, Bollywood
Αν και ο Μαμντάνι έχει ουσιαστικά «αποσύρει» τον Mr. Cardamom, η σχέση του με τη μουσική δεν έσβησε ποτέ. Την ανέδειξε, μάλιστα, και στο φινάλε της προεκλογικής του εκστρατείας όταν ανέβηκε στη σκηνή για την ομιλία της νίκης του, φεύγοντας, ήχησε δυνατά το Dhoom Machale, η επιτυχία της Sunidhi Chauhan από την ταινία «Dhoom» του 2004. Ένας δήμαρχος μεταναστευτικής καταγωγής να αποχαιρετά το πλήθος με ένα μπόλιγουντ χιτ — μια εικόνα που, όσο απροσδόκητη κι αν ακούγεται, συνοψίζει τέλεια τον ίδιο.
Σε μια Αμερική που ακόμη παλεύει με τα σύνορα και τις ταυτότητές της, ο Ζόραν Μαμντάνι απέδειξε ότι μπορείς ν' αναμείξεις την πολιτική με τη χαρά, τη σοβαρότητα με το χιούμορ. Κατά τη διάρκεια της καμπάνιας του, κυκλοφόρησε διαφημιστικά βίντεο εμπνευσμένα από το «Om Shanti Om» του Κισόρ Κουμάρ και χόρεψε σε ρυθμούς καραϊβικής σόκα σε πάρτι στο Μπρούκλιν δύο μόλις ημέρες πριν από τις εκλογές.
Σ' έναν κόσμο όπου η πολιτική της ταυτότητας συχνά παίρνει σκοτεινή τροπή, η δική του νίκη αντηχεί πολύ πέρα από τους διαδρόμους του δημαρχείου της Νέας Υόρκης. Με την ευφυή χρήση των κοινωνικών δικτύων και την ικανότητά του να εμπνέει τους νέους ψηφοφόρους, ο Ζόραν Μαμντάνι δείχνει έναν άλλο δρόμο, αυτόν του πολιτικού που δεν φοβάται να αυτοσαρκαστεί, να μιλήσει τη γλώσσα της κοινότητάς του και να αγκαλιάσει την αλλαγή. Ίσως γι’ αυτό, όπως είχε πει κάποτε και στον Ντόναλντ Τραμπ, η φράση που τον εκφράζει περισσότερο να είναι τέσσερις απλές λέξεις: «Δυνάμωσε αρκετά τον ήχο».
- Δραματικές ώρες στη Λακωνία: Γυναίκα ανεβαίνει σε ταράτσα για να δώσει φαγητό στην εγκλωβισμένη μητέρα της
- Κακοκαιρία Byron: Τι θα γίνει με τον μισθό όσων δεν μπόρεσαν να πάνε στη δουλειά τους
- Πανικός στη αεροσκάφος: Φωτιά σε διάδρομο απογείωσης γέμισε με καπνούς Airbus A320 με 180 επιβαίνοντες
- Mega deal στα σκαριά στον τομέα της ψυχαγωγίας: Η Netflix κοντά στην αγορά της Warner Bros!